Η Μη Βίαιη Επικοινωνία είναι μια διαδικασία επικοινωνίας που αναπτύχθηκε από τον Marshall Rosenberg. Ο Rosenberg ξεκίνησε να τη διαμορφώνει στη δεκαετία του '60 και στη συνέχεια η διαδικασία πέρασε από σημαντικά εξελικτικά στάδια, ενώ συνεχίζει να εξελίσσεται μέχρι σήμερα. Η Μη Βίαιη Επικοινωνία εστιάζει προς τρεις κατευθύνσεις:

  • Την ενσυναίσθηση προς τον εαυτό μας, που αφορά την επίγνωση της εσωτερικής μας εμπειρίας και την συμπόνια προς τον εαυτό μας (ο όρος «συμπόνια» χρησιμοποιείται κατ' αντιστοιχία του αγγλικού «compassion» και δεν συνδέεται με τον οίκτο ή τη λύπηση, αλλά αναφέρεται στην έμφυτη ικανότητά μας να προσφέρουμε από καρδιάς στους άλλους)
  • Την ενσυναίσθηση προς τους άλλους, που αφορά το να ακούμε κάποιον άλλο άνθρωπο με παρουσία και ανθρωπιά
  • Την ειλικρινή έκφραση, δηλαδή το να εκφραζόμαστε αυθεντικά, με έναν τρόπο που εμπνέει τους άλλους να μας ακούσουν με ανθρωπιά.
Ο Marshall Rosenberg σε ένα εργαστήρι Μη Βίαιης Επικοινωνίας, Neve Shalom ~ Wahat al-Salam, Israel (1990)

Η διεθνής ονομασία είναι Nonviolent Communication και το αντίστοιχο ακρωνύμιο NVC, ενώ αποκαλείται επίσης Compassionate Communication.

Η Μη Βίαιη Επικοινωνία βασίζεται στην ιδέα ότι όλοι οι άνθρωποι είναι ικανοί να ζουν βιώνοντας την ανθρωπιά και ότι ο λόγος που κάποιες φορές καταφεύγουν στη βία ή σε συμπεριφορές που βλάπτουν τους άλλους είναι ότι δεν γνωρίζουν άλλες, πιο αποτελεσματικές στρατηγικές για να καλύψουν τις ανάγκες τους. Μάλιστα, υπάρχει ένας συγκεκριμένος τρόπος σκέψης και ομιλίας τον οποίο μαθαίνουμε στην κουλτούρα μας, που μας οδηγεί στη βία (τόσο την ψυχολογική όσο και τη σωματική).

Η Μη Βίαιη Επικοινωνία θεωρεί ότι όλες οι ανθρώπινες συμπεριφορές προέρχονται από την προσπάθεια των ανθρώπων να καλύψουν τις ανάγκες τους[1]. Οι ανάγκες αυτές είναι κοινές για όλους τους ανθρώπους και ποτέ δεν συγκρούονται μεταξύ τους. Οι συγκρούσεις προέρχονται από την ασυμβατότητα ανάμεσα στις διάφορες στρατηγικές που επιλέγουν οι άνθρωποι για να καλύψουν αυτές τις ανάγκες. Η Μη Βίαιη Επικοινωνία υποστηρίζει ότι, αν οι άνθρωποι προσδιορίσουν τις ανάγκες τους, τις ανάγκες των άλλων και τα αισθήματα που σχετίζονται με αυτές τις ανάγκες, τότε είναι δυνατό να επέλθει αρμονία[2].

Η Μη Βίαιη Επικοινωνία διδάσκεται ως μία διαδικασία επικοινωνίας που έχει σχεδιαστεί για να συμβάλει στην ενσυναισθητική επαφή μεταξύ των ανθρώπων, αλλά παράλληλα θεωρείται από πολλούς ότι αποτελεί πνευματική πρακτική, σύνολο αξιών, τεχνική διαπαιδαγώγησης, εκπαιδευτική μέθοδος και κοσμοθεωρία.

Εφαρμογές Επεξεργασία

Η Μη Βίαιη Επικοινωνία έχει εφαρμοστεί σε ποικίλους χώρους και κοινωνικά πεδία, όπως για παράδειγμα σε οργανισμούς και επιχειρήσεις[3][4], στην εκπαίδευση[5][6][7][8], στην ανατροφή των παιδιών[9][10][11], στη διαμεσολάβηση[12], στην ψυχοθεραπεία[13], στη θεραπευτική[14], στην αντιμετώπιση διατροφικών διαταραχών[15], σε φυλακές[16][17][18], ως βάση για ένα παιδικό βιβλίο[19], καθώς και σε άλλες περιπτώσεις.

Ο Rosenberg έχει εφαρμόσει τη Μη Βίαιη Επικοινωνία στο πλαίσιο πολλών ειρηνευτικών προγραμμάτων σε πολεμικές ζώνες όπως στη Ρουάντα, το Μπουρούντι, τη Νιγηρία, τη Μαλαισία, την Ινδονησία, τη Σρι Λάνκα, την Κολομβία, τη Σερβία, την Κροατία, την Ιρλανδία και τη Μέση Ανατολή, περιλαμβανομένων των κατεχόμενων παλαιστινιακών εδαφών[20].

Ιστορία Επεξεργασία

Η Μη Βίαιη Επικοινωνία προέκυψε από τη συνεργασία του Rosenberg με ακτιβιστές πολιτικών δικαιωμάτων στα πρώτα χρόνια της δεκαετίας του '60. Κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου μεσολάβησε ανάμεσα σε εξεγερμένους σπουδαστές και τις διοικήσεις των κολεγίων τους και εργάστηκε για την επίτευξη ειρήνης σε δημόσια σχολεία που βρίσκονταν σε γκετοποιημένες περιοχές. Η επιθυμία του Rosenberg να μεταδώσει ειρηνευτικές δεξιότητες και σε άλλους ανθρώπους οδήγησε στη δημιουργία εκπαιδευτικών προγραμμάτων πάνω στη διαδικασία.[21]

Σύμφωνα με τη Marion Little, τα θεμέλια της Μη Βίαιη Επικοινωνίας αναπτύχθηκαν στα τέλη της δεκαετίας του '60 όταν ο Rosenberg ασχολούνταν με την ενσωμάτωση των διαφόρων φυλετικών ομάδων σε σχολεία και οργανισμούς των νοτίων ΗΠΑ. Η πρώτη μορφή του μοντέλου (που περιελάμβανε τις Παρατηρήσεις, τα Αισθήματα και τα Προσανατολισμένα προς την πράξη «Θέλω») περιγράφεται σε ένα εγχειρίδιο που έγραψε ο Rosenberg το 1972. Εώς το 1992 το μοντέλο είχε εξελιχθεί στη σημερινή του μορφή (παρατηρήσεις, αισθήματα, ανάγκες και αιτήματα). Ο διάλογος ανάμεσα στον Rosenberg και στους συνεργάτες και εκπαιδευτές της Μη Βίαιης Επικοινωνίας εξακολουθεί να προκαλεί αλλαγές στο μοντέλο, το οποίο στο τέλος της δεκαετίας του 2000 εστίασε περισσότερο στην ενσυναίσθηση προς τον εαυτό ως κλειδί για την αποτελεσματικότητά του. Άλλη μια αλλαγή στο μοντέλο που συνέβη μετά το 2000 είναι η αναφορά σε αυτό ως «διαδικασία». Έκτοτε, εστιάζει λιγότερο στα ίδια τα «βήματα» και περισσότερο στις προθέσεις που έχει κάποιος που την εφαρμόζει όταν μιλάει («Ποια είναι η πρόθεσή μας; Να καταφέρουμε τους άλλους να κάνουν αυτό που θέλουμε ή να δημιουργήσουμε ουσιώδεις σχέσεις και αμοιβαία ικανοποίηση;») και όταν ακούει («Ποια είναι η πρόθεσή μας; Να προετοιμαστούμε για να απαντήσουμε σε αυτό που ακούμε ή να δώσουμε την προσοχή μας στο άλλο άτομο με ανοιχτή καρδιά και σεβασμό;»), καθώς επίσης και στην ποιότητα της επαφής μας με τους άλλους[22].

