Ερνέστος Τσίλλερ

Γερμανός αρχιτέκτονας
(Ανακατεύθυνση από Ερνστ Τσίλλερ)

Ο Ερνστ Τσίλλερ (γερμανικά: Ernst Moritz Theodor Ziller), γνωστός με το εξελληνισμένο όνομα Ερνέστος Τσίλλερ (Ζέρκοβιτς, 22 Ιουνίου 1837[3] - Αθήνα, 4 Νοεμβρίου 1923[4]) ήταν Γερμανός αρχιτέκτονας και πανεπιστημιακός από τη Σαξονία, ο οποίος δραστηριοποιήθηκε κατά το μεγαλύτερο μέρος της σταδιοδρομίας του στην Ελλάδα. Υπήρξε ένας από τους σημαντικότερους και διασημότερους αρχιτέκτονες της ελληνικής επικράτειας, σχεδίασε και επέβλεψε την κατασκευή εκατοντάδων δημόσιων και ιδιωτικών κτηρίων και άφησε τη σφραγίδα του στην οικιστική φυσιογνωμία του ελληνικού αστικού χώρου των τελών του 19ου και των αρχών του 20ού αιώνα[5].

Ερνέστος Τσίλερ
Γενικές πληροφορίες
Γέννηση22  Ιουνίου 1837[1]
Ζέρκοβιτς, Βασίλειο της Σαξονίας
Θάνατος4  Νοεμβρίου 1923
Αθήνα, Ελλάδα
Τόπος ταφήςΠρώτο Νεκροταφείο Αθηνών
Χώρα πολιτογράφησηςΓερμανία
Ελλάδα
Εκπαίδευση και γλώσσες
Ομιλούμενες γλώσσεςΓερμανικά
ΣπουδέςΕθνικό Μετσόβιο Πολυτεχνείο
Πληροφορίες ασχολίας
Ιδιότητααρχιτέκτονας[2]
ιστορικός της τέχνης
αρχαιολόγος[2]
ιστορικός της αρχιτεκτονικής
διδάσκων πανεπιστημίου
ΕργοδότηςΕθνικό Μετσόβιο Πολυτεχνείο
Αξιοσημείωτο έργοΚτήριο Τσίλερ
Οικογένεια
ΤέκναΙωσηφίνα Δήμαv Τσίλερ
ΑδέλφιαΠολ Τσίλλερ
Commons page Σχετικά πολυμέσα

Μεταξύ των έργων του συγκαταλέγονται το Προεδρικό Μέγαρο της Ελληνικής Δημοκρατίας, το Ιλίου Μέλαθρον, το Δημαρχείο Ερμούπολης, το Μουσείο Μακεδονικού Αγώνα Θεσσαλονίκης κ.ά.

Βιογραφικά στοιχεία

Επεξεργασία
 
Η οικογενειακή επιχείρηση στο Ράντεμποϊλ, προάστιο της Δρέσδης.

Γέννηση και οικογενειακές καταβολές

Επεξεργασία
 
Σχέδιο του Τσίλλερ για το παλάτι του διαδόχου.

Ο Ερνστ Μόριτς Τέοντορ Τσίλλερ γεννήθηκε στις 22 Ιουνίου του 1837 στη συνοικία Ζέρκοβιτς, στο σημερινό Ράντεμποϊλ-Ομπερλέσνιτς[6][7] της Σαξονίας, και ήταν ο πρωτότοκος γιος του οικοδόμου και μετέπειτα εργολάβου και γαιοκτήμονα, με σπουδές αρχιτεκτονικής, Κρίστιαν Τσίλλερ και της Γιοχάννα Σοφί Φίχτερ, η οποία καταγόταν από τον σαξονικό οικισμό Brockwitz[3].

Είχε εννέα αδέλφια (τέσσερις αδελφούς και πέντε αδελφές), ενώ χαρακτηριστικά, ο ίδιος και άλλοι τρεις από τους αδελφούς του δραστηριοποιήθηκαν επαγγελματικά με την αρχιτεκτονική. Η οικογένειά του ήταν εύπορη και διατηρούσε μια κατασκευαστική εταιρεία, την οποία αργότερα κληρονόμησαν τα αδέλφια του Ερνέστου, Μόριτς και Γκούσταφ Τσίλλερ, οι οποίοι τα επόμενα χρόνια συνέβαλαν στην οικιστική ανάπτυξη της γενέτειράς τους[8]. Ένας ακόμη αδελφός του, ο Παύλος Φρειδερίκος (Paul Friedrich, 1846-1931), ασχολήθηκε με τις οικοδομές, ζώντας κάποια χρόνια στην Ελλάδα και στη συνέχεια στην πατρίδα του[8].

