Οι Ανατολικές παραμεθόριες περιοχές[1] (πολωνικά: Kresy Wschodnie‎‎) ή απλά Παραμεθόριες περιοχές (πολωνικά: Kresy‎‎) ήταν ένας όρος που επινοήθηκε για το ανατολικό τμήμα της Δεύτερης πολωνικής Δημοκρατίας κατά τη διάρκεια του μεσοπολέμου (1918-1939). Όντας σε μεγάλο βαθμό πολυεθνική και αγροτική περιοχή, καταλάμβανε περίπου το μισό των εδαφών της προπολεμικής Πολωνίας. Ιστορικά οι περιοχές ανήκαν στην ανατολική Πολωνολιθουανική Κοινοπολιτεία, αλλά μετά τους διαμελισμούς της Πολωνίας η περιοχή προσαρτήθηκε από την Αυστρία των Αψβούργων (Γαλικία), και τη Ρωσία. Η περιοχή επεστράφη στην Πολωνία το 1921, μετά την Ειρήνη της Ρίγας. Με τις εδαφικές μεταβολές που έφερε ο Β΄ Παγκόσμιος Πόλεμος, η Πολωνία απώλεσε αυτά τα εδάφη, αλλά αποζημιώθηκε με εδάφη της ανατολικής Γερμανίας.

Στο γερμανοσοβιετικό σύμφωνο Μολότοφ-Ρίμπεντροπ οι Ανατολικές παραμεθόριες περιοχές προσαρτήθηκαν στη Σοβιετική Ένωση. Οι σοβιετικές κτήσεις ανατολικά τις γραμμής Κέρζον που ορίστηκε το 1919 επιβεβαιώθηκαν με μικρές προσαρμογές στις περιοχές γύρω από το Μπιαουίστοκ και το Πσέμυσλ από τους Συμμάχους στη διάσκεψη της Τεχεράνης, της Γιάλτας και του Πότσδαμ. Το 1945 τα περισσότερα γερμανικά εδάφη ανατολικά της γραμμής Όντερ-Νάισσε (σε ροζ χρώμα) παραδόθηκε στην εδαφικά απομειωμένη Πολωνία, δημιουργώντας τη σημερινή Πολωνία.

Ο πολωνικός πληθυντικός όρος Κρέσι ισοδυναμεί με το ρωσικό όρο οκραϋνί (ρωσικά: окраины‎‎), που σημαίνει "παραμεθόριες περιοχές".[2] Η περιοχή σε μεγάλο βαθμό καταλαμβάνει την ίδια γεωγραφική έκταση με τις βόρειες περιοχές της "Περιοχής του Εποικισμού", ένα σχήμα που δημιούργησε η Μεγάλη Αικατερίνη για να περιορίσει τους Εβραίους από το να κατοικήσουν στον Χριστιανικό Ορθόδοξο πυρήνα της Ρωσικής Αυτοκρατορίας, όπως η Μόσχα και η Αγία Πετρούπολη. Η περιοχή ιδρύθηκε μετά τον δεύτερο διαμελισμό της Πολωνίας (1793) και καταργήθηκε με την επανάσταση του 1917, όταν η Ρωσική Αυτοκρατορία έπαψε να υπάρχει. Στον απόηχο του πολωνοσοβιετικού πολέμου και την Ειρήνη της Ρίγας, οι αυστριακές και ρωσικές περιοχές των Κρέσι επανενσωματώθηκαν στο πολωνικό κράτος. Ωστόσο η περιοχή είχε γίνει πολυεθνική και διάφορες θρησκευτικές και εθνικές μειονότητες ξεπερνούσαν τους Πολωνούς σε πολλές περιοχές. Μερικά παραδείγματα είναι οι Εβραίοι που ζούσαν σε μικρές κωμοπόλεις, τα στετλ, και οι Ουκρανοί της Βολχινίας.[3]

