Ο Μιχαήλ Δ. Καλοποθάκης (1825 - 1911) ήταν ο αναζωογονητής του Προτεσταντισμού στην Ελλάδα και ουσιαστικά ο ιδρυτής της Ελληνικής Ευαγγελικής Εκκλησίας.

Μιχαήλ Καλοποθάκης
Γενικές πληροφορίες
Γέννηση1825
Αρεόπολη Λακωνίας
Θάνατος1911
Αθήνα
Τόπος ταφήςΠρώτο Νεκροταφείο Αθηνών
Χώρα πολιτογράφησηςΕλλάδα
ΘρησκείαΕυαγγελικοί
Εκπαίδευση και γλώσσες
Μητρική γλώσσανέα ελληνική γλώσσα
Ομιλούμενες γλώσσεςνέα ελληνική γλώσσα
Αγγλικά
ΣπουδέςΕθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών
Πανεπιστήμιο Κολούμπια
Πληροφορίες ασχολίας
Ιδιότηταιατρός
θεολόγος
εκδότης
Οικογένεια
ΣύζυγοςMartha Hooper Blackler Kalopothakes

Βιογραφία Επεξεργασία

Γεννήθηκε στην Αρεόπολη της Μάνης το 1825, και η καταγωγή του ήταν από οικογένεια των Μαυρομιχαλαίων. Σε ηλικία 10 ετών, ο Μιχαήλ Καλοποθάκης φοίτησε στο τριτάξιο Σχολαρχείο που άνοιξαν στην Αρεόπολη, δύο φιλέλληνες ευαγγελικοί ιεραπόστολοι, ο Τζ. Λέυμπορν και ο Σ. Χιούστον, μετά από πρόσκληση του Πετρόμπεη Μαυρομιχάλη. Εκεί πρωτοήρθε σε επαφή με την Αγία Γραφή, και άρχισε να την μελετά καθημερινά.

Σπούδασε δάσκαλος, αλλά μετά από πενταετή θητεία ως Σχολάρχης στο Γύθειο, παραιτήθηκε και το 1841 πήγε στην Αθήνα, όπου φοίτησε στο φημισμένο γυμνάσιο του Γενναδίου, ενώ το 1844 γράφτηκε στην Ιατρική Σχολή του Πανεπιστημίου. Κατά τη διάρκεια των σπουδών του παρακολουθούσε τις συναθροίσεις του Ιωνά Κιγκ. Όταν ο Ιωνάς Κιγκ πήγε σε δικαστήριο με την κατηγορία ότι είχε βλασφημήσει τον Θεό και την Παρθένο Μαρία, ο Καλοποθάκης, φοιτητής τότε της Ιατρικής, παρουσιάστηκε στο δικαστήριο ως μάρτυρας υπεράσπισης. Η καταδίκη του Κιγκ, έπεισε τον Καλοποθάκη ότι «το έθνος έχει ανάγκη πνευματικής αναμορφώσεως και ότι η αναμόρφωση αυτή πρέπει να γίνει με το Ευαγγέλιο και με βάση αυτό και μόνο».[1]

Το 1853 αποφάσισε να παραιτηθεί από το επάγγελμα του στρατιωτικού χειρούργου και να πάει στις Ηνωμένες Πολιτείες για να σπουδάσει Θεολογία στο Πανεπιστήμιο Κολούμπια της Νέας Υόρκης.

Το 1857 επέστρεψε στην Ελλάδα και ξεκίνησε το ευαγγελιστικό του έργο, αντιμετωπίζοντας δυσκολίες και διωγμούς, οι οποίοι εντατικοποιούνταν.

Αμέσως σχεδόν μετά την επιστροφή του στην Ελλάδα, το 1858, ο Καλοποθάκης άρχισε την έκδοση του περιοδικού Αστήρ της Ανατολής, το οποίο αρχικά κυκλοφόρησε ως εβδομαδιαίο, αλλά αργότερα έγινε μηνιαίο. Σύντομα και κάτω από την πίεση του Ορθόδοξου κλήρου, οι εκδοτικοί οίκοι αρνήθηκαν να συνεχίσουν την έκδοσή του. Αυτό ανάγκασε τον Καλοποθάκη να ιδρύσει ένα δικό του εκδοτικό οίκο.

Κατά τη διάρκεια της Κρητικής επανάστασης του 1866-1869 ο Καλοποθάκης με τους συνεργάτες του, ίδρυσαν οργανισμό περιθάλψεως των προσφύγων από την Κρήτη, που έδινε τροφή, στέγη και εκπαίδευση σε χιλιάδες αναξιοπαθούντες.

Ένας από τους πιο γνωστούς εκδότες εφημερίδων της Αθήνας εκείνης της εποχής, ο οποίος είχε πρωτοστατήσει στη εκστρατεία εναντίον του Ιωνά Κιγκ, ο Τιμολέων Φιλήμων της εφημερίδας ο Αιών, για ένα διάστημα έγραφε καθημερινά άρθρα κατά του Καλοποθάκη. Παρά τους διωγμούς, ο Καλοποθάκης συνέχισε το ιεραποστολικό του έργο. Σύντομα συγκεντρώθηκαν γύρω του οι λίγοι πιστοί που υπήρχαν ήδη στην Αθήνα κι έτσι ιδρύθηκε η Α' Ελληνική Ευαγγελική Εκκλησία, της οποίας το κτίριο χτίστηκε και έγιναν τα εγκαίνια το 1871. Στη συνέχεια από τη διακονία του ιδρύθηκαν οι Ελληνικές Ευαγγελικές Εκκλησίες του Πειραιά και του Βόλου, ενώ συγκροτήθηκαν και άλλες μικρές συνάξεις σε διάφορα μέρη που επισκεπτόταν.