Σπουδές και πρώτα χρόνια

Επεξεργασία

Το 1855 ο Τσίλλερ εισήλθε στη Βασιλική Σχολή Οικοδομικών Κατασκευών της Δρέσδης, όπου σπούδασε αρχιτεκτονική. Ωστόσο, αναφέρεται πως η πρώτη επαφή του με τις οικοδομές έγινε μέσω του πατέρα του, ο οποίος λόγω επαγγέλματος, του μετέφερε ορισμένες πρακτικές γνώσεις[9].

Ολοκλήρωσε τη φοίτησή του το 1858, έχοντας ενδιάμεσα τιμηθεί με δύο μετάλλια για τις επιδόσεις του[10]. Κατόπιν, εγκαταστάθηκε μαζί με τον αδελφό του Μόριτς[11] στη Βιέννη, όπου προσελήφθη ως σχεδιαστής στο αρχιτεκτονικό γραφείο του Θεόφιλου Χάνσεν[12], εξέλιξη που καθόρισε τη μετέπειτα επαγγελματική του πορεία[7].

Αφού εργάστηκε για περισσότερο από ένα χρόνο πλάι στον Χάνσεν, το 1859 επέστρεψε στην πατρίδα του και συμμετείχε σε διαγωνισμό ανέγερσης κατοικιών στην Τιφλίδα (τότε πόλη της Ρωσικής Αυτοκρατορίας), όπου αναδείχτηκε νικητής[10]. Ωστόσο απέρριψε[13][14] τη συγκεκριμένη προοπτική, αποδεχόμενος την πρόταση του Χάνσεν να μεταβεί στην Ελλάδα και να επιβλέψει την ανέγερση του κτιρίου της Ακαδημίας Αθηνών[15] (τότε Σιναία Ακαδημία[16]), της οποίας τη μελέτη και τον σχεδιασμό είχε αναλάβει ο Δανός αρχιτέκτονας[14].

Τον Ιανουάριο του 1861, ο Τσίλλερ ταξίδεψε μαζί με τον Χάνσεν για πρώτη φορά στην Αθήνα. Ωστόσο μετά την Έξωση του Όθωνα, οι εργασίες σταμάτησαν και ο ίδιος αποχώρησε από τη χώρα[17]. Το 1864 επέστρεψε στη Βιέννη, όπου συνέχισε να εργάζεται στο γραφείο του Χάνσεν, σπουδάζοντας παράλληλα αρχιτεκτονική και ζωγραφική στη Σχολή Καλών Τεχνών της αυστριακής πρωτεύουσας[14]. Ολοκληρώνοντας τη φοίτησή του, τιμήθηκε με το αργυρό μετάλλιο της σχολής[18].

Την ίδια περίοδο διεξήγαγε μια σειρά εκπαιδευτικών ταξιδιών σε διάφορες ιταλικές πόλεις (Βερόνα, Ρώμη, Φλωρεντία, Βενετία, Πομπηία κ.ά.), όπου πραγματοποίησε επιτόπιες αρχιτεκτονικές μελέτες[18].

Εγκατάσταση στην Ελλάδα

Επεξεργασία

Το 1868 επέστρεψε στην Ελλάδα για να εργαστεί ως ανεξάρτητος αρχιτέκτονας. Η προσωπική φιλία που δημιούργησε με τον Γεώργιο Α΄ και η δημοφιλία του στην αστική τάξη του ελληνικού κράτους που ελκυόταν από το εκλεκτικιστικό του προφίλ[19], ενίσχυσαν τη φήμη του με αποτέλεσμα να αναλάβει εκατοντάδες παραγγελίες για την ανέγερση δημοσίων κτιρίων καθώς και ιδιωτικών κατοικιών και επαύλεων. Υπολογίζεται ότι κατά τη διάρκεια της ζωής του ανέλαβε τη σχεδίαση και κατασκευή τουλάχιστον πεντακοσίων κτιρίων[15]. Παράλληλα, αναφέρεται πως συνέβαλε στη δενδροφύτευση του λόφου του Λυκαβηττού[20].