Η συνεργασία του Rosenberg με τον Carl Rogers στην έρευνα για τα στοιχεία μιας θετικής διαπροσωπικής σχέσης ήταν, σύμφωνα με την Little, καθοριστική για την ανάπτυξη της Μη Βίαιης Επικοινωνίας. Ο Rogers έδινε έμφαση: 1) στη βιωματική μάθηση, 2) στην ειλικρίνεια σχετικά με τη συναισθηματική μας κατάσταση, 3) στην ευχαρίστηση του να ακούς κάποιον άλλο με ουσιαστικό γι' αυτόν τρόπο, 4) στη «δημιουργική, ενεργητική, ευαίσθητη, ακριβή, ενσυναισθητική ακρόαση» που είναι μια εμπειρία που μας ενθαρρύνει και εμπλουτίζει τη ζωή μας, 5) στη «συνέπεια ανάμεσα στην εσωτερική μας εμπειρία, τη συνειδητότητά μας, και την επικοινωνία μας», και ως αποτέλεσμα 6) στην ζωογόνο εμπειρία του να εισπράττουμε αγάπη και εκτίμηση χωρίς όρους και να προσφέρουμε κι εμείς τα αντίστοιχα[22].

Έχοντας επηρεαστεί από τους Erich Fromm, George Albee και George Miller, ο Rosenberg επέλεξε να εργαστεί εστιάζοντας στην κοινότητα και αποφεύγοντας την κλινική πρακτική της ψυχολογίας. Οι κύριες ιδέες που οδήγησαν τον Rosenberg να κάνει αυτή τη μεταβολή ήταν ότι: 1) η ατομική ψυχική υγεία εξαρτάται από την κοινωνική διάρθωση της κοινότητας (Fromm), 2) οι ψυχοθεραπευτές από μόνοι τους δεν είναι ικανοί να καλύψουν τις ψυχολογικές ανάγκες μιας κοινότητας (Albee), 3) η γνώση για την ανθρώπινη συμπεριφορά θα αυξηθεί αν η ψυχολογία προσφερθεί ελεύθερα στην κοινότητα (MIller).[22]

Η πρώιμη εργασία του Rosenberg με παιδιά που είχαν μαθησιακές δυσκολίες θεωρείται ότι αποτελεί δείγμα του ενδιαφέροντός του για την ψυχογλωσσολογία και τη δύναμη της γλώσσας, καθώς επίσης και της έμφασης που έδινε στη συνεργασία. Στην αρχή της ανάπτυξής του το μοντέλο της Μη Βίαιης Επικοινωνίας αναδόμησε τη σχέση δασκάλου-μαθητή για να δώσει στους μαθητές περισσότερη ευθύνη αλλά και μεγαλύτερη δυνατότητα λήψης αποφάσεων για την εκπαίδευσή τους. Το μοντέλο εξελίχθηκε με τα χρόνια ώστε να συμπεριλάβει σχέσεις εξουσίας σε ιδρύματα και οργανισμούς (όπως αστυνομίας-πολιτών, εργοδοτών-εργαζομένων), καθώς και άτυπες σχέσεις (άντρα-γυναίκας, πλουσίων-φτωχών, ενηλίκων-ανηλίκων, γονέων-παιδιών). Ο απώτερος σκοπός είναι η ανάπτυξη κοινωνικών σχέσεων που βασίζονται σε ένα μοντέλο αποκατάστασης, συνεργασίας και αμοιβαίου σεβασμού και όχι σε ένα μοντέλο ποινικοποίησης και κυριαρχίας που στηρίζεται στο φόβο[22].

Ο Rosenberg αναφέρει ότι ο Mahatma Gandhi αποτέλεσε έμπνευση για το μοντέλο της Μη Βίαιης Επικοινωνίας. Ο στόχος του Rosenberg ήταν να αναπτύξει μια πρακτική διαδικασία επικοινωνίας βασισμένη στη φιλοσοφία του Mahatma Gandhi περί «αβλάβειας» («ahimsa»), η οποία μεταφράζεται ως "η αγάπη που μας πλημμυρίζει όταν όλη η κακή πρόθεση, ο θυμός και το μίσος έχουν φύγει από την καρδιά μας".[22]

Η θεωρία της Μη Βίαιη Επικοινωνίας Επεξεργασία

Σύνοψη Επεξεργασία

Η Μη Βίαιη Επικοινωνία υποστηρίζει ότι οι περισσότερες συγκρουσεις ανάμεσα σε άτομα ή ομάδες προκύπτουν από την ελλειπή επικοινωνία σχετικά με τις ανθρώπινες ανάγκες εξαιτίας μια χειριστικής γλώσσας που αποσκοπεί στο να προκαλέσει φόβο, ενοχή, ντροπή κλπ. Όταν αυτοί οι «βίαιοι» τρόποι επικοινωνίας χρησιμοποιούνται μέσα σε μία διαμάχη, δεν βοηθούν τους εμπλεκόμενους να ξεκαθαρίσουν τις ανάγκες, τα αισθήματα, όσα αντιλαμβάνονται και όσα ζητούν, με αποτέλεσμα να διαιωνίζεται η σύγκρουση.

Υποθέσεις Επεξεργασία

Οι εκπαιδεύτριες Inbal και Miki Kashtan αναφέρουν ότι οι θεωρητικές υποθέσεις στις οποίες στηρίζεται η Μη Βίαιη Επικοινωνία είναι οι εξής[1]:

  1. Όλοι οι άνθρωποι έχουν τις ίδιες ανάγκες
  2. Ο κόσμος μας διαθέτει επαρκείς πόρους ώστε να καλυφθούν οι βασικές ανάγκες όλων
  3. Όλες οι ενέργειές μας είναι προσπάθειες κάλυψης των αναγκών μας
  4. Τα αισθήματα δείχνουν τις ανάγκες που καλύπτονται ή δεν καλύπτονται
  5. Όλοι οι άνθρωποι έχουν ικανότητα για ανθρωπιά
  6. Οι άνθρωποι απολαμβάνουν να δίνουν
  7. Οι άνθρωποι καλύπτουν τις ανάγκες τους μέσα από σχέσεις αλληλεξάρτησης
  8. Οι άνθρωποι αλλάζουν
  9. Η επιλογή είναι εσωτερική διαδικασία
  10. Ο πιο άμεσος δρόμος προς την ειρήνη είναι μέσα από τη σύνδεση με τον εαυτό μας

Προθέσεις Επεξεργασία

Οι αδελφές Kashtan υποστηρίζουν επιπλέον ότι η εφαρμογή της Μη Βίαιης Επικοινωνίας προϋποθέτει και τις ακόλουθες προθέσεις[1]:

  • Να ζούμε με ανοιχτή καρδιά
  1. Να είμαστε ανθρώπινοι με τον εαυτό μας
  2. Να εκφραζόμαστε από καρδιάς
  3. Να υποδεχόμαστε ό,τι συμβαίνει με ανθρωπιά
  4. Να έχουμε ως προτεραιότητα την επαφή με τους άλλους και με τον εαυτό μας
  5. Να αξιολογούμε με βάση τις ανάγκες, πέρα από τις έννοιες του «σωστού» και του «λάθους»
  • Επιλογή, Ευθύνη, Γαλήνη
  1. Να αναλαμβάνουμε την ευθύνη για τα συναισθήματά μας
  2. Να αναλαμβάνουμε την ευθύνη για τις πράξεις μας
  3. Να συμβιώνουμε ειρηνικά με τις ανάγκες μας που δεν καλύπτονται
  4. Να αναπτύσσουμε την ικανότητά μας να καλύπτουμε ανάγκες
  5. Να αναπτύσσουμε την ικανότητά μας να βιώνουμε τη στιγμή
  • Μοίρασμα της εξουσίας (Συνεργατικότητα)
  1. Να φροντίζουμε το ίδιο για τις ανάγκες όλων
  2. Να χρησιμοποιούμε δύναμη στον ελάχιστο βαθμό και με μόνο σκοπό να προστατεύσουμε, όχι για να εκπαιδεύσουμε, να τιμωρήσουμε ή να πάρουμε αυτό που θέλουμε χωρίς συναίνεση.

