Η Uleiota planata είναι κολεόπτερο από την οικογένεια Silvanidae.[1] Αυτή η καινούργια οικογένεια δημιουργήθηκε από ένα τμήμα της οικογένειας Cucujidae . Η μικρή οικογένεια Silvanidae εκπροσωπείται στην Ευρώπη με μόνο περίπου 40 είδη, το γένος Uleiota περιέχει μόνο ένα είδος, την Uleiota planata, την οποία συναντούμε και στην Ελλάδα. Το όνομα «Uleiota» προέρχεται από την λέξη «ὑλειώτης» της Αρχαίας Ελληνικής Γλώσσας και σημαίνει «αυτός που ζει στο δάσος», επίθετο που αποδίδεται στο θεό Πάνα.[2] Το λατινικό επίθετον «planata» δηλαδή «πεπλατυσμένη» κάνει αναφορά στο πλατύ σώμα. Το είδος Uleiota planata εξαπλώνεται σε σχεδόν όλη την Ευρώπη και το έντομο το συναντούμε κάτω από τον φλοιό διάφορων φυλλοβόλων και κωνοφόρων δέντρων, ιδιαίτερα βελανιδιές και πεύκα.

Uleiota planata
Uleiota planata
Uleiota planata
Συστηματική ταξινόμηση
Βασίλειο: Ζώα (Animalia)
Συνομοταξία: Αρθρόποδα (Arthropoda)
Ομοταξία: Έντομα (Insekta)
Τάξη: Κολεόπτερα (Coleoptera)
Οικογένεια: Silvanidae
Γένος: Uleiota
Είδος: planata
Διώνυμο
Uleiota planata
Linnaeus, 1761

Χαρακτηριστικά του ακμαίου Επεξεργασία

Το μήκος της Uleiota planata πλησιάζει αρκετά τα πέντε χιλιοστόμετρα. Το σκούρο κάστανο σώμα είναι πολύ πεπλατυσμένο με παράλληλες πλευρές.

Τα στοματικά μόρια δείχνουν προς τα μπροστά. Το άνω χείλος είναι αποστρογγυλεμένο και στην ακμή βλεφαριδοφόρο (Εικ. 7 A) . Η άνω γνάθος έχει δυο δόντια στην άκρη και στα αρσενικά φέρει κέρατο που εκφύεται στη βάση και δείχνει προς τα πάνω και μπροστά (Εικ. 7 Β, κέρατο αριστερά ). Η γναθική προσακτρίδα είναι τετραμερής, το τελευταίο άρθρο τελειώνει αποστρογγυλεμένο (Εικ. 7 D δεξιά). Η χειλική προσακτρίδα είναι τριμερής και το τελευταίο άρθρο είναι λοξά κομμένο στην άκρη (Εικ. 7 C).

Οι κεραίες συνίστανται από ένδεκα άρθρα. Είναι νηματοειδείς και έχουν μήκος περίπου ίσο με το σώμα. Το πρώτο άρθρο είναι μεγάλο, το δεύτερο μικρό, τα ακόλουθα επιμήκη και περίπου το ίδιο φαρδιά και μακριά (τα τρία πρώτα άρθρα στη Εικ. 1).

Το πρόνωτο είναι πιο πλατύ παρά μακρύ. Το πιο πλατύ είναι πίσω από το κεφάλι, προς τη βάση στενεύει . Οι πριονωτές πλευρές στις μπροστινές γωνίες είναι επεκταμένες σε λοβό με δυο ή τρία δόντια (Εικ. 1).

Τα έλυτρα είναι σχεδόν παράλληλα. Στους ώμους αρχίζει μια ράχη με αιχμηρή άκρη και τρέχει παράλληλα στις πλευρές, στην πίσω άκρη του ελύτρου (Εικ. 4 Β). Κοντά στη ραφή (Εικ. 4 Α) τρέχει μια άλλη, χαμηλή και θαμπή ράχη. Μεταξύ των δυο ραχών το έλυτρο είναι επίπεδο και έχει θολές σειρές με στίγματα και κοντές χονδρές τρίχες (Εικ. 4).

Τα πόδια όπως και οι κεραίες είναι ανοικτά καφέ. Οι ταρσοί έχουν πέντε άρθρα, το τέταρτο άρθρο είναι όμως πολύ μικρό και παραβλέπεται εύκολα. Το άρθρο με τα νύχια είναι τόσο μεγάλο όσο τα υπόλοιπα άρθρα των ταρσών μαζί.

Τα μπροστινά και μεσαία ισχία είναι μικρά, σφαιρικά και μακριά το ένα από το άλλο (Εικ. 2).