Το 1872 κατέλαβε την έδρα της αρχιτεκτονικής του Σχολείου των Τεχνών (μετέπειτα Πολυτεχνείου)[21], απ' όπου όμως απολύθηκε το 1883, λόγω της άρνησής του να συγκαλύψει τις οικονομικές καταχρήσεις που καθυστερούσαν την ανέγερσή του Ζαππείου[22]. Το επόμενο έτος διορίστηκε διευθυντής Δημοσίων Έργων επί κυβερνήσεως Χαρίλαου Τρικούπη, σε μια προσπάθεια του Τρικούπη να αποκαταστήσει τον Τσίλλερ. Τη θέση αυτή, ο Τσίλλερ την εγκατέλειψε υποχρεωτικά το 1893, μετά τη χρεοκοπία του ελληνικού κράτους που είχε ως αποτέλεσμα την κατάργηση της συγκεκριμένης υπηρεσίας[23].

Στον Πειραιά κατασκεύασε, κοντά στη σημερινή Πλατεία Αλεξάνδρας, την επονομαζόμενη "Συνοικία Τσίλλερ" ή "Συνοικία των Επαύλεων", με τον σκοπό την πώληση των ακινήτων. Αργότερα ίδρυσε εταιρία κατασκευής οικοδομικών υλικών.

Στις αρχές του 20ού αιώνα, ήρθε αντιμέτωπος σε σοβαρά οικονομικά προβλήματα, καθώς έχασε σχεδόν ολόκληρη την περιουσία του εξαιτίας μιας αποτυχημένης επένδυσης που πραγματοποίησε από κοινού με δύο ομοεθνείς του[23]. Ως αποτέλεσμα αυτών των προβλημάτων η οικία του (Μέγαρο Τσίλλερ), την οποία ανήγειρε την περίοδο 1882-1885 πωλήθηκε το 1912 σε πλειστηριασμό, καταλήγοντας στον τραπεζίτη Διονύσιο Λοβέρδο[24]. Το συγκεκριμένο κτίριο διατηρείται ακόμα και σήμερα στην οδό Μαυρομιχάλη, μεταξύ Ακαδημίας και Σόλωνος. Παράλληλα, η οικογένεια Τσίλλερ διατηρούσε και εξοχική κατοικία στην οδό Πεσμαζόγλου 12 στην Κηφισιά μέσα σε έκταση σαράντα στρεμμάτων.

Ο Τσίλλερ απεβίωσε στην Αθήνα στις 10 Νοεμβρίου του 1923 και θάφτηκε στο Α΄ Νεκροταφείο Αθηνών[4].

Αρχαιολογικές μελέτες

Επεξεργασία

Ο Τσίλλερ ασχολήθηκε εντατικά με την αρχαιολογία. Την περίοδο 1864-1869 πραγματοποίησε ανασκαφές για την ανακάλυψη του Παναθηναϊκού Σταδίου, έχοντας νωρίτερα αγοράσει[25] την έκταση για τον συγκεκριμένο σκοπό. Στις δικές του ανασκαφές, αλλά και σε έρευνες των προηγούμενων ετών στηρίχθηκε το σχέδιο ανακατασκευής του Σταδίου από τον Αναστάσιο Μεταξά[26]. Ακόμη διεξήγαγε ανασκαφές στον αρχαιολογικό χώρο του Ραμνούντα[21].

Το 1865 δημοσίευσε τη μελέτη του σχετικά με τον Παρθενώνα με τίτλο Περί της αρχικής υπάρξεως των καμπυλώσεων του Παρθενώνος[27], στην οποία υποστήριξε την, σωστή, άποψή του περί ηθελημένης καμπυλότητας[15], προκειμένου να αναιρέσει ορισμένους ισχυρισμούς της μονογραφίας του αρχαιολόγου Karl Bötticher επί του συγκεκριμένου ζητήματος. Πραγματοποίησε επίσης αρχαιολογικές έρευνες στη Μικρά Ασία για την ανεύρεση της Τροίας[28], καθώς και αρκετές μελέτες για τα υδατοφράγματα της Αττικής[28], το Θέατρο του Διονύσου στη νότια κλιτύ της Ακρόπολης, την αρχιτεκτονική δομή του Παρθενώνα κ.ά. Σχεδίασε τα λείψανα των αετωμάτων και είναι από τους πρώτους που κατέγραψαν την πολυχρωμία στα αγάλματα και στα αρχιτεκτονικά μέλη του Θησείου, του Ερεχθείου, του Ναού της Αφαίας στην Αίγινα κ.ά.