Επικοινωνία που εμποδίζει την ανθρωπιά Επεξεργασία

Η Μη Βίαιη Επικοινωνία θεωρεί ότι οι εξής τρόποι επικοινωνίας έχουν την τάση να αποξενώνουν τους ανθρώπους από το να βιώνουν την ανθρωπιά ([23] ch.2):

  • Ηθικολογικές κρίσεις, οι οποίες υπονοούν σφάλμα ή κακία από μέρους των ανθρώπων, επειδή αυτοί δεν συμπεριφέρονται σύμφωνα με τις αξίες μας. Κατηγορίες, προσβολές, υποτιμήσεις, ταμπέλες, επικρίσεις, συγκρίσεις και διαγνώσεις είναι όλες είδη κρίσης. (Οι ηθικολογικές κρίσεις είναι διαφορετικές από τις αξιακές κρίσεις που κάνουμε σε σχέση με τις αξίες που έχουμε. Όταν κάνουμε αξιακές κρίσεις, αναφερόμαστε στις δικές μας αξίες, χωρίς να υπονοούμε ότι οι άλλοι είναι λάθος ή κακοί). Η χρήση ηθικολογικών κρίσεων θεωρείται από τη Μη Βίαιη Επικοινωνία ότι είναι ένας απρόσωπος τρόπος να εκφραζόμαστε, με τον οποίο αποφεύγουμε να αποκαλύψουμε τι συμβαίνει μέσα μας. Αυτός ο τρόπος ομιλίας έχει ως αποτέλεσμα «να μην στρέφουμε την προσοχή μας στο τι χρειαζόμαστε τόσο εμείς όσο και οι άλλοι, αλλά να επικεντρωνόμαστε σε αναλύσεις και κατηγοριοποιήσεις των ανθρώπων, καθώς και στο πόσο λάθος είναι μια συγκεκριμένη συμπεριφορά».
  • Απαιτήσεις, οι οποίες ρητά ή άρρητα απειλούν αυτόν που τις ακούει ότι θα τιμωρηθεί ή θα κατηγορηθεί αν δεν συμμορφωθεί.
  • Άρνηση της ευθύνης μέσω μιας γλώσσας που συσκοτίζει την επίγνωση της προσωπικής ευθύνης. Αρνούμαστε την ευθύνη για τις πράξεις μας όταν αποδίδουμε την αιτία τους: σε απροσδιόριστες, απρόσωπες δυνάμεις («Έπρεπε να το κάνω»), στην κατάστασή μας, σε μια διάγνωση, στο προσωπικό ή ψυχολογικό ιστορικό μας, στις πράξεις των άλλων, στις προσταγές της εξουσίας, στην πίεση της ομάδας, σε θεσμικές πρακτικές, κανόνες και κανονισμούς, στο ρόλο των φύλων, στους κοινωνικούς ή ηλικιακούς ρόλους ή σε ανεξέλεγκτες ορμές.
  • Συγκρίσεις μεταξύ των ανθρώπων.
  • Η νοοτροπία του «μου αξίζει», με την έννοια ότι για μερικές πράξεις μάς αξίζει επιβράβευση, ενώ για άλλες μας αξίζει τιμωρία.

Τα τέσσερα στοιχεία Επεξεργασία

Η Μη Βίαιη Επικοινωνία προσκαλεί όσους θέλουν να την εφαρμόσουν να εστιάσουν στα εξής τέσσερα στοιχεία:

  • Παρατήρηση. Πρόκειται για την παράθεση μόνο των γεγονότων (δηλαδή ό,τι βλέπουμε, ακούμε ή αγγίζουμε), ανεξάρτητα από την αξιολόγηση που κάνουμε γι' αυτά ως προς το νόημα και τη σημασία τους. Η Μη Βίαιη Επικοινωνία υποστηρίζει ότι «Όταν μπερδεύουμε την παρατήρηση ενός γεγονότος με δικές μας αξιολογήσεις, οι άλλοι έχουν την τάση να ακούν κριτική στα λόγια μας και να αντιστέκονται σε αυτό που λέμε». Αυτό που προτείνει είναι να κάνουμε παρατηρήσεις συγκεκριμένες ως προς το χρόνο και τις συνθήκες.([23] ch.3)
  • Αισθήματα. Είναι τα συναισθήματα ή οι σωματικές αισθήσεις, που είναι ανεξάρτητα από σκέψεις και σενάρια. Είναι απαραίτητο να γίνει διαχωρισμός ανάμεσα στα αισθήματα και σε διάφορες σκέψεις μας (του τύπου «αισθάνομαι ότι δεν είναι δίκαιο») ή εκφράσεις που στην καθομιλουμένη αναφέρονται στο πώς βλέπουμε τον εαυτό μας (π.χ. «αισθάνομαι ανεπαρκής»), στο πώς μας βλέπουν οι άλλοι (π.χ. «αισθάνομαι ασήμαντος») ή στο τι πιστεύουμε ότι μας κάνουν οι άλλοι (π.χ. «αισθάνομαι παραμελημένος») . Τα αισθήματα δείχνουν το πώς βιώνουμε τις ανάγκες μας σε μία δεδομένη στιγμή, δηλαδή το αν καλύπτονται ή δεν καλύπτονται. Η επίγνωση των αισθημάτων μάς βοηθάει να έρθουμε σε επαφή και να επικοινωνήσουμε βαθύτερα με τους άλλους. Επίσης, «μέσα από την έκφραση των αισθημάτων μας επιτρέπουμε στον εαυτό μας να δείξει την ευάλωτη πλευρά του και αυτό μπορεί να βοηθήσει στην επίλυση μιας διαμάχης»([23] ch.4)
  • Ανάγκες. Είναι οι πανανθρώπινες ανάγκες, οι οποίες είναι σημαντικό να διαχωριστούν από τις διάφορες επιμέρους στρατηγικές που επιλέγουμε για να καλύψουμε αυτές τις ανάγκες. Η Μη Βίαιη Επικοινωνία υποστηρίζει ότι «Οτιδήποτε κάνουμε, το κάνουμε για να καλύψουμε τις ανάγκες μας»[24]
  • Αιτήματα. Είναι αιτήματα για συγκεκριμένες πράξεις, χωρίς απαιτήσεις. Τα αιτήματα διαχωρίζονται από τις απαιτήσεις στο γεγονός ότι κάποιος είναι ανοιχτός να ακούσει «όχι» χωρίς αυτό να σημαίνει ότι θα επιχειρήσει να επιβάλει την άποψή του. Αν κάποιος διατυπώσει ένα αίτημα και εισπράξει «όχι» από την άλλη πλευρά καλείται όχι να τα παρατήσει, αλλά να συνεχίσει την επικοινωνία, αφού πρώτα αφουγκραστεί τι είναι αυτό που εμποδίζει το άλλο άτομο να πει «ναι». Τα αιτήματα χρειάζεται να διατυπώνονται σε ξεκάθαρη, θετική και συγκεκριμένη γλώσσα δράσης.([23] ch.6)

Κατευθύνσεις Επεξεργασία

Υπάρχουν τρεις κύριες κατευθύνσεις στην εφαρμογή της Μη Βίαιης Επικοινωνίας:

  • Η Ενσυναίσθηση προς τον εαυτό μας. Πρόκειται για την επαφή με ό,τι συμβαίνει μέσα μας. Παρατηρούμε τις σκέψεις και τις κρίσεις που κάνουμε καθώς και τα συναισθήματά μας χωρίς να τα κατηγορούμε και, κυρίως, αποκτούμε επαφή με τις ανάγκες που μας κινητοποιούν.([24] ch.4)
  • Η Ενσυναισθητική Ακρόαση. Σημαίνει «να αποκτούμε επαφή με τη ζωή μέσα στον άλλο άνθρωπο και με το τι θα ομόρφαινε τη ζωή του... Δεν είναι η εγκεφαλική κατανόηση όπου αντιλαμβανόμαστε απλά διανοητικά τι λέει το άλλο άτομο... Η ενσυναισθητική επαφή είναι η κατανόηση της καρδιάς, μέσα από την οποία βλέπουμε την ομορφιά του άλλου ανθρώπου, τη θεϊκή ενέργεια και τη ζωή μέσα του... Δεν σημαίνει ότι έχουμε τα ίδια συναισθήματα με το άλλο άτομο. Δεν σημαίνει ότι "συμπάσχουμε", δηλαδή ότι λυπόμαστε που το άλλο άτομο έχει αναστατωθεί. Σημαίνει ότι είμαστε μαζί με το άλλο άτομο. Όταν προσπαθούμε να κατανοήσουμε διανοητικά το άλλο άτομο, δεν είμαστε παρόντες μαζί του»([24] ch.5). Η ενσυναίσθηση μάς ζητά «να αδειάζουμε το μυαλό μας και να ακούμε με όλη μας την ύπαρξη». Με όποιον τρόπο κι αν εκφράζεται ο άλλος, η Μη Βίαιη Επικοινωνία προτείνει εμείς να εστιάζουμε στις υποκείμενες παρατηρήσεις, αισθήματα, ανάγκες και αιτήματά του. Μάλιστα, θεωρεί ότι είναι χρήσιμο να αναδιατυπώνουμε αυτά που λένε οι άλλοι, ώστε να διαφωτίσουμε τα στοιχεία της Μη Βίαιης Επικοινωνίας που ενυπάρχουν στα λόγια τους, όπω,ς για παράδειγμα, τα αισθήματα και τις ανάγκες που υποθέτουμε ότι θέλουν να εκφράσουν([23] ch.7).
  • Η Ειλικρινής έκφραση. Σύμφωνα με τη Μη Βίαιη Επικοινωνία, πρόκειται για την έκφραση της παρατήρησης, του συναισθήματος, της ανάγκης και του αιτήματος. Μια παρατήρηση μπορεί να παραληφθεί αν εννοείται από τα συμφραζόμενα. Το αίσθημα μπορεί επίσης να παραληφθεί αν οι δύο πλευρές έχουν αποκτήσει ουσιαστική επαφή ή οι συνθήκες είναι τέτοιες που η αναφορά του αισθήματος δεν φαίνεται ότι θα συνεισφέρει στη βαθύτερη επικοινωνία μεταξύ των δύο πλευρών. Υποστηρίζεται ότι όταν αναφερόμαστε σε μια ανάγκη και τη συνδέουμε με ένα αίσθημα, τότε μειώνονται οι πιθανότητες οι άλλοι να θεωρήσουν ότι απαιτούμε από αυτούς να καλύψουν την ανάγκη μας. Τα στοιχεία αυτά (δηλαδή η παρατήρηση, το αίσθημα, η ανάγκη και το αίτημα) πιστεύεται ότι δρουν με συνέργεια μεταξύ τους. Σύμφωνα με τον εκπαιδευτή Bob Wentworth, «η παρατήρηση θέτει το πλαίσιο, τα αισθήματα υποστηρίζουν την επαφή με το άλλο άτομο, καθώς και να βγούμε από το κεφάλι μας, οι ανάγκες υποστηρίζουν την επαφή και προσδιορίζουν τι είναι αυτό που έχει σημασία και το αίτημα ξεκαθαρίζει τι είδους ανταπόκριση θα θέλαμε από τον άλλο. Όταν εκφράζουμε αυτά τα στοιχεία μαζί, τότε μειώνεται η πιθανότητα ο άλλος να χαθεί στην προσπάθειά του να υποθέσει τι θέλουμε και γιατί».[25]

Σχετική έρευνα Επεξεργασία

Δεν έχουν γίνει «μακροχρόνιες αναλυτικές έρευνες» [2] αναφορικά με τη Μη Βίαιη Επικοινωνία, ενώ λίγες έρευνες έχουν αξιολογήσει την αποτελεσματικότητα των εκπαιδευτικών προγραμμάτων της[22]. Μέχρι σήμερα οι συζητήσεις στο ακαδημαϊκό περιβάλλον είναι ελάχιστες. Οι περισσότερες ενδείξεις σχετικά με την αποτελεσματικότητα της Μη Βίαιης Επικοινωνίας βασίζονται σε ανέκδοτες πηγές ή σε θεωρητικά μοντέλα.

Μέχρι το 2013 έξι διατριβές μεταπτυχιακού και διδακτορικού επιπέδου έχουν εξετάσει το μοντέλο σε δείγματα μεγέθους 108 ατόμων ή μικρότερα, βρίσκοντας σε γενικές γραμμές το μοντέλο αποτελεσματικό.[22][26][27][28]

Ο Allan Rohlfs, που γνώρισε τον Rosenberg το 1972 και ήταν ένα από τα ιδρυτικά μέλη του Κέντρου Μη Βίαιης Επικοινωνίας (CNVC), εξηγεί την έλλειψη εκτεταμένης ακαδημαϊκής έρευνας ως εξής:

Σχεδόν όλα τα προγράμματα επίλυσης συγκρούσεων έχουν θεμελιωθεί σε κάποιο ακαδημαϊκό περιβάλλον και αξιολογούνται μέσω της εργασίας που κάνουν οι φοιτητές του εκάστοτε ιδρύματος. Η Μη Βίαιη Επικοινωνία έχει μια ιδιαίτερη προέλευση. Ο Marshall Rosenberg (διδάκτωρ Κλινικής Ψυχολογίας στο Πανεπιστήμιο του Ουισκόνσιν) έχει εργαστεί αποκλειστικά ως ιδιώτης και δεν κατείχε ποτέ ακαδημαϊκή θέση. Η Μη Βίαιη Επικοινωνία, το δημιούργημά του, προέκυψε εξολοκλήρου από τη βάση, δηλαδή από τους ανθρώπους που την υποστηρίζουν, και μέχρι πρόσφατα δεν είχε καμία επιδότηση, αλλά χρηματοδοτούνταν αποκλειστικά από εκπαιδευτικά σεμινάρια ανοιχτά στο κοινό, που γίνονταν σε όλο τον κόσμο. (...) Τα εμπειρικά στοιχεία έχουν σταδιακά αρχίσει να εμφανίζονται, καθώς ανεξάρτητοι ερευνητές βρίσκουν δικές τους πηγές χρηματοδότησης για να διεξαγάγουν και να δημοσιεύσουν εμπειρικές μελέτες, αξιολογημένες από ομότιμους.[29]

Υπάρχουν αναφορές ότι η Μη Βίαιη Επικοινωνία λειτούργησε αποτελεσματικά ως μέρος σειράς παρεμβάσεων που επέφεραν συνταρακτικές αλλαγές σε ψυχιατρικά τμήματα φυλακών στα οποία συχνά συναντώνται υψηλά ποσοστά βίας. Η Μη Βίαιη Επικοινωνία επιστρατεύτηκε, σε συνδυασμό με άλλες μεθόδους, σε μια προσπάθεια να μειωθεί η βία. Αναφέρεται ότι οι παρεμβάσεις μείωσαν τα ποσοστά βίας σε δείκτες-κλειδιά κατά 90% μέσα σε τρία χρόνια σε μια μονάδα μέσης ασφαλείας[30] και κατά 50% μέσα σε έναν χρόνο σε μια μονάδα υψίστης ασφαλείας.[31]

