Με τη λατινική ονομασία Libri Carolini (μετάφραση: βιβλία του Καρόλου), ή Opus Caroli regis contra synodum (το έργο του βασιλέως Καρόλου εναντίον της συνόδου) ή απλώς βιβλία του Καρλομάγνου, είναι γνωστή η τετράτομη θεολογική πραγματεία η οποία γράφτηκε υπό τον Καρλομάγνο της γερμανικής αυτοκρατορίας των Καρολιδών έναντι των αποφάσεων που πάρθηκαν το 787 κατά την Ζ´ Οικουμενική Σύνοδο -γνωστή και ως Β´ σύνοδος της Νίκαιας επί της αυτοκράτειρας Ειρήνης της Αθηναίας- από τις εκκλησιαστικές αρχές. Κατά τη σύνοδο αυτή, αποφασίστηκε η επαναφορά της λατρείας των εικόνων (αγιογραφιών) και η καταδίκη των εικονομάχων, και τα πορίσματα της έγιναν αποδεκτά από όλα τα πατριαρχεία (της Ρώμης στην επικράτεια των Καρολιδών και τα Κωνσταντινούπολης, Αλεξανδρείας, Αντιοχείας, Ιεροσολύμων στην επικράτεια των Βυζαντινών) και εκκλησίες.[1] Το γραπτό αυτό είναι γνωστό για την εξαιρετικά οξεία κριτική του και επιθετικό ύφος εναντίον των αποφάσεων της Συνόδου, και εναντίον των Γραικών (Βυζαντινών), στους οποίους τα γραπτά αναφέρονται ως Γραικούς αντί για Ρωμαίους[2] όπως κατά τα πρότυπα της συγκεκριμένης περιόδου τουλάχιστον σε επίσημα έγγραφα. Η αντιπαράθεση αυτή πέρα από τη θεολογική της υπόσταση εκφράστηκε κατά τους επόμενους αιώνες σε ευρύτερα πολιτικοκοινωνικά πλαίσια με την ονομασία της Αγίας Ρωμαΐκής Αυτοκρατορίας (με απαρχή τους Καρολίδες) έναντι της υπάρχουσας Ανατολικής Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας (πλέον γνωστή ως βυζαντινή) η οποία ήταν ο φυσικός συνεχιστής του πραγματικού κράτους της ρωμαϊκής αυτοκρατορίας.

Libri Carolini
Σελίδα της εισαγωγής του έργου, βιβλιοθήκη του Βατικανού
ΣυγγραφέαςTheodulf of Orléans
ΤίτλοςOpus Caroli regis contra synodum
Γλώσσαλατινική γλώσσα
Ημερομηνία δημοσίευσηςΔεκαετία του 790
ΘέμαΕικονομαχία στο Βυζάντιο
Commons page Σχετικά πολυμέσα

Εκτός από την αποστολή τους στον Πάπα Αδριανό Α΄, ο οποίος απάντησε με μια grandis et verbosa epistola (αξιοπρεπή και λεπτομερή επιστολή) και αντέκρουσε τα επιχειρήματα του Καρλομάγνου,[3][4][5] τα χειρόγραφα του Libri Carolini δεν προωθήθηκαν και δεν έγιναν ευρύτερα γνωστά την εποχή που γράφτηκαν, και κατά τους επόμενους αιώνες πέρασαν στην αφάνεια και ήταν σχεδόν τελείως άγνωστα, έως ότου εκτυπώθηκαν για πρώτη φορά υπό τον τίτλο Eriphele (Εριφύλη) το 1549 από τον Ζαν ντυ Τιλλέ (Jean du Tillet), ο οποίος ήταν καθολικός επίσκοπος του Μω (Meaux) στη Γαλλία. Στα γραπτά αυτά εκφράζονται σε έντονο ύφος συνολικά 120 αντιρρήσεις εναντίον της Ζ´ Οικουμενικής Συνόδου με χαρακτηρισμούς όπως dementiam (άνοια), priscae Gentilitatis obsoletum errorem (μια παλιά και ξεπερασμένη παγανιστική παρανόηση), argumenta insanissima et absurdissima (πλέον παρανοϊκά και παράλογα επιχειρήματα), derisione dignas naenias (δημηγορίες αντάξιες περίγελου), κτλ.[3] Οι σύγχρονες εκδόσεις του έργου βασίζονται στο χειρόγραφο που διασώζεται στη βιβλιοθήκη του Βατικανού.[6] Την εποχή εκείνη είναι επίσης γνωστό πως ο Καρλομάγνος ήταν εξαιρετικά εκνευρισμένος με την αυτοκράτειρα Ειρήνη, διότι αυτή είχε αρνηθεί να παντρέψει τον γιο της με την κόρη του, καθώς και για την υποστήριξη που παρείχε στους Λομβαρδούς.[7]

