Εικαστικές τέχνες

οι μορφές τέχνης των οποίων τα έργα είναι κύρια οπτικά

Οι εικαστικές τέχνες είναι οι μορφές τέχνης, όπως η κεραμική, το σχέδιο, η ζωγραφική, η γλυπτική, η χαρακτική, ο σχεδιασμός, οι δεξιοτεχνίες, η φωτογραφία, η λήψη βίντεο, η κινηματογράφηση, η αρχιτεκτονική, η τυπογραφία και τα κόμικς. Πολλοί καλλιτεχνικοί τομείς (οι ερμηνευτικές τέχνες, οι εννοιολογικές τέχνες, οι υφαντικές τέχνες) περιλαμβάνουν πτυχές των εικαστικών τεχνών καθώς και άλλων τεχνών. Στις εικαστικές τέχνες περιλαμβάνονται επίσης[1] οι εφαρμοσμένες τέχνες[2] όπως ο βιομηχανικός σχεδιασμός, η γραφιστική, το σχέδιο μόδας, η διακόσμηση εσωτερικών χώρων και ο σχεδιασμός διακοσμητικών αντικειμένων.[3]

Γυναίκα και πουλί
Κούκος και αζαλέες Λογότυπο βικιπαίδειας
Δύο γυναίκες σχεδιάζουν Ετρουσκικός αμφορέας
Μεγάλος ψηφιακός εκτυπωτής
Οι εικόνες αρχίζοντας από πάνω αριστερά:/small>

Η τρέχουσα χρήση του όρου «εικαστικές τέχνες» περιλαμβάνει τις καλές τέχνες καθώς και τις εφαρμοσμένες, διακοσμητικές τέχνες και δεξιοτεχνίες, αλλά δεν ήταν πάντα έτσι. Πριν από το Κίνημα Τέχνες και Χειροτεχνίες στη Βρετανία και αλλού στο γύρισμα του 20ου αιώνα, ο όρος "καλλιτέχνης" ήταν συχνά περιορισμένος σε ένα πρόσωπο που ασχολείται με καλές τέχνες (όπως ζωγραφική, γλυπτική ή χαρακτική) και όχι με χειροτεχνίες, εργοτεχνίες, ή μέσα εφαρμοσμένων τεχνών. Η διάκριση είχε τονιστεί από καλλιτέχνες του Κινήματος, που εκτίμησαν τις λαϊκές μορφές τέχνης όσο και τις ανώτερες μορφές τέχνης.[4] Οι σχολές τεχνών διέκριναν τις καλές τέχνες από τις εργοτεχνίες, με βάση το ότι ο τεχνίτης δεν μπορεί να θεωρηθεί δραστηριοποιούμενος με τέχνες.

Η τάση να ευνοείται η ζωγραφική, και σε μικρότερο βαθμό η γλυπτική, υπεράνω των άλλων τεχνών ήταν χαρακτηριστικό γνώρισμα της Δυτικής τέχνης, καθώς και της Ανατολικής Ασιατικής τέχνης. Και στις δύο περιοχές η ζωγραφική έχει θεωρηθεί ότι βασίζεται ως επί το πλείστον στη φαντασία του καλλιτέχνη, και είναι η πιο απομακρυσμένη από τις χειρωνακτικές εργασίες – στην Κινεζική ζωγραφική εκτιμήθηκαν περισσότερο τα στυλ των "λόγιων ζωγράφων", που τουλάχιστον θεωρητικά εφαρμόστηκαν από ευγενείς ερασιτέχνες. Η Δυτική ιεραρχία των ειδών έδειξε παρόμοιες συμπεριφορές.

Εκπαίδευση και κατάρτιση Επεξεργασία

Η κατάρτιση στις εικαστικές τέχνες γενικά γινόταν μέσα από παραλλαγές συστημάτων μαθητείας και εργαστηρίων. Στην Ευρώπη το Αναγεννησιακό κίνημα για να αυξήσει το καλλιτεχνικό κύρος εισήγαγε το ακαδημαϊκό σύστημα για την κατάρτιση των καλλιτεχνών, και σήμερα η επιδίωξη της σταδιοδρομίας στις τέχνες γίνεται με φοίτηση σε σχολές τεχνών της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης.[5] [6]Οι εικαστικές τέχνες είναι τώρα μάθημα επιλογής στα περισσότερα εκπαιδευτικά συστήματα.

Σχέδιο Επεξεργασία

Κύριο λήμμα: Σχέδιο
 
Το εθνόσημο του Άλμπρεχτ Ντύρερ είναι σχεδιασμένο με γραμμοσκίαση. Στο φόντο χρησιμοποιήθηκαν παράλληλες γραμμές και στις σκοτεινότερες περιοχές διασταυρούμενες γραμμές.

Το σχέδιο είναι μέθοδος για τη δημιουργία μιας εικόνας, με χρήση οποιουδήποτε από μια μεγάλη ποικιλία από εργαλεία και τεχνικές. Γενικά περιλαμβάνει την σημείωση σημείων σε μία επιφάνεια με την εφαρμογή πίεσης από ένα εργαλείο, ή τη μετακίνηση του εργαλείου κατά μήκος της επιφάνειας χρησιμοποιώντας ξηρά μέσα όπως μολύβια από γραφίτη, στυλό μελάνης, πινέλο με μπογιά, χρωματιστά μολύβια, κραγιόνια, κάρβουνα, παστέλ, και μαρκαδόρους. Χρησιμοποιούνται επίσης ψηφιακά εργαλεία που προσομοιώνουν τα οπτικά αποτελέσματα αυτών. Οι βασικές τεχνικές που χρησιμοποιούνται στο σχέδιο είναι: γραμμικό σχέδιο, γραμμοσκίαση, διασταυρούμενη γραμμοσκίαση, τυχαία γραμμοσκίαση, τυχαιογράφημα, ζωγραφική με κουκίδες, και μείξη.[7][8]Ένας καλλιτέχνης που διαπρέπει στο σχέδιο αναφέρεται ως σχεδιαστής.

