Σόλιδος

Χρυσό νόμισμα εκδοθέν στη Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία

Ο Σόλιδος ήταν χρυσό κέρμα της Ρωμαϊκής αυτοκρατορίας. Καθιερώθηκε από τον αυτοκράτορα Κωνσταντίνο Α΄ γύρω στο έτος 309. Αναφέρεται και ως νόμισμα στις πηγές ή bezant (βυζαντινό) από τους Άραβες και Σταυροφόρους. Τον 10o-11ο αι. λεγόταν ιστάμενον. Είχε διάμετρο 20 mm, ζύγιζε περίπου 4,5 gr και αποτελείτο από χρυσό καθαρότητας 96%. Μαζί με τον φόλλι ήταν τα χαρακτηριστικά νομίσματα της Αυτοκρατορίας από τον 4ο ως τον 11ο αι.

Σόλιδος του αυτοκράτορα Κωνστάντιου Β' με την μορφή του.

Ιστορία Επεξεργασία

 
Σόλιδος του Ιουστινιανού Α´, 527-565

Η λέξη σόλιδος (solidus) στα λατινικά σημαίνει στερεός, συμπαγής και αναφέρεται στην καθαρότητα του νομίσματος σε χρυσό.

Μετά την οικονομική κρίση του 3ου αι. ο Διοκλητιανός έκανε μια νομισματική μεταρρύθμιση. Ο πρώτος σόλιδος κόπηκε το 301 σε αντικατάσταση του aureus, του ως τότε χρυσού νομίσματος της Αυτοκρατορίας. Ένας solidus ήταν πάντα ο μισθός του στρατιώτη. Οι aurei του Ιουλίου Καίσαρος ζύγιζαν το 1/40 της λίβρας, στην εποχή του Καρακάλλα το 1/50. Ο σόλιδος του Διοκλητιανού ορίσθηκε στο 1/60 της λίβρας (5,45 gr) και ίσος με 1.000 δηνάρια, αλλά κόπηκαν λίγοι σόλιδοι και έτσι δεν είχε επίπτωση στην πραγματική οικονομία. Ο Κωνσταντίνος Α' το 312 όρισε το σόλιδο στο 1/72 της λίβρας (4,55 gr) και ίσο με 275.000 υποτιμημένα δηνάρια. Θεωρητικά ήταν από καθαρό χρυσό, αλλά η τεχνολογία της εποχής μπορούσε να παράγει χρυσό καθαρότητας 95,8%· ζύγιζε 24 κεράτια (1 κεράτιο = 0,189 gr)[1] από τα οποία τα 23 κεράτια ήταν χρυσός. Ο Κωνσταντίνος Α' ήταν που έκοψε μεγάλο αριθμό σολίδων και καθιερώθηκε για τους επόμενους αιώνες (4ο - 11ο) ως το νόμισμα της Αυτοκρατορίας, κυρίως διότι το βάρος του ήταν σταθερό. Κυκλοφορούσαν και υποδιαιρέσεις του σόλιδου, ο semissis (ήμισυ) και ο tremissis (το 1/3). Ο Νικηφόρος Β' Φωκάς (963-969) για οικονομικούς λόγους έκοψε ένα ακόμη χρυσό νόμισμα, μικρότερου βάρους (4,05 gr) από το σόλιδο, το τεταρτηρόν. Στα επόμενα έτη για να ξεχωρίζουν εύκολα τα δύο νομίσματα, οι σόλιδοι, που λεγόταν τώρα ιστάμενα, γινόταν λεπτότερα νομίσματα, μεγαλύτερης διαμέτρου (ως 26 mm) και κυρτά, ενώ τα τεταρτηρά ήταν πιο παχιά, μικρότερης διαμέτρου και επίπεδα. Αν και υπήρχε νόμος που απαγόρευε την έξοδο των χρυσών νομισμάτων από τη χώρα, οι εμπορικές διασυνδέσεις έκαναν να βρεθούν σόλιδοι στη Ρωσία, την κεντρική Ευρώπη, την Ουκρανία, στη Συρία ακόμη και στην Κίνα. Η σταθερότητα του βάρους, του μεγέθους και της περιεκτικότητας σε χρυσό τα έκανε παγκοσμίως αποδεκτά.