Όταν το βιβλίο εκτυπώθηκε στα μέσα του 16ου αιώνα, εποχή κατά την οποία εξελισσόταν στην Ευρώπη η θρησκευτική Μεταρρύθμιση και η αντιπαράθεση μεταξύ ρωμαιοκαθολικών και προτεσταντών, το κείμενο προκάλεσε τόσο ενθουσιασμό όσο και σύγχυση, ενώ υιοθετήθηκε από μερίδα Προτεσταντών όπως ο Ιωάννης Καλβίνος ως πολεμική εναντίον των ρωμαιοκαθολικών και ορθοδόξων δογμάτων.[8]

Συγγραφέας του έργου Επεξεργασία

 
Μωσαϊκό της κιβωτού της Διαδήκης, 806, από το ορατόριο του επισκόπου Θεοδόλφου της Ορλεάνης, του πιο πιθανού συγγραφέα του κειμένου.

Το έργο ξεκινά με τη φράση του κολοφώνα, Εις το όνομα του Κυρίου και Σωτήρος μας Ιησού Χριστού ξεκίνησε η εργασία του πλέον επιφανούς, ευειδούς και ενδόξου αντρός Καρόλου, με τη χάρη του Θεού βασιλέα των Φράγκων, Γαλατών, Γερμανών, Ιταλών, και γειτονικών επαρχιών, με τη βοήθεια του βασιλέως, εναντίον της Συνόδου εις την οποία τα μέλη των Γραικών σταθερά και υπερηφάνως αποφασίσαν υπέρ της λατρείας των εικόνων παράτολμα και αλαζονικά, και μετέπειτα ακολουθεί η εισαγωγή του Καρλομάγνου.[9]

Κατά μερίδα συγχρόνων ιστορικών το κείμενο γράφτηκε από τον Θεοδόλφο της Ορλεάνης για λογαριασμό του Καρλομάγνου,[10][11][12][5][2] ο οποίος ήταν συγγραφέας και ποιητής ισπανικής βισιγοτθικής καταγωγής, και για τον οποίο υπάρχουν αναφορές περί λειτουργικής στο έργο. Είναι επίσης πιθανό πως το έργο αποτελεί συλλογικό έργο από διαφόρους συγγραφείς οι οποίοι το εξέδωσαν στο όνομα του Καρλομάγνου, εξ αυτών των συγγραφέων ωστόσο ο Θεοδόλφος φαίνεται να είναι ο πιθανότερος.[10]

Κατά το παρελθόν, ως πιθανός συγγραφέας θεωρούνταν επίσης ο Άνγκιλραμ, επίσκοπος του Μεζ (Metz) στη Γαλλία, τότε τμήμα της αυτοκρατορίας των Καρολιδών, ή εν τέλει κάποιοι άλλοι Φράγκοι επίσκοποι, με την υπόθεση πως, αφότου ο Πάπας Αδριανός Α´ έστειλε τα πορίσματα της συνόδου στον Καρλομάγνο το 790, ο Καρλομάγνος τα παρέδωσε στους Φράγκους επισκόπους προς εξέταση, και ως αποτέλεσμα προέκυψαν τα Libri Carolini, τα οποία στάλθηκαν ως απάντηση στον Πάπα.

Άλλος πιθανός υποψήφιος συγγραφέας είναι ο εξέχων λόγιος του Καρλομάγνου Αλκουίνος της Υόρκης,[5] καθώς είχε γράψει βιβλία με παρόμοιο περιεχόμενο και υπάρχουν πολλές ομοιότητες μεταξύ των σχολίων του στο κατά Ιωάννην Ευαγγέλιον και αποσπάσματος από την 6η ενότητα του 4ου βιβλίου των Libri Carolini.[13]

Περιεχόμενα Επεξεργασία

 
Αναπαράσταση του Καρλομάγνου (747-814), 15ος αιώνας, Άλμπρεχτ Ντύρερ.