 
Ελληνιστικό σχέδιο του Απόλλωνα που κρατάει λύρα και κάνει σπονδή, από το αρχαιολογικό μουσείο Δελφών.

Το σχέδιο χρονολογείται τουλάχιστον 16.000 χρόνων από τις Παλαιολιθικές ζωγραφικές σπηλαίων που απεικόνιζαν ζώα όπως αυτές του Λασκώ στη Γαλλία και του Αλταμίρα στην Ισπανία.[9][10] Στην αρχαία Αίγυπτο σχέδια από μελάνι σε πάπυρο, που συχνά απεικόνιζαν ανθρώπους, χρησιμοποιήθηκαν ως μοντέλα για ζωγραφική ή γλυπτική. Τα σχέδια στα ελληνικά αγγεία, που ήταν αρχικά γεωμετρικά, αργότερα αναπτύχθηκαν στις ανθρώπινες μορφές των μελανόμορφων αγγείων του 7ου αιώνα π.Χ.[11][12][13]

Από τον 15ο αιώνα που το χαρτί έγινε κοινό αγαθό στην Ευρώπη πολλοί δάσκαλοι ασχολήθηκαν με το σχέδιο, όπως ο Σάντρο Μποτιτσέλι, ο Ραφαέλ, ο Μιχαήλ Άγγελος, και ο Λεονάρντο ντα Βίντσι, που μερικές φορές εκλάμβαναν το σχέδιο μάλλον ως αυτόνομη τέχνη παρά ως προπαρασκευαστικό στάδιο για ζωγραφική ή γλυπτική.[14][15][16][17]

Ζωγραφική Επεξεργασία

Κύριο λήμμα: Ζωγραφική
 
Ο Μιχαήλ Άγγελος ζωγράφισε την Δευτέρα Παρουσία στην οροφή του παρεκκλησιού Καπέλα Σιστίνα (1536-1541)
 
Ιερογλυφικά από τον Ταφικό ναό του Σέτι Α'
 
Βυζαντινή τέχνη: Το βαπτιστήριο των Αρειανών, Ραβέννα

Η Ζωγραφική κυριολεκτικά είναι η πρακτική της εφαρμογής χρωστικών ουσιών εναιωρημένων σε ένα φορέα (ή μέσο) και ένα συνδετικό παράγοντα (μία κόλλα) σε μια επιφάνεια (υπόστρωμα) όπως χαρτί, καμβάς ή τοίχος. Η καλλιτεχνική χρήση της έννοιας σημαίνει άσκηση της δραστηριότητας αυτής σε συνδυασμό με σχέδιο, σύνθεση, ή άλλες αισθητικές προσθήκες ώστε να μορφοποιηθεί η εκφραστική και εννοιολογική πρόθεση του καλλιτέχνη. Επίσης, με την ζωγραφική εκφράζονται πνευματικά μοτίβα και ιδέες σε μεγάλη ποικιλία χώρων, από τα καλλιτεχνήματα που απεικονίζουν μυθικές μορφές στα κεραμικά αγγεία ως την Καπέλα Σιστίνα και το ανθρώπινο σώμα καθαυτό.

Προέλευση και πρώιμη ιστορία Επεξεργασία

Όπως και το σχέδιο, η ζωγραφική έχει τεκμηριωμένες απαρχές σε σπήλαια και βραχώδεις επιφάνειες. Τα καλύτερα παραδείγματα, που χρονολογούνται περίπου 32.000 ετών, βρίσκονται στα σπήλαια Σωβέ και Λασκώ στη νότια Γαλλία. Σε αποχρώσεις του κόκκινου, του καφέ, του κίτρινου και του μαύρου, οι ζωγραφιές στους τοίχους και τις οροφές είναι από βίσονες, βοοειδή, άλογα και ελάφια.

 
Ο Θρίαμβος της Γαλάτειας του Ραφαήλ (1511-1513)

Στους τάφους της αρχαίας Αιγύπτου βρίσκονται ζωγραφιές από ανθρώπινες μορφές. Στον μεγάλο ναό του Ραμσή ΙΙ απεικονίζεται η Νεφερτάρι, η βασίλισσά του, να καθοδηγείται από την Ίσις.[18] Οι Έλληνες συνέβαλαν στη ζωγραφική αλλά πολλά από τα έργα τους έχουν χαθεί. Από τα καλύτερα αντιπροσωπευτικά δείγματα της Ελληνιστικής ζωγραφικής είναι οι προσωπογραφίες μούμιων του Φαγιούμ. Άλλο παράδειγμα είναι το ψηφιδωτό από την Μάχη της Ισσού στην Πομπηία, που μάλλον βασίζεται σε ελληνική ζωγραφιά. Η Ελληνική και η Ρωμαϊκή τέχνη συνέβαλαν στη Βυζαντινή τέχνη του 4ου αιώνα π.Χ., από την οποία ξεκίνησε η παράδοση της εικονογραφίας.

