Το Μέγα Παλάτιον ή Ιερόν Παλάτιον (λατινικά: Sacrum Palatium,) ήταν εκτενές συγκρότημα ανακτόρων στην Κωνσταντινούπολη, που στέγαζε την αυτοκρατορική οικογένεια και τις διοικητικές υπηρεσίες κατά την εποχή της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας. Θεμελιώθηκε από τον Κωνσταντίνο τον Μεγάλο και αποτέλεσε κέντρο της διοίκησης του αχανούς κράτους για περισσότερα από 800 χρόνια.

Μέγα Παλάτιον
Χάρτης
Είδοςανάκτορο και πρώην κτίριο ή κατασκευή
Αρχιτεκτονικήβυζαντινή αρχιτεκτονική
Γεωγραφικές συντεταγμένες41°0′23″N 28°58′40″E
Διοικητική υπαγωγήΚωνσταντινούπολη
ΧώραΤουρκία
Commons page Πολυμέσα
Χάρτης του κέντρου της πόλης με λεπτομέρειες του παλατιού

Η περιοχή που καταλάμβανε πιστεύεται πως καλύπτει τη σημερινή έκταση όπου βρίσκεται το Μπλε Τζαμί. Πολύ κοντά στο ανάκτορο βρισκόταν ο Ιππόδρομος της Κωνσταντινούπολης, τα Λουτρά του Ζευξίππου, το Αυγουσταίον, οι εκκλησίες της Αγίας Σοφίας και της Αγίας Ειρήνης, η Μέση οδός, καθώς και οι Αγορές του Κωνσταντίνου και του Θεοδοσίου.

Σπουδαιότερη πηγή από την οποία αντλούνται πληροφορίες για το Μεγάλο Παλάτιο είναι το Περί βασιλείου τάξεως (λατ. De Cæremoniis Aulæ Byzantinæ) που συντάχθηκε από ή για τον αυτοκράτορα Κωνσταντίνο Ζ΄ Πορφυρογέννητο στα μέσα του 10ου αιώνα.

Ιστορία Επεξεργασία

Όταν ο Κωνσταντίνος Α μετέφερε τη ρωμαϊκή πρωτεύουσα στην Κωνσταντινούπολη το 330, σχεδίασε ένα παλάτι για τον εαυτό του και τους κληρονόμους του. Το ανάκτορο βρισκόταν μεταξύ του Ιπποδρόμου και της Αγίας Σοφίας. Αναπαλαιώθηκε και επεκτάθηκε αρκετές φορές κατά τη διάρκεια της ιστορίας του. Μεγάλο μέρος του συγκροτήματος καταστράφηκε κατά τη διάρκεια των ταραχών της στάσης του Νίκα το 532 οπότε και ξαναχτίστηκε από τον αυτοκράτορα Ιουστινιανό Α'. Περαιτέρω επεκτάσεις και τροποποιήσεις ανατέθηκαν από τον Ιουστινιανό Β' και τον Βασίλειο Α'. Ωστόσο, είχε περιέλθει σε κακή κατάσταση από την εποχή του Κωνσταντίνου Ζ', ο οποίος οργάνωσε την ανακαίνιση του. Από τις αρχές του 11ου αιώνα οι βυζαντινοί αυτοκράτορες ευνόησαν το παλάτι των Βλαχερνών ως αυτοκρατορική κατοικία, αν και συνέχισαν να χρησιμοποιούν το Μεγάλο Παλάτι ως το κύριο διοικητικό και τελετουργικό κέντρο της πόλης. Υποβιβάστηκε σημαντικά κατά τον επόμενο αιώνα, όταν τμήματα του συγκροτήματος κατεδαφίστηκαν ή απλά ερείπωσαν. Κατά τη διάρκεια της λεηλασίας της Κωνσταντινούπολης από την τέταρτη σταυροφορία, το παλάτι λεηλατήθηκε από τους στρατιώτες του Βονιφάτιου του Μομφερρατικού. Παρόλο που οι επόμενοι λατίνοι αυτοκράτορες συνέχισαν να χρησιμοποιούν το συγκρότημα, δεν είχαν χρήματα για τη συντήρησή του. Ο τελευταίος Λατίνος αυτοκράτορας, Βαλδουίνος ο Β', αφαίρεσε μέχρι και τις μολύβδινες οροφές του παλατιού για να τις πουλήσει.

Κατά συνέπεια, όταν η πόλη επανακτήθηκε από τις δυνάμεις του Μιχαήλ Η 'Παλαιολόγου το 1261, το Μεγάλο Παλάτι ήταν ερειπωμένο. Οι Παλαιολόγοι αυτοκράτορες το εγκατέλειψαν και κυβερνούσαν από τις Βλαχέρνες ενώ χρησιμοποιούσαν τα θησαυροφυλάκια του ως φυλακές. Όταν ο Μωάμεθ Β' εισήλθε στην πόλη το 1453, βρήκε το παλάτι κατεστραμένο και εγκαταλελειμμένο.

Μεγάλο μέρος του παλατιού κατεδαφίστηκε στη γενική ανοικοδόμηση της Κωνσταντινούπολης στα πρώτα χρόνια της οθωμανικής εποχής. Η περιοχή αρχικά μετατράπηκε σε οικιστική με διάφορα μικρά τζαμιά πριν ο Σουλτάνος Αχμέτ Ι κατεδαφίσει τα υπολείμματα της Δάφνης και του Καθίσματος για να χτίσει το τζαμί Σουλτάν Αχμέτ και τα παρακείμενα κτίρια του. Ο χώρος του Μεγάλου Παλατιού άρχισε να ερευνάται στα τέλη του 19ου αιώνα και μια πυρκαγιά στις αρχές του 20ού αιώνα αποκάλυψε τμήμα του Μεγάλου Παλατιού. Τότε βρέθηκαν φυλακές, πολλά μεγάλα δωμάτια και πιθανόν τάφοι.


Συντεταγμένες: 41°0′21″N 28°58′38″E / 41.00583°N 28.97722°E / 41.00583; 28.97722