Σύμφωνα με το σύγγραμμα, οι αγιογραφίες μπορούν να χρησιμοποιούνται για τους σκοπούς της εκκλησιαστικής διακόσμησης, για τους σκοπούς διδασκαλίας, καθώς και προς διατήρηση της μνήμης των παρελθόντων γεγονότων. Είναι ανόητο ωστόσο να καίγεται θυμίαμα μπροστά τους και να προβάλλονται υπερβολικά, καθώς και είναι επίσης λάθος να καταστρέφονται. Οι πλέον ισχυρές αντιρρήσεις στο γραπτό επικεντρώνονται εναντίον της λατρείας των εικόνων -όρος που δεν χρησιμοποιείται στα πορίσματα της Οικουμενικής Συνόδου- και πως η λατρεία πρέπει να περιορίζεται μονάχα στον ίδιο τον Θεό και παράλληλα η κατάνυξη να εκφράζεται μόνο σε σχέση με τους ίδιους τους αγίους, άγια σύμβολα, γραφή, και ιερά λείψανα. Η ελληνική λέξη που χρησιμοποιήθηκε στα πορίσματα της Συνόδου ήταν προσκύνησις η οποία χρησιμοποιήθηκε με την έννοια της ευλάβειας αντί της λατρείας.[7]

Επιπλέον τα Libri Carolini επιτίθενται στην όπως τη χαρακτηρίζουν υπερβολική ευλάβεια την οποία οι Γραικοί δείχνουν στους αυτοκράτορες τους, ασκούν κριτική στον διορισμό του Ταράσιου ως πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως και βρίσκουν εσφαλμένη την πατριστική εξήγηση των Γραικών. Επιπλέον υπάρχει σύγχυση μεταξύ δηλώσεων που έγινε κατά την Ζ´ Οικουμενικής Συνόδου και της μη οικουμενικής του 754 (σύνοδος της Ιερείας, υπέρ των εικονομάχων), υπάρχουν συχνές παρερμηνείες γεγονότων, και γενικότερα εκφράζεται έντονο αντιγραικικό/αντιελληνικό αίσθημα.[7]

Τα διάφορα εικονόδουλα επιχειρήματα της Συνόδου απορρίπτονται, όπως για παράδειγμα πως υπάρχει ευλάβεια προς το αντικείμενο της κιβωτού της Διαθήκης, καθώς η κιβωτός θεωρείται πως σχεδιάστηκε από τον ίδιο τον Θεό, ενώ οι εικόνες αποτελούν ανθρώπινο προϊόν. Το συγκεκριμένο επιχείρημα συνδέεται με την υποψηφιότητα του Θεοδόλφου της Ορλεάνης ως πιθανού συγγραφέα.[14]

Τα γενικότερα περιεχόμενα του έργου ερμηνεύτηκαν ως υποστηρικτικά του Προτεσταντισμού από τον Καλβίνο και άλλους αντίθετους με τη χρήση εικόνων κατά τη διάρκεια της θρησκευτικής μεταρρύθμισης. Παράλληλα το έργο τοποθετήθηκε στον κατάλογο απαγορευμένων βιβλίων του Βατικανού όπου παρέμεινε έως και το 1900.[15][16]

Εκδόσεις έργων Επεξεργασία

 
Αναπαράσταση του Πάπα Αδριανού Α´ (700-795), 18ος αιώνας.

Κατά την Ρωμαιοκαθολική Εκκλησία η έντυπη έκδοση του 16ου αιώνα δεν αντιστοιχεί στην έκδοση που στάλθηκε στον Πάπα Αδριανό Α´ από τον Καρλομάγνο, τα επιχειρήματα του οποίου ο Πάπας σχεδίαζε να αντικρούσει. Το επιχείρημα αυτό αναπτύχθηκε από τον Καρλ Γιόζεφ φον Χέφελε, Γερμανό ρωμαιοκαθολικό επίσκοπο και θεολόγο του 19ου αιώνα, ο οποίος παρατήρησε πως τα περιεχόμενα που στάλθηκαν προς τον Πάπα έχουν τελείως διαφορετική σειρά, ενώ αποτελούνται μονάχα από 85 κεφάλαια,[7] ενώ τα έντυπα βιβλία έχουν 120 ή 121 ανάλογα με το αν το τελευταίο κεφάλαιο θεωρείται αυθεντικό. Επιπλέον, τα αποφθέγματα του χειρογράφου του Libri Carolini που παραθέτονται στην απάντηση του Αδριανού, δεν συναντώνται κατά λέξη στο έντυπο Libri Carolini, άλλα ανά περίπτωση είναι πιο περιγραφικά ή πιο σύντομα.[13]