Πρόσφατη έρευνα φαίνεται να επιβεβαιώνει την ύπαρξη πανανθρώπινων αναγκών.[32] [33]

Σχέση με πνευματικά θέματα Επεξεργασία

Σύμφωνα με την Theresa Latini, «Ο Rosenberg αντιλαμβάνεται τη Μη Βίαιη Επικοινωνία ως πνευματική πρακτική».[34] Ο Marshall Rosenberg έχει πραγματικά περιγράψει την επίδραση που είχε η πνευματική του ζωή στη δημιουργία και την πρακτική της Μη Βίαιης Επικοινωνίας:

Πιστεύω ότι είναι σημαντικό οι άνθρωποι να δουν ότι η πνευματικότητα αποτελεί το θεμέλιο της Μη Βίαιης Επικοινωνίας και να το έχουν αυτό στο μυαλό τους όταν μαθαίνουν τη μηχανική της διαδικασίας αυτής. Είναι πραγματικά μια πνευματική πρακτική, την οποία προσπαθώ να παρουσιάζω ως τρόπο ζωής. Παρόλο που δεν το αναφέρουμε αυτό, η πρακτική κερδίζει τους ανθρώπους. Ακόμη κι αν την εφαρμόζουν μηχανικά, αρχίζουν να βιώνουν πράγματα στις σχέσεις τους με τους άλλους που δεν μπορούσαν να βιώσουν πριν. Έτσι τελικά συντονίζονται με την πνευματικότητα της διαδικασίας. Αρχίζουν να βλέπουν ότι είναι περισσότερο από μια διαδικασία επικοινωνίας και συνειδητοποιούν ότι είναι αληθινά μια προσπάθεια να εκφράσουν μια συγκεκριμένη πνευματικότητα.[35]

Ο Rosenberg λέει επίσης ότι ανέπτυξε τη Μη Βίαιη Επικοινωνία ως ένα τρόπο για να «αποκτήσει κανείς συνείδηση» της «λατρεμένης θεϊκής ενέργειας», όπως την αποκαλεί.[35]

Κάποιοι χριστιανοί βρίσκουν ότι η Μη Βίαιη Επικοινωνία είναι συμβατή με την πίστη τους.[34][36][37][38][39]

Πολλοί άνθρωποι επίσης πιστεύουν ότι η Μη Βίαιη Επικοινωνία είναι ιδιαίτερα συμβατή με το Βουδισμό, τόσο στη θεωρία όσο και στην εκδήλωση των βουδιστικών ιδεωδών στην πράξη.[40][41][42]

Σχέση με άλλα μοντέλα Επεξεργασία

Η Marion Little έχει μελετήσει άλλα μοντέλα που σχετίζονται με τη Μη Βίαιη Επικοινωνία. Το μοντέλο επίλυσης συγκρούσεων, διαπραγμάτευσης και διαμεσολάβησης (interest-based model) που ανέπτυξαν οι Fisher, Ury και Patton στο Harvard Negotiation Project τη δεκαετία του 1980 φαίνεται να έχει κάποιες εννοιολογικές ομοιότητες με τη Μη Βίαιη Επικοινωνία, αν και κανένα μοντέλο δεν κάνει αναφορά στο άλλο. Η Little θεωρεί το μοντέλο Gordon για Αποτελεσματικές Σχέσεις (Parent Effectiveness Training) ως πιθανό πρόδρομο της Μη Βίαιης Επικοινωνίας αλλά και του μοντέλου των Fisher, Ury και Patton. Όπως και ο Rosenberg, ο Gordon είχε εργαστεί με τον Carl Rogers, οπότε οι ομοιότητες των μοντέλων ενδέχεται να αντικατοπτρίζουν κοινές επιρροές.[22]

Η Suzanne Jones βλέπει μια σημαντική διαφορά ανάμεσα στην ενεργητική ακρόαση όπως αναπτύχθηκε από τον Gordon και στην ενσυναισθητική ακρόαση που προτείνει ο Rosenberg: Η ενεργητική ακρόαση περιλαμβάνει ένα συγκεκριμένο βήμα καθρεφτίσματος, ώστε ο ομιλητής να βεβαιωθεί ότι ο ακροατής τον ακούει. Η ενσυναισθητική ακρόαση από την άλλη αποτελεί μια συνεχή διαδικασία ακρόασης τόσο με την καρδιά όσο και με το νου, με τον ακροατή να προσπαθεί να είναι πλήρως παρών στην εμπειρία του άλλου, με σκοπό να κατανοήσει και να ενσυναισθανθεί τις ανάγκες του άλλου ανθρώπου και το νόημα αυτού που βιώνει.[43]

Ο Gert Danielsen και η Havva Kök υπογραμμίζουν την ομοιότητα ανάμεσα στις αρχές της Μη Βίαιης Επικοινωνίας και της Θεωρίας Ανθρωπίνων Αναγκών, ενός ακαδημαϊκού μοντέλου που βοηθάει στην κατανόηση της προέλευσης των συγκρούσεων και στο σχεδιασμό διαδικασιών επιλυσης αυτών μέσα από την ιδέα ότι «η βία προκύπτει όταν κάποια άτομα ή ομάδες δεν μπορούν να βρουν άλλο τρόπο να καλύψουν τις ανάγκες τους ή όταν χρειάζονται κατανόηση, σεβασμό και αναγνώριση των αναγκών τους»."[44][45][46]

Ο Chapman Flack διακρίνει ομοιότητες ανάμεσα στις ιδέες του Rosenberg και στην κριτική σκέψη (critical thinking), ειδικά στον τρόπο με τον οποίο τη διατύπωσε ο Bertrand Russell.[47]

Η Martha Lasley βλέπει ομοιότητες ανάμεσα στη Μη Βίαιη Επικοινωνία και στη Μέθοδο Εστιασμένης Συζήτησης (ΜΕΣ) που ανέπτυξε το Institute of Cultural Affairs, ιδιαίτερα ανάμεσα στα στάδια της Μη Βίαιης Επικοινωνίας (παρατήρηση, αισθήματα, ανάγκες, αίτημα) με τα στάδια της ΜΕΣ (αντικειμενικό, στοχαστικό, ερμηνευτικό, λήψης αποφάσεων).[48][49]

Ανταπόκριση Επεξεργασία

Δεν έχουν δημοσιευτεί πολλές αναλύσεις της Μη Βίαιης Επικοινωνίας. Μάλιστα, υπάρχουν ερευνητές που υποστηριζουν ότι δεν υπάρχουν άλλα στοιχεία πέρα από τις ανέκδοτες αναφορές για την αποτελεσματικότητά της και επίσης ότι δεν υπάρχει στη βιβλιογραφία συζήτηση για τη θεωρητική βάση του μοντελου.[2][22]

Πολλοί ερευνητές έχουν αναφερθεί στις αδυναμίες της Μη Βίαιης Επικοινωνίας και εντόπισαν πολλά ζητήματα στην εφαρμογή της.[50][51][52] Αυτά αφορούν προβλήματα που μπορούν να προκύψουν τόσο από τη θεωρητική όσο και από την πρακτική διάστασή της, σύμφωνα με διάφορους ερευνητές και συμμετέχοντες σε μελέτες για τη Μη Βίαιη Επικοινωνία.

