Ο Δαγοβέρτος Β΄ ή Άγιος Δαγοβέρτος (Λατινική γλώσσα : Dagober(c)tus, Αρχαία αγγλική γλώσσα : Dægberht, Μετς, 652 - 23 Δεκεμβρίου 679) μέλος του Οίκου των Μεροβιγγείων ήταν Βασιλιάς της Αυστρασίας (676 - 679).[3][4] Θεωρείται Άγιος από την Καθολική Εκκλησία και εορτάζεται από τον 9ο αιώνα στις 23 Δεκεμβρίου. Ο Δαγοβέρτος Β΄ ήταν ο μόνος γιος τού Σιγιβέρτου Γ΄ της Αυστρασίας και της Χίμνεχιλντ από τη Βουργουνδία. Δεν υπάρχει αξιόπιστη πηγή σχετικά με την βασιλεία του, η βιογραφία του προκύπτει από την ανακατασκευή διαφορετικών πηγών. Με τον πρόωρο θάνατο του πατέρα του (656) στερήθηκε την διαδοχή και εξορίστηκε στην Ιρλανδία όπου έζησε σαν μοναχός, επέστρεψε στην Αυστρασία με την επέμβαση του επισκόπου της Γιορκ. Με την δολοφονία του εξαδέλφου του (675) ανέβηκε στον θρόνο, το σύντομο διάστημα της βασιλείας του πολέμησε με την Νευστρία, έκλεισε ειρήνη με το Λομβαρδικό βασίλειο της Ιταλίας και έκοψε χρυσό νόμισμα. Η μοναδική σύγχρονη πηγή της εποχής του τον χαρακτηρίζει τύραννο, επιτέθηκε στους επισκόπους, έβαλε νέους φόρους και δολοφονήθηκε από συνωμοσία ευγενών. Διάδοχος του ήταν ο πρώτος του ξάδελφος Θευδέριχος Γ΄, βασιλιάς της Νευστρίας με τον οποίο βρισκόταν σε σύγκρουση. Δεν είναι βέβαιο ότι ήταν γιος της επίσημης συζύγου του Σιγιβέρτου Γ΄ Χίμνεχιλντ, σε κάθε περίπτωση αδελφή του ήταν η Μπίλιχιλντ κόρη της Χίμνεχιλντ, το όνομα του το πήρε από τον παππού του Δαγοβέρτο Α΄ (623–39).[5]

Δαγοβέρτος Β΄
Γενικές πληροφορίες
Γέννηση652[1]
Θάνατος23  Δεκεμβρίου 679[1]
Mouzay
Χώρα πολιτογράφησηςΦραγκία
Eορτασμός αγίου23 Δεκεμβρίου
Πληροφορίες ασχολίας
Ιδιότηταμονάρχης[1]
Οικογένεια
ΓονείςΣιγιβέρτος Γ΄ και Chimnechilde[1]
ΑδέλφιαBilichild[2]
ΟικογένειαΜεροβίγγειοι[1]
Αξιώματα και βραβεύσεις
ΑξίωμαΒασιλέας των Φράγκων (676–679, Αυστρασία)
Commons page Σχετικά πολυμέσα