 
Η Κυρία με την Ερμίνα του Ντα Βίντσι (1488)

Η Αναγέννηση Επεξεργασία

Εκτός από τα εικονογραφημένα χειρόγραφα που έφτιαξαν οι μοναχοί κατά τον Μεσαίωνα, η άλλη σημαντική συνεισφορά στην Ευρωπαϊκή τέχνη ήταν οι Ιταλοί ζωγράφοι της αναγέννησης. Από τον Τζόττο τον 13ο αιώνα έως τον Λεονάρντο ντα Βίντσι και τον Ραφαήλ στις αρχές του 16ου αιώνα, επρόκειτο για την πλουσιότερη περίοδο της ιταλικής τέχνης κατά την οποία χρησιμοποιούνταν οι τεχνικές κιαροσκούρο για να δημιουργηθεί η ψευδαίσθηση του τρισδιάστατου χώρου.[19][20]

 
Η Νυχτερινή περίπολος του Ρέμπραντ, 1642

Οι ζωγράφοι στη βόρεια Ευρώπη επηρεάστηκαν από την ιταλική σχολή. Ο Γιαν βαν Άικ, από το Βέλγιο, ο Πίτερ Μπρίγκελ ο Πρεσβύτερος από την Ολλανδία και ο Χανς Χόλμπαϊν ο Νεότερος από τη Γερμανία ήταν από τους πιο επιτυχημένους ζωγράφους της εποχής. Χρησιμοποίησαν τις τεχνικές υαλοπινάκων με έλαια για να επιτύχουν βάθος και φωτεινότητα.[21]

Οι Ολλανδοί καλλιτέχνες Επεξεργασία

Ο 17ος αιώνας είδε την ανάδυση των μεγάλων ολλανδών ζωγράφων όπως του πολυτάλαντου Ρέμπραντ που έγινε γνωστός για τις προσωπογραφίες του και τις Βιβλικές σκηνές, και του Βερμέερ που ασχολήθηκε με εσωτερικές σκηνές της ολλανδικής ζωής.[22][23]

Μπαρόκ Επεξεργασία

Κύριο λήμμα: Μπαρόκ

Το Μπαρόκ ξεκίνησε μετά την Αναγέννηση, από τα τέλη του 16ου αιώνα έως τα τέλη του 17ου αιώνα. Στους μεγάλους καλλιτέχνες του Μπαρόκ περιλαμβάνεται ο Καραβάτζιο, ο οποίος έκανε πολύ χρήση τενεμπρισμού. Ο Πέτερ Πάουλ Ρούμπενς ήταν φλαμανδός ζωγράφος που σπούδασε στην Ιταλία, εργάστηκε για τοπικές εκκλησίες στην Αμβέρσα και επίσης ζωγράφισε μια σειρά για την Μαρία των Μεδίκων. Ο Αννίμπαλε Καρράτσι άντλησε επιρροές από την Καπέλα Σιστίνα και δημιούργησε το είδος της ψευδαισθητικής ζωγραφικής οροφής. Ένα μεγάλο μέρος της ανάπτυξης που έγινε στο Μπαρόκ ήταν λόγω της Προτεσταντικής Μεταρρύθμισης και της επακόλουθης Αντιμεταρρύθμισης. Πολλά από όσα ορίζει το Μπαρόκ είναι δραματικός φωτισμός και συνολικά γραφικά.[24][25][26][27]

Ιμπρεσιονισμός Επεξεργασία

Κύριο λήμμα: Ιμπρεσιονισμός
 
Πρόγευμα στη χλόη (1866), έργο του ιμπρεσιονιστή Κλοντ Μονέ
 
Ο χορός στο Μουλέν ντε λα Γκαλέτ, 1876, Παρίσι, Μουσείο Ορσέ. Έργο του ιμπρεσιονιστή Πιερ Ωγκύστ Ρενουάρ

Ο Ιμπρεσιονισμός ξεκίνησε στη Γαλλία το 19ο αιώνα με μια χαλαρή σύνδεση των καλλιτεχνών όπως ο Κλοντ Μονέ, ο Πιέρ-Ωγκύστ Ρενουάρ και ο Πολ Σεζάν που έφερε ένα νέο ελεύθερο φρέσκο ύφος στη ζωγραφική, συχνά επιλέγοντας τη ζωγραφική των ρεαλιστικών σκηνών της σύγχρονης ζωής μάλλον σε εξωτερικούς χώρους παρά σε στούντιο. Αυτό επιτεύχθηκε μέσα από μια νέα έκφραση των αισθητών χαρακτηριστικών που αναδείχτηκε με πινελιές και εντύπωση της πραγματικότητας. Πέτυχαν έντονες χρωματικές δονήσεις χρησιμοποιώντας καθαρά, ανόθευτα χρώματα και σύντομες πινελιές. Το κίνημα επηρέασε την τέχνη ως μια δυναμική, κινούμενη στο χρόνο και προσαρμοζόμενη στις νεοανακαλυφθείς τεχνικές και την αντίληψη της τέχνης. Η προσοχή στη λεπτομέρεια κατέστη λιγότερο σημαντική προτεραιότητα επίτευξης, εξερευνώντας παράλληλα μια μεροληπτική άποψη των τοπίων και της φύσης με το καλλιτεχνικό μάτι.[28][29][30]

 
Πωλ Γκωγκέν: Το Όραμα Μετά το Κήρυγμα (1888)

Μεταϊμπρεσιονισμός Επεξεργασία

 
Έναστρη νύχτα του Ολλανδού μετα-ιμπρεσιονιστή ζωγράφου Βίνσεντ βαν Γκογκ, 1889

Προς τα τέλη του 19ου αιώνα, αρκετοί νέοι ζωγράφοι προχώρησαν τον ιμπρεσιονισμό ένα βήμα μακρύτερα, χρησιμοποιώντας γεωμετρικά σχήματα και αφύσικα χρώματα για να απεικονίσουν συναισθήματα ενώ επιδίωκαν παράλληλα βαθύτερους συμβολισμούς. Ιδιαίτερης σημασίας είναι ο Πωλ Γκωγκέν, ο οποίος επηρεάστηκε κατά πολύ από τις τέχνες της Ασίας, της Αφρικής και της Ιαπωνίας, ο Βίνσεντ βαν Γκογκ, ένας Ολλανδός που μετακόμισε στη Γαλλία όπου ζωγράφισε με το δυνατό φως του νότιου ήλιου, και ο Τουλούζ-Λωτρέκ, γνωστός για τις ζωηρές ζωγραφιές της νυχτερινής ζωής στην Μονμάρτρη του Παρισιού.[31][32][33]