Οι οικονομικές δυσκολίες ανάγκασαν τους αυτοκράτορες να μειώσουν την περιεκτικότητά του σε χρυσό: οι σόλιδοι του Μιχαήλ Δ' του Παφλαγώνα είχαν 22 κεράτια χρυσού, του Κωνσταντίνου Θ' Μονομάχου 21 κεράτια, του Κωνσταντίνου Ι' Δούκα 18, του Ρωμανού Δ' Διογένη 16, του Μιχαήλ Ζ' Δούκα 14, του Νικηφόρου Β' Βοτανειάτη 8. Οι πρώτοι σόλιδοι του Αλεξίου Α' Κομνηνού είχαν χρυσό βάρους 8 κερατίων και μετέπειτα καθόλου χρυσό, έτσι αναγκάστηκε να πάρει αφιερώματα και σκεύη από τις εκκλησίες και να κόψει νέα νομίσματα. Στη νομισματική του μεταρρύθμιση του 1092 καταργήθηκαν τα ιστάμενα· νέο χρυσό νόμισμα της Αυτοκρατορίας έγινε το υπέρπυρον που περιείχε 20,5 κεράτια χρυσού (περιεκτικότητα 85% σε χρυσό).

Η εξέλιξη των παραστάσεων Επεξεργασία

 
Ο Ηράκλειος γενειοφόρος με μύστακα, δεξιά ο Κωνσταντίνος Γ' και αριστερά ο μικρότερος Ηρακλεωνάς. Άλλη όψη: σταυρός επί βάσης 4 βαθμίδων με επιγραφή VICTORIA AVGVS. CON. OB'

Σόλιδοι κοβόταν σε πολλά νομισματοκοπεία του κράτους: Κωνσταντινούπολη (CON), Ρώμη, Τριρ, Μιλάνο, Ραβένα, Συρακούσες, Καρχηδών, Θεσσαλονίκη (THES), Αλεξάνδρεια, κά. Τα πρώτα νομίσματα έφεραν συνήθως την προτομή του αυτοκράτορα με στρατιωτική εξάρτηση (θώρακα, ασπίδα, δόρυ, περικεφαλαία) σε κατατομή (προφίλ) ή 3/4 στη μία όψη τους. Στην άλλη όψη στην αρχή υπήρχε πτερωτή Νίκη, που αργότερα έγινε άγγελος που κρατά σταυρό· οι σόλιδοι του Τιβερίου Β' έχουν στην οπίσθια όψη σταυρό επί βαθμιδωτής βάσης, ίσως ο σταυρός του Γολγοθά. Οι semissis είχαν σταυρό επί σφαίρας και οι tremissis σταυρό σκέτο. Η μορφή του αυτοκράτορα είναι τυποποιημένη και δεν διαφοροποιείται ανάλογα με το πρόσωπο. Από την εποχή του Φωκά όμως τα πρόσωπα είναι αναγνωρίσιμα, διαφορετικά μεταξύ τους. Ο Ηράκλειος και ο εγγονός του Κώνστας Β' εμφανίζονται ολόσωμοι με μακριές γενειάδες και μακρούς μύστακες. Συνοδεύονται από τους γιους τους, προβάλλοντας έτσι τους διαδόχους τους. Ο εγγονός του Κώνστα Β', ο Ιουστινιανός Β' θα βάλει για πρώτη φορά στη μία όψη τη μορφή του Χριστού (στον τύπο του παντοκράτορος). Στην άλλη όψη ο αυτοκράτορας ολόσωμος κρατά σταυρό επί βαθμιδωτής βάσης (ή επί σφαίρας για τους semissis). Οι επόμενοι εικονομάχοι αυτοκράτορες αντικαθιστούν τη μορφή του Χριστού με τη μορφή του πατέρα τους. Η κακή ποιότητα στις κοπές της περιόδου της Εικονομαχίας έκαναν τις μορφές όμοιες· ο γιος έχει μικρότερο μέγεθος από τον πατέρα για να ξεχωρίζει. Το 842 αποβιώνει ο τελευταίος εικονομάχος αυτοκράτορας, ο Θεόφιλος και το επόμενο έτος η σύζυγός του αναστηλώνει τις εικόνες, έτσι η μορφή του Χριστού επαναφέρεται στα νομίσματα.

Οι συνήθεις επιγραφές γύρω από την προτομή του αυτοκράτορα είναι π.χ. DN IVSTINIANVS PP AVG, δηλ. DOMINUS (δεσπότης, κύριος) ... PERPETUUS AVGUSTUS (αιώνιος Αύγουστος). Στην άλλη όψη[2] γύρω από τη Νίκη υπάρχει η επιγραφή VICTORIA AVGVSTA ή γύρω από τον ένθρονο Χριστό η επιγραφή ΙHS XΙC REX REGNANTVM (βασιλεύς βασιλέων). Στο κάτω μέρος αναφέρεται το νομισματοκοπείο, π.χ. CON (Κωνσταντινούπολη) και τα γράμματα OB (οβ' = 72), που δηλώνουν το βάρος του χρυσού σε κόκκους[3]. Το έτος της βασιλείας του αυτοκράτορα που κόπηκε το νόμισμα δεν αναφέρεται όπως στους φόλλεις.