Εξορία Επεξεργασία

Σύμφωνα με το "Βιβλίο της Ιστορίας των Φράγκων" (727) όταν πέθανε ο Σιγιβέρτος Γ΄ ο Μαγιορδόμος Γριμοάλδος ο Πρεσβύτερος, ο δεύτερος ισχυρός άντρας του βασιλείου, κούρεψε τον μικρό Δαγοβέρτο και τον έβαλε στην συνοδεία του επισκόπου Ντίντο του Πουατιέ. Το κούρεμα συμβόλιζε την απώλεια της βασιλικής εξουσίας αφού οι Μεροβίγγειοι βασιλείς είχαν τότε μακριά μαλλιά, ο Ντίντο τον έστειλε στην Ιρλανδία.[6] Η ημερομηνία των γεγονότων είναι αβέβαιη, τοποθετείται περί το 656 αλλά σίγουρα μετά το 652 που γεννήθηκε.[7] Καμιά πηγή της εποχής δεν περιγράφει την ζωή του Δαγοβέρτου, ο αρχαιολόγος του 18ου αιώνα Μέρβιν Άρσνταιλ καταγράφει για πρώτη φορά ένα μοναστήρι στην περιοχή του Μιθ όπου ζούσε ο μικρός Δαγοβέρτος. Η θέση έγινε αποδεκτή από τους σύγχρονους ιστορικούς.[8][9] Ο Γριμοάλδος τοποθέτησε τον γιο του Χιλδεβέρτο στον θρόνο της Αυστρασίας, ο βασιλιάς της Νευστρίας Κλόβις Β΄ (639–657) τον συνέλαβε, τον μετέφερε στο Παρίσι και τον εκτέλεσε με την κατηγορία "προδοσία εναντίον του αφέντη του".[10] Ο δεύτερος γιος του Κλόβις Β΄ Χιλδέριχος Β΄ ανέβηκε στον θρόνο της Αυστρασίας και παντρεύτηκε την αδελφή του Δαγοβέρτου Β΄ Μπίλιχιλντ, κυβέρνησε υπό την κηδεμονία της πεθεράς του Χίμνεχιλντ.[11] Ο νεαρός Χιλδέριχος Β΄ δολοφονήθηκε μαζί με την σύζυγο του και τον πενταετή γιο τους Δαγοβέρτο από τον ευγενή Μποντίλο με τον οποίο είχε συγκρουστεί (675).[12]

Επιστροφή Επεξεργασία

 
Χρυσό νόμισμα του Δαγοβέρτου Β΄

Η δολοφονία του Χιλδέριχου Β΄ ήταν η μεγάλη ευκαιρία για τον Δαγοβέρτο Β΄ να επιστρέψει στον θρόνο της Αυστρασίας, αμέσως μετά ξέσπασε εμφύλιος πόλεμος. Ο Μαγιόδρομος των ανακτόρων της Αυστρασίας Εμπροίν ανακήρυξε νέο βασιλιά της Αυστρασίας σε βρεφική ηλικία τον Κλόβις Γ΄ (675), ο Εμπροίν ισχυρίστηκε ότι πατέρας του ήταν ο Χλωτάριος Γ΄ (658–673) πρώτος γιος του Κλόβις Β΄, στην πραγματικότητα πατέρας του ήταν ο Θευδέριχος Γ΄, τρίτος γιος του Κλόβις Β΄. Ο ίδιος ο Θευδέριχος Γ΄ ανακηρύχτηκε βασιλιάς της Νευστρίας από τον επίσκοπο του Πουατιέ Λεοδεγάριο. Ο Εμπροίν σύντομα άλλαξε γνώμη και υποστήριξε την επιστροφή του Δαγοβέρτου Β΄ στον θρόνο της Αυστρασίας, ο μικρός Κλόβις Γ΄ πέθανε την επόμενη χρονιά (676) και ο Δαγοβέρτος Β΄ κλήθηκε από την εξορία για να τον διαδεχτεί.[13]

Το "Βιβλίο της Ιστορίας των Φράγκων" είναι η μοναδική πηγή που περιγράφει την εξορία του Δαγοβέρτου Β΄ στην Ιρλανδία, η "Ζωή του επισκόπου Γουίλφριντ" περιγράφει αντίστοιχα την επιστροφή του. Η "Ζωή του επισκόπου Γουίλφριντ" συντάχθηκε τον 8ο αιώνα από τον επίσκοπο Στέφανο του Ρίπον. Ο Στέφανος γράφει ότι ο Δαγοβέρτος Β΄ επέστρεψε από την εξορία "στην νεότητα του", οι συγγενείς και φίλοι του έμαθαν ότι ήταν ακόμα ζωντανός και ζήτησαν να γυρίσει στην Αυστρασία.[14] Η "Ζωή του επισκόπου Γουίλφριντ" δεν καταγράφει τα ονόματα των "συγγενών" και "φίλων" που ζήτησαν την επιστροφή του, πιθανότατα ήταν συγγενείς της μητέρας του. Οι φίλοι του ήταν μάλλον οι Μαγιορδόμοι των ανακτόρων Πεπίνος του Χέρσταλ και Μάρτιν του Λον που είχαν όλη την εξουσία μετά τον θάνατο του "βασιλέως" (675) ή ο Ουλτάν επίσκοπος του Σαιν-Μωρ-ντε-Φοσέ που είχε στενούς δεσμούς με την Ιρλανδία.[15] Η ακριβής ημερομηνία της ανόδου του Δαγοβέρτου Β΄ στον θρόνο της Αυστρασίας είναι άγνωστη, μετά την δολοφονία του Χιλδέριχου Β΄ (675) βασίλευσε πιθανότατα λίγους μήνες ο μικρός Κλόβις Γ΄.[16]