Συμβολισμός, εξπρεσιονισμός και κυβισμός Επεξεργασία

Κύριο λήμμα: Μοντέρνα τέχνη
 
Η κραυγή του Νορβηγού εξπρεσιονιστή Έντβαρντ Μούνκ, 1893

Ο Έντβαρτ Μουνκ, ένας νορβηγός καλλιτέχνης, ανέπτυξε τη συμβολιστική του προσέγγιση στα τέλη του 19ου αιώνα, εμπνευσμένος από τον γάλλο ιμπρεσιονιστή Μανέ. Η Κραυγή (1893), το πιο διάσημο έργο του, έχει ερμηνευθεί ευρέως ως αντιπροσωπευτικό του οικουμενικού άγχους του σύγχρονου ανθρώπου. Εν μέρει ως αποτέλεσμα της επιρροής του Μουνκ, το γερμανικό εξπρεσιονιστικό κίνημα προήλθε από τη Γερμανία στις αρχές του 20ου αιώνα με καλλιτέχνες όπως οι Ερνστ Κίρχνερ και Έρικ Χέκελ που άρχισαν να διαστρεβλώνουν την πραγματικότητα για μια συναισθηματική επίδραση. Παράλληλα, το στυλ που έγινε γνωστό ως κυβισμός αναπτύχθηκε στη Γαλλία καθώς οι καλλιτέχνες επικεντρώθηκαν στον όγκο και το χώρο των αιχμηρών δομών μέσα σε μια σύνθεση. Ο Πάμπλο Πικάσο και ο Ζωρζ Μπρακ ήταν οι κύριοι εισηγητές του κινήματος. Τα αντικείμενα χωρίζονται, αναλύονται, και επανασυναρμολογούνται σε μια αφηρημένη μορφή. Από τη δεκαετία του 1920, το στυλ είχε αναπτυχθεί στο σουρεαλισμό με τον Νταλί και τον Μαγκρίτ.[34]

Χαρακτική Επεξεργασία

 
Αρχαία Κινεζική χάραξη γυναικών που παίζουν μουσικά όργανα

Η χαρακτική είναι η δημιουργία, για καλλιτεχνικούς σκοπούς, μιας εικόνας σε μια μήτρα που στη συνέχεια μεταφέρεται σε μια δισδιάστατη (επίπεδη) επιφάνεια μέσω μελάνης (ή άλλης μορφής χρώσης). Με εξαίρεση την τεχνική της μονοτυπίας, η ίδια μήτρα μπορεί να χρησιμοποιηθεί για να παράγει πολλά αντίγραφα της γκραβούρας.

 
Άλμπρεχτ Ντύρερ: Μελαγχολία A'- (1541)

Ιστορικά, οι μείζονες τεχνικές (που ονομάζονται και μέσα) που χρησιμοποιήθηκαν είναι ξυλογραφία, γραμμική χαρακτική, γραμμική οξυγραφία, λιθογραφία, και μεταξοτυπία, αλλά υπάρχουν και πολλές άλλες, με συμπεριλαμβανόμενες τις σύγχρονες ψηφιακές τεχνικές. Κανονικά, η εκτύπωση γίνεται σε χαρτί, αλλά προσφέρονται και άλλα μέσα που κυμαίνονται από ύφασμα και περγαμηνή σε πιο σύγχρονα υλικά. Στις μεγάλες παραδόσεις χαρακτικής περιλαμβάνεται η Ιαπωνική (ουκίγιο-ε).

Ευρωπαϊκή ιστορία Επεξεργασία

Στη Δυτική παράδοση οι εκτυπώσεις που δημιουργήθηκαν προ του 1830 ονομάζονταν παλαιές εκτυπώσεις. Στην Ευρώπη, από το 1400 μ.Χ χρησιμοποιήθηκε η ξυλογραφία για πρωτότυπες εκτυπώσεις σε χαρτί, με χρήση τεχνικών και μέσων που αναπτύχθηκαν στους Βυζαντινούς και Ισλαμικούς κόσμους. Ο Μιχαήλ Ουολγκεμουτ βελτίωσε τη γερμανική ξυλογραφία από το 1475, και ο Έρχαρντ Ρεύουιτς, ένας Ολλανδός, ήταν ο πρώτος που χρησιμοποίησε διασταυρούμενη γραμμοσκίαση. Στα τέλη του αιώνα ο Άλμπρεχτ Ντύρερ έφερε τη Δυτική ξυλογραφία σε ένα αξεπέραστο στάδιο, αυξάνοντας το κύρος της μονόφυλλης ξυλογραφίας.[35][36][37]

Κινεζική προέλευση και πρακτική Επεξεργασία

 
Το Κινέζικο Διαμαντένιο Σούτρα, το παλαιότερο τυπωμένο βιβλίο του κόσμου (868 Κ.Ε.)