Ο Διονύσιος Πετάβιος, Γάλλος Ιησουίτης θεολόγος του 16ου/17ου αιώνα, γνωστός και ως Ντενί Πετό (Denis Pétau), εκτίμησε πως τα γραπτά που έλαβε ο Πάπας Αδριανός πιθανώς ήταν κάποια αποσπάσματα από το Libri Carolini, τα οποία συνέταξε η σύνοδος της Φρανκφούρτης το 794 υπό τον Καρλομάγνο, στην οποία συμμετείχε η φραγκική ιερατική ιεραρχία και η οποία αντιτάχθηκε στα πορίσματα της Ζ´ Οικουμενικής Συνόδου.[4] Σε σχέση με την υπόθεση του Πετάβιου, ο Χέφελε καταλήγει στο ακριβώς αντίθετο συμπέρασμα, πως δηλαδή τα Libri Carolini αποτελούν επέκταση των γραπτών που στάλθηκαν στον Πάπα και πως η επέκταση αυτή έγινε από τον Καρλομάγνο.

Γενικά, η αυθεντικότητα των Libri Carolini αμφισβητήθηκε στο σύνολό της από πολλούς ρωμαιοκαθολικούς ιστορικούς του 16ου αιώνα όπως ο Καίσαρ Βαρόνιος, Ρομπέρτο Μπελαρμίνο, Σεβερίν Μπίνιος, και Λαρεύντιο Σούριο.

Ωστόσο υπέρ της γνησιότητας του κειμένου συνηγορεί το ότι ορισμένα τμήματα της έντυπης έκδοσης συναντώνται στα γραπτά του Χίνκμαρ, αρχιεπισκόπου της Ρεμς κατά τον 9ο αιώνα και προεξέχουσας μορφής της φραγκικής θεολογίας.[13]

Κακή μετάφραση Επεξεργασία

Έχει γίνει η υπόθεση πως το έργο απαντά σε μια πολύ κακή λατινική μετάφραση των αποφάσεων της Ζ´ Οικουμενικής Συνόδου. Συγκεκριμένο παράδειγμα αποτελεί η απόδοση της λέξης προσκύνησις ως λατρείας αντί ευλάβειας, ενώ σε ό,τι αφορά τη λατρεία είχε προσδιοριστεί στη Σύνοδο πως αυτή προορίζεται μόνο για τις υποστάσεις της Αγίας Τριάδος.[17] Επιπλέον φαίνεται να υπάρχει σύγχυση ανάμεσα στις διάφορες συνόδους (εικονόφιλη Ζ´ Οικουμενική το 787, και εικονομαχική και μη οικουμενική Σύνοδος της Ιερείας το 754), τι συνέβη σε κάθε μια, και ποιος είπε τι πότε, όπως π.χ. αποδίδεται στον Γρηγόριο Νεοκαισαρείας ότι ήταν υπέρ της εικονομαχίας το 754, ενώ στην πραγματικότητα ο Γρηγόριος συμμετείχε στη σύνοδο του 787 διαβάζοντας αποσπάσματα από τη σύνοδο του 754 όντας επικριτικός προς τους εικονομάχους.[13]

Γενικά η όλη μετάφραση βρίθει σφαλμάτων και πιθανώς έγινε από κάποιον που δεν γνώριζε καλά λατινικά, ενώ τα ελληνικά του ήταν ακόμα χειρότερα, και έτσι συχνά κατέφυγε σε απλή μετάφραση λέξη προς λέξη αντί να αποδίδει τις ευρύτερες έννοιες των φράσεων.[13][4][5]

Άλλα παραδείγματα σφαλμάτων βρίσκονται παρακάτω:

  • Στον πρόλογο αναφέρεται πως η Ζ´ Οικουμενική Σύνοδος έγινε στη Βιθυνία, ενώ έγινε στην Κωνσταντινούπολη
  • Στο πρώτο κεφάλαιο του πρώτου βιβλίου αναφέρονται μερικές λέξεις οι οποίες ειπώθηκαν μεταξύ της αυτοκράτειρας Ειρήνης και του γιού της σε διάλογο με ανταλλαγή απόψεων, οι οποίες δεν εμφανίζονται πουθενά στα κείμενα των πρακτικών της Νίκαιας.
  • Στο 27ο κεφάλαιο του 2ου βιβλίου, η Σύνοδος εμφανίζεται να αποφάσισε πως Όπως το σώμα του Κυρίου και το αίμα Του περνούν από τους καρπούς της γης προς το μυστήριο, έτσι και οι εικόνες, κατασκευασμένες από την τέχνη των καλλιτεχνών, περνούν προς τον σεβασμό των ατόμων αυτών την απεικόνιση των οποίων φέρουν. Ως κείμενο δεν υπάρχει ούτε στη σύνοδο του 787 ούτε σε αυτή του 754, ωστόσο η γενικότερη περιγραφική έννοια συζητήθηκε περισσότερο κατά τη σύνοδο του 754 στην οποία η οικουμενική του 787 αντιτάχθηκε.
  • Στο 5ο κεφάλαιο του 3ου βιβλίου, αναφέρεται πως Ο Ταράσιος ανέφερε στην κατάθεση πίστης του πως το Άγιο Πνεύμα ήταν ο σύντροφος [contribulum στο Libri Carolini] του Πατρός και του Υιού. Δεν ήταν ο Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως Ταράσιος που ανέφερε κάτι τέτοιο, αλλά ο Πατριάρχης Ιερουσαλήμ Θεόδωρος.
  • Στο 17ο κεφάλαιο αποδίδεται ακριβώς το αντίθετο. Στο Libri Carolini αναφέρεται Πόσο απερίσκεπτα και ανόητα, ο Κωνσταντίνος, μητροπολίτης της Κωνσταντίας στην Κύπρο, μίλησε όταν είπε, με την έγκριση των υπολοίπων μητροπολιτών, πως θα λάμβανε και θα περιέβαλε τις εικόνες με τιμές, και φλυάρησε πως η διαδικασία της λατρείας η οποία αποδίδεται στην ομοούσιο και ζωοδόχο Αγία Τριάδα, θα έπρεπε να δίνεται και στις εικόνες, δεν χρειάζεται να συζητηθεί εδώ, καθώς σε όλους όσους ανέγνωσαν ή άκουσαν περί αυτού είναι ξεκάθαρο πως παρασύρθηκε σε ένα όχι μικρό λάθος, το να ομολογήσει ότι εξέθεσε σε πλάσματα [κατασκευές] την αφοσίωση που προορίζεται μονάχα για τον Δημιουργό, την υπηρεσία που οφείλεται μόνο στον Δημιουργό, και μέσω της επιθυμίας του να ευνοήσει τις εικόνες ανέτρεψε όλες τις Αγίες Γραφές. Γιατί ποιος λογικός άνθρωπος ποτέ είτε είπε είτε σκέφτηκε να πει μια τέτοια ανοησία, ως οι διάφορες εικόνες να λατρεύονται με την ίδια ευλάβεια όπως η ιερή, νικηφόρα Τριάδα, τον Δημιουργό όλων των πλασμάτων. Σύμφωνα όμως με τις πράξεις της Συνόδου αυτό που λέχθηκε ήταν ακριβώς το αντίθετο, το πως δεν θα έπρεπε να δίνονται τιμές ίσες με την Αγία Τριάδα και τον Θεό στις εικόνες, και η παρερμηνεία έγινε καθώς παραλείφθηκαν τα αρνητικά άρθρα (δεν, μην κτλ).[13]

Σχετική βιβλιογραφία Επεξεργασία

  • Freeman, Ann, with Paul Meyvaert. Opus Caroli regis contra synodum (Libri Carolini), Hannover 1998 (=Monumenta Germaniae Historica, Concilia, Bd. 2, Supplementum I).
  • Partial English translation: Caecilia Davis-Weyer, ed. Early Medieval Art 300-1150: Sources and Documents (Toronto: University of Toronto Press, 1986), pp. 100–103.
  • Chazelle, Celia. "Matter, Spirit, and Image in the Libri Carolini." Recherches Augustiniennes 21 (1986): 163-184.
  • Chazelle, Celia. "Images, Scripture, the Church, and the Libri Carolini." In Proceedings of the PMR Conference 16/17 (1992-1993): 53-76.
  • Feeman, Ann. "Theodulf of Orleans and the Libri Carolini." Speculum 32, no. 4 (Oct. 1957): 663-705.
  • Freeman, Ann. "Further Studies in the Libri Carolini, I and II." Speculum 40, no. 2 (1965): 203-289.
  • Freeman, Ann. "Further Studies in the Libri Carolini III." Speculum 46, no. 4 (1971): 597-612.
  • Freeman, Ann. "Carolingian Orthodoxy and the Fate of the Libri Carolini." Viator 16 (1985): 65-108.
  • Froehlich, K. "The Libri Carolini and the Lessons of the Iconoclastic Controversy." In The One Mediator, the Saints, and Mary. Lutherans and Catholics in Dialogue, eds. H. G. Anderson, J. F. Stafford, and J. A. Burgess, 193-208. Minneapolis: University of Minnesota Press, 1992.
  • Gero, Stephen. “The Libri Carolini and the Image Controversy.” Greek Orthodox Theological Review 18 (1975): 7-34.
  • Noble, Thomas F.X. "Tradition and Learning in Search of Ideology: The Libri Carolini." In The Gentle Voices of Teachers: Aspects of Learning in the Carolingian Age, ed. Richard E. Sullivan, 227-260. Columbus: Ohio State University Press, 1995.
  • Noble, Thomas F. X. Images, Iconoclasm, and the Carolingians. Philadelphia: University of Pennsylvania Press, 2009 (esp. pp.158-243).
  • Schade, H. "Die Libri Carolini und ihre Stellung zum Bild." Zeitschrift für katholische Theologie 79 (1957): 69-78.
  • Ommundsen, Aslaug. "The Liberal Arts and the Polemical Strategy of the Opus Caroli Regis Contra Synodum (Libri Carolini)." Symbolae Osloensis 77 (2002): 175-200.