Αρχιτεκτονική

Επεξεργασία
 
Μέγαρο Σλήμαν (Ιλίου Μέλαθρον).

Η δημιουργική σκέψη του Τσίλλερ συνδυάστηκε με την αισθητική της εποχής του βασιλιά Γεωργίου Α΄. Σε αντίθεση με τον δάσκαλό του, Θεόφιλο Χάνσεν, δημιούργησε το έργο του κυρίως στην Αττική, όπου κυριαρχούσαν διαφορετικές κλιματικές συνθήκες από τον ομιχλώδη βορρά. Το μέγεθος της Αθήνας επέβαλλε διαφορετικές κλίμακες και αναλογίες από αυτές των πρωτευουσών του βορρά, ώστε να είναι σύμφωνες με τα αισθητικά, φυσικά και ιστορικά δεδομένα του τόπου. Ο Τσίλλερ προσαρμόστηκε σε αυτά και τελικά επηρέασε την ελληνική αρχιτεκτονική, περισσότερο από κάθε άλλον αρχιτέκτονα, δίνοντας στην Αθήνα τον ευρωπαϊκό της χαρακτήρα[15][29].

Ο Τσίλλερ υπήρξε βασικός συντελεστής της διαμόρφωσης και της ανάπτυξης του ώριμου ελληνικού κλασικισμού, αντικαθιστώντας τα ρωμαϊκά μορφολογικά στοιχεία με τα κλασικά ελληνικά[28]. Αρκετές από τις κατασκευές του, είχαν επιρροές από τους αναγεννησιακούς ρυθμούς, τον ελληνικό κλασικισμό, καθώς και το νεομπαρόκ[30]. Συνήθως ενσωμάτωνε διαφορετικά χαρακτηριστικά ανάλογα με τον τύπο του κτιρίου, για παράδειγμα νεο-αναγεννησιακά στοιχεία σε δημόσια κτίρια και κατοικίες, και νεοβυζαντινά και ρομανικά στοιχεία σε θρησκευτικά κτίρια. Επίσης σχεδίασε επαύλεις στην Κηφισιά και τα ανάκτορα στο Τατόι στον λεγόμενο «ελληνοελβετικό ρυθμό», όπου συνδύασε νεοκλασικά στοιχεία με στοιχεία της παραδοσιακής αρχιτεκτονικής των Άλπεων.[31]

Μερικά από τα χαρακτηριστικά έργα του στην Ελλάδα είναι το Προεδρικό Μέγαρο της Ελληνικής Δημοκρατίας, το Ιλίου Μέλαθρον, η προσωπική του οικία, το Δημαρχείο Ερμούπολης, το Μέγαρο Μελά, κ.ά.

Ο Τσίλερ σχεδίασε επίσης καρυάτιδες, ρόδακες και άλλα αντικείμενα νεοκλασικής αισθητικής τα οποία κατασκευάστηκαν από τερακότα σε μεγάλες ποσότητες, βοηθώντας έτσι στη διάδοση του νεοκλασικισμού.[31]

Κατά την καθηγήτρια Ελένη Φεσσά - Εμμανουήλ, ο Τσίλερ δεν ήταν παρά ένας επιτυχημένος επαγγελματίας ο οποίος, αξιοποιώντας με δεξιοτεχνία τις αρχές του ιστορισμού και του εκλεκτικισμού, προσάρμοσε τα γερμανικά κυρίως πρότυπά του στην ελληνική πραγματικότητα. Η σταδιοδρομία του στην Ελλάδα είναι όντως εκπληκτική. Δεν οφείλεται όμως στην υπερτονισμένη καλλιτεχνική ιδιοφυΐα και αρχαιογνωσία του αλλά στις παραδόσεις τις οικογένειας των Τσίλλερ, δηλαδή στον εργολαβικό ρεαλισμό, την καλαισθησία και την τυποποίηση.[32]

Στην Εθνική Πινακοθήκη φυλάσσεται το αρχείο Τσίλλερ, το οποίο αγοράστηκε το 1961 με ενέργειες του Μαρίνου Καλλιγά[20] και διαθέτει περί τα 400 σχέδια και διάφορα άλλα τεκμήρια (χειρόγραφα, έγγραφα, ακουαρέλες κ.ά.) από τη ζωή του Γερμανού αρχιτέκτονα[5]. Αρχειακό υλικό σχετικό με τον Τσίλλερ διαθέτουν ακόμη η Δημοτική Πινακοθήκη Αθηνών, το Μουσείο Μπενάκη[4], καθώς και τα ΓΑΚ Κυκλάδων[33].

