Το σιτόχορτο ή σιταρόχορτο είναι τροφή που παρασκευάζεται από τα βλαστάρια/φύτρες του φυτού μαλακού σίτου, Triticum aestivum (υποείδος της οικογένειας Αγρωστώδων (Poaceae)). Πωλείται είτε ως φρέσκο χόρτο, χυμός ή συμπυκνωμένη σκόνη. Το σιτόχορτο διαφέρει από τη βύνη σίτου στο ότι σερβίρεται παγωμένο-αποξηραμένο ή φρέσκο, ενώ η βύνη σίτου είναι αποξηραμένη με συναγωγή θερμότητας (convectively). Το σιτόχορτο επιτρέπεται να αυξηθεί περισσότερο από τη βύνη. Όπως και τα περισσότερα φυτά, περιέχει χλωροφύλλη, αμινοξέα, μέταλλα, βιταμίνες και ένζυμα. Οι απαιτήσεις αναφορικά με τα οφέλη στην υγεία του σιτόχορτου κυμαίνονται από την παροχή συμπληρωματικής διατροφής έως την ύπαρξη μοναδικών θεραπευτικών ιδιοτήτων. Συχνά διατίθεται στα καταστήματα υγιεινής διατροφής, ως φρέσκο σιταρόχορτο στα μπαρ υγιεινής διατροφής με χυμούς και ορισμένοι καταναλωτές φυτεύουν και παρασκευάζουν το χυμό σιτόχορτου στην κουζίνα τους, στις οικίες τους. Είναι διαθέσιμο ως φρέσκο σιταρόχορτο σε δισκία, κατεψυγμένο χυμό και σκόνη. Το σιτόχορτο είναι επίσης διαθέσιμο στο εμπόριο ως σπρέι, κρέμα, γέλη, λοσιόν μασάζ και υγρό φυτικό συμπλήρωμα. Επειδή ο χυμός του σιτόχορτου εξάγεται από τους βλαστούς του σιτόχορτου, δηλαδή, πριν αρχίσει να σχηματίζεται ο σπόρος του σιταριού, είναι άνευ γλουτένης.

Σιτόχορτο που καλλιεργήθηκε σε εσωτερικό χώρο, 8-10 ημέρες πριν από τη συγκομιδή.
Γρασίδι όλυρας που καλλιεργήθηκε σε υπαίθριο χώρο. Με ένα βαθύτερο πράσινο χρώμα απ' ό,τι το σιτάρι

Ιστορία Επεξεργασία

 
Χυμός σιταρόχορτου

Το σιταρόχορτο μπορεί να εντοπιστεί πίσω στην ιστορία για πάνω από 5.000 έτη, στην αρχαία Αίγυπτο και ίσως ακόμη στους πρώιμους πολιτισμούς της Μεσοποταμίας. Εικάζεται ότι οι αρχαίοι Αιγύπτιοι βρήκαν ιερές τις νέες φυλλώδεις λεπίδες από σιτάρι και τις επιβράβευσαν για τη θετική τους επίδραση στην υγεία και την ζωτικότητα.[1]

Η κατανάλωση του σιταρόχορτου στο Δυτικό κόσμο ξεκίνησε το 1930 ως αποτέλεσμα των πειραμάτων που διεξήχθησαν από τον Charles Schnabel, έναν Αμερικανό αγρότη, στην προσπάθειά του να ανακαλύψει πιο θρεπτικές τροφές για τα ζώα στην αρχή και να διαδώσει το φυτό.[2] Από το 1940, δοχεία με την σκόνη από στεγνό χόρτο (Σανό) του Schnabel, ήταν προς πώληση σε όλες τις αποθήκες ζωοτροφών και στα μεγάλα φαρμακεία σε ολόκληρες τις Ηνωμένες Πολιτείες και τον Καναδά.[3]

Η Ann Wigmore, πολύ αργότερα, προπαγάνδιζε υπέρ του φρέσκου σιταρόχορτου ως μέρος μιας ζωντανής διατροφής. Η Wigmore, ιδρύτρια του Ιπποκράτειου Ινστιτούτου Υγείας (Hippocrates Health Institute), πίστευε ότι το φρέσκο σιταρόχορτο, ως μέρος μιας δίαιτας με ωμές τροφές, καθαρίζει το σώμα από τις τοξίνες, ενώ παράλληλα παρέχει θρεπτικά συστατικά ως πλήρης τροφή. Δίδασκε επίσης, ότι το σιταρόχορτο, μπορεί να χρησιμοποιηθεί για τη θεραπεία ατόμων με σοβαρές νόσους. Και οι δύο ισχυρισμοί θεωρούνται επιστημονικά αστήρικτοι και πιθανόν επικίνδυνοι.[4]

Καλλιέργεια Επεξεργασία

 
Εξαγωγή χυμού σιτόχορτου, με χειρονακτική αποχυμωτική μηχανή.