Βασιλεία Επεξεργασία

 
Χρυσό νόμισμα του Δαγοβέρτου Β΄ με τον Βυζαντινό Σταυρό από την μία πλευρά και παράσταση του βασιλιά από την άλλη

Η βασιλεία του Δαγοβέρτου Β΄ έχει καταγραφεί σποραδικά στο "Βιβλίο της Ιστορίας των Φράγκων", διακόπτει τις πληροφορίες μετά την επιστροφή του από την εξορία. Ο ιστορικός Ρίτσαρντ Γκέρμπερντίνγκ γράφει "Δεν μπορούσε να πιστέψει ότι ο Δαγοβέρτος είχε επιστρέψει ή ήθελε σκόπιμα να αποκρύψει την πληροφορία από τον μελλοντικό αναγνώστη".[17] Άλλο ένα έργο του 7ου αιώνα που σχετίζεται με τους Μεροβίγγειους βασιλείς "Η ζωή της ηγουμένης Σανταλμπέργκα του Λον" κάνει μία σύντομη αναφορά για τον Δαγοβέρτο. Αναφέρει ότι η Σανταλμπέργκα μετακινήθηκε από την μονή της στα προάστια του Λανγκρ στην Λαν στην βόρεια Βουργουνδία χάρη σε προφητείες που βγήκαν αληθινές σχετικά με την "πρόσφατη διαμάχη ανάμεσα στους βασιλείς Δαγοβέρτο και Θευδέριχο". Αυτή είναι η μοναδική πληροφορία για τον πόλεμο που είχε ξεσπάσει ανάμεσα στον Δαγοβέρτο Β΄ και τον ξάδελφο του Θευδέριχο Γ΄ της Νευστρίας.[18][19] Αυτό ήταν μία ένδειξη για την συνεχή εχθρότητα που υπήρχε ανάμεσα στον Εμπροίν και τους Αυστρασιανούς.[20] Ο πόλεμος είχε βαθύτατες επιπτώσεις στην Βουργουνδία που βρισκόταν στα όρια του βασιλείου της Νευστρίας, αυτό δείχνει ότι ο ίδιος ο Δαγοβέρτος Β΄ είχε την πρωτοβουλία.[21] Όταν ξέσπασε ο πόλεμος ο Πεπίνος του Χέρσταλ και ο Μάρτιν του Λον επιτέθηκαν στον Θευδέριχο Γ΄ αλλά ηττήθηκαν από τον Εμπροίν, στην μάχη έπεσε ο Μάρτιν του Λον. Δεν έχει διευκρινιστεί αν η μάχη έγινε την εποχή που ζούσε ο Δαγοβέρτος Β΄ ή μετά τον θάνατο του, πιθανότατα έγινε τον Σεπτέμβριο του 679 την εποχή που ήταν ζωντανός και ανέβασε τους φόρους για να καλύψει τα έξοδα.[22][23]