Διοικητικά, οι περιοχές των Κρέσι καταλαμβάνονταν από τα βοϊβοδάτα (περιφέρειες) Λβουφ, Νοβογκρούντεκ, Πολέσιε, Στανισουάβουφ, Ταρνοπόλ, Βίλνο, Βοουίν και Μπιαουίστοκ. Σήμερα, όλες οι περιφέρειες αυτές ανήκουν στη Δυτική Ουκρανία, τη Δυτική Λευκορωσία και τη νοτιοανατολική Λιθουανία, με το Λβιβ, Βίλνιους και το Γκρόντνο να μην ανήκουν στην Πολωνία. Κατά τη διάρκεια της Δεύτερης Πολωνικής Δημοκρατίας τα ανατολικά σύνορα της Πολωνίας εκτείνονταν ανατολικά της γραμμής Κέρζον, η οποία ήταν μια πρόταση του βρετανικού υπουργείου εξωτερικών μετά τον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο τον Δεκέμβριο του 1919 ως το ανατολικό σύνορο της Πολωνίας μετά από ένα αιώνα διαμελισμών. Τον Σεπτέμβριο του 1939, μετά την ταυτόχρονη εισβολή από την Σοβιετική Ένωση και τη Ναζιστική Γερμανία εισέβαλαν ταυτόχρονα στην Πολωνία, υπό το Σύμφωνο Μολότοφ–Ρίμπεντροπ, οι περιοχές των Κρέσι ενσωματώθηκαν στην Ουκρανία, τη Λευκορωσία και τη Λιθουανία, συχνά μέσω του τρόμου.

Οι σοβιετικές εδαφικές προσαρτήσεις κατά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο επικυρώθηκαν από τους Συμμάχους στη διάσκεψη της Τεχεράνης, στη Διάσκεψη της Γιάλτας και στη Διάσκεψη του Πότσνταμ. Υπήρχαν βέβαια και άλλες προτάσεις από τους Πολωνούς και τους Σοβιετικούς για το σύνορο, ενώ οι Βρετανοί πρότειναν τη συμπερίληψη του Λβουφ στα πολωνικά μεταπολεμικά σύνορα. Όταν η Σοβιετική Ένωση διαλύθηκε το 1991, τα διάφορα μέρη του Κρέσι έγιναν μέλος των νέων κρατών της Λιθουανίας, της Λευκορωσίας και της Ουκρανίας. Αν και δεν ανήκουν πια στην Πολωνία, οι περιοχές είναι το σπίτι σε μια πολωνική μειονότητα (κυρίως στη Λευκορωσία και τη Λιθουανία), ως συνέχεια της εθνικότητάς τους εδώ και αιώνες. Ωστόσο, στην Πολωνία, υπάρχει η προσκόλληση των "μυθικών Κρέσι", συμπεριλαμβανομένης της προπολεμικής αντίληψης τους ως ειρηνική, ειδυλλική και αγροτική περιοχή. Αυτό έχει διαψευσθεί στην πολωνική πολιτική από τη διάλυση της ΕΣΣΔ και έπειτα.[4]

Παραπομπές Επεξεργασία

  1. «The 2nd edition of the IPN's educational project "Polish Eastern Borderlands in the 20th century"». Institiute of National Resemblece. Ανακτήθηκε στις 24 Ιανουαρίου 2021. 
  2. Tomasz Kamusella. 2018. The Russian Okrainy (Oкраины) and the Polish Kresy: Objectivity and Historiography. Global Intellectual History. DOI: 10.1080/23801883.2018.1511186.
  3. Central Statistical Office (Poland) (1936–39). Polish census of 1931, Statistics of Poland publishing series: 39 volumes. «Population of Lwów Voivodeship in 1931: 57% Polish, 33% Ukrainian; Nowogródek Voivodeship: 53% Polish, 39% Belorussian; Wilno Voivodeship: 59.7% Polish, 22.7% Belarusian; Tarnopol Voivodeship: 49% Polish, 46% Ukrainian; Wołyń Voivodeship: around 68% Ukrainian.». 
  4. odczarować mit Kresów Czas odczarować mit Kresów Marcin Wojciechowski, Gazeta Wyborcza 2010-04-12