Το σιτόχορτο μπορεί να καλλιεργηθεί τόσο σε εσωτερικούς χώρους όσο και σε υπαίθριους χώρους. Μια κοινή μέθοδος για την παραγωγή φύτρων σε εσωτερικούς χώρους, είναι συχνά σε δίσκους με χώμα. Τα φύλλα συλλέγονται όταν έχουν αναπτύξει ένα "σχίσμα" ("split") καθώς αναδύεται ένα άλλο φύλλο. Αυτά εν συνεχεία δύναται να κοπούν με ψαλίδι και να αποχυμωθούν στο μίξερ της κουζίνας και να επιτρέψουν το σχηματισμό μιας δεύτερης συγκομιδής των βλαστών. Μερικές φορές, είναι δυνατή και μια τρίτη κοπή, αλλά μπορεί να είναι πιο σκληρή και έχει ελάχιστα συστατικά και σάκχαρα.[5]

 
Εξαγωγή χυμού σιτόχορτου, με χειρονακτική αποχυμωτική μηχανή.

Η έρευνα του Schnabel διεξήχθη με σιτόχορτο που καλλιεργείται στους υπαίθριους χώρους του Κάνσας. Το σιτόχορτό του χρειάστηκε 200 ημέρες αργής ανάπτυξης, τον χειμώνα και νωρίς την άνοιξη. Μετά από την αρμολόγηση, οι συγκεντρώσεις χλωροφύλλης, πρωτεΐνης και οι βιταμίνες μειώνονται απότομα.[6] Το σιτόχορτο (Σανό) που καλλιεργείται συγκομίζεται σε 200 ημέρες, αφυδατώνεται σε χαμηλή θερμοκρασία και πωλείται σε ταμπλέτες και σε συμπυκνώματα σκόνης για κατανάλωση ανθρώπων και ζώων. Το σιτόχορτο οικιακής καλλιέργειας χρησιμοποιείται μόνο για την παρασκευή φρέσκου χυμού σιτόχορτου (wheatgrass juice).

Ισχυρισμοί υγείας Επεξεργασία

Οι υποστηρικτές του σιτόχορτου κάνουν πολλούς ισχυρισμούς για τις ιδιότητες υγείας, που κυμαίνονται από την προώθηση της ευεξίας έως την πρόληψη και θεραπεία του καρκίνου. Ωστόσο, σύμφωνα με την Αμερικανική Αντικαρκινική Εταιρεία δεν υπάρχει κανένα διαθέσιμο επιστημονικό στοιχείο που να υποστηρίζει την ιδέα ότι το σιταρόχορτο μπορεί να θεραπεύσει ή να αποτρέψει ασθένειες.[7]

Μια μικρή μελέτη του 2002, έδειξε κάποια στοιχεία ότι το σιταρόχορτο μπορεί να βοηθήσει με τα συμπτώματα της ελκώδους κολίτιδας, αλλά χωρίς περαιτέρω μελέτες για τη σημασία της εργασίας αυτής, δεν μπορεί να προσδιοριστεί.[8] Μια άλλη μικρή μελέτη του 2002, πρότεινε ότι το σιτόχορτο, μπορεί να βοηθήσει με τις παρενέργειες της χημειοθεραπείας, στον καρκίνο του μαστού.[9]

Θρεπτικό περιεχόμενο Επεξεργασία

 
Το υπαίθρια καλλιεργούμενο σιτόχορτο (wheatgrass), αναπτύσσεται σιγά-σιγά κατά την διάρκεια του χειμώνα σε ένα κλίμα, όπως αυτό του Κάνσας των Ηνωμένων Πολιτειών.

Το σιτόχορτο είναι πηγή καλίου, φυτικών ινών, βιταμίνης Α, βιταμίνης C, βιταμίνης Ε (άλφα τοκοφερόλη), βιταμίνης Κ, θειαμίνης, ριβοφλαβίνης, νιασίνης, βιταμίνης Β6, παντοθενικού οξέως, σιδήρου, ψευδάργυρου, χαλκού, μαγγανίου και σεληνίου. Το σιτόχορτο είναι επίσης πηγή πρωτεΐνης (λιγότερο από ένα γραμμάριο ανά 28 γραμμάρια). Προσθέτοντας άλλα τρόφιμα με προφίλ συμπληρωματικών αμινοξέων σε αυτό το φαγητό, μπορεί να αποδώσει μια πιο πλήρη πηγή πρωτεΐνης και να βελτιώσει την ποιότητα ορισμένων τύπων με περιοριστικές δίαιτες. [10]

O Charles Schnabel, υποστηρικτής του σιτόχορτου (wheatgrass), ισχυρίστηκε στη δεκαετία του 1940, ότι «περίπου επτά κιλά σιτόχορτου είναι ίσα με τη συνολική διατροφική αξία 160 κιλών συνήθων κηπευτικών λαχανικών»,[3] σε αναλογία 1:23.[6] Παρά τους ισχυρισμούς του σε βιταμίνες και ανόργανα άλατα, δυσανάλογα με τα άλλα λαχανικά, η περιεκτικότητα σε θρεπτικά συστατικά του χυμού σιτόχορτου, είναι περίπου ίση με αυτή των σκούρων φυλλωδών λαχανικών (βλέπε Πίνακα 1).