Στην Κίνα, η τέχνη της χαρακτικής αναπτύχθηκε από 1.100 χρόνια πριν ως εικονογραφήσεις συνοδευτικές των κειμένων, χαραγμένα σε ξύλινα καλούπια για εκτύπωση σε χαρτί. Αρχικά οι εικόνες ήταν κυρίως θρησκευτικές αλλά επί Δυναστείας Σονγκ, οι καλλιτέχνες άρχισαν να χαράζουν τοπία. Επί βασιλείας των Μινγκ (1368-1644) και των Τσινγκ (1616-1911) η τεχνική τελειοποιήθηκε εξίσου για θρησκευτικές και καλλιτεχνικές εγχαράξεις.[38][39][40]

Ανάπτυξη στην Ιαπωνία 1603-1867 Επεξεργασία

 
Χοκουσάι: Κόκκινο Φούτζι νότιος άνεμος καθαρό πρωινό από τις Τριάντα έξι Απόψεις του όρους Φούτζι

Η χαρακτική με ξύλινα καλούπια στην Ιαπωνία (Ιαπωνικά: 木版画, μόκου χάνγκα) είναι μια τεχνική γνωστή από τη χρήση της στο ουκίγιο-ε. Την ίδια περίοδο χρησιμοποιούταν πολύ ευρέως και για την εκτύπωση βιβλίων, στην Κίνα για αιώνες πολύ πριν την ανακάλυψη των τυπογραφείων κινητού τύπου. Η Ιαπωνία ενστερνίστηκε την τεχνική εκπληκτικά αργά, κατά τη διάρκεια της περιόδου Έντο (1603-1867). Το μόκου χάνγκα μοιάζει αρκετά με την ξυλογραφία της δυτικής χαρακτικής, και διαφέρει κύρια στο ότι χρησιμοποιεί μελάνια με βάση το νερό (σε αντίθεση με τη δυτική ξυλογραφία,που χρησιμοποιεί μελάνια με βάση έλαια), επιτρέποντας ένα ευρύ φάσμα ζωηρών χρωμάτων, γυαλάδες και διαφάνειες.[41][42]

Φωτογραφία Επεξεργασία

Κύριο λήμμα: Φωτογραφία
 
Φωτογραφική μηχανή
 
Παράδειγμα επεξεργασίας χρωμάτων φωτογραφίας.

Η φωτογραφία είναι η τέχνη της δημιουργίας οπτικών εικόνων μέσω της αποτύπωσης του φωτός. Η φωτεινή ακτινοβολία που ανακλάται ή εκπέμπεται από τα αντικείμενα καταγράφεται σε ένα ευαίσθητο μέσο ή τσιπ αποθήκευσης μέσω χρονοδιακόπτη έκθεσης. Μηχανικά η διαδικασία γίνεται μέσω κλείστρου του οποίου ρυθμίζεται η ταχύτητα και διαφράγματος του οποίου ρυθμίζεται το άνοιγμα. Οι σύγχρονες φωτογραφικές μηχανές διαθέτουν τη δυνατότητα ηλεκτρονικής ρύθμισης των ανάλογων παραμέτρων, όπως το χρόνο έκθεσης των φωτονίων σε χημική επεξεργασία, και δυνατότητες ψηφιοποίησης.

Η λέξη φωτογραφία προέρχεται από τις ελληνικές λέξεις "φως" και "γραφή" που μαζί σημαίνουν "ζωγραφική με φως". Παραδοσιακά, το προϊόν της φωτογραφίας ονομάζεται φωτογραφία, ενώ χρησιμοποιείται και ο όρος φωτο που είναι σύντμηση.[43][44]

Παραγωγή ταινιών Επεξεργασία

 
Κάμερα βιντεοσκοπήσεων
 
Σκηνικό κινηματογράφησης

Η παραγωγή ταινιών είναι η διαδικασία της κινηματογράφησης, από την αρχική σύλληψη και την έρευνα, στην συγγραφή σεναρίων, τις λήψεις και τις εγγραφές, απλών κινήσεων ή άλλων ειδικών εφέ, μοντάζ, ηχογραφήσεις και προσθήκη μουσικής επένδυσης, και τελικά τη διανομή στο κοινό. Αναφέρεται ευρέως στη δημιουργία όλων των τύπων ταινιών, περιλαμβάνοντας ντοκιμαντέρ, θεατρικές σκηνές και απόδοση λογοτεχνικών έργων, και ποιητικές ή πειραματικές πρακτικές, και συχνά αναφέρεται και σε εφαρμογές βασισμένες σε βίντεο.[45][46]

Τέχνες υπολογιστών Επεξεργασία

 
Το φανταστικό τρισδιάστατο ψάρι είναι ψηφιακό έργο τέχνης

Οι εικαστικοί καλλιτέχνες δεν είναι πλέον περιορισμένοι στα παραδοσιακά μέσα τέχνης. Οι υπολογιστές χρησιμοποιούνται ως ένα όλο και πιο κοινό εργαλείο των εικαστικών τεχνών από το 1960. Στις εφαρμογές περιλαμβάνονται η λήψη ή δημιουργία των εικόνων και μορφών, η επεξεργασία αυτών των εικόνων και μορφών (με συμπεριλαμβανόμενη την εξερεύνηση πολλαπλών συνθέσεων) και την τελική απόδοση ή εκτύπωση (με συμπεριλαμβανόμενη τη δυνατότητα 3D εκτύπωσης).

 
Η φωτογραφία προέκυψε με φωτομοντάζ από επεξεργασία 16 διαφορετικών φωτογραφιών.