Η δυσκολία της εφαρμογής της διαδικασίας καθώς επίσης και οι κίνδυνοι της κατάχρησής της αποτελούν συχνό αντικείμενο προβληματισμού. Για το μοντέλο των τεσσάρων βημάτων υπάρχουν οι εξής προβληματισμοί:

  • η έννοια της αντικειμενικής παρατήρησης έχει αμφισβητηθεί, διότι τα διάφορα γεγονότα και οι συμπεριφορές μπορούν να ερμηνευθούν με ποικίλους τρόπους
  • συχνά οι άνθρωποι δεν αντιλαμβάνονται τα συναισθήματα και τις ανάγκες τους και, συνεπώς, το να τα εκφράσουν είναι δύσκολο έως αδύνατο
  • το μοντέλο συχνά κάνει τους άλλους να νιώσουν περίεργα και χρειάζεται μεγαλύτερη εμπιστοσύνη προς τον άλλο από ό,τι συναντάται συνήθως στις καθημερινές σχέσεις
  • η διαδικασία της αναδιατύπωσης και της υπόθεσης των συναισθημάτων των άλλων είναι δυνατό να τους κάνει να χάσουν τη διάθεση για επικοινωνία
  • το να θέσει κανείς με επιτυχία ένα αίτημα θετικής δράσης χρησιμοποιώντας τη γλώσσα της Μη Βίαιης Επικοινωνίας είναι δύσκολο και χρειάζεται να επενδύσει χρόνο που δεν είναι διαθέσιμος στις σχέσεις μας με τους περισσότερους ανθρώπους

Επιπρόσθετα οι Bitschnau[51] και Flack[47] θεωρούν ότι παραδόξως υπάρχει περίπτωση η Μη Βίαιη Επικοινωνία να οδηγήσει σε περισσότερη βία. Η Bitschnau λέει ακόμη ότι η διαδικασία δεν επιτρέπει στον καθένα να εκφράσει τα συναισθήματά του και να καλύψει τις ανάγκες του στην πραγματική ζωή, διότι αυτό θα χρειαζόταν υπερβολικό χρόνο, υπομονή και πειθαρχία. Όσοι δε είναι εξοικειωμένοι με τη διαδικασία της Μη Βίαιης Επικοινωνίας μπορεί να αποκτήσουν προκατάληψη απέναντι σε αυτούς που δεν είναι και να επιλέξουν να συζητούν μόνο μεταξύ τους.

Η Oboth υποστηρίζει ότι κάποιοι άνθρωποι ίσως προσπαθήσουν να κρύψουν τα συναισθήματά τους μέσα στη διαδικασία της ενσυναίσθησης, σαμποτάροντας έτσι τη μη βία στην επικοινωνία.[52]

Πολλοί ερευνητές έχουν αναφερθεί στην τεράστια επένδυση χρόνου και ενέργειας που χρειάζεται για να μάθει κανείς να εφαρμόζει τη Μη Βίαιη Επικοινωνία.

Ο Chapman Flack, μιλώντας για ένα από τα εκπαιδευτικά βίντεο του Rosenberg, λέει οτι βρίσκει «μαγευτικό» τον τρόπο με τον οποίο παρουσιάζονται οι βασικές έννοιες, ενώ θεωρεί ότι οι ιστορίες που διηγείται «συγκινούν και εμπνέουν». Επίσης, αναφέρεται στην «ομορφιά της δουλειάς του» και στην «επιδεξιότητά του να σκέφτεται με τρόπο που τον οδηγεί να δείχνει αμέριστη προσοχή» όταν επικοινωνεί με το κοινό του. Παράλληλα, ο Flack αμφιβάλλει για άλλες πλευρές της παρουσίασης του Rosenberg, όπως ότι «δεν αναφέρεται επαρκώς στον παράγοντα της σκέψης» και ότι έχει βασιστεί στις απόψεις του Walter Wink πάνω στην προέλευση του τρόπου σκέψης μας. Σύμφωνα με τον Flack, κάποια από αυτά που λέει ο Rosenberg βρίσκονται σε σύγκρουση με τα πολύπλοκα δεδομένα που έχουμε σχετικά με την ανθρώπινη φύση, όπως αυτά μας δίνονται από την ιστορία, τη λογοτεχνία και την τέχνη.[47]

Ο Flack κανεί μια διαφοροποίηση ανάμεσα στην «υψηλή αντίληψη» της Μη Βίαιης Επικοινωνίας ως αρετής, η οποία με την κατάλληλη προσοχή και φροντίδα είναι πιθανό να επιτευχθεί, και στην «ταπεινή αντίληψη» αυτής, που είναι μια απομίμηση της πρώτης και γεννιέται από το εγώ και τη βιασύνη. Η υψηλή αντίληψη προσφέρει μια γλώσσα για να μελετήσει κανείς τις σκέψεις και τις πράξεις του, υποστηρίζει το άτομο να αντιλαμβάνεται καλύτερα τα πράγματα, να βγάζει τον καλό του εαυτό στην κοινότητα και να τιμά τα συναισθήματά του. Στην ταπεινή αντίληψη, κάποιος μπορεί να δει αυτή τη γλώσσα ως σύνολο κανόνων και να τη χρησιμοποιήσει για να «κερδίσει» στις διαφωνίες του, να βάλει ταμπέλες στους άλλους για να αποκομίσει πολιτικά οφέλη ή να επιμείνει οι άλλοι να εκφράζονται με αυτό τον τρόπο. Παρόλο που πιστεύει ότι κάποια από αυτά που λέει ο Rosenberg μπορούν να οδηγήσουν στην ταπεινή αντίληψη, αναγνωρίζει ότι ο ίδιος ο Rosenberg εισπράττει τη διαδικασία σύμφωνα με την υψηλή αντίληψη όταν την εξασκεί. Η δουλειά του Rosenberg στα εργαστήριά του «είναι αληθινή». Ωστοσό, «πάντα υπάρχει ο πειρασμός προς την ταπεινή αντίληψη» προειδοποιεί ο Flack. Ως αντίδοτο, συμβουλεύει ο Flack, «Να είστε συντηρητικοί σε αυτά που κάνετε και φιλελεύθεροι σε αυτά που δέχεστε από τους άλλους, ενώ παράλληλα προσέξτε να μην μεταμορφώσετε τη Μη Βίαιη Επικοινωνία σε υπόγεια βία που εκδηλώνεται υπό το όνομα της πρώτης».[47]

Η καθηγήτρια του Bowling Green State University Ellen Gorsevski, σε μία κριτική που κάνει στο βιβλίο του Rosenberg "Nonviolent Communication: A Language of Compassion" (1999) στα πλαίσια της γεωπολιτικής ρητορικής, λέει ότι «η δύναμη του ατόμου υπερεκτιμάται πάρα πολύ, ενώ το βασικότερο ζήτημα της συστημικής βίας αγνοείται σχεδόν πλήρως»[53]

Ο εκδοτικός οίκος PuddleDancer Press αναφέρει ότι η Μη Βίαιη Επικοινωνία έχει αναγνωρισθεί από πολλά δημόσια πρόσωπα.[54]

Ο Sven Hartenstein έχει δημιουργήσει μια σειρά από κομικ που σατυρίζουν τη Μη Βίαιη Επικοινωνία.[55]

Οργανισμοί Επεξεργασία

Το Κέντρο της Μη Βίαιης Επικοινωνίας (Center for Nonviolent Communication, CNVC) ιδρύθηκε από τον Marshall Rosenberg και έχει κατοχυρώσει τους όρους NVC, Nonviolent Communication, Compassionate Communication, Giraffe Language, καθώς και άλλους όρους για λόγους διαφάνειας όπως και για εμπορικούς λόγους.[56] Το CNVC πιστοποιεί εκπαιδευτές που επιθυμούν να διδάξουν τη Μη Βίαιη Επικοινωνία με τρόπο που είναι ευθυγραμμισμένος με την αντίληψή του για τη διαδικασία.[57]

