Ο συνδικαλισμός ορίζεται η δράση εργαζομένων, επαγγελματιών ή φοιτητών, για την διεκδίκηση των δικαιωμάτων τους[1]. Ο όρος συνδικαλισμός έχει αρχαιοελληνική προέλευση από το "συνδικάτο" που σημαίνει συνήγορος, υπερασπιστής.

Πρόκειται για μια συλλογική δραστηριότητα ανθρώπων που ασκούν το ίδιο επάγγελμα και δραστηριοποιούνται με στόχους την προάσπιση των κοινών τους συμφερόντων και την προβολή των διεκδικήσεών τους. Μορφές συνδικαλισμού είναι η ίδρυση επαγγελματικών ενώσεων (σωματείων, συνδικάτων), η ψήφιση πλαισίων με αμεσοδημοκρατικές διαδικασίες, η συλλογική προβολή και διεκδίκηση αιτημάτων, η απεργία κτλ.

Συνήθως, με την χρηση του όρου ταυτίζεσαι το αγωνιστικό ρεύμα του εργατικού κινήματος, με ριζοσπαστικά χαρακτηριστικά και στάση αντιπολίτευσης στις εκάστοτε κυβερνήσεις. Παρόλα αυτά, ο συνδικαλισμός αναφέρεται σε όλες τις συνελεύσεις και δράσεις των διαφόρων επαγγελματικών σωματείων, ενώ στο παρελθόν και σε διάφορα κράτη, έχουν επικρατήσει και άλλα ρεύματα συνδικαλισμού όπως ο κορπορατικός, ο χριστιανικός, ο αναρχοσυνδικαλιστικός και ο φασιστικός.

Ιστορικό Επεξεργασία

Η έννοια της συνδικαλιστικής επανάστασης ή του επαναστατικού συνδικαλισμού εμφανίστηκε στα γαλλικά σοσιαλιστικά περιοδικά το 1903 όταν η γαλλική Γενική Συνομοσπονδία Εργασίας (Confederation générale du travail, CGT) χρησιμοποίησε τον όρο για να περιγράψει το νόημα του συνδικαλισμού. Ο Λάρι Πέτερσον δίνει έναν πιο περιοριστικό ορισμό του συνδικαλισμού βάσει μερικών κριτηρίων:

  • Διαφωνία με τα πολιτικά κόμματα.
  • Η γενική απεργία ως το υπέρτατο επαναστατικό όπλο.
  • Αντικατάσταση του κράτους από μια "ομοσπονδιακή, οικονομική οργάνωση της κοινωνίας".
  • Καθιέρωση των συνδικάτων ως τα βασικά δομικά στοιχεία μιας μετα-καπιταλιστικής κοινωνίας.

Παραπομπές Επεξεργασία

  1. «συνδικαλισμός». TheFreeDictionary.com. Ανακτήθηκε στις 31 Ιανουαρίου 2024.