Ο λαβενδουλάνης (αγγλ. lavendulan)[2] είναι αρσενικικό ορυκτό του νατρίου, ασβεστίου και χαλκού. Οφείλει το όνομά του στο αρχικά παρατηρηθέν χρώμα (ιώδες της λεβάντας). Περιγράφηκε για πρώτη φορά από τον Σάξωνα ορυκτολόγο Johann Friedrich August Breithaupt (1791-1873).[3]

Λαβενδουλάνης
Γενικά
ΚατηγορίαΑρσενικικά. Ομάδα λαβενδουλάνη
Χημικός τύποςNaCaCu5(AsO4)4Cl . 5H2O
Ορυκτολογικά χαρακτηριστικά
Πυκνότητα3,54 gr/cm3
ΧρώμαΓαλάζιο, γαλαζοπράσινο, ιώδες της λεβάντας
Σύστημα κρυστάλλωσηςΡομβικό
ΚρύσταλλοιΣπάνιοι μέχρι 10 cm, σε ακτινωτές ινώδεις μορφές ή βοτρυοειδείς επιφλοιώσεις
ΥφήΙνώδης, βοτρυοειδής, σε επιφλοιώσεις
ΔιδυμίαΣυνήθης
Σκληρότητα2,5
ΣχισμόςΚαλός κατά {010}, σαφής κατά {100} και {001}
ΘραύσηΔεν αναφέρεται
ΛάμψηΥαλώδης, μεταξώδης
Γραμμή κόνεωςΑνοικτό γαλάζιο
ΠλεοχρωισμόςΑνοικτό γαλάζιο - ανοικτό γαλαζοπράσινο[1]
ΔιαφάνειαΗμιδιαφανής

Εμφάνιση, παραγενέσεις Επεξεργασία

Τα ορυκτά της ομάδας του λαβενδουλάνη είναι, όπως και ο ίδιος, ασυνήθη και δεν απαντώνται σε πολλά σημεία του πλανήτη. Αυτά είναι:

  • Ζντενεκίτης (Zdenĕkite)
  • Λεμανσκιίτης (Lemanskiite)
  • Σαμπλεϊτης (Sampleite)
  • Σουμπνικοβίτης (Shubnikovite)

Αποτελεί σπάνιο δευτερεύον ορυκτό στη ζώνη οξείδωσης χαλκούχων αποθεμάτων. Στο ορυχείο "Dome Rock" της Νότιας Αυστραλίας, οι ερευνητές A. W. Kleeman και A. R. Milnes εντόπισαν μια παραλλαγή του λαβενδουλάνη, στην οποία περιέχεται και φωσφόρος.[4]

Ορυκτά με τα οποία σχετίζεται είναι ο κυπρίτης, ο μαλαχίτης, ο ερυθρίτης, ο χαλκοφυλλίτης, ο κυανοτριχίτης, ο ολιβινίτης, ο τενναντίτης, ο χαλκανθίτης, ο βροσαντίτης, ο χαλκούχος αδαμίτης, ο χαλαζίας, ο ασβεστίτης, η γύψος και ορισμένα επίσης ασυνήθη, όπως ο τζεμινίτης, ο τσουμκορίτης, ο φαλεΐτης κ. ά.

Ανευρίσκεται στο Γιοάχιμσταλ της Τσεχίας, στο Ντέβον και την Κορνουάλη της Αγγλίας, στην περιοχή Annaberg της Σαξωνίας (Γερμανία), στο μεταλλείο Cap Garonne και άλλες περιοχές της νότιας Γαλλίας, τη Μούρθια της Ισπανίας, την περιοχή Bou Azzer στο Μαρόκο, στο Ιράν, τη Χιλή (Φρεϊρίνα, Αντοφαγάστα) και τη νότια Αυστραλία.

Στην Ελλάδα απαντά στα μεταλλεία Λαυρίου (Ιλάριον, Λαύριο, Πλάκα, Βρυσάκη).

Πηγές Επεξεργασία

Εξωτερικοί σύνδεσμοι Επεξεργασία

Δείτε επίσης Επεξεργασία

Βιβλιογραφία Επεξεργασία

  • James Dwight Dana, Manual of Mineralogy and Lithology, Containing the Elements of the Science of Minerals and Rocks, READ BOOKS, 2008 ISBN 1443742244

Σημειώσεις Επεξεργασία

  1. Αναφέρεται ως διάξων συμπεριφερόμενος ως μονάξων
  2. Αναφέρεται και ως lavendulane, freirinite (από την περιοχή Freirina, Ατακάμα, Χιλή), lavendulanite, lavendulite
  3. Τα σχετικά δεδομένα για το ορυκτό αναθεωρήθηκαν πρόσφατα, καθώς διαπιστώθηκε ότι το αρχικά περιγραφέν δείγμα (1837, Breithaupt) δεν είχε σχέση με αυτό που αρχικά περιγράφηκε ως λαβενδουλάνης. Το δείγμα της νεότερης περιγραφής προέρχεται από το Joachimsthal της Τσεχίας, για το οποίο ο λαβενδουλάνης αποτελεί πλέον "type locality".
  4. South Australian Museum[νεκρός σύνδεσμος]