Το CNVC διοργανώνει κάποιες από τις εκπαιδεύσεις στη Μη Βίαιη Επικοινωνία,[58] αλλά οι περισσότερες προσφέρονται από εκπαιδευτές που λειτουργούν ανεξάρτητα ή προωθούνται από οργανισμούς Μη Βίαιης Επικοινωνίας που είναι φιλικοί προς το CNVC, αλλά δεν συνδέονται με αυτό επίσημα.[59] Κάποιες από αυτές τις εκπαιδεύσεις ανακοινώνονται από το ίδιο το CNVC.[60] Υπάρχουν πολλοί οργανισμοί Μη Βίαιης Επικοινωνίας σε όλο τον κόσμο, κάποιοι από τους οποίους εστιάζουν τη δράση τους σε τοπικό επίπεδο.[61][62]

Άρθρα σχετικά με τη Μη Βίαιη Επικοινωνία Επεξεργασία

Πηγές Επεξεργασία

  1. 1,0 1,1 1,2 Inbal Kashtan, Miki Kashtan, Key Assumptions and Intentions of NVC Αρχειοθετήθηκε 2011-09-26 στο Wayback Machine., BayNVC.org
  2. 2,0 2,1 2,2 Fullerton, Elaine (February 2009). «The development of "Nonviolent Communication" in an early years setting to support conflict resolution and develop an emotional intelligence related to both self and others.». Behaviour4Learning (GTC Scotland). Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 2012-04-02. https://web.archive.org/web/20120402214420/http://www.gtcs.org.uk/web/FILES/professional-development/development-of-nonviolent-communication-in-an-early-years-setting.pdf. Ανακτήθηκε στις Sep 22, 2011. 
  3. Miyashiro, Marie R. (2011). The Empathy Factor: Your Competitive Advantage for Personal, Team, and Business Success. Puddledancer Press. σελίδες 256. ISBN 1-892005-25-5. 
  4. Lasater, Ike· Julie Stiles (2010). Words That Work In Business: A Practical Guide to Effective Communication in the Workplace. Puddledancer Press. σελ. 160. ISBN 1-892005-01-8. 
  5. Hart, Sura· Victoria Kindle Hodson (2008). The No-Fault Classroom: Tools to Resolve Conflict & Foster Relationship Intelligence. Puddledancer Press. σελίδες 240. ISBN 1-892005-18-2. 
  6. Cadden, Catherine Ann (2009). Peaceable Revolution Through Education. Baba Tree. σελίδες 160. ISBN 0-9825578-0-9. 
  7. Hart, Sura· Victoria Kindle Hodson (2004). The Compassionate Classroom: Relationship Based Teaching and Learning. Puddledancer Press. σελίδες 208. ISBN 1-892005-06-9. 
  8. Rosenberg, Marshall B.· Riane Eisler (2003). Life-Enriching Education: Nonviolent Communication Helps Schools Improve Performance, Reduce Conflict, and Enhance Relationships. Puddledancer Press. σελ. 192. ISBN 1-892005-05-0. 
  9. Hart, Sura· Victoria Kindle Hodson (2006). Respectful Parents, Respectful Kids: 7 Keys to Turn Family Conflict into Cooperation. Puddledancer Press. σελίδες 208. ISBN 1-892005-22-0. 
  10. Kashtan, Inbal (2004). Parenting From Your Heart: Sharing the Gifts of Compassion, Connection, and Choice . Puddledancer Press. σελίδες 48. ISBN 1-892005-08-5. 
  11. Rosenberg, Marshall B. (2004). Raising Children Compassionately: Parenting the Nonviolent Communication Way. Puddledancer Press. σελ. 48. ISBN 1-892005-09-3. 
  12. Larsson, Liv (2011). A Helping Hand, Mediation with Nonviolent Communication. Friare Liv Konsult. σελ. 258. ISBN 91-976672-7-7. 
  13. «Open Hearted Therapy: A Year-long Program for Therapists». NVC Academy. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 20 Απριλίου 2012. Ανακτήθηκε στις 30 Νοεμβρίου 2011. 
  14. Sears, Melanie (2010). Humanizing Health Care: Creating Cultures of Compassion With Nonviolent Communication. Puddledancer Press. σελίδες 112. ISBN 1-892005-26-3. 
  15. Haskvitz, Sylvia (2005). Eat by Choice, Not by Habit: Practical Skills for Creating a Healthy Relationship with Your Body and Food. Puddledancer Press. σελίδες 128. ISBN 1-892005-20-4. 
  16. «The Freedom Project». Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 22 Απριλίου 2021. Ανακτήθηκε στις 8 Σεπτεμβρίου 2014. 
  17. «Oregon Prison Project Teaches Empathy, A Key in Lowering Recidivism». Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 2 Απριλίου 2012. Ανακτήθηκε στις 8 Σεπτεμβρίου 2014. 
  18. «BayNVC Restorative Justice Project». Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 31 Μαρτίου 2012. Ανακτήθηκε στις 8 Σεπτεμβρίου 2014. 
  19. Allen, J.P.· Marci Winters (2011). Giraffe Juice: The Magic of Making Life Wonderful. www.GiraffeJuice.com. σελ. 142. ISBN 0-615-26393-3. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 4 Μαρτίου 2016. Ανακτήθηκε στις 22 Σεπτεμβρίου 2011. 
  20. Rosenberg, Marshall (2001). Nonviolent Communication: A Language of Compassion. Encinitas, CA: Puddledancer Press. σελ. 212. 
  21. Our founder's bio Αρχειοθετήθηκε 2014-09-01 στο Wayback Machine., cnvc.org
  22. 22,0 22,1 22,2 22,3 22,4 22,5 22,6 22,7 22,8 Little, Marion (2008) Total Honesty/Total Heart: Fostering empathy development and conflict resolution skills. A violence prevention strategy Αρχειοθετήθηκε 2014-11-02 στο Wayback Machine.. MA Thesis, Dispute Resolution, Victoria, B.C., Canada: University of Victoria, 286.
  23. 23,0 23,1 23,2 23,3 23,4 Rosenberg, Marshall (2003). Nonviolent Communication: A Language of Life . Puddledancer Press. ISBN 1-892005-03-4. 
  24. 24,0 24,1 24,2 Rosenberg, Marshall B. (2005). Speak Peace in a World of Conflict: What You Say Next Will Change Your World. Puddledancer Press. σελίδες 240. ISBN 978-1-892005-17-5. 
  25. Wentworth, Bob. «Roles of the Four Components of NVC». capitalnvc.net. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 2 Απριλίου 2012. Ανακτήθηκε στις 8 Σεπτεμβρίου 2014. 
  26. Jane Branscomb (2011), Summation Evaluation of a Workshop in Collaborative Communication Αρχειοθετήθηκε 2015-09-23 στο Wayback Machine., M.A. Thesis, Rollins School of Public Health of Emory University.
  27. «CNVC NVC Research page». Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 11 Μαΐου 2012. Ανακτήθηκε στις 8 Σεπτεμβρίου 2014. 
  28. Nash, A.L. (2007) Case Study of Tekoa Institute: Illustration of Nonviolent Communication Training’s Effect on Conflict Resolution Αρχειοθετήθηκε 2015-09-23 στο Wayback Machine.. MS Sociology. Virginia Polytechnic Institute and State University, Blacksburg, Virginia: pp.40
  29. «Allan Rohlfs, "Note on the Origins of NVC"». Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 2 Απριλίου 2012. Ανακτήθηκε στις 8 Σεπτεμβρίου 2014. 
  30. Riemer, D.; Corwith, C. (2007). «Application of core strategies: reducing seclusion & restraint use». On The Edge. The official news letter of the International Association of Forensic Nurses. (Not peer reviewed.) 13 (3): 7–10. http://www.iafn.org/associations/8556/files/OTEFall2007.pdf. Ανακτήθηκε στις Sep 20, 2011. [νεκρός σύνδεσμος]
