Η χιτίνη (αγγλ.: chitin, γαλ.: chitine) είναι οργανική ουσία, γραμμικός πολυσακχαρίτης που περιέχει μονάδες δεσμού Β Ν-ακετυλογλυκοζαμίνης που τυγχάνει ιδιαίτερα δυνατός λόγω των μεγάλων ινωδών μορίων. Οι ιδιότητές της μοιάζουν λίγο με της κερατίνης, που υπάρχει λ.χ. στα μαλλιά και νύχια. Είναι κύρια δομική συνιστώσα (δομικά τοιχώματα) των μυκήτων και του εξωσκελετού των αρθρόποδων. Δεν απαντάται στα σπονδυλωτά. Έγινε γνωστή και με το όνομα Fungin αφού ανακαλύφθηκε και έγινε επιτυχημένη ανάλυσή της για πρώτη φορά το 1811 στα μανιτάρια (πληθ. Fungi)[1]

Λίγο επιπόλαια ονομάζεται απλώς χιτινισμένο ένα τμήμα του εξωσκελετού, που περιέχει περισσότερη χιτίνη και εκτός τούτου, έχει σκληρυνθεί. Πολλές φορές τέτοιες περιοχές έχουν τη μορφή μιας πλάκας. Αυτές οι πλάκες λέγονται σκληρίτες. Οι μεμβράνες, που συνδέουν τους σκληρίτες, επίσης περιέχουν χιτίνη, που όμως δεν έχουν υποστεί τη διαδικασία σκλήρυνσης και έμεινε μαλακή.


Χιτίνη

Από χημική άποψη η χιτίνη είναι βιομακρομόριο, δηλαδή μια μεγάλη αλυσίδα από επαναλαμβανόμενες μονάδες και μοιάζει με την κυτταρίνη. Είναι αζωτούχος πολυσακχαρίτης με 2-δεοξυ-2-ακετυλάμινο-D-γλυκόζη όπως ένα σάκχαρο [2]. Η χημική δομή της χιτίνης φαίνεται στην εικόνα δεξιά [3]. Υπάρχουν διάφορα είδη χιτίνης, που διαφέρουν ως προς το μήκος των αλυσίδων. Στα έντομα συναντούμε την α-χιτίνη.

Τα στρώματα που αποτελούνται από παράλληλα μικροϊνίδια χιτίνης είναι μαλακά, ελαστικά και εύκαμπτα. Κατά κανόνα, μετά την έκδυση στα έντομα μόνο οι μεμβράνες μένουν έτσι. Ο υπόλοιπος εξωσκελετός σκληραίνει (σκληρωτίνιση) με τη βοήθεια πρωτεϊνών που εκτελούν τη λειτουργία αυτή της σκλήρυνσης. Μία από αυτές είναι η σκληρωτίνη. Είναι μια κερατοειδής, σκληρή και ανθεκτική δομική πρωτεΐνη [4].

Η χιτίνη προστατεύει τα έντομα από δυσμενείς καιρικές συνθήκες, πίεση, από τους περισσότερους μικροοργανισμούς, πιθανές μηχανικές βλάβες ή τραυματισμούς και αφυδάτωση. Είναι αδιάλυτη στο νερό, στην αιθυλική αλκοόλη, στα αλκαλικά αραιά οξέα και στους οργανικούς διαλύτες. Είναι άπεπτη για τα περισσότερα ζώα και αποικοδομείται μόνο από μερικά βακτήρια και ακτινομύκητες. Πλέον είναι γνωστά μερικά ένζυμα που διασπούν τη χιτίνη (χιτινάσες)[5].

δομικά χρώματα

Η χιτίνη είναι άχρωμη, αλλά οι διαστάσεις των διάφορων στρωμάτων από παράλληλα μικροϊνίδια μπορούν να δημιουργούν διάφορες αποχρώσεις, τα λεγόμενα δομικά χρώματα που οφείλονται στην ανάλυση του λευκού φωτός [6] [7].

Σημειώσεις και παραπομπές Επεξεργασία

  1. Großes Lexikon der Tierwelt Lingen Verlag Köln
  2. «Άρθρο για υδατάνθρακες» (PDF). Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο (PDF) στις 20 Μαρτίου 2009. Ανακτήθηκε στις 20 Μαρτίου 2009. 
  3. dtv-Atlas zur Biologie Deutscher Taschenbuchverlag München ISBN 3-423-03011-9
  4. Grzimek's Animal Life Encyclopedia Vol. 3 Thomson Gale ISBN 0-7876-5779-4
  5. «Ελληνική Εταιρία Βιολογικών Επιστημών» (PDF). Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο (PDF) στις 19 Ιουλίου 2006. Ανακτήθηκε στις 17 Ιανουαρίου 2007. 
  6. «Γερμανικό βιβλίο για Polymer-Opale» (PDF). Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο (PDF) στις 20 Ιανουαρίου 2007. Ανακτήθηκε στις 17 Ιανουαρίου 2007. 
  7. Αγγλικό άρθρο για χρώματα στις πεταλουδες