Ο Δαγοβέρτος Β΄ υπέγραψε ειρήνη με τους Λομβαρδούς (679), το γεγονός καταγράφεται στην "Ιστορία των Λομβαρδών" που έγραψε ο Παύλος ο Διάκονος στα τέλη του 8ου αιώνα, επιβεβαιώνεται με την παρουσία ενός κομήτη τον Αύγουστο του ίδιου χρόνου.[24] Ο κομήτης διέσχισε όλον τον κόσμο από την Ιρλανδία μέχρι την Ιαπωνία.[25] Ο Παύλος ο Διάκονος έγραψε εσφαλμένα ότι τα νομίσματα κόπηκαν την εποχή που ήταν βασιλιάς των Λομβαρδών ο Γριμοάλδος ο Σφετεριστής που πέθανε την εποχή που βρισκόταν ο Δαγοβέρτος Β΄ εξορία (671), ο βασιλιάς των Λομβαρδών τότε ήταν ο Περκτάρητος.[26] Το μόνο διάταγμα του Δαγοβέρτου Β΄ που έχει διασωθεί καταγράφει ότι κατείχε το μοναστήρι του Μάλμεντι, αναφέρει μονάχα μιά δωρεά του πατέρα του και όχι τον ιδρυτή του που ήταν ο Γριμοάλδος, ο άνθρωπος που τον είχε εξορίσει.[27] Ο Δαγοβέρτος Β΄ ξεκίνησε πάλι την κοπή των χρυσών νομισμάτων που είχε διακόψει ο Χιλδέριχος Β΄ (670), διέκοψε την παλιά Φραγκική κοπή και τοποθέτησε στα νέα νομίσματα τον σύγχρονο Βυζαντινό σταυρό με τρείς πλευρές.[28] Ο Δαγοβέρτος Β΄ ήταν ο τελευταίος Φράγκος βασιλιάς που έκοψε νομίσματα στην Μασσαλία με το όνομα του. Η κοπή των βασιλικών νομισμάτων με το όνομα του βασιλιά έγινε στην Μασσαλία τη περίοδο 613 - 679, τα συνηθισμένα Φραγκικά νομίσματα είχαν μονάχα τα ονόματα του νομισματοκόπου και του νομισματοκοπείου.[29]

Την εποχή που ο επίσκοπος Γουίλφριντ ταξίδευσε στην Ρώμη για να παραστεί σε εκκλησιαστική Σύνοδο έμεινε για λίγο στην αυλή του Δαγοβέρτου Β΄ (679), ο βασιλιάς του είχε μεγάλη ευγνωμοσύνη επειδή τον βοήθησε να επιστρέψει από την Ιρλανδία. Ο Δαγοβέρτος Β΄ του πρότεινε να του δόσει την επισκοπή του Στρασβούργου που σύμφωνα με το έργο "Η ζωή του Αγίου Γουίλφριντ" ήταν "η σπουδαιότερη επισκοπή του βασιλείου" αλλά το αρνήθηκε. Ο Δαγοβέρτος Β΄ του έδωσε πολλούς άντρες και προμήθειες να συνεχίσει το ταξίδι του, ο Γουίλφριντ όταν έφτασε στην Ιταλία έμεινε στην αυλή του βασιλιά των Λομβαρδών Περκτάρητου, νέου συμμάχου του Δαγοβέρτου.[30]

Δολοφονία Επεξεργασία

 
Η παράσταση της δολοφονίας του Δαγοβέρτου Β΄ στην κρύπτη του Καθεδρικού ναού του Στεναί

