Νιτροκυτταρίνη (αγγλ. Nitrocellulose, Cellulose nitrate)[1], ή νιτρική κυτταρίνη, ή βαμβακοπυρίτιδα, είναι ένα από τα πρωταρχικά πολυμερή της κυτταρίνης, η οποία παρασκευάστηκε το 1832 από τον χημικό Braconnot.[2]

Η μοριακή δομή της νιτροκυτταρίνης

Είναι μια πολύ εύφλεκτη ένωση που ουσιαστικά παράγεται από τη νιτροποίηση της κυτταρίνης μετά από αντίδραση της με νιτρικό οξύ, ή αλλιώς με αντίδραση με μίγμα νιτρικού οξέος και άλλου οξέος, συνήθως θειικού οξέος. Η αρχική της χρήση ήταν ως βαμβακοπυρίτιδα με σκοπό την αντικατάσταση της κοινής πυρίτιδας σε πυρομαχικά και όπλα.

Ινώδης μορφή της καθαρής νιτροκυτταρίνης.

Σήμερα παρασκευάζεται σε διάφορους τύπους. Είναι εύκολα διαλυτή σε οργανικούς διαλύτες και βρίσκει εφαρμογές σε τομείς της τεχνολογίας πολυμερών. Επειδή περιέχει υψηλό ποσοστό δεσμευμένου οξυγόνου στις νιτρικές ομάδες, είναι πολύ εύφλεκτη και εκρήγνυται εύκολα προκαλώντας διάφορα ατυχήματα σε εργαστήρια και σε βιομηχανίες.[3]

Ευρέως χρησιμοποιείται στην παραγωγή δυναμίτιδας και άλλων εκρηκτικών, όπως και στην παραγωγή τεχνητών ινών (με χαμηλό βαθμό νίτρωσης), και επίσης σε βερνίκια, πλαστικά, λάκες και φιλμ.[4][5] Επίσης και για τη σύνθεση διαφόρων ειδικών προϊόντων που λέγονται σελουλόιντ,[6] στα ελληνικά. Αυτά τα ειδικά υλικά δημιουργούνται μετά από ανάμιξη της νιτροκυτταρίνης και της καμφοράς, συχνά με βαφές και άλλες ενώσεις, και απαντάται σε μπάλες πινγκ-πονγκ, μουσικά όργανα, χτένες, κιθάρες, παιχνίδια κ.α.

Παραπομπές Επεξεργασία