Επίρρημα

μέρος του λόγου

Επίρρημα είναι άκλιτο μέρος του λόγου το οποίο προσδιορίζει ρήματα ή προτάσεις και φανερώνουν τόπο, χρόνο, τρόπο, ποσό κ.α. Κάθε επίρρημα είναι ή ανήκει σε επιρρηματικό σύνολο, το οποίο αποτελείται από περισσότερα επιρρήματα. Σε κάθε γλώσσα συνήθως το επίρρημα δημιουργείται προσθέτοντας στο θέμα και μία κατάληξη, χαρακτηριστική της γλώσσας.

Στα ελληνικά υπάρχει και άλλη μία κατηγορία επιρρημάτων, η οποία προήλθε από το σύστοιχο αντικείμενο. Η χαρακτηριστική κατάληξη των επιρρημάτων στα ελληνικά είναι η κατάληξη -ως, η χρήση της οποίας έχει πλέον περιοριστεί έναντι της κατάληξης σε -α. Η άλλη κατηγορία επιρρημάτων λήγει σε -α. Αρχικά, σε κάποιες προτάσεις υπήρχε το σύστοιχο αντικείμενο, το οποίο βρισκόταν στην αιτιατική πληθυντικού του ουδέτερου γένους. Αργότερα, το αντικείμενο χρησιμοποιήθηκε στον λόγο σαν επίρρημα και σταδιακά έγινε επίρρημα, καθώς αυτού του είδους τα επιρρήματα άρχισαν να χρησιμοποιούνται και σε μη σύστοιχα ρήματα.

Τα επιρρήματα :
Τοπικά (πού): εδώ, εκεί, μέσα, έξω, βόρεια, νότια....
Χρονικά (πότε): σήμερα, τώρα, πέρυσι, έπειτα, κάποτε....
Τροπικά (πώς): έτσι, μαζί, όπως, αλλιώς, ξαφνικά....
Ποσοτικά (πόσο): λίγο, πολύ, τόσο, κάμποσο, περισσότερο....
Βεβαιωτικά: ναι, μάλιστα, βέβαια, αλήθεια, σωστά....
Διστακτικά: ίσως, τάχα, δήθεν, πιθανόν, άραγε....
Αρνητικά: όχι, δεν, μην....