Συντεταγμένες: 9°53′N 32°07′E / 9.883°N 32.117°E / 9.883; 32.117

Με την ονομασία επεισόδιο της Φασόντα, ή ζήτημα της Φασόντα, ή κρίση της Φασόντα, φέρεται ένα στρατιωτικό επεισόδιο που συνέβη στο ομώνυμο χωριό, του σημερινού νοτίου Σουδάν, το 1898, που αποτέλεσε το αποκορύφωμα της σύγκρουσης του Βρετανικού και Γαλλικού αποικιοκρατικού ιμπεριαλισμού στην Αφρική. Τούτο εξελίχθηκε σε έντονο διπλωματικό ζήτημα με άμεσο κίνδυνο της κήρυξης πολέμου μεταξύ των δύο Αυτοκρατοριών.

Η γεωγραφική θέση της Φασόντα, η σημερινή Κόντοκ, παρά τις πηγές του Λευκού Νείλου.

Τελικά η υπόθεση κατέληξε, χωρίς πόλεμο, σε διπλωματική νίκη της Βρετανίας, στιγματίζοντας όμως για αρκετά χρόνια την εξωτερική πολιτική της Γαλλίας με το λεγόμενο "σύνδρομο Φασόντα"

Ιστορικό Επεξεργασία

Την εποχή εκείνη η Γαλλία ασκώντας αποικιοκρατικό ιμπεριαλισμό είχε δημιουργήσει πολλές αποικίες στην Αφρική και ιδιαίτερα στη Δυτική Αφρική (Σενεγάλη, Νίγηρα, Τσαντ, νότια Σαχάρα) και στην Ανατολική (Γαλλική Σομαλία, ή Σομαλιλάνδη, όπου και το Τζιμπουτί). Παράλληλα και η Βρετανία είχε ομοίως δημιουργήσει αποικίες, στην ίδια ήπειρό, κατέχοντας την Αίγυπτο από το 1882 καθώς και στη Νότια Αφρική (Καίηπ Τάουν, Μποτσουάνα, Ζιμπάμπουε, Ζάμπια). Βέβαια και άλλες χώρες είχαν ομοίως δημιουργήσει αποικίες, όπως: η Γερμανία, το Βέλγιο, η Ισπανία, η Ιταλία και η Πορτογαλία σε πολύ όμως μικρότερο βαθμό.

Με την παράλληλη ανάπτυξη του σιδηροδρόμου αποφάσισαν οι δύο πρώτες δυνάμεις να συνδέσουν τις αποικίες που κατείχε η κάθε μία, η μεν Γαλλία κατά Δύση - Ανατολή, η δε Βρετανία κατά Βορρά - Νότο. Οι δύο αυτές γραμμές φέρονταν στο σχεδιασμό τους να διασταυρώνονταν σ΄ ένα χωριό νότια της Χαρτούμ λεγόμενο Φασόντα, στον Άνω Νείλο, σημερινό Κόντοκ. Έτσι οι Γάλλοι, αντιλαμβανόμενοι τη στρατηγική σημασία που θα είχε η περιοχή, αποφάσισαν να σπεύσουν να την καταλάβουν, δημιουργώντας εκεί νέο προτεκτοράτο από το οποίο θα μπορούσαν να ελέγχουν και το μεταξύ των βρετανικών κτήσεων εμπόριο. Την επιχείρηση αυτή ανέλαβε ο Γάλλος ταγματάρχης Ιωάννης-Βαπτιστής Μαρσάν, κινούμενος από δυτικά, με μία μικρή εκστρατευτική δύναμη 130 ανδρών μεταξύ των οποίων περιλαμβάνονταν και περίπου δέκα αξιωματικοί. Την ομάδα αυτή θα ενίσχυε και έτερη που θα ξεκινούσε από ανατολικά.

 
Ο ταγματάρχης Μαρσάν, καθιστός στο μέσον με το επιτελείο του, 1898

Τελικά μετά από πολύμηνη ταλαιπωρία ο Μαρσάν έφθασε στις 10 Ιουλίου του 1898 και κατέλαβε την περιοχή. Του γεγονότος αυτού ακολούθησαν έντονα βρετανικά διαβήματα, αποστέλλοντας και κανονιοφόρους και απειλώντας κήρυξη πολέμου κατά της Γαλλίας. Η κρίση που ξέσπασε κράτησε περίπου τρεις μήνες. Διαβλέποντας το γαλλικό υπουργείο Εξωτερικών την τότε ναυτική υπεροχή της Βρετανίας έναντι της Γαλλίας υποχώρησε και ο Μαρσάν υποχρεώθηκε στις 3 Νοεμβρίου (1898) σε αναγκαστική αποχώρηση από την περιοχή. Στη συνέχεια, τον επόμενο χρόνο, ακολούθησαν συνομολογήσεις μιας σειράς συμφωνιών μεταξύ της Βρετανίας από τη μία πλευρά και της Γαλλίας, του Βελγίου και της Ιταλίας από την άλλη με τις οποίες και καθορίστηκαν τα σύνορα του Αγγλοαιγυπτιακού Σουδάν.

Πηγές Επεξεργασία

  • "Ιστορία του 20ου Αιώνος" τομ. 6, Εκδ. ΠΑΡΝΕΛ - Χρυσός Τύπος - Αθήναι 1974, τομ.1ος, σελ.329.

Βιβλιογραφία Επεξεργασία