Ο Δαγοβέρτος Β΄ δολοφονήθηκε περίπου στα τέλη του 679, η ζωή του Αγίου Γουίλφριντ γράφει ότι η δολοφονία του ήταν έργο "προδοτών δουκών" με την σύμφωνη γνώμη των επισκόπων.[31] Σύμφωνα με μια άλλη παράδοση τον δολοφόνησε ο βαφτισιμιός του Ιωάννης σε κυνήγι.[32] Η παραδοσιακή ημερομηνία θανάτου του ήταν η 23η Δεκεμβρίου 679, οι μετέπειτα πηγές την έκαναν αποδεκτή.[33] Με τον θάνατο του Δαγοβέρτου Β΄ ο Εμπροίν βοήθησε τον Θευδέριχο Γ΄ να επεκτείνει το βασίλειο του και στην Αυστρασία.[34] Με την επιστροφή του στην Αυστρασία (680) ο Γουίλφριντ συνελήφθη από τον Εμπροίν με την κατηγορία ότι βοήθησε τον Δαγοβέρτο να επιστρέψει από την εξορία.[35] Σύμφωνα με το έργο η ζωή του Αγίου Γουίλφριντ ο Δαγοβέρτος Β΄ κατηγορήθηκε ότι "κατέστρεψε πόλεις, μοναστήρια, φορολόγησε τον λαό, υποτίμησε σημαντικά τους ευγενείς και την εκκλησία και πήγε ενάντια στο θέλημα του θεού".[36] Το έργο "Η ζωή του Αγίου Γουίλφριντ" είναι η μοναδική πηγή που περιγράφει την δολοφονία του Δαγοβέρτου Β΄ αλλά σύμφωνα με πολλές πηγές τον λάτρεψαν σαν μάρτυρα στις Αρδέννες πριν τα τέλη του 9ου αιώνα.[37] Δεν υπάρχουν πληροφορίες σχετικά με τον τάφο του, σύμφωνα με ένα άλλο έργο που γράφτηκε στις αρχές του 8ου αιώνα ο τάφος του βρίσκεται στην εκκλησία του Αγίου Πέτρου στην Ρουέν με τον προκάτοχο του Χιλδέριχο Β΄, την σύζυγο του Μπίλιχιλντ και τον πενταετή του γιο επίσης Δαγοβέρτο. Η ίδια πηγή πληροφορεί ότι μια επιγραφή στον τάφο του έγραψε "ο Δαγοβέρτος τον οποίο ο Γριμοάλδος κούρεψε" χωρίς καμιά άλλη αναφορά για την εξορία, την επιστροφή και την βασιλεία του.[38] Το έργο "Η ζωή του Αγίου Γουίλφριντ" από την άλλη γράφει ότι ο Δαγοβέρτος Β΄ τάφηκε στο Στεναί στην εκκλησία που ήταν αφιερωμένη στον Άγιο Ρεμίγιο, η πληροφορία θεωρείται απίθανη επειδή το Στεναί βρισκόταν στο κέντρο της Αυστρασίας. Η ίδια πηγή χρονολογείται την δεκαετία του 890 και τον συνδέει με τον Δαγοβέρτο Γ΄ που πέθανε πρόωρα από ασθένεια.[39]

Αγιοποίηση Επεξεργασία

Την λατρεία του Δαγοβέρτου Β΄ καθιέρωσε ο Καρολίδης βασιλιάς των Δυτικών Φράγκων Κάρολος ο Φαλακρός (840 - 877), τα οστά του μεταφέρθηκαν σε μία Βασιλική στο Στεναί. Ο χρόνος που έγινε η μεταφορά των οστών δείχνει ότι ο Κάρολος είχε στόχο να μεταφέρει την έδρα του στο συγκεκριμένο σημείο στην Λοθαριγγία που απέκτησε με την Συνθήκη του Μέρσεν (870). Η μεταφορά των οστών αναφέρεται στο έργο "Η ζωή του Δαγοβέρτου", σε ένα διάταγμα που βρίσκεται στο "Αβαείο του Γκορζέ" και καταγράφει την ημερομηνία.[40] Η δωρεά της Βασιλικής του Αγίου Δαγοβέρτου είναι γνωστή από ένα διάταγμα (1124) στο βιβλίο επισκεπτών του Γκορζέ, πέρασε στην Βεατρίκη σύζυγο του Γοδεφρείδου Γ΄ της Κάτω Λωρραίνης που εγκατέλειψε το "Αβαείο του Γκορζέ" (1069). Οι κανόνες του Αβαείου ήταν πολύ χαλαροί και οι μοναχοί το μετέτρεψαν σταδιακά σε μονή Βενεδικτίνων.[41] Η εορτή του Αγίου Δαγοβέρτου καθιερώθηκε όπως γράφει "Η ζωή του Δαγοβέρτου" στις 23 Δεκεμβρίου, την ημερομηνία έγραψε η Έμμα της Ιταλίας σύζυγος του Λοθάριου της Φραγκίας στο χαμένο ημερολόγιο των Αγίων.[42] Ένα έγγραφο του Μαρτυρολογίου του Άντο όφα Βιεν που βρέθηκε στην Λιέγη καταγράφει επίσης τον θάνατο του Δαγοβέρτου Β΄ στις 23 Δεκεμβρίου.[43]

