Μιχάλης Κατσαρός

Ἐλληνας ποιητής

Ο Μιχάλης Κατσαρός (1919-1998) ήταν Έλληνας ποιητής, εκπρόσωπος της πρώτης μεταπολεμικής γενιάς της ελληνικής λογοτεχνίας. Ασχολήθηκε επίσης και με τη ζωγραφική.[1]

Μιχάλης Κατσαρός
Γενικές πληροφορίες
Όνομα στη
μητρική γλώσσα
Μιχάλης Κατσαρός (Ελληνικά)
Γέννηση1919
Κυπαρισσία Μεσσηνίας
Θάνατος21  Νοεμβρίου 1998
Αθήνα
Χώρα πολιτογράφησηςΕλλάδα
Εκπαίδευση και γλώσσες
Ομιλούμενες γλώσσεςνέα ελληνική γλώσσα
Πληροφορίες ασχολίας
Ιδιότηταποιητής
Οικογένεια
ΤέκναΣτάθης Κατσαρός

Βιογραφία Επεξεργασία

Νεανικά χρόνια Επεξεργασία

Ο Μιχάλης Κατσαρός γεννήθηκε το 1919 στην Κυπαρισσία Μεσσηνίας, όπου ολοκλήρωσε τις εγκύκλιες σπουδές του. Δημοσίευσε στο περιοδικό Διάπλασις των Παίδων το πρώτο του ποίημα το 1929. Το 1937, ήρθε μαζί με την οικογενειά του στην Αθήνα, όπου μπήκε πρότακτος στην Ελληνική Αεροπορία, σε ηλικία 17 ετών. Μέχρι το 1939 ζούσε στο Φάληρο, από όπου μετέβη στη Θεσσαλονίκη. Εκεί τον πρόλαβε ο πόλεμος και η ιταλική επίθεση του 1940.

Λίγο πριν την είσοδο των Γερμανών Ναζί στη Αθήνα, στις 27 Απριλίου 1941, έλαβε άδεια σαράντα ημερών και επέστρεψε στην Αθήνα, ενώ παράλληλα έκανε μια επίσκεψη στη Κυπαρισσία. Στην Αεροπορία επανήλθε μετά την αποχώρηση των Γερμανών στις 12 Οκτωβρίου 1944. Στη διάρκεια της γερμανικής Κατοχής έδωσε μάχες μέσα από τις γραμμές της ΕΠΟΝ, του ΕΑΜ και του ΕΛΑΣ και της Εθνικής Αντίστασης. Βασανίστηκε άγρια, όταν τον παρέδωσαν συνεργάτες των Γερμανών στην Γκεστάπο, όπως βασανίστηκε και στις φυλακές «Χατζηκώστα». Ήταν, επίσης, παρών και στα Δεκεμβριανά. Εκεί γνώρισε τον Μίκη Θεοδωράκη και ανέπτυξαν στενούς φιλικούς δεσμούς.

Το 1945 έγινε μέλος του Κ.Κ.Ε και η εφημερίδα Ριζοσπάστης δημοσίευσε το ποίημά του Σήμερα έγινα σύντροφος.[2]

Μετά τον πόλεμο Επεξεργασία

Από το 1945 είχε εγκατασταθεί στην Αθήνα. Τα χρόνια που έζησε εκεί δεν ήταν εύκολα: Το 1947-1948 μετακόμισε στο Μεσολόγγι όπου φιλοξενήθηκε από την οικογένεια της αδερφής του, της οποίας ο σύζυγος ήταν διευθυντής στην Αγροτική Τράπεζα. Με την επιστροφή του στην Αθήνα καταπιάστηκε με διάφορα βιοποριστικά επαγγέλματα, όπως ταμίας σε εμπορικό κατάστημα, δημοσιογράφος στον παράνομο Τύπο και υπάλληλος στη ραδιοφωνία των Ενόπλων Δυνάμεων. Συνεργάστηκε με τα περιοδικά Νέος Νουμάς, Θεμέλιο, Ποιητική Τέχνη, Τα Νέα Ελληνικά, Αθηναϊκά Γράμματα και Στόχος. Εν συνεχεία εξέδωσε το Σύστημα, ένα περιοδικό όπου δημοσίευε, καταρχήν, δικά του κείμενα.[3]

Η πρώτη εμφάνισή του στη λογοτεχνία ήταν στις 22 Φεβρουαρίου του 1946, με τη δημοσίευση του ποιήματος «Το Μπαρμπερίνικο καράβι» στο τεύχος 37 του λογοτεχνικού περιοδικού Ελεύθερα Γράμματα, που εξέδιδε ο τότε φίλος της μητέρας και της γιαγιάς του του Δημήτρης Φωτιάδης. Τον Αύγουστο του 1945[ασαφές] δημοσίευσε στον Ριζοσπάστη το ποίημα "Χιροσίμα", με αυστηρά ανθρωπιστικό και ειρηνευτικό χαρακτήρα, με δηκτικό ύφος απέναντι στους Αμερικανούς και τη στάση τους. Στις 15 Νοεμβρίου 1946, στο τεύχος 55 των Ελεύθερων Γραμμάτων, δημοσίευσε το δεύτερό του ποίημα με τον τίτλο «Βγενιώ». Στις 27 Μαΐου 1947 δημοσίευσε και πάλι στον Ριζοσπάστη ποίημα με τον τίτλο Στον τάφο του Γ. Σιάντου, αφιερωμένο στο ηγετικό στέλεχος του Κ.Κ.Ε που έφυγε από τη ζωή μια ημέρα νωρίτερα.