Οι σόλιδοι με τη μορφή του Κωνσταντίνου Α' λεγόταν Κωνσταντινάτα και συνεκδοχικά όλα τα χρυσά νομίσματα λεγόταν έτσι. Οι άνθρωποι του λαού πίστευαν ότι αυτά με τη μορφή του αγίου Κωνσταντίνου έχουν θαυμαστές, θεραπευτικές ιδιότητες. Τα νομίσματα με τη μορφή του Μανουήλ Α' ο απλός λαός τα έλεγε Μανουηλάτα. Αν είχαν τη μορφή του Αγ. Γεωργίου, Αγιογεωργάτα.

Επιρροή σε νομίσματα άλλων χωρών Επεξεργασία

 
Χρυσό νόμισμα του Οδόακρου, κατακτητή της Ιταλίας, που μιμείται σόλιδο του Ζήνωνα: DN ZENO PERPE. AVG. / VICTORIA AVGCCA CON. OB'

Οι κατακτητές που βρέθηκαν σε εδάφη της αυτοκρατορίας μιμήθηκαν τους σόλιδους, όπως οι Οστρογότθοι, οι Άραβες υπό τους Ομεϋάδες, κά. Τον 8ο αι. ο Πεπίνος ο βραχύς, πατέρας του Καρλομάγνου, υιοθέτησε το παλαιό Ρωμαϊκό νομισματικό σύστημα. Οι λαοί εκτός των ορίων της Αυτοκρατορίας (Φράγκοι, Άγγλοι, κά) δεν είχαν χρυσό, έτσι το αντίστοιχο του solidus (γαλλ. sou, αγγλ. shilling) παρέμεινε θεωρητικό νόμισμα, ως πολλαπλάσιο του αργυρού δηναρίου τους (γαλλ. denier, αγγλ. penny[4]). Βάση ήταν η λίβρα αργύρου (γαλλ. livre, αγγλ. pound[5]). Ήταν 1 λίβρα αργύρου (livre/pound) = 20 sous/shillings και 1 sou/shilling = 12 deniers/pence. Στη Δ. Ευρώπη κυκλοφορούσαν μόνο αργυρά και χάλκινα κέρματα ως τον 13ο αι. Τα μόνα χρυσά που κυκλοφορούσαν ήταν της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας κομμένα στην Κωνσταντινούπολη. Τα εκτιμούσαν για το σταθερό τους βάρος και τη σταθερή περιεκτικότητα σε χρυσό. Τα πρώτα χρυσά νομίσματα εκτός της Αυτοκρατορίας κόπηκαν μετά την Δ' Σταυροφορία, από τη Φλωρεντία το 1252 (φλωρίνι) και τη Βενετία το 1284 (δουκάτο). Οι Άραβες, που μετά την κατάκτηση της Αιγύπτου είχαν πρόσβαση στα μεταλλεία χρυσού του Β. Σουδάν, έκοψαν χρυσά νομίσματα αντιγράφοντας τους σόλιδους. Οι Σταυροφόροι έλεγαν bezant τα ρωμαϊκά και τις αραβικές μιμήσεις.

Το ασημένιο μεσαιωνικό νόμισμα της Ιταλίας ήταν το soldo. Ο σόλιδος ήταν ο μισθός του ρωμαίου στρατιώτη, έτσι ο μισθός λέγεται sueldo (ισπαν.), soldo (πορτογ.) και ο στρατιώτης λέγεται soldier (αγγλ.), soldado (ισπαν., πορτογ.).

Παραπομπές Επεξεργασία

  1. κεράτιο = ο σπόρος της κερατέας (χαρουπιάς)
  2. Εμπρός όψη θεωρείται αυτή με την πιο σημαίνουσα παράσταση, ενώ οπίσθια όψη η άλλη. Αν η μία όψη έχει τον αυτοκράτορα και η άλλη τη Νίκη, εμπρόσθια θεωρείται αυτή με τον αυτοκράτορα. Αν η μια έχει τον αυτοκράτορα και η άλλη τον Χριστό, εμπρόσθια λέμε αυτή με το Χριστό
  3. 1 σόλιδος = 24 κεράτια, 1 κεράτιο = 3 κόκκοι κριθαριού
  4. συμβολίζεται με d.
  5. συμβολίζεται με lb.

Πηγές Επεξεργασία

  • J. Banaji: Precious metal coinages and monetary expansion in Late Antiquity.
  • F. De Romanis, S. Sorda: Dal denarius al dinar. L’oriente e la moneta Romana. Atti dell’incontro di studio Roma 16–18 settembre 2004. Ρώμη 2006, σελ. 265–303.
  • Philip Grierson: Byzantine Coinage Έκδοση Dumbarton Oaks Research Library and Collection, washington DC 1999 2nd edition, p.6-12

Εξωτερικοί σύνδεσμοι Επεξεργασία