Παραπομπές Επεξεργασία

  1. Dodwell, 32
  2. 2,0 2,1 «Λόγος κατά την Κυριακή της Ορθοδοξίας στον Άγιο Διονύσιο Αρεοπαγίτη: Θεολογία και ιστορία». Διακόνημα. 21 Μαρτίου 2016. Ανακτήθηκε στις 11 Αυγούστου 2017. 
  3. 3,0 3,1 Gibbon, Edward. History of the Decline and Fall of the Roman Empire Vol. 5. Kessinger Publishing. 2004. (ISBN 1-4191-2419-6). σελ. 37.
  4. 4,0 4,1 4,2 Diakonia, Apostoliki. «Αποστολική Διακονία της Εκκλησίας της Ελλάδος». www.apostoliki-diakonia.gr. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 7 Ιουνίου 2016. Ανακτήθηκε στις 11 Αυγούστου 2017. 
  5. 5,0 5,1 5,2 5,3 «Καρλομάγνος και Εκκλησία». Ιερά Μονή Παντοκράτορος Μελισσοχωρίου. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 2017-04-20. https://web.archive.org/web/20170420105051/http://www.impantokratoros.gr/4B464291.el.aspx. Ανακτήθηκε στις 2017-08-11. 
  6. JSTOR Review by John J. Contreni of:Opus Caroli regis contra synodum (Libri Carolini) της Ann Freeman; Paul Meyvaert, Speculum, τομ. 76, αρ. 2 (Απρίλιος 2001), σελ. 453-455.
  7. 7,0 7,1 7,2 7,3 Thomas Shahan, "Caroline Books (Libri Carolini)" in Catholic Encyclopedia (New York 1908)
  8. Calvin's Institutes
  9. «Libri Carolini, sive, Caroli Magni Capitulare de imaginibus». archive.org. Ανακτήθηκε στις 11 Αυγούστου 2017. 
  10. 10,0 10,1 Dales, Richard C.The Intellectual Life of Western Europe in the Middle Ages, σελ. 88 - 89, BRILL, 1992 (ISBN 90-04-09622-1) - summarizes recent scholarship. See also Dodwell, 32
  11. Freeman, Ann (1957). «Theodulf of Orleans and the Libri Carolini». Speculum 32 (4): 663–705. doi:10.2307/2850291. http://www.jstor.org/stable/2850291. 
  12. (στα αγγλικά) Libri Carolini - Oxford Reference. doi:10.1093/oi/authority.20110803100104173. http://www.oxfordreference.com/view/10.1093/oi/authority.20110803100104173. 
  13. 13,0 13,1 13,2 13,3 13,4 13,5 "Examination of the Caroline Books Αρχειοθετήθηκε 2006-06-15 στο Wayback Machine.". Early Church Fathers: Nicene and Post-Nicene Fathers, Series II, Vol. XIV. Public domain.
  14. Dodwell, 49
  15. Paul Oskar Kristeller et al. (editors), Itinerarium Italicum (Brill 1975 (ISBN 978-90-0404259-9)), p. 90
  16. Dodwell, C.R.; The Pictorial arts of the West, 800-1200, pp. 32-33, 1993, Yale UP, (ISBN 0-300-06493-4)
  17. Gale, 87

Δείτε επίσης Επεξεργασία

Εξωτερικοί σύνδεσμοι Επεξεργασία