Το 1949 εξέδωσε την πρώτη του ποιητική συλλογή με τον τίτλο "Μεσολόγγι"[2] με την επιμέλεια του Φρίξου Ηλιάδη. Η έκδοση της συλλογής χρηματοδοτήθηκε από τον φίλο και αδερφό της Μαρίας Πολυδούρη, Βαγγέλη Πολυδούρη, ο οποίος υπηρετούσε μαζί με τον Κατσαρό στην αεροπορία. Το 1953 εξέδωσε τη συλλογή ποιημάτων που τον έκανε ευρέως γνωστό, με τον τίτλο "Κατά Σαδδουκαίων". Ο Πολυδούρης ήταν αυτός που ξανά χρηματοδότησε την έκδοση της συλλογής στην οποία περιλαμβάνονται ποιήματα των ετών 1950-1953. Στη συλλογή αυτή ο Κατσαρός εκφράζει τις αριστερές πολιτικές του πεποιθήσεις, κατακρίνοντας παράλληλα και τον τρόπο διαχείρισης της εξουσίας από τον Στάλιν. Σιγά-σιγά άρχισε να απομονώνεται από το Κ.Κ.Ε απο το οποίο ωστόσο δεν έφυγε και ούτε και τον διέγραψε. Πέρασε από ακροαριστερά και αναρχοκομμουνιστικά ιδεολογικά μονοπάτια, κρατώντας το στίγμα του προφήτη αγωνιστή. Παράλληλα, την ίδια περίοδο ο Μίκης Θεοδωράκης άρχισε να μελοποιεί τα ποιήματα της συλλογής "Κατά Σαδδουκαίων".

Το 1956 κυκλοφόρησε η συλλογή "Οροπέδιο". Ακολουθούν και άλλες συλλογές ποιημάτων, "Σύγγραμμα" , "Πρόβα και ωδές(1975), "Ενδύματα" (1977), "Αλφαβητάριο- ποιήματα Α-Ω" (1978), "Ονόματα" (1980), "3Μ+3Μ=6Μ" (1981), "4 μαζινό" (1982), "Μείων ωά" (1985), "Ο πατέρας του ποιητή" (1987), "Κορέκτ, φόβος του ποιητή" (1996) "Εννέα το επτά" (1997).

Ζωγραφική Επεξεργασία

Ο Κατσαρός υπέγραφε τους πίνακές του με το όνομα Michel[4][5].

Το έργο του Επεξεργασία

Ποιητικά βιβλία
  • Μεσολόγγι, 1949
  • Κατά Σαδδουκαίων, 1953
  • Οροπέδιο, 1956
  • Σύγγραμμα, 1975
  • Πρόβα και ωδές, 1975
  • Ενδύματα, 1977)
  • Αλφαβητάριο - ποιήματα Α-Ω, 1978
  • Ονόματα, 1980
  • 3Μ+3Μ=6Μ, 1981
  • 4 μαζινό, 1982
  • Μείον ωά, 1985
  • Ο πατέρας του ποιητή, 1987
  • Κορέκτ, φόβος του ποιητή, 1996
  • Εννέα το επτά, 1997
Δοκίμια
  • Πας-Λακίς Michelet, 1973
  • Το χρονικό του Μορέως 1974
  • Σύγχρονες μπροσούρες, 1977-78
  • Δέκα άρθρα ελεύθερων κομμουναρίων, 1978
  • Αυτοκρατορική πραγματικότητα, 1995
  • Το κράτος εργοδότης, 1996
Μυθιστορήμα
  • Οι συλλέκται της Μονόχρα, 1980
Μουσική
  • 3Μ+3Μ=6Μ, δίσκος, εταιρεία Μίνως

Για την τέχνη Επεξεργασία

Πολλά ποιήματά του έχουν μεταφραστεί σε πολλές γλώσσες, όπως επίσης και έχουν μελοποιηθεί από πολλούς και γνωστούς Έλληνες συνθέτες: Μίκη Θεοδωράκη, Γιάννη Μαρκόπουλο, Θανάση Γκαϊφύλλια, Αργύρη Κουνάδη[3] και Αλέξη Νασάκη.

Προσωπική ζωή Επεξεργασία

Υπήρξε νυμφευμένος με τη ζωγράφο Κούλα Μαραγκοπούλου. Παιδί του είναι ο σκηνοθέτης Στάθης Κατσαρός.[3]

Παραπομπές Επεξεργασία

Βιβλιογραφία Επεξεργασία

  • [Αφιέρωμα]. περιοδικό Μανδραγόρας, τχ.58 (Ιούλιος-Αύγουστος 2018)
  • [Αφιέρωμα], Οροπέδιο, τχ. 13 (Χειμ. 2013), σ. 71 - 179.
  • [Αφιέρωμα], Νέο Επίπεδο, τχ. 31 (Φεβ. 2000), σ. 3 - 31.
  • [Αφιέρωμα], Οδός Πανός, τχ. 103 - 104 (Μάιος - Αυγ. 1999), σ. 3 - 75.
  • Τα νεανικά χρόνια, Διαβάζω, τχ. 493 (Φεβ. 2009), σ. 86 - 112.
  • Τσιμιτάκης Δημήτρης, Μιχάλης Κατσαρός- Πρίγκιπας Ανδαλουσίας και Κυπαρρισίας, Εκδόσεις Ηλέκτρα 2005, Αθήνα
  • Περιοδικό Τομές τεύχος 49, Ιούνιος 1979

Εξωτερικοί σύνδεσμοι Επεξεργασία