Οι Λύκιοι ήταν αρχαίος λαός που έδωσε το όνομα του σε μια μεγάλη περιοχή της νοτιοδυτικής Μικράς Ασίας όπου και κατοικούσε, τη Λυκία.

Λαξευτοί τάφοι στους βράχους της Μύρας.
Πέτρινη σαρκοφάγος στο Κας.

Σύμφωνα με τον Ηρόδοτο και τον Παυσανία[1] οι Λύκιοι ήταν Κρήτες που μετανάστευσαν στη Μικρά Ασία. Η μυθολογία λέει ότι ο Σαρπηδόνας με τον Μίνωα φιλονίκησαν για το ποίος θα γίνει βασιλιάς, και επικράτησε ο Μίνωας διώχνοντας από την Κρήτη τον Σαρπηδόνα. Ο Σαρπηδόνας παίρνοντας μαζί του και αυτούς που τον υποστήριζαν πήγε στη Μικρά Ασία σε μια περιοχή που ονομαζόταν Μιλυάδα. Ο Σαρπηδόνας εγκαταστάθηκε εκεί μαζί με τον λαό του, οι ίδιοι οι Λύκιοι ονόμαζαν τον λαό τους Τερμίλαι μέχρι που ήρθε στην περιοχή ο Αθηναίος Λύκος, γιος του Πανδίονα και αδελφός του Αιγέα. Ο Λύκος πήρε την εξουσία όταν πέθανε ο Σαρπηδόνας στον Τρωικό πόλεμο[2] και από αυτόν ονομάστηκε Λυκία η χώρα και Λύκιοι ο λαός.[3]

Οι Λύκιοι λάτρευαν ιδιαίτερα τον Απόλλωνα και τη Λήδα. Τα έθιμα τους ήταν παρόμοια με των Κρητών. Χαρακτηριστικό των Λυκίων είναι οι λαξευτοί τάφοι στους βράχους.

Κάποιοι ερευνητές ταυτίζουν τους αρχαίου Λύκιους με τους Lukka - Lukki των χετταιικών κειμένων. Σύμφωνα με αυτά τα κείμενα οι Λύκιοι σαν σύμμαχοι των Χετταίων πήραν μέρος στη μάχη του Καντές.[4]

Πολλοί ερευνητές ταυτίζουν τους Λύκιους με τους Λούκκα των Ασσυρίων. Το όνομά τους κατά άλλους πιστεύεται ότι προέρχεται από την πόλη Λύκτο της Κρήτης όπου ίσως κατάγονταν από εκεί.[εκκρεμεί παραπομπή] Κατά άλλους πιστεύεται ότι προέρχεται από τη λατρεία του Λύκιου Απόλλωνα όπου λατρευόταν με τη μορφή Λύκου.[εκκρεμεί παραπομπή]

Σύμφωνα με τις επιγραφές που έχουν βρεθεί η γλώσσα τους είναι συγγενική με των Ετεοκρητών και των Πελασγών της Λήμνου.[εκκρεμεί παραπομπή]

Αναφορές Επεξεργασία

  1. ἐχόντων δὲ αὐτὴν ὁμοῦ τοῖς Κρησὶ Λυκίων καὶ Καρῶν τε καὶ Παμφύλων, Λυκίων μὲν κατὰ συγγένειαν τὴν Κρητῶν --καὶ γὰρ οἱ Λύκιοι τὸ ἀρχαῖόν εἰσιν ἐκ Κρήτης, οἳ Σαρπηδόνι ὁμοῦ ἔφυγον- Παυσανία Αχαϊκά
  2. οἳ δ' ἄρ' ἀπ' ὤμοιιν Σαρπηδόνος ἔντε' ἕλοντο χάλκεα μαρμαίροντα, τὰ μὲν κοίλας ἐπὶ νῆας δῶκε φέρειν ἑτάροισι Μενοιτίου ἄλκιμος υἱός. καὶ τότ' Ἀπόλλωνα προσέφη νεφεληγερέτα Ζεύς· εἰ δ' ἄγε νῦν φίλε Φοῖβε, κελαινεφὲς αἷμα κάθηρον ἐλθὼν ἐκ βελέων Σαρπηδόνα, καί μιν ἔπειτα πολλὸν ἀπὸ πρὸ φέρων λοῦσον ποταμοῖο ῥοῇσι χρῖσόν τ' ἀμβροσίῃ, περὶ δ' ἄμβροτα εἵματα ἕσσον· 670 πέμπε δέ μιν πομποῖσιν ἅμα κραιπνοῖσι φέρεσθαι ὕπνῳ καὶ θανάτῳ διδυμάοσιν, οἵ ῥά μιν ὦκα θήσουσ' ἐν Λυκίης εὐρείης πίονι δήμῳ, ἔνθά ἑ ταρχύσουσι κασίγνητοί τε ἔται τε τύμβῳ τε στήλῃ τε· τὸ γὰρ γέρας ἐστὶ θανόντων.Ομήρου Ιλιάς Π 663-683
  3. οἱ δὲ πρότερον Ἄγρωνος βασιλεύσαντες ταύτης τῆς χώρης ἦσαν ἀπόγονοὶ Λυδοῦ τοῦ Ἄτυος, ἀπ᾽ ὅτευ ὁ δῆμος Λύδιος ἐκλήθη ὁ πᾶς οὗτος, πρότερον Μηίων καλεόμενος. Ηρόδοτος Ιστορίαι, Βιβλίο Α΄1,7,3
  4. Περιοδικό CORPUS τεύχος Απριλίου 2003