Πίνακας 1. Σύγκριση 1 ουγκιάς (28,35 g) των θρεπτικών συστατικών μεταξύ του χυμού σιταρόχορτου, μπρόκολου και σπανακιού [11][3]
Θρεπτικό συστατικό Χυμός σιτόχορτου Μπρόκολο Σπανάκι
Πρωτεΐνη 860 mg 800 mg 810 mg
Βήτα-καροτίνη 120 IU 177 IU 2658 IU
Βιταμίνη E 880 mcg 220 mcg 580 mcg
Βιταμίνη C 1 mg 25,3 mg 8 mg
Βιταμίνη B12 0,30 mcg 0 mcg 0 mcg
Φώσφορος 21 mg 19 mg 14 mg
Μαγνήσιο 8 mg 6 mg 22 mg
Ασβέστιο 7,2 mg 13 mg 28 mg
Σίδηρος 0,66 mg 0,21 mg 0,77 mg
Κάλιο 42 mg 90 mg 158 mg

Σε αντίθεση με τη δημοφιλή πεποίθηση, η βιταμίνη Β12 δεν περιέχεται εντός του σιταρόχορτου ή οποιουδήποτε λαχανικού, αλλά είναι ένα υποπροϊόν των μικροοργανισμών που ζουν στα φυτά.[12] Ορισμένες αναλύσεις της περιεκτικότητας σε Β12 στο σιτόχορτο, έχουν επιβεβαιώσει ότι περιέχουν αμελητέες ποσότητες της ουσίας, ακόμη και αν η πηγή αυτής της ανάλυσης παραμένει ασαφής.[13] Η Εθνική Βάση Δεδομένων Θρεπτικών Τροφών του USDA αναφέρει ότι το σιταρόχορτο δεν περιέχει βιταμίνη Β12.[11] Επειδή η βιταμίνη Β12 δεν παρασκευάζεται από τα φυτά, οτιδήποτε από αυτή τη βιταμίνη, θα πρέπει να παράγονται από τα φιλικά βακτήρια που βρέθηκαν στην προετοιμασία.

Δείτε επίσης Επεξεργασία

Παραπομπές Επεξεργασία

  1. Seymour, Kent. «WHEAT GRASS (Triticum aestivum (PDF). Illinois State University. Ανακτήθηκε στις 11 Δεκεμβρίου 2013. 
  2. Murphy, Sean (2002-10-13). «Wheatgrass, healthy for the body and the bank account». ABC Landline. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 2007-01-12. https://web.archive.org/web/20070112050636/http://www.abc.net.au/landline/stories/s689970.htm. Ανακτήθηκε στις 2006-10-06. 
  3. 3,0 3,1 3,2 Στοιχεία σχετικά με το χυμό σιταρόχορτου, από το εσωτερικά καλλιεργούμενο σιτόχορτο: Meyerowitz, Steve (Απρίλιος 1999). «Nutrition in Grass». Wheatgrass Nature's Finest Medicine: The Complete Guide to Using Grass Foods & Juices to Revitalize Your Health (6η έκδοση). Book Publishing Company. σελ. 53. ISBN 1-878736-97-3. 
  4. Jarvis, William (18 Ιανουαρίου 2001). «Wheatgrass Therapy». The National Council Against Health Fraud. 
  5. «4 Ways to Grow Wheatgrass». WikiHow. Ανακτήθηκε στις 11 Δεκεμβρίου 2013. 
  6. 6,0 6,1 «Site Dedication and Construction Preliminaries, 1921-1923». Ahr-kc.com. Ανακτήθηκε στις 19 Απριλίου 2013. 
  7. «Wheatgrass». American Cancer Society. Νοέμβριος 2008. Ανακτήθηκε στις 1 Αυγούστου 2013. [νεκρός σύνδεσμος]
  8. «Wheat grass | Memorial Sloan-Kettering Cancer Center». Mskcc.org. Ανακτήθηκε στις 19 Απριλίου 2013. 
  9. «What is wheatgrass?». WebMD. Ανακτήθηκε στις 11 Δεκεμβρίου 2013. 
  10. «Nutrition Facts and Analysis for wheat grass». Nutrition Data. Ανακτήθηκε στις 11 Δεκεμβρίου 2013. 
  11. 11,0 11,1 Δεδομένα σχετικά με το μπρόκολο και το σπανάκι, από τη βάση δεδομένων USDA; «USDA Nutrient Database». Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 3 Μαρτίου 2015. Ανακτήθηκε στις 6 Νοεμβρίου 2007. 
  12. Melina, Vesanto, MS, RD & Davis, Brenda, RD: "The New Becoming Vegetarian", page 186–187. Healthy Living Publications, 2003.
  13. «Nutrition Facts and Analysis for wheat grass». Nutritiondata.self.com. Ανακτήθηκε στις 19 Απριλίου 2013. 

Εξωτερικοί σύνδεσμοι Επεξεργασία