Οι Ψηφιακές Τέχνες είναι οποιεσδήποτε τέχνες στις οποίες χρησιμοποιήθηκαν ηλεκτρονικοί υπολογιστές για την παραγωγή ή την προβολή. Τέτοια τέχνη μπορεί να είναι μια εικόνα, ένας ήχος, κινούμενα σχέδια και εικόνες, ένα βίντεο, ένα CD-ROM, ένα DVD, ένα βίντεοπαιχνίδι, μία ιστοσελίδα, ένας αλγόριθμος, μία παράσταση ή η εγκατάσταση μιας συλλογής φωτογραφιών. [47][48]Πολλοί παραδοσιακοί κλάδοι έχουν ενσωματώσει πλέον τις ψηφιακές τεχνολογίες και ως εκ τούτου οι γραμμές μεταξύ των παραδοσιακών έργων τέχνης και των έργων νέων μέσων που δημιουργήθηκαν με υπολογιστές έχουν θολωθεί. Για παράδειγμα, ένας καλλιτέχνης μπορεί να συνδυάσει την παραδοσιακή ζωγραφική με αλγοριθμική τέχνη και άλλες ψηφιακές τεχνικές. Ως αποτέλεσμα, ο ορισμός της τέχνης των υπολογιστών από το τελικό προϊόν μπορεί να είναι δύσκολη. Ούτως ή άλλως αυτό το είδος τέχνης έχει αρχίσει να εμφανίζεται σε εκθέματα μουσείων τέχνης, μολονότι δεν έχει αποδειχθεί ακόμη η νομιμότητα της μορφής της και η κοινή συναίνεση για αυτήν την τεχνολογία είναι ότι λειτουργεί περισσότερο ως εργαλείο παρά ως οπτική μορφή όπως η ζωγραφική.[49][50]

 
Η Γη περιστρέφεται και είναι τρισδιάστατη.
 

Η χρήση των υπολογιστών έχει καταστήσει τη διάκριση μεταξύ εικονογράφων, φωτογράφων, επεξεργαστών φωτογραφίας, 3-D μοντελιστών, και χειροτεχνών. Τα εξελιγμένα λογισμικά απόδοσης και επεξεργασίας οδήγησαν σε πολυπράγμονες προγραμματιστές εικόνων. Οι φωτογράφοι μπορούν να εξελιχθούν σε ψηφιακούς καλλιτέχνες, οι εικονογράφοι σε παραγωγούς κινούμενων σχεδίων. Οι χειροτεχνίες μπορούν να πραγματοποιηθούν με τη βοήθεια υπολογιστών ή με χρήση εικόνων υπολογιστή ως πρότυπα. Η χρήση των γραφικών κλιπ αρτ έχει επίσης δυσχεράνει τη σαφή διάκριση μεταξύ των εικαστικών τεχνών και της διαρρύθμισης σελίδας με εύκολη πρόσβαση και επεξεργασία των κλιπ αρτ κατά το στάδιο της σελιδοποίησης ενός εγγράφου, ειδικά για το μη πεπειραμένο μάτι.

Πλαστικές τέχνες Επεξεργασία

Οι Πλαστικές τέχνες είναι ένας όρος για τις μορφές τέχνης που περιλαμβάνουν το φυσικό χειρισμό ενός πλαστικού μέσου με πλάσιμο, χύτευση σε καλούπι ή μοντελοποίηση όπως η γλυπτική και η κεραμική. Ο όρος έχει επίσης εφαρμοστεί σε όλες τις οπτικές (μη-λογοτεχνικές, μη μουσικές) τέχνες.[51][52]

Αυτή η χρήση του όρου "πλαστικό" στην τέχνη δεν πρέπει να συγχέεται με τη χρήση του Πητ Μοντριάν, ούτε με το κίνημα που ονομάστηκε "Νεοπλαστικισμός".

Γλυπτική Επεξεργασία

Κύριο λήμμα: Γλυπτική
 
Ο Μωυσής του Μιχαήλ Άγγελου, 1513-1515

Η γλυπτική είναι η τέχνη που εκτελείται με τη δημιουργία τρισδιάστατων μορφών. Τα υλικά που χρησιμοποιούνται είναι σκληρό ή πλαστικά, συμπαγή ή μαλακά και ανάλαφρα, όπως πέτρες (πετρώματα ή μάρμαρα), άργιλος, μέταλλα, γυαλί ή ξύλα. Τα υλικά προσφέρονται άμεσα για πλάσιμο ή λάξευση, ή υφίστανται επεξεργασία για τροποποίηση της σκληρότητας σε καμίνια, χυτεύονται σε καλούπια, φορμάρονται, και συναρμολογούνται με τεχνικές συγκόλλησης. Τελικά τα γλυπτά μπορούν να διακοσμηθούν περαιτέρω με βάψιμο ή ζωγραφιές.[53] Ένα πρόσωπο που δημιουργεί γλυπτά ονομάζεται γλύπτης.

 
Η Σφίγγα των Ναξίων , 560 π.Χ.

Τα περισσότερα από τα δημόσια έργα τέχνης είναι γλυπτά. Μία συλλογή γλυπτών τοποθετημένη σε διαρρύθμιση κήπου αναφέρεται ως ένα κήπος γλυπτών.

Οι γλύπτες δεν φτιάχνουν πάντα τα γλυπτά με το χέρι. Με την ακμάζουσα τεχνολογία του 20ου αιώνα και τη δημοτικότητα της εννοιολογικής τέχνης υπεράνω της τεχνικής μαεστρίας, όλο και περισσότεροι γλύπτες στρέφονται σε παραγωγούς τέχνης για να κατασκευάσουν τα έργα τους, δηλαδή ο καλλιτέχνης σχεδιάζει το έργο τέχνης και πληρώνει έναν παραγωγό για να το κατασκευάσει. Τοιουτοτρόπως επιτρέπεται στους γλύπτες να δημιουργήσουν μεγαλύτερα και πιο περίπλοκα γλυπτά από υλικά όπως τσιμέντο, μέταλλα και πλαστικά, που θα ήταν αδύνατο να δημιουργηθούν με το χέρι. Η κατασκευή γλυπτών γίνεται επίσης με τεχνολογία τρισδιάστατων εκτυπώσεων.

