Υπερθυρεοειδισμός

κλινικό σύνδρομο κατά το οποίο ο θυρεοειδής αδένας υπερλειτουργεί και παράγει αυξημένη ποσότητα θυρεοειδικών ορμονών

Ο υπερθυρεοειδισμός είναι η κατάσταση κατά την οποία ο θυρεοειδής αδένας εκκρίνει υπερβολικές ποσότητες θυρεοειδικών ορμονών.[1] Τα συμπτώματα του υπερθυρεοειδισμού ποικίλλουν από ασθενή σε ασθενή, ωστόσο τις περισσότερες φορές περιλαμβάνουν ευερεθιστότητα και νευρικότητα, μυϊκή αδυναμία, διαταραχές του ύπνου, ταχυκαρδία, δυσανεξία στη ζέστη, διάρροια, διόγκωση του θυρεοειδούς, απότομη απώλεια βάρους.

Ο θυρεοειδής αδένας.

Ο υπερθυρεοειδισμός δεν έχει πάντα την ίδια αιτία. Πολλές ασθένειες, καθώς και η κατανάλωση κάποιων φαρμάκων, ευθύνονται για την εμφάνισή του. Η κύρια αιτία είναι η Νόσος Γκρέιβς η οποία προκαλείται από αυτοάνοση απόκριση, και ευθύνεται για περίπου το 70% των συνολικών περιστατικών υπερθυρεοειδισμού. Η δεύτερη σημαντικότερη αιτία είναι η οζώδης τοξική βρογχοκήλη, κατά την οποία αναπτύσσονται στον αδένα ένας οι περισσότεροι όζοι, που παράγουν θυρεοειδικές ορμόνες ανεξέλεγκτα. Μικρότερης έκτασης αιτίες είναι η οζώδης βρογχοκήλη, η θυρεοειδίτιδα, το αδένωμα υπόφυσης, η υπερβολική λήψη ιωδίου από τη διατροφή, η λήψη συνθετικών θυρεοειδικών ορμονών.[2]

Η διάγνωση του υπερθυρεοειδισμού γίνεται αρχικά με την καταγραφή των συμπτωμάτων και την παρατήρηση του ασθενή, ενώ επιβεβαιώνεται με αιματολογικές εξετάσεις. Εκεί διαπιστώνεται η χαμηλή τιμή της θυρεοειδοτρόπου ορμόνης (TSH) και οι υψηλές τιμές της θυροξίνης (T4) ή της τριιωδωθυρονίνης (T3). Τη διάγνωση μπορεί να βοηθήσει το σπινθηρογράφημα θυρεοειδούς με ραδιενεργό τεχνήτιο και ο προσδιορισμός των αντισωμάτων υποδοχέων TSH (TSI). Λιγότερο μπορεί να βοηθήσει το υπερηχογράφημα θυρεοειδή.[3]

Η θεραπεία του υπερθυρεοειδισμού εξαρτάται από την αιτία και τη σοβαρότητα της κατάστασης του ασθενούς. Οι επιλογές για τη συντηρητική θεραπεία είναι η λήψη ραδιενεργού ιωδίου και η μερική ή ολική καταστροφή του υπερλειτουργούντα θυρεοειδή, και η λήψη αντιθυρεοειδικών φαρμάκων. Σε περιπτώσεις που κρίνεται απαραίτητο, μπορεί να γίνει και χειρουργική αφαίρεση μικρού ή μεγάλου τμήματος του αδένα.

Η θεραπεία με ραδιενεργό ιώδιο περιλαμβάνει την εφάπαξ από του στόματος χορήγηση κατάλληλης ποσότητας φαρμάκου (ιώδιο-131) σε σχέση με το βάρος του θυρεοειδή. Το ραδιοφάρμακο καταναλώνεται από τον αδένα, τον οποίο και καταστρέφει μέσα σε μερικές εβδομάδες ή μήνες. Η συνηθέστερη παρενέργεια είναι η μετατροπή του ασθενή από υπερθυρεοειδικό σε υποθυρεοειδικό. Ωστόσο, η διαχείριση του υποθυρεοειδισμού με τη λήψη συνθετικής θυροξίνης είναι σαφώς μια πιο ευνοϊκή κατάσταση από αυτήν του υπερθυρεοειδισμού.

Η φαρμακευτική αντιμετώπιση του υπερθυρεοειδισμού περιλαμβάνει τη λήψη αντιθυρεοειδικών φαρμάκων όπως η μεθιμαζόλη (θειαμαζόλη) και πιο σπάνια η προπυλοθειουρακίλη και η καρβιμαζόλη, οι οποίες μειώνουν την παραγωγή και τα επίπεδα στο αίμα των Τ3 και Τ4. Συμπληρωματικά, μπορεί να χορηγηθούν και β-αναστολείς (beta-blockers), για την προσωρινή διαχείριση συμπτωμάτων όπως η ταχυκαρδία και η εξάντληση.

Η χειρουργική αντιμετώπιση έγκειται στην ολική ή τμηματική αφαίρεση του θυρεοειδή και συνίσταται σε περιπτώσεις που ο ασθενής δεν ανταποκρίνεται στη συντηρητική θεραπεία ή υπάρχει υποψία καρκίνου.

Παραπομπές Επεξεργασία

  1. Bahn, Rebecca S.; Burch, Henry B.; Cooper, David S.; Garber, Jeffrey R.; Greenlee, M. Carol; Klein, Irwin; Laurberg, Peter; McDougall, I. Ross και άλλοι. (2011-04-21). «Hyperthyroidism and Other Causes of Thyrotoxicosis: Management Guidelines of the American Thyroid Association and American Association of Clinical Endocrinologists». Thyroid 21 (6): 593–646. doi:10.1089/thy.2010.0417. ISSN 1050-7256. http://online.liebertpub.com/doi/abs/10.1089/thy.2010.0417. 
  2. Devereaux, Danielle; Tewelde, Semhar Z.. «Hyperthyroidism and Thyrotoxicosis». Emergency Medicine Clinics of North America 32 (2): 277–292. doi:10.1016/j.emc.2013.12.001. http://linkinghub.elsevier.com/retrieve/pii/S0733862713001314. 
  3. «Hyperthyroidism». www.niddk.nih.gov. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 20 Δεκεμβρίου 2016. Ανακτήθηκε στις 21 Αυγούστου 2016.