Ο κερουσίτης (αγγλ. cerussite) είναι ανθρακικό ορυκτό του μολύβδου. Το όνομά του προέρχεται από την λατινική λέξη cerussa, που σημαίνει «λευκός μόλυβδος». Στην αγγλοσαξονική βιβλιογραφία αναφέρεται, επίσης, και ως "Horn Silver" και "Lead spar", ενώ συχνά αναγράφεται (εσφαλμένα) και "cerrussite" και "cerusite".

Κερουσίτης
Κερουσίτης.
Γενικά
ΚατηγορίαΑνθρακικά. Ομάδα αραγονίτη
Χημικός τύποςPbCO3
Ορυκτολογικά χαρακτηριστικά
Πυκνότητα6,55 gr/cm3
ΧρώμαΆχρωμο, λευκό, ανοικτοκίτρινο, γκρίζο, μαύρο αν περιέχει εγκλείσματα
Σύστημα κρυστάλλωσηςΡομβικό
ΚρύσταλλοιΤραπεζοειδείς, επιμηκυσμένοι ή διπυραμιδοειδείς ψευδοεξαγωνικοί
ΥφήΚοκκώδης, ινώδης, βοτρυοειδής, σταλακτιτική, δικτυωτή
ΔιδυμίαΣυνήθης, επαφής {110} και {130}, χαρακτηριστική
Σκληρότητα3 - 3,5
ΣχισμόςΚαλός {110} και {021}, ατελής {010} και {012}
ΘραύσηΚογχοειδής
ΛάμψηΑδαμάντινη προς υαλώδη, ενίοτε ρητινώδης
Γραμμή κόνεωςΛευκή
ΠλεοχρωισμόςΌχι
ΔιαφάνειαΔιαφανής, ημιδιαφανής

Εμφάνιση, παραγενέσεις Επεξεργασία

Αποτελεί δευτερεύον μετάλλευμα μολύβδου, ωστόσο έχει αξιοσημείωτες ιδιότητες: Η πυκνότητά του είναι ιδιαίτερα υψηλή για διαφανές ορυκτό, ενώ ο δείκτης διάθλασής του είναι 2,07, επίσης ιδιαίτερα υψηλός. Μεγάλο ενδιαφέρον παρουσιάζουν οι διδυμίες του: Η διδυμία επαφής κατά {110} δημιουργεί κρυστάλλους αστεροειδούς σχήματος ή δικτυώματα, ενώ η διδυμία (επίσης επαφής) κατά {130} δίδει συσσωματώματα καρδιοειδούς σχήματος. Και οι δύο διδυμίες μπορεί να συνυπάρχουν σε ένα συσσωμάτωμα.

Είναι δευτερογενές ορυκτό, σύνηθες προϊόν εξαλλοιώσεως πρωτογενών ορυκτών του μολύβδου. Συχνά ανευρίσκονται δείγματα, τα οποία έχουν εξωτερικά επιφλοιώσεις κερουσίτη και πυρήνα γαληνίτη. Σχετίζεται με αγγλεσίτη, μαλαχίτη, αζουρίτη, φωσγενίτη, πυρομορφίτη και γαληνίτη.

Ανευρίσκεται σε πολλά σημεία της Γης, λόγω της προέλευσής του ως προϊόντος εξαλλοίωσης μολυβδούχων ορυκτών, συχνά αποτελώντας σημαντικό μετάλλευμα μολύβδου. Τα ωραιότερα δείγματα κρυστάλλων του ανευρίσκονται στην περιοχή Τσουμέμπ της Ναμίμπια και στην περιοχή Organ του Νέου Μεξικού στις ΗΠΑ. Ανευρίσκεται επίσης στη Γερμανία, τη Σλοβακία, την Ουκρανία, τη Γαλλία το Μαρόκο, το Ιράν, την Αυστραλία (Νέα Νότια Ουαλλία), την Τασμανία και τη Γροιλανδία, τη Βολιβία, το Μεξικό, την Αργεντινή και στις πολιτείες Αϊντάχο και Αριζόνα. Στην Ελλάδα ανευρίσκεται σε μικρές ποσότητες στην Τήνο, ενώ σημαντικές εμφανίσεις του υπάρχουν στα μεταλλεία Λαυρίου (Καμάριζα και άλλες περιοχές) και στα μεταλλεία της περιοχής του Σουνίου.

Κερουσίτης και Αρχαίο Λαύριο Επεξεργασία

Οι αρχαίοι μεταλλευτές του Λαυρίου ενδιαφέρονταν πρωτίστως για τον άργυρο, ο οποίος είναι συνδεδεμένος με τα ορυκτά του μολύβδου δηλαδή τον γαληνίτη και τον κερουσίτη. Η αναλογία κερουσίτη/γαληνίτη της αρχαίας εκμετάλλευσης εκτιμάται σε 9/1, δηλαδή υπερίσχυε σημαντικά ο κερουσίτης, ο οποίος μάλιστα έδινε με την παρουσία του στο εμπλούτισμα – συμπύκνωμα, το όνομα “κέγχρος”[1]. Το όνομα αυτό κατά την καθηγήτρια Κ. Τσάιμου (2007) οφείλονταν στο ότι το συμπύκνωμα περιείχε κύρια κερουσίτη που λόγω του κιτρινωπού χρώματός του, έμοιαζε με κεχρί.Το συμπύκνωμα του μεταλλεύματος, που προέρχονταν από τα “πλυντήρια” και το οποίο αποτελείτο κύρια από κερουσίτη (PbCO3), το οδηγούσαν σε καμίνους αναγωγικής τήξης με εναλλασσόμενες στρώσεις ξυλάνθρακα, οπότε παράγονταν έτσι κράμα μετάλλου μολύβδου – αργύρου (Pb-Ag). Στη συνέχεια ακολουθούσε η κατεργασία της κυπέλλωσης για την εξαγωγή του αργύρου μετάλλου.Επομένως μπορεί ο κερουσίτης να μην διέθετε την μεταλλική λάμψη, ή τους όμορφους χρωματισμούς ή τις εντυπωσιακές κρυσταλλικές δομές άλλων ορυκτών του Λαυρίου, περιζήτητων σήμερα από συλλέκτες και μουσεία, είχε όμως τεράστια οικονομική αξία που στήριξε την αρχαία μεταλλευτική βιομηχανία[1].

Δείτε επίσης Επεξεργασία

Κατάλογος ορυκτών

Παραπομπές Επεξεργασία

Πηγές Επεξεργασία

 
Κερουσίτης με χαρακτηριστική δικτυωτή διδυμία. Προέλευση: Τσουμέμπ, Ναμίμπια

Βιβλιογραφία Επεξεργασία

  • James Dwight Dana, Manual of Mineralogy and Lithology, Containing the Elements of the Science of Minerals and Rocks, READ BOOKS, 2008 ISBN 1443742244
  • Frederick H. Pough, Roger Tory Peterson, Jeffrey (PHT) Scovil, A Field Guide to Rocks and Minerals, Houghton Mifflin Harcourt, 1988 ISBN 039591096X
  • Walter Schumann, R. Bradshaw, K. A. G. Mills, Handbook of Rocks, Minerals and Gemstones, Houghton Mifflin Harcourt, 1993 ISBN 0395511372