Η Κοινοβουλευτική Ομάδα[1], όπως ορίζεται από τον κανονισμό της βουλής[2], είναι συλλογικό όργανο που προβλέπεται από τον Κανονισμό της Βουλής και αποτελείται από τους βουλευτές ενός κόμματος που εκπροσωπείται στη Βουλή. Οι βουλευτές θεωρείται ότι ανήκουν στην Κοινοβουλευτική Ομάδα του κόμματος με το οποίο εξελέγησαν, εκτός αν δηλώσουν εγγράφως διαφορετικά. Ελάχιστος αριθμός βουλευτών για να σχηματιστεί Κοινοβουλευτική Ομάδα είναι οι δέκα βουλευτές. Κοινοβουλευτική Ομάδα μπορεί να θεωρηθεί ότι συγκροτείται και από πέντε μόνο βουλευτές, εφόσον το κόμμα τους παρουσίασε ψηφοδέλτια στα 2/3 των εκλογικών περιφερειών της χώρας και συγκέντρωσε πανελλαδικά ποσοστό τουλάχιστον 3% επί του συνολικού αριθμού των εγκύρων ψηφοδελτίων. Επειδή με βάση το ισχύον εκλογικό σύστημα κόμματα που δε συγκέντρωσαν το 3% δεν εκλέγουν βουλευτές, ουσιαστικά η δεύτερη προϋπόθεση θα πληρούται πάντοτε.

Πρόεδρος της Κοινοβουλευτικής ομάδας (ΚΟ) θεωρείται ο αρχηγός του κόμματος (Πρόεδρος, Γενικός Γραμματέας, ή άλλος) με την προϋπόθεση ότι έχει εκλεγεί βουλευτής. Ο πρόεδρος της ΚΟ μπορεί να ορίσει μέχρι τρεις εκπροσώπους του προκειμένου για την κυβερνητική παράταξη και την Αξιωματική αντιπολίτευση. Στις Κοινοβουλευτικές Ομάδες, όπως επίσης και στους ανεξάρτητους βουλευτές παραχωρείται γραμματειακή και άλλη υποστήριξη, ανάλογα με τον αριθμό των μελών της ΚΟ. τα των ΚΟ καθορίζονται από τον και συγκεκριμένα από τα άρθρα 15 έως 20. Οι πρόεδροι των Κοινοβουλευτικών Ομάδων συμμετέχουν στη Διάσκεψη των Προέδρων, συλλογικό όργανο με οργανωτικές αρμοδιότητες στη Βουλή.

Παραπομπές Επεξεργασία