Η Κομητεία της Βουλώνης προήλθε από ένα φράγκικο pagus. Μετά τον 9ο αιώνα, η συγκεκριμένη κομητεία τέθηκε υπό την κυριαρχία του Μαρκιζάτου της Φλάνδρας. Ο Φίλιππος Αύγουστος το δήμευσε το 1212, προκειμένου να το παραχωρήσει ως πηγή εισοδήματος στον υιό του. Η Κομητεία ακολούθησε στη συνέχεια την ίδια τύχη με το Αρτουά, προτού τελικώς ενταχθεί στις βασιλικές κτήσεις στη διάρκεια του 15ου αιώνα[1][2][3].

Έμβλημα της Κομητείας της Βουλώνης.

Ιστορία Επεξεργασία

Αρχικά, το Μπουλονναί ήταν pagus της civitas των Μορίνων (pagus Bononiensis). Τα εδάφη του εκτείνονταν από την Κανς στα νότια έως τα βόρεια σύνορα της Κομητείας του Γκιν και της ηγεμονίας του Αρντρ. Τα εδάφη του Μαρκ, του οποίου η σημασία του ονόματος είναι χαρακτηριστική (*marka σήμαινε « σύνορα » στα κοινά γερμανικά), ανήκαν στο Τερνουά, όπως αυτό ήταν γνωστό, ωστόσο αποτέλεσαν για καιρό φέουδο της Βουλώνης[4].

Στα τέλη του 9ου αιώνα, ήταν ο Κόμης Έρκενγκερ ο οποίος ανήλθε στην ηγεσία του pagus. Το 886, ο επίσκοπος Γκωζλέν ντε Παρί του απηύθυνε έκκληση να μεσολαβήσει, προκειμένου να λάβει βοήθεια από τη Γερμανία εναντίον των Νορμανδών. Το 896, ο Έρκενγκερ, ο οποίος είχε παραμείνει πιστός στον Κάρολο τον Απλό, έχασε το σύνολο των κτήσεών του, ενώ υποχρεώθηκε να δηλώσει την πίστη του στον Εύδη. Πιθανολογείται πως ήταν κατά τη διάρκεια της ίδιας εκείνης περιόδου που ο Βαλδουίνος Β΄ της Φλάνδρας πέτυχε να εδραιώσει την κυριαρχία του επί της Κομητείας. Το Μπουλονναί, ωστόσο, θεωρείται πιθανό να διατήρησε δικούς τους κόμητες για κάποιον καιρό μετά το συγκεκριμένο γεγονός. Με τον θάνατο του Βαλδουίνου Β΄, ήταν ο δεύτερος υιός του, Αδαλόφος, ο οποίος έλαβε το Μπουλονναί, καθώς και το Τερνουά. Στα τέλη του 12ου αιώνα, οι Κόμητες της Βουλώνης ήταν κυρίαρχοι των Κόμητων του Σαιν-Πολ[5].

Ο Φίλιππος Αύγουστος, αφότου δήμευσε το Μπουλονναί (1212), το παραχώρησε ως πηγή εισοδήματος στον υιό του, Φίλιππο, σύζυγο της κληρονόμου του, Ματθίλδης, κόρης του Ρενώ ντε Νταμμαρτέν[6].

Με τον θάνατο της Ματθίλδης (1258), το Παρλαμέντο του Παρισιού αναγνώρισε την Κομητεία ως κτήση του Ροβέρτου Ε΄, Κόμη της Ωβέρνης, του οποίου η μητέρα, Αλίκη της Βραβάντης, ήταν εγγονή του Ματθαίου της Βουλώνης. Ωστόσο, δύο φέουδά του, το Μαρκ και το Καλαί, τα οποία είχαν, από τον 9ο αιώνα, απαλλαχθεί των όρων υποτέλειάς τους προς τους βασσάλους τους της Βουλώνης από τους Κόμητες της Φλάνδρας, αποσπάστηκαν και ενσωματώθηκαν στο Αρτουά[6].

Η Κομητεία της Βουλώνης, όπως και οι Κομητείες του Σαιν-Πολ και του Γκιν, τέθηκε υποτελής του Αρτουά, και, με εξαίρεση τα εδάφη που τέθηκαν προσωρινά υπό τον έλεγχο της Αγγλίας, ακολούθησε την ίδια τύχη[7].

Κατά την προσάρτηση της Πικαρδίας από τον Λουδοβίκο ΙΑ΄ (Φεβρουάριος 1477), η συγκεκριμένη Κομητεία κατέστη βαϊλάτο της Γενικής Διοίκησης της Αμιάν[8].

Παραπομπές Επεξεργασία

  1. http://books.google.fr/books?id=j3kUAQAAMAAJ&pg=PA350 Lettres patentes de Louis XI, Plessis-du-Parc-lèz-Tours, janvier 1478 (1477 avant Pâques)
  2. http://books.google.fr/books?id=j3kUAQAAMAAJ&pg=PA394 Lettres patentes de Louis XI, Arras, le 18 mars 1478
  3. http://books.google.fr/books?id=j3kUAQAAMAAJ&pg=PA509 Lettres patentes de Louis XI, Tours, le 11 novembre 1479
  4. Léon Vanderkindere (1902). La Formation territoriale des principautés belges au Moyen Âge (PDF). I. Bruxelles: H. Lamertin. σελ. 283.  Unknown parameter |publi= ignored (βοήθεια)
  5. Léon Vanderkindere, op. cit., p. 48-53.
  6. 6,0 6,1 Léon Vanderkindere, op. cit., p. 268.
  7. Léon Vanderkindere, op. cit., p. 267-268.
  8. "Monseigneur de Bouloigne, j'ay tant fait que j'ay recouvert Bouloigne, Dieu Mercy, a Nostre Dame. Et, pour ce que la ville et chasteau sont de grande garde, et la conte aussi, et que je scay bien que vous auriez assez a faire a la garder, car moy mesmes en suis bien empesche, j'ay advise de vous en recompenser ailleurs et de retenir ladicte conte pour moy. ... Escript a Hesdin, le XXIIe jour d'avril (1477). LOYS. PETIT. A Monseigneur de Bouloigne. (Publiée par Joseph Vaesen et Étienne Charavay, Lettres de Louis XI, tome VI, p.159-160, Librairie Renouard, Paris 1898

Δείτε επίσης Επεξεργασία