Η συνεχής επίθεση μιας μερίδας ορθόδοξων κληρικών, είχε σαν συνέπεια να δημιουργηθεί ένα πολύ εχθρικό κλίμα για τον Καλοποθάκη και για την Ελληνική Ευαγγελική Εκκλησία.

Εκτός από τον Αστέρα της Ανατολής, ο Καλοποθάκης προχώρησε στην έκδοση ενός πρωτοποριακού για την εποχή του, μηνιαίου εικονογραφημένου περιοδικού με τον τίτλο Εφημερίς των Παίδων. Η κυκλοφορία του έφτασε σύντομα τα 8.000 τεύχη το μήνα, γεγονός πρωτοφανές για εκείνη την εποχή. Μεταξύ των αναγνωστών της Εφημερίδος των Παίδων συγκαταλέγονταν πολλές μετέπειτα γνωστές προσωπικότητες, με πιο γνωστή τον Ελευθέριο Βενιζέλο.[2][3]

Τέλος, ο Καλοποθάκης έγινε ο πρώτος Έλληνας Διευθυντής της Βρετανικής Βιβλικής Εταιρίας στην Αθήνα και άρχισε μια προσπάθεια για διάδοση της Αγίας Γραφής στην Ελλάδα. Γι' αυτό το σκοπό προσέλαβε Χριστιανούς, κυρίως νεαρούς, ως βιβλιοπώλες, οι οποίοι περιόδευαν πουλώντας Άγιες Γραφές σε χωριά και πόλεις σε όλη τη χώρα. Ο Καλοποθάκης πέθανε το 1911, λίγο μετά το τελευταίο του κήρυγμα που είχε να κάνει, πάνω στο «Τετέλεσται» που είπε ο Ιησούς Χριστός επάνω στο σταυρό. Ο τάφος του βρίσκεται στο Πρώτο Νεκροταφείο Αθηνών.

Ο Μιχαήλ Καλοποθάκης υπήρξε πάρεδρο μέλος του Παρνασσού, της Αρχαιολογικής Εταιρείας, ιδρυτής Συλλόγου Φιλοζώων, και είχε έντονη δραστηριότητα για την καθιέρωση της αργίας της Κυριακής.

Το έργο του συνέχισε ο γιος του Δημήτριος Καλοποθάκης, επίσης δημοσιογράφος και πρεσβύτερος της Ευαγγελικής Εκκλησίας.

Υποσημειώσεις Επεξεργασία

  1. Κυριακάκη Μ. Β., Πρωτοπορία και Πρωτοπόροι, 1985, Σελ. 9-24.
  2. Κυριακάκη Μ. Β., Πρωτοπορεία και Πρωτοπόροι, 1985, Σελ. 85-88
  3. Ο πεζογράφος Γρηγόριος Ξενόπουλος, ο οποίος ήταν ένας από τους τακτικούς αναγνώστες της Εφημερίδας των Παίδων, μεταξύ άλλων γράφει στο αυτοβιογραφικό του βιβλίο «Η Ζωή μου σαν Μυθιστόρημα» τα εξής: «πραγματικώς, με την «Εφημερίδα των Παίδων», που δημοσίευε τόσο ωραίες εικονογραφημένες ιστορίες «ξαπολύθηκα» και στο διάβασμα. Σε κάθε σχεδόν φυλλάδιο, το περιοδικό δημοσίευε κι από ένα ποίημα, θρησκευτικό συνήθως, με τη μουσική του... Μόλις λάβαινα φυλλάδιο με ύμνο, της τον πήγαινα (της Αδριανής Επισκοπούλου) να μου τον παίξει (στο πιάνο)... Μια, δυο, τρεις φορές, ώσπου μάθαινα τον ύμνο κι εγώ... Θυμούμαι ακόμα τον πρώτο ύμνο που έμαθα με την Αδριανή. Ήταν ένας ύμνος ιεραποστολικός... Δε μ' έκανε βέβαια, ούτε πιστεύω να έκανε ποτέ κανέν' άλλο Ελληνόπουλο, είτε ιεραπόστολο, είτε απλώς ευαγγελικό, κι άδικα ανησύχησε τότε η Ιερά Σύνοδος κι απαγόρευσε όλα τα δημοσιεύματα του Καλοποθάκη. Χρωστώ όμως να ομολογήσω, πως κι η «Εφημερίς των Παίδων» με ωφέλησε πολύ και μου τόνωσε το θρησκευτικό αίσθημα, που είναι υπεράνω από κάθε δόγμα και κάθε αίρεση...»

Βιβλιογραφία Επεξεργασία

  • Κυριακάκη Μ. Β., Πρωτοπορία και Πρωτοπόροι, 1985
  • Ηintzoglou P., Reformed Communities in an Eastern Orthodox Culture, Fuller Theological Seminary, 1969
  • Τσεβά Ι., Αστήρ της Ανατολής, Φεβρ. 1997, σελ. 63
  • Τσεβά Ι., Αστήρ της Ανατολής, Νοέμβ. 2001, σελ. 302
  • Μ. Χατζόπουλος (1896). Κ. Μάισνερ και Ν. Καργαδούρης, επιμ. Η Ελλάς κατά τους Ολυμπιακούς Αγώνας του 1896. Αθήνα: Εκ του Τυπογραφείου της Εστίας. Ανακτήθηκε στις 17 Μαΐου 2010.