Οι γιορτές στην μνήμη του Αγίου Δαγοβέρτου δεν εξαπλώθηκαν ποτέ έξω από το Στεναί, περιοχή που γενικά σχετίστηκε με τον Δαγοβέρτο Α΄, τον 16ο αιώνα η γιορτή του μεταφέρθηκε στο Βερντέν. Η μονή του Στεναί δέχτηκε επίθεση (1580, 1591), λεηλατήθηκε από τους Προτεστάντες και τα οστά του διασκορπίστηκαν, μερικά διασώθηκαν και βρίσκονται στο Σαιν-Γκισλαίν.[44] Πολλοί θρύλοι διασώθηκαν σχετικά με το όνομα του Δαγοβέρτου Β΄, φημολογείται ότι δολοφονήθηκε με εντολή του πάπα σε συνεργασία με τον Πεπίνο του Χέρσταλ επειδή ήταν παγανιστής και είχε σκοπό να επαναφέρει στους Φράγκους την αρχαία θρησκεία, στην συνέχεια τον αγιοποίησαν για να αποφύγουν την επανάσταση. Διασώθηκε ένας γιος του ο Σιγιβέρτος Δ΄ που δραπέτευσε στην Ιταλία, ακούγεται ότι κατάγονται από αυτόν οι Ναΐτες Ιππότες.

Παραπομπές Επεξεργασία

  1. 1,0 1,1 1,2 1,3 1,4 1,5 1,6 Κριστιάν Σετιπανί: «La Préhistoire des Capétiens» (Γαλλικά) Βιλνέβ-ντ'Ασκ. 1993. σελ. 108-110. ISBN-13 978-2-9501509-3-6. ISBN-10 2-9501509-3-4.
  2. Κριστιάν Σετιπανί: «La Préhistoire des Capétiens» (Γαλλικά) Βιλνέβ-ντ'Ασκ. 1993. σελ. 106, 131. ISBN-13 978-2-9501509-3-6. ISBN-10 2-9501509-3-4.
  3. Pertz 1872, σ. 42, Νο. 45
  4. Shippey 2005, σ. 392
  5. Wood 1994, σσ. 222–224
  6. Fouracre 2008, σσ. 70–79
  7. Wood 1994, σσ. 222–224
  8. Picard 1991, σσ. 43–46
  9. Wood 1994, σσ. 231–34
  10. Fouracre 2008, σσ. 70–79
  11. Wood 1994, σσ. 222–224
  12. Fouracre 2008, σσ. 70–79
  13. Wood 1994, σσ. 231–34
  14. Fouracre 2008, σσ. 70–79
  15. Wood 1994, σσ. 231–34
  16. Fouracre 2008, σσ. 70–79
  17. Gerberding 1987, σ. 79
  18. Fouracre 2008, σσ. 70–79
  19. McNamara, Halborg & Whatley 1992, σ. 186
  20. Wood 1994, σσ. 231–34
  21. Wood 1994, σσ. 231–34
  22. Gerberding 1987, σσ. 79–84
  23. Fouracre & Gerberding 1996, σ. 23
  24. Fouracre 2008, σσ. 70–79
  25. Kronk 1999, σσ. 124–125
  26. Fouracre 2008, σσ. 70–79
  27. Wood 1994, σσ. 231–34
  28. Grierson & Blackburn 2007, σσ. 130–131
  29. Grierson & Blackburn 2007, σσ. 130–131
  30. Fouracre 2008, σσ. 70–79
  31. Fouracre 2008, σσ. 70–79
  32. Peters 1991, σ. 101
  33. Gerberding 1983, σ. 150
  34. Wood 1994, σσ. 231–234
  35. Wood 1994, σσ. 231–234
  36. Wood 1994, σ. 235
  37. Fouracre 2008, σσ. 70–79
  38. Fouracre 2008, σσ. 70–79
  39. Fouracre 2008, σσ. 70–79
  40. Fouracre 2008, σσ. 70–79
  41. Fouracre 2008, σσ. 70–79
  42. Fouracre 2008, σσ. 70–79
  43. Gerberding 1983, σ. 150
  44. Fouracre 2008, σ. 81