 
Εικ.1: κεφάλι και πρόνωτο
θηλυκό, άνω γνάθος χωρίς κέρας
 
Εικ.2: από κάτω
 
Εικ.3: κεφάλι αρσενικού με κέρατα[3]
 
Εικ.4: μέρος ελύτρου
στο ύψος των οπίσθιων ποδιών
A ραφή των ελύτρων
B ράχη των ώμων
C οπίσθια ακμή
 
Εικ.5: σύζευξη, αρσενικό αριστερά
 
Εικ.6: A πλαγγόνα[3] B προνύμφη[3]
 
Εικ.7: στοματικά μόρια[3]
A άνω χείλος B άνω γνάθος (αρσενικό)
C κάτω χείλος με χειλική προσακτρίδα
D κάτω γνάθος με γναθική προσακτρίδα

Βιολογία Επεξεργασία

Προνύμφες (Εικ. 6 Β) και ακμαία συναντούμε κάτω από τον φλοιό διάφορων δέντρων, κωνοφόρων ή μη, όταν ο φλοιός από κάποιο τραυματισμό αρχίζει να ξεκολλάει από το ξύλο. Τα ακμαία καμιά φορά όμως βγαίνουν έξω στην επιφάνεια του φλοιού. Ακμαία μπορούμε να συναντήσουμε όλο το χρόνο και πολλές φορές σε ομάδες.

Συμπεραίνεται από μια έρευνα πως σε σύγκριση με άλλα έντομα του ίδιου βιότοπου η συχνότητα του είδους δεν εξαρτάται πολύ από το βαθμό αποσυνθέσεως του ξύλου. Εξ άλλου το είδος είναι πολύ ανθεκτικό σχετικά με υγρασία και θερμοκρασία, πάλι σε σύγκριση με άλλα έντομα του ίδιου βιότοπου. Οι προνύμφες επιβίωσαν τρεις ώρες με υγρασία μόνο δέκα στις εκατό και Θερμοκρασία 54 βαθμούς Κελσίου.[4]

Σχετικά με την τροφή υπάρχουν αντιφατικές αναφορές (αρπακτικό, κοπριά άλλων εντόμων που ζουν κάτω από το φλοιό, μύκητες, φυτικοί χυμοί). Σύμφωνα με τον Reitter το είδος είναι σαρκοφάγο.[3]

Κατά τη σύζευξη τα σώματα σχηματίζουν γωνία 180 μοιρών και τα οπίσθια άκρη της κοιλίας αγγίζονται (Εικ. 5).

Γεωγραφική εξάπλωση Επεξεργασία

Εξ αιτίας του τρόπου ζωής το είδος εύκολα μεταφέρεται με το ξύλο. Ο παραδοσιακός χώρος διαμονής εξαπλώνεται σε δυτικο-ανατολική διεύθυνση από τη Μεγάλη Βρετανία και τη νότια Σκανδιναβία μέχρι τον Καύκασο και το Ιράν. Στα Νότια της Ευρώπης συναντούμε το είδος στην Ελλάδα, την Ιταλία και την Ισπανία, όπως και στην Πορτογαλία, λείπει όμως στη Σικελία και την Κρήτη. Η παρουσία στην Τουρκία είναι υπό συζήτηση. [1]

Πηγές Επεξεργασία

  • Heinz Freude, Karl Wilhelm Harde, Gustav Adolf Lohse: Die Käfer Mitteleuropas. Band 2. Adephaga 1., Elsevier, Spektrum, Akad. Verl., München 1976, ISBN 3-87263-025-3.
  • Gustav Jäger (Hrsg.): C. G. Calwer’s Käferbuch. K. Thienemanns, Stuttgart 1876, 3. Auflage
  • Edmund Reitter: Fauna Germanica, die Käfer des Deutschen Reiches III. Band, K.G.Lutz' Verlag, Stuttgart 1911
  1. 1,0 1,1 «Fauna Europaea, ταξινόμηση και γεωγραφική εξάπλωση του είδους Uleiota planata». Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 8 Δεκεμβρίου 2014. Ανακτήθηκε στις 26 Ιανουαρίου 2011. 
  2. λεξ. Liddell Scott, τ. Δ'
  3. 3,0 3,1 3,2 3,3 3,4 Edmund Reitter:Fauna Germanica, Die Käfer des Deutschen Reiches III. Band, K.G.Lutz' Verlag, Stuttgart 1911
  4. Roger Dajoz:Entomologia forestal: Los insectos y el bosque" Ediciones Mundi-Prensa 1999 ISBN 84-7114-871-4