Η Κορνηλία Σαλονίνα, λατιν. Cornelia Salonina (απεβ. 268) ήταν αυτοκράτειρα ως σύζυγος του Γαλλιηνού, αυτοκράτορα των Ρωμαίων.

Κορνηλία Σαλονίνα
Η Κορνηλία Σαλονίνα, σύζυγος τού Γαλιηνού. Αίθουσα του Διός, Ερμιτάζ, Αγία Πετρούπολη, Ρωσσία.
Γενικές πληροφορίες
Όνομα στη
μητρική γλώσσα
CORNELIA SALONINA (Λατινικά) και PVBLIA LICINIA IVLIA CORNELIA SALONINA (Λατινικά)
Γέννηση3ος αιώνας
Βιθυνία
Θάνατος268[1]
Μιλάνο
ΠαρατσούκλιChrysogona
Χώρα πολιτογράφησηςΑρχαία Ρώμη
Πληροφορίες ασχολίας
Ιδιότηταπολιτικός
Σύζυγος αυτοκράτορα
Οικογένεια
ΣύζυγοςΓαλλιηνός
ΤέκναΣαλόνινος
Βαλεριανός Β΄
Πόπλιος Λικίνιος Εγνάτιος Μαρινιανός
Αξιώματα και βραβεύσεις
ΑξίωμαΡωμαία Αυτοκράτειρα
Commons page Σχετικά πολυμέσα

Βιογραφία Επεξεργασία

Η καταγωγή της είναι άγνωστη. Σύμφωνα με νεότερη άποψη ήταν ελληνικής καταγωγής, από τη Βιθυνία, που τότε ήταν μέρος της επαρχίας της Βιθυνίας και του Πόντου, στη Μικρά Ασία. Πάντως υπάρχει κάποιος σκεπτικισμός σε αυτό. Παντρεύτηκε τον Γαλιηνό δέκα περίπου έτη πριν αυτός ανέλθει στον θρόνο. Όταν ο σύζυγός της έγινε συναυτοκράτορας με τον πατέρα του Βαλεριανό το 253, η Κορνηλία Σαλονίνα ονομάστηκε Αυγούστα.

Έγινε η μητέρα τριών τέκνων: του Βαλεριανού Β΄, του Σαλονίνου και του Μαρινιανού. Το 268 πολιορκήθηκε το Μεδιόλανον και ο Γαλλιηνός απεβίωσε. Δεν γνωρίζουμε τη μετέπειτα ζωή της. Είναι πιθανό να της χαρίστηκε η ζωή ή να εκτελέστηκε μαζί με τα άλλα μέλη της οικογένειάς της, με διαταγές της Συγκλήτου της Ρώμης.

Το όνομά της αναφέρεται σε νομίσματα με την επιγραφή Cornela Salonina, Publia Licinia Cornelia Salonina ή Salonina Chrysogona από τις ελληνικές λέξεις χρυσός γόνος (απόγονος).

Οικογένεια Επεξεργασία

Παντρεύτηκε τον Γαλλιηνό Αυτοκράτορα των Ρωμαίων και είχε τέκνα:

Παραπομπές Επεξεργασία

Πηγές Επεξεργασία

  • Bray, John. Gallienus : A Study in Reformist and Sexual Politics, Wakefield Press, Kent Town, 1997, ISBN 1-86254-337-2
  • "Salonina", Dictionary of Greek and Roman Antiquities, edited William Smith (1870).
  • Partial Salonina coinage
  • "Dictionary of Roman Coins", by Seth William Stevenson (1889).