Αναφορές Επεξεργασία

  1. Μια About.com άρθρο από την τέχνη εμπειρογνωμόνων, Σέλι Esaak: Τι Είναι η Οπτική Τέχνη; Αρχειοθετήθηκε 2015-07-02 στο Wayback Machine.
  2. Διαφορετικές Μορφές Τέχνης – Εφαρμοσμένη Τέχνη Αρχειοθετήθηκε 2017-06-23 στο Wayback Machine.. Buzzle.com. Ανακτήθηκε 11 Dec 2010.
  3. «Centre for Arts and Design in Toronto, Canada». Georgebrown.ca. 15 Φεβρουαρίου 2011. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 28 Οκτωβρίου 2011. Ανακτήθηκε στις 30 Οκτωβρίου 2011. 
  4. «Arts and Crafts Movement Art - Artists, Artworks and Biographies». arquivo.pt. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 13 Οκτωβρίου 2009. Ανακτήθηκε στις 21 Νοεμβρίου 2018. 
  5. «ΑΝΩΤΑΤΗ ΣΧΟΛΗ ΚΑΛΩΝ ΤΕΧΝΩΝ». www.asfa.gr. Ανακτήθηκε στις 21 Νοεμβρίου 2018. 
  6. «MA in DIGITAL ARTS». www.digitalarts.asfa.gr (στα Αγγλικά). Ανακτήθηκε στις 21 Νοεμβρίου 2018. 
  7. Helen, South (2005). The everything drawing book : from basic shapes to people and animals, step-by-step instructions to get you started. Avon, Mass.: Adams Media. ISBN 9781605504469. 849752489. 
  8. Ian Simpson (1988). The encyclopedia of drawing techniques. London: Headline. ISBN 0747200513. 59237871. 
  9. S., Whitley, David (2009). Cave paintings and the human spirit : the origin of creativity and belief. Amherst, N.Y.: Prometheus Books. ISBN 9781591026365. 236082513. 
  10. Gregory Curtis (2006). The cave painters : probing the mysteries of the world's first artists  (1η έκδοση). New York: Knopf. ISBN 1400043484. 65197986. 
  11. Η ιστορία της Σχεδίασης. Από Dibujos para Pintar. Αρχειοθετήθηκε 2010-11-20 στο Wayback Machine. Ανακτήθηκε 23 Οκτωβρίου 2009.
  12. Spivey, Nigel (2001-12). «John Boardman. The history of greek vases: potters, painters and pictures. 320 pages, 321 figures. 2001. London: Thames & Hudson: 0-500-23780-8 hardback £29.95.». Antiquity 75 (290): 900–901. doi:10.1017/s0003598x00089559. ISSN 0003-598X. http://dx.doi.org/10.1017/s0003598x00089559. 
  13. A., Sparkes, Brian (1996). The red and the black : studies in Greek pottery. Routledge. ISBN 0415126606. 33101613. 
  14. «Drawing». History.com. 2006. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 14 Μαρτίου 2009. Ανακτήθηκε στις 23 Οκτωβρίου 2009. 
  15. 1895-1976., Dussler, Luitpold, (1971). Raphael: a critical catalogue of his pictures, wall-paintings and tapestries. London,: Phaidon. ISBN 0714814695. 151869. 
  16. John T. Paoletti. Art in Renaissance Italy (3η έκδοση). London. ISBN 1856694399. 60668527. 
  17. Simona Cremante· Carlo Pedretti (2005). Leonardo da Vinci (1η έκδοση). Florence-Milan: Giunti. ISBN 8809038916. 62095834. 
  18. Ιστορία της Ζωγραφικής. Από Την Ιστορία Τον Κόσμο. Ανακτήθηκε 23 Οκτωβρίου 2009.
  19. Ιστορία της Αναγεννησιακής Ζωγραφικής. Από την ΤΈΧΝΗ 340 Ζωγραφική. Ανακτήθηκε Στις 24 Οκτωβρίου 2009.
  20. 1937-, Rachum, Ilan, (1979). The Renaissance : an illustrated encyclopedia. London: Octopus. ISBN 0706408578. 4983088. 
  21. 1950-, Kren, Thomas,· W., Ainsworth, Maryan. Illuminating the Renaissance : the triumph of Flemish manuscript painting in Europe. Los Angeles. ISBN 0892367032. 51553612. 
  22. 1938-, Wetering, Ernst van de, (2000). Rembrandt : the painter at work. Berkeley: University of California Press. ISBN 0520226682. 44950192. 
  23. A., Liedtke, Walter· Axel., Rüger, (2001). Vermeer and the Delft school. New York: Metropolitan Museum of Art. ISBN 0870999737. 45195654. 
  24. Inge Mutsaers. «Ashgate Joins Routledge - Routledge» (PDF). Ashgate.com. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο (PDF) στις 5 Νοεμβρίου 2014. Ανακτήθηκε στις 15 Οκτωβρίου 2018. 
  25. Heinrich Wölfflin (1966). Renaissance and baroque. Ithaca, N.Y.: Cornell University Press. ISBN 0801490464. 243556. 
  26. Rupert., Martin, John (1977). Baroque  (1η έκδοση). New York: Harper & Row. ISBN 006435332X. 3710397. 
  27. «Annibale Carracci». Artble (στα Αγγλικά). Ανακτήθηκε στις 22 Νοεμβρίου 2018. 
  28. «Impressionist art & paintings, What is Impressionist art? Introduction to Impressionism». Ανακτήθηκε στις 24 Σεπτεμβρίου 2018. 
  29. Το κίνημα του ιμπρεσιονισμού. Webmuseum, Παρίσι. Ανακτήθηκε Στις 24 Οκτωβρίου 2009
  30. John Rewald (1973). The history of impressionism (4η έκδοση). New York: Museum of Modern Art. ISBN 0870703692. 745411. 
  31. Μετα-Ιμπρεσιονισμού. Μητροπολιτικό Μουσείο Τέχνης. Ανακτήθηκε Στις 25 Οκτωβρίου 2009.
  32. Fern, Alan M.; Rewald, John (1958). «Post-Impressionism from Van Gogh to Gauguin». College Art Journal 17 (4): 447. doi:10.2307/774174. ISSN 1543-6322. http://dx.doi.org/10.2307/774174. 
  33. Paul Gauguin· Charles F. Stuckey (2007). Paul Gauguin : artist of myth and dream (1η έκδοση). Milano, Italy: Skira. ISBN 9788861304581. 176175818. 
  34. Μοντέρνα Κινήματα Της Τέχνης. Ιρλανδική Τέχνη Εγκυκλοπαίδεια. Ανακτήθηκε Στις 25 Οκτωβρίου 2009.
  35. Η Εκτυπωμένη Εικόνα στη Δύση: Ιστορία και Τεχνικές. Το Μητροπολιτικό Μουσείο Τέχνης. Ανακτήθηκε Στις 25 Οκτωβρίου 2009.
  36. Alpheus Hyatt Mayor (1980) [1971]. Prints & people : a social history of printed pictures. Princeton, N.J.: Princeton University Press. ISBN 0691003262. 13898113. 
  37. Arthur Mayger Hind (1963). A history of engraving & etching from the 15th century to the year 1914 : being the third and fully revised edition of "A short history of engraving and etching". New York: Dover Publications. ISBN 0486209547. 270101728. 
  38. Η Ιστορία της Χαρακτικής στην Κίνα. Από ChinaVista Αρχειοθετήθηκε 2018-10-17 στο Wayback Machine.. Ανακτήθηκε Στις 25 Οκτωβρίου 2009.
  39. Laurence C. Sickman (1971). The art and architecture of China . Harmondsworth, Eng.: Penguin Books. ISBN 0140561102. 270065. 
  40. Berner, R. Thomas (Απρίλιος 1997). «The Ancient Chinese Process of Reprography». Technology and Culture 38 (2): 424. doi:10.2307/3107128. ISSN 0040-165X. http://dx.doi.org/10.2307/3107128. 
  41. Ruupert Faulkner· Muneshige Narazaki (1999). Masterpieces of Japanese prints : Ukiyo-e from the Victoria and Albert Museum (1η έκδοση). Tokyo: Kodansha International. ISBN 4770023871. 41711810. 
  42. Robert Treat Paine (1981). The art and architecture of Japan (3η έκδοση). Harmondsworth, Eng.: Penguin Books. ISBN 0140561080. 7590925. 
  43. Tom., Ang, (2002). Dictionary of photography and digital imaging : the essential reference for the modern photographer. New York: Amphoto Books. ISBN 0817437894. 49243705. 
  44. Leslie D. Stroebel (2000). Basic photographic materials and processes (2η έκδοση). Boston: Focal Press. ISBN 0240804058. 42736331. 
  45. Johnson, William (Οκτώβριος 1985). «: Film Sound: Theory and Practice . Elisabeth Weis, John Belton.». Film Quarterly 39 (1): 46–48. doi:10.1525/fq.1985.39.1.04a00140. ISSN 0015-1386. http://dx.doi.org/10.1525/fq.1985.39.1.04a00140. 
  46. S.-S., Simens, Dov. From reel to deal : everything you need to create a successful independent film. New York. ISBN 9780446589048. 882105853. 
  47. Bruce, Wands (2006). Art of the digital age. New York: Thames & Hudson. ISBN 0500238170. 64555023. 
  48. «Approximating Reality with Interactive Algorithmic Art». www.mat.ucsb.edu. Ανακτήθηκε στις 22 Νοεμβρίου 2018. 
  49. Andy, Beane (2012). 3D animation essentials. Indianapolis, Ind.: Wiley. ISBN 9781118147481. 769545785. 
  50. Tom Sito,. Moving innovation : a history of computer animation. Cambridge, Massachusetts. ISBN 0262314304. 841229332. 
  51. Art Terminology at KSU[νεκρός σύνδεσμος]
  52. «Merriam-Webster Online (entry for "plastic arts")». Merriam-webster.com. Ανακτήθηκε στις 30 Οκτωβρίου 2011. 
  53. «Gods in Color: Painted Sculpture of Classical Antiquity». The Arthur M. Sackler Museum. 22 Σεπτεμβρίου 2007 – 20 Ιανουαρίου 2008. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 11 Οκτωβρίου 2007. 