Πηγές Επεξεργασία

  • Carozzi, Claude (1984). "La vie de saint Dagobert de Stenay: histoire et hagiographie". Revue belge de Philologie et d'Histoire. 62 (2): 225–258.
  • Dierkens, Alain (1984). "Note sur un passage de la Vita Dagoberti: Dagobert II et le domaine de Biesme" (PDF). Revue belge de Philologie et d'Histoire. 62 (2): 259–270.
  • Folz, Robert (1963). "Tradition hagiographique et culte de saint Dagobert, roi des Francs". Le Moyen Âge. 4: 17–35.
  • Fouracre, Paul J. (2008). "Forgetting and Remembering Dagobert II: The English Connection". Frankland: The Franks and the World of the Early Middle Ages. Manchester: Manchester University Press.
  • Fouracre, Paul J. (2018). "Dagobert II". In Oliver Nicholson (ed.). Oxford Dictionary of Late Antiquity. Vol. 1. Oxford: Oxford University Press.
  • Fouracre, Paul J.; Gerberding, Richard A., eds. (1996). Late Merovingian France: History and Hagiography, 640–720. Manchester: Manchester University Press.
  • Geary, Patrick J. (1988). Before France and Germany: The Creation and Transformation of the Merovingian World. Oxford: Oxford University Press.
  • Gerberding, Richard A. (1983). A Critical Study of the Liber historiae Francorum (Ph.D. dissertation). Oxford University.
  • Gerberding, Richard A. (1987). The Rise of the Carolingians and the Liber Historiae Francorum. Oxford: Oxford University Press.
  • Grierson, Philip; Blackburn, Mark (2007). Medieval European Coinage, Volume 1: The Early Middle Ages (5th–10th Centuries). Cambridge: Cambridge University Press.
  • Hofman, Julia (2003). "The Marriage of Childeric II and Bilichild in the Context of the Grimoald Coup". Peritia. 17–18: 382–393.
  • Kronk, Gary W. (1999). Cometography: A Catalog of Comets. Vol. 1: Ancient–1799. Cambridge: Cambridge University Press.
  • Krusch, Bruno, ed. (1888). Vita Dagoberti III regis Francorum. MGH. Scriptores rerum Merovingicarum 2. Hanover.
  • McNamara, Jo Ann; Halborg, John E.; Whatley, E. Gordon, eds. (1992). Sainted women of the Dark Ages. Durham, NC: Duke University Press.
  • Pertz, Georg, ed. (1872). Diplomata regum Francorum e stirpe Merowingica. MGH. Diplomatum Imperii 1. Hanover.
  • Peters, Ralf (1991). Die Entwicklung des Besitztums der Abtei Saint-Denis in merowingischer und karolingischer Zeit (Ph.D. dissertation). Heinrich-Heine-Universität Düsseldorf.
  • Picard, Jean-Michel (1991). "Church and Politics in the Seventh Century: The Irish Exile of King Dagobert II". In Jean-Michel Picard (ed.). Ireland and Northern France, AD 600–850. Dublin: Four Courts.
  • Semmler, J. (1990). "Spätmerowingischer Herrscher: Theuderich III und Dagobert II". Deutsches Archiv für Erforschung des Mittelalters. 55: 1–28.
  • Shippey, Tom (2005). "The Merov(ich)ingian Again: damnatio memoriae and the usus scholarum". In K. O'Brien O'Keeffe; Andy Orchard (eds.). Latin Learning and English Lore: Studies in Anglo-Saxon Literature for Michael Lapidge. vol. 1. Toronto: University of Toronto Press.
  • Tardif, Ernest Joseph (1899). Les chartes mérovingiennes de l'Abbaye de Noirmoutier avec une étude sur la chronologie du règne de Dagobert II. Paris: Larose.
  • Wood, Ian N. (1994). The Merovingian Kingdoms, 450–751. Harlow: Longman.
  • Wood, Ian N. (2003). "Deconstructing the Merovingian Family". In Richard Corradini; Maximilian Diesenberger; Helmut Reimitz (eds.). The Construction of Communities in the Early Middle Ages: Texts, Resources and Artefacts. Leiden: Brill.
 
 
Στο λήμμα αυτό έχει ενσωματωθεί κείμενο από το λήμμα Dagobert II της Αγγλικής Βικιπαίδειας, η οποία διανέμεται υπό την GNU FDL και την CC-BY-SA 4.0. (ιστορικό/συντάκτες).
Δαγοβέρτος Β΄
Γέννηση: 652 Θάνατος: 675
Βασιλικοί τίτλοι
Προκάτοχος
Κλόβις Γ΄
Βασιλιάς της Αυστρασίας
 

676 - 679
Διάδοχος
Θευδέριχος Γ΄
Ως Βασιλιάς των Φράγκων