Σοφερείμ ονομάζονται οι Ιουδαίοι επαγγελματίες αντιγραφείς των Εβραϊκών Γραφών (Τανάκ) από τις ημέρες του Έσδρα (5ος αιώνας Π.Κ.Χ.) και μετά για μια περίοδο χιλίων ετών περίπου. Επίσης, αναφέρονται και ως «γραμματείς».

Σοφέρ "σταμ"

Μια πολύ αρχαία ραββινική παράδοση, το Ταλμούδ, συνδέει αυτό τον όρο με το εβραϊκό ρήμα σαφάρ που σημαίνει «καταμετρώ», αναφέροντας: «Οι αρχαίοι λόγιοι ονομάζονταν Σοφερείμ διότι μετρούσαν όλα τα γράμματα της Τορά», δηλαδή της Πεντατεύχου (των πέντε πρώτων βιβλίων των Εβραϊκών Γραφών). Μετρούσαν όλα τα γράμματα των λέξεων που αντέγραφαν με σκοπό να ελέγξουν αν τα αντίγραφα που επιμελούνταν ήταν εντελώς όμοια με τα πρωτότυπα. Οι 815.140 χαρακτήρες της εβραϊκής γλώσσας από τους οποίους αποτελείται το κείμενο των Εβραϊκών Γραφών καθιστούσαν το έργο τους ιδιαίτερα κοπιαστικό. Οι φιλόπονες προσπάθειες αυτών των αντιγραφέων του Βιβλικού κειμένου εξασφάλισαν αναμφίβολα τον μεγάλο βαθμό ακρίβειας με το οποίο μεταδόθηκε στο πέρασμα των αιώνων το κείμενο των Εβραϊκών Γραφών. Τους διαδέχτηκαν οι Μασορίτες.

Σύμφωνα με την ιουδαϊκή παράδοση, ο όρος Σοφερείμ εφαρμόζεται πιο συγκεκριμένα στην αρχαιότερη ομάδα γραμματέων από τον 5ο έως τον 3ο αιώνα Π.Κ.Χ., δηλαδή από τον Έσδρα μέχρι τον Αντίγονο του Σόχο. Μετά από εκείνους εμφανίστηκαν οι Ζουγώθ, τα ζεύγη λογίων του κειμένου, κατά τη διάρκεια του 2ου και του 1ου αιώνα Π.Κ.Χ., δηλαδή από τον Ιωσή μπεν Ιωεζέρ μέχρι τον Χιλλέλ. Η τρίτη ομάδα γραμματέων ήταν οι Ταναΐμ (οι «αναμεταδότες» ή «δάσκαλοι» του προφορικού νόμου), από τον καιρό του θανάτου του Χιλλέλ έως το θάνατο του Ιούδα Ανασί μετά το 200 Κ.Χ.. Πέρα από τη μετάδοση και την αναπαραγωγή του Βιβλικού κειμένου, οι διδασκαλίες που ανέπτυξαν αυτές οι τρεις ομάδες γραμματέων, οι οποίοι είχαν τον τίτλο είτε του Ραββί είτε του Ραββάν (ανώτερος του Ραββί) δηλαδή του «δασκάλου», καταγράφηκαν στη Μισνά, την Τοσεφτά, τη Μπαραϊθόθ και τη Μιδράς.

Πηγές Επεξεργασία

  • Gleason Archer, A Survey of Old Testament Introduction, Revised and Expanded, 1996, Moody Publishers.