  31. Riemer, D. (2009). «Creating Sanctuary: Reducing Violence in a Maximum Security Forensic Psychiatric Hospital Unit». On The Edge. The official news letter of the International Association of Forensic Nurses. (Not peer reviewed.) 15 (1). Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 2013-12-13. https://web.archive.org/web/20131213003117/http://www.iafn.org/displaycommon.cfm?an=1&subarticlenbr=302. Ανακτήθηκε στις Sep 20, 2011. 
  32. The Atlantic, Maslow 2.0: A New and Improved Recipe for Happiness
  33. Tay, Louis; Diener, Ed (2011). «Needs and Subjective Well-Being Around the World». Journal of Personality and Social Psychology 101 (2): 354–365. doi:10.1037/a0023779. http://www.apa.org/pubs/journals/releases/psp-101-2-354.pdf. Ανακτήθηκε στις Sep 20, 2011. 
  34. 34,0 34,1 Latini, Theresa (2009). «Nonviolent Communication: A Humanizing Ecclesial and Educational Practice.». Journal of Education & Christian Belief JE&CB 13:1 (2009) 19–31 (Kuyer's Institute for Christian Teaching and Learning). Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 2011-07-08. https://web.archive.org/web/20110708151133/http://www.luthersem.edu/leadingfromtheheart/NVC_as_Humanizing_Practice.pdf. Ανακτήθηκε στις January 19, 2011. 
  35. 35,0 35,1 «Spiritual Basis of Nonviolent Communication: A Question and Answer Session with Marshall B. Rosenberg, Ph.D». Center for Nonviolent Communication. Ανακτήθηκε στις 1 Δεκεμβρίου 2011. 
  36. Prieto, Jaime L. Jr. (2010). The Joy of Compassionate Connecting: The Way of Christ through Nonviolent Communication. CreateSpace. σελ. 298. ISBN 1-4515-1425-5. 
  37. Rohlfs, Allan (Nov 14, 2012). «Beyond anger and blame: How to achieve constructive conflict». The Christian Century 129 (23). http://www.christiancentury.org/article/2012-10/beyond-anger-and-blame. Ανακτήθηκε στις 16 May 2014. 
  38. van Deusen Hunsinger, Deborah (October 2009). «Practicing Koinonia». Theology Today 66 (3): 346–367. doi:10.1177/004057360906600306. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 2012-04-04. https://web.archive.org/web/20120404080348/http://www.luthersem.edu/leadingfromtheheart/Practicing_Koinonia.pdf. Ανακτήθηκε στις 16 October 2011. 
  39. Latini, Theresa F. (May 2007). «Nonviolent Communication and the Image of God». Perspectives: A Journal of Reformed Thought. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 2014-07-25. https://web.archive.org/web/20140725014217/http://www.rca.org/Page.aspx?pid=2889. Ανακτήθηκε στις Nov 8, 2011. 
  40. "NVC in the FWBO: Heart-to-Heart Communication Αρχειοθετήθηκε 2016-03-03 στο Wayback Machine.", Shantigarbha, FWBO & TBMSG News, May 8, 2008
  41. "Buddhism and Nonviolent Communication Αρχειοθετήθηκε 2016-06-25 στο Wayback Machine.", Jason Little, Shambhala Times, January 31, 2009
  42. Lasater, Judith Hanson· Lasater, Ike K. (2009). What We Say Matters: Practicing Nonviolent Communication. Rodmell Press. σελ. 192. ISBN 978-1-930485-24-2. 
  43. Jones, Suzanne (2009) Traditional Education or Partnership Education: Which Educational Approach Might Best Prepare Students for the Future? Αρχειοθετήθηκε 2015-09-23 στο Wayback Machine. MA Thesis, Communication, San Diego, California. USA. San Diego University: 203.
  44. Danielsen, Gert. «Meeting Human Needs, Preventing Violence: Applying Human Needs Theory to the Conflict in Sri Lanka» (PDF). Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο (PDF) στις 4 Μαρτίου 2016. Ανακτήθηκε στις 12 Μαρτίου 2013. 
  45. Havva Kök, “Nonviolent Communication in Political Conflicts” Αρχειοθετήθηκε 2012-04-25 στο Wayback Machine., USAK Yearbook of International Politics and Law, Volume 2, (2009).pp. 349-362
  46. Burton, John 1990b. Conflict: Basic Human Needs. New York: St. Martins Press.
  47. 47,0 47,1 47,2 47,3 Flack, Chapman (September 2006). «The subtle violence of nonviolent language.». Cross Currents (journal) 56 (3). ISSN 00111953. http://www.thefreelibrary.com/The+subtle+violence+of+nonviolent+language.-a0152267677. Ανακτήθηκε στις January 19, 2011. 
  48. Lasley, Martha (2005) Difficult Conversations: Authentic Communication Leads to Greater Understanding and Teamwork. Group Facilitation: A Research and Applications Journal Αρχειοθετήθηκε 2014-09-23 στο Wayback Machine., Number 7
  49. Stanfield, R. Brian, επιμ. (2000). The Art of Focused Conversation: 100 Ways to Access Group Wisdom in the Workplace (ICA series). New Society Publishers. σελ. 240. ISBN 978-0-86571-416-8. 
  50. Altmann, Tobias (2010). «Evaluation der Gewaltfreien Kommunikation in Quer - und Längsschnittdaten.». U npublished dissertation. University of Leipzig. Institut für Psychologie II.. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 2014-09-12. https://web.archive.org/web/20140912195536/http://www.gewaltfrei-dach.eu/sites/default/files/medium-wissenschaftliche-arbeit-altmann-tobias-diplomarbeit.pdf. Ανακτήθηκε στις 16 May 2014. 
  51. 51,0 51,1 Bitschnau, Karoline (2008). Die Sprache der Giraffen. Wie die Gewaltfreie Kommunikation Ihr Leben verändern kann. Paderborn (Junfermann). 
  52. 52,0 52,1 Oboth, Monika (2007). «Inspiration und Herausforderung.». Spektrum der Mediation. 28: 9–11. 
  53. Gorsevski, Ellen (2004). Peaceful Persuasion: The Geopolitics of Nonviolent Rhetoric. State University of New York Press. σελίδες 166, 227–228. 
  54. «Endorsements of Nonviolent Communication». PuddleDancer Press. Ανακτήθηκε στις 30 Νοεμβρίου 2011. 
  55. Hartenstein, Sven. «ANVC (Almost Nonviolent Communication)». Ανακτήθηκε στις 21 Απριλίου 2013. 
  56. Guidelines for sharing NVC Αρχειοθετήθηκε 2012-05-11 στο Wayback Machine., cnvc.org
  57. Certification Αρχειοθετήθηκε 2013-12-16 στο Wayback Machine., cnvc.org
  58. Nonviolent Communication International Intensive Training Αρχειοθετήθηκε 2019-01-27 στο Wayback Machine., cnvc.org
  59. Organization of the NVC Movement Αρχειοθετήθηκε 2012-04-02 στο Wayback Machine., capitalnvc.net
  60. Training Schedule Αρχειοθετήθηκε 2019-01-24 στο Wayback Machine., cnvc.org
  61. «International Organisations». nvcworld.com. 2011. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 31 Ιανουαρίου 2012. Ανακτήθηκε στις 19 Οκτωβρίου 2011. 
  62. «Find nvc organizations». cnvc.org. 2011. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 22 Σεπτεμβρίου 2014. Ανακτήθηκε στις 19 Οκτωβρίου 2011. 

Σύνδεσμοι Επεξεργασία

  • The Center for Nonviolent Communication Μη Κερδοσκοπικός Οργανισμός
  • NVC Academy Ακαδημία εκμάθησης της Μη Βίαιης Επικοινωνίας μέσω διαδικτύου
  • NVC World Συλλογή πηγών και υλικού σχετικά με τη Μη Βίαιη Επικοινωνία
  • NVC Wiki Συλλογική αποθήκευση πληροφοριών σχετικά με τη Μη Βίαιη Επικοινωνία
  • NVC in Wikipedia Το άρθρο της αγγλικής Βικιπαίδειας