Βιβλιογραφία Επεξεργασία

  • Barnes, A. C., The Art in Painting, 3rd ed., 1937, Harcourt, Brace & World, Inc., NY.
  • Bukumirovic, D. (1998). Maga Magazinovic. Biblioteka Fatalne srpkinje knj. br. 4. Beograd: Narodna knj.
  • Fazenda, M. J. (1997). Between the pictorial and the expression of ideas: the plastic arts and literature in the dance of Paula Massano. n.p.
  • Gerón, C. (2000). Enciclopedia de las artes plásticas dominicanas: 1844–2000. 4th ed. Dominican Republic s.n.
  • Oliver Grau (Ed.): MediaArtHistories. MIT-Press, Cambridge 2007. with Rudolf Arnheim, Barbara Stafford, Sean Cubitt, W. J. T. Mitchell, Lev Manovich, Christiane Paul, Peter Weibel a.o. Rezensionen
  • Laban, R. V. (1976). The language of movement: a guidebook to choreutics. Boston: Plays.
  • La Farge, O. (1930). Plastic prayers: dances of the Southwestern Indians. n.p.
  • Restany, P. (1974). Plastics in arts. Paris, New York: n.p.
  • University of Pennsylvania. (1969). Plastics and new art. Philadelphia: The Falcon Pr.

Εξωτερικοί σύνδεσμοι Επεξεργασία