Προσωπική ζωή

Επεξεργασία

Ο Τσίλλερ ήταν παντρεμένος με τη σολίστ πιάνου και συνθέτρια Σοφία Δούδου, κόρη του Έλληνα επιχειρηματία Κωνσταντίνου Δούδου από την Κοζάνη και της Ελένης Κιρίλωφ από το Βουκουρέστι. Το ζεύγος γνωρίστηκε στις αρχές του 1876 στη Βιέννη, όπου είχε μεταβεί ο Τσίλλερ και τον Ιούνιο του ίδιου έτους παντρεύτηκαν. Από τον γάμο του με τη Δούδου, ο Τσίλλερ απέκτησε πέντε παιδιά (τρεις κόρες και δύο γιους): τη Βαλέρια, τη Ναταλία, τη ζωγράφο Ιωσηφίνα ή Φιφή (σύζυγο του επίσης ζωγράφου Δημητρίου Δήμα), τον Όθωνα και τον Βάλτερ[34].

Με την πάροδο των ετών, ο Τσίλλερ δημιούργησε προσωπική φιλία με τον, άλλοτε εργοδότη του, Θεόφιλο Χάνσεν[35]. Φίλος του ήταν και ο Γεώργιος Α΄[19].

Ο αριθμός των έργων του ξεπερνά τα 500[36]. Κτίρια που σχεδίασε ο Έρνστ Τσίλλερ είναι μεταξύ άλλων και τα ακόλουθα:

  • Ανάκτορο του Διαδόχου (1891-1897), το σημερινό Προεδρικό Μέγαρο[37].
  • Ιλίου Μέλαθρον, κατοικία του Ερρίκου Σλήμαν (1878-1881), η μελέτη ανήκε εξολοκλήρου στον Τσίλλερ, με εξαίρεση τις εξωτερικές τοιχογραφίες που είναι έργο του ζωγράφου Γιούρι Σούμπιτς[38]. Από το 1998 στεγάζει το Νομισματικό Μουσείο Αθηνών[39].
  • Βασιλικό Θέατρο (1895-1901), σήμερα Εθνικό Θέατρο[40].
  • Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο, οικοδομήθηκε σε σχέδια του αρχιτέκτονα Λούντβιχ Λάνγκε. Ο Τσίλλερ ήταν ο τρίτος και τελευταίος επιβλέπων του έργου, ενώ πραγματοποίησε σημαντικές αλλαγές στην πρόσοψη του κτιρίου[41], προσθέτοντας το τετράστυλο ιωνικό πρόπυλο και τις εκατέρωθεν στοές[42].
  • Μέγαρο Σταθάτου (1895)[43][44], ανακαινίστηκε από τον Παύλο Καλλιγά στα τέλη της δεκαετίας του 1970[45].
  • Μέγαρο Ανδρέα Συγγρού, στη συμβολή της Λεωφόρου Βασιλίσσης Σοφίας 5 (πρώην οδός Κηφισίας) με την οδό Ζαλοκώστα. Νυν κεντρικό κτίριο του Υπουργείου Εξωτερικών[46].
  • Μέγαρο (έπαυλη) του Ανδρέα Συγγρού (1872-1873), στο κτήμα Αναβρύτων, μεταξύ Αμαρουσίου και Κηφισιάς[47].
  • Έπαυλη του Νικολάου Θων, η έπαυλη είχε οικοδομηθεί το 1891 εξολοκλήρου πάνω σε σχέδια του Τσίλλερ, στη συμβολή των λεωφόρων Αλεξάνδρας και Κηφισίας. Δεν υπάρχει πια αλλά διασώζεται στο εσωτερικό του περιβόλου της έπαυλης ο Ναός του Αγίου Νικολάου, ένα περίκεντρο νεοκλασικό εκκλησάκι με ημισφαιρικό θόλο, που οικοδομήθηκε περί το 1900 από τον αρχιτέκτονα Αναστάσιο Μεταξά, ο οποίος ήταν νεότερος του Τσίλλερ και επίσης αυλικός[48][49].
  • Η πρώτη βασιλική έπαυλη στο Τατόι (1872-74), καταστράφηκε από πυρκαγιά το 1916[50].
  • Μέγαρο Μελά (1874), στην οδό Αιόλου, το μεγαλύτερο αθηναϊκό ιδιωτικό κτίριο της εποχής του, η ανέγερση του οποίου κόστισε 1.000.000 δραχμές[51].
  • Το «Petit Palais» ή Μέγαρο Ψύχα (οικία του τραπεζίτη Στέφανου Ψύχα), στην αρχή της λεωφόρου Βασιλίσσης Σοφίας (1885), κτίριο της Ιταλικής Πρεσβείας[52][53][54][55]
  • Δημοτικό Θέατρο Αθηνών, στην πλατεία Κοτζιά (1888), γκρεμίστηκε το 1940 μετά από εισήγηση του τότε δημάρχου Αμβροσίου Πλυτά. Αναφέρεται ως έργο παρωχημένης αρχιτεκτονικής[56].
  • Ναός του Αγίου Λουκά Πατησίων (1865-1870). Η πρώτη εκκλησία - έργο του Τσίλλερ που κτίστηκε σε νεορωμανικό ρυθμό[57], εμφανή κυρίως στον τρούλο[58]. Παρουσιάζει πολλές ομοιότητες με αντίστοιχο ναό στη γενέτειρα του Τσίλλερ στη Γερμανία[59].
  • Ναός Αγίου Γεωργίου του Ορφανοτροφείου Χατζηκώνστα στο Μεταξουργείο (1899-1901), εκκλησία νεορωμανικού ρυθμού, με τους χαρακτηριστικούς πυργίσκους στις εξωτερικές ακμές[60].
  • Πρώην διοικητήριο της Σχολής Ευελπίδων (1889), σήμερα στεγάζει τη Σχολή Εθνικής Άμυνας[61].
  • Παλαιό Χημείο (1887), σχεδιάστηκε και κτίστηκε σε συνεργασία με τον αρχιτέκτονα του Βερολίνειου Χημείου, Φρήντριχ Ζαστράου, και την έγκριση του διάσημου χημικού Χόφμαν. Εγκαινιάστηκε το 1890[62].
  • Γερμανικό Αρχαιολογικό Ινστιτούτο (1887-1897): τετραώροφο νεοκλασικό μέγαρο στη γωνία των οδών Χαριλάου Τρικούπη και Φειδίου. Κτίστηκε σε σχέδια του Τσίλλερ[63].
  • Αυστριακό Αρχαιολογικό Ινστιτούτο (1905), τριώροφο νεοκλασικό μέγαρο στη Λεωφόρο Αλεξάνδρας[64].
  • Μέγαρο Δεληγεώργη (1890), τριώροφο μέγαρο μεταξύ των οδών Πινδάρου, Ακαδημίας και Κανάρη, εκλεκτικιστικού ρυθμού[65].
  • Μέγαρο Κούπα (1875-1900), νεοκλασικό κτίριο στην οδό Πανεπιστημίου, από τα μεγαλύτερα και πολυτελέστερα της εποχής εκείνης. Ανήκε στον βιομήχανο Αχιλλέα Κούπα[66].
  • Αιγυπτιακή Πρεσβεία (1885), νεοκλασικό μέγαρο στη λεωφόρο Βασιλίσσης Σοφίας, αρχικά γνωστό ως Μέγαρο Ψύχα[67].
  • Ξενοδοχείο «Μέγας Αλέξανδρος»[68] (1889), βρίσκεται στη δυτική γωνία της διασταύρωσης της οδού Αθηνάς με την πλατεία Ομονοίας. Αρχικά ήταν τριώροφο, με αγάλματα στη στέψη, τα οποία αφαιρέθηκαν όταν προστέθηκε ο τέταρτος όροφος, μετά το 1920.
  • Πολυκατοικία Πεσμαζόγλου (1900), επιβλητικό τετραώροφο μέγαρο εκλεκτικιστικού ρυθμού στη λεωφόρο Βασιλίσσης Σοφίας, με όψη και προς την οδό Ηρώδου Αττικού. Η προς την οδό Ηρώδου Αττικού δυτική πτέρυγα του μεγάρου κατεδαφίστηκε στις αρχές της δεκαετίας[69] του 1960.
  • Κινηματοθέατρο «Αττικόν» (1870-1881), οικοδομήθηκε σε σχέδια του Τσίλλερ για λογαριασμό του Σταμάτιου Δεκόζη Βούρου και στην αρχή στέγαζε διάφορα καταστήματα. Δέχθηκε σημαντική επέμβαση την περίοδο 1914 - 1920, κατά τη διάρκεια κατασκευής του κινηματοθεάτρου[70].
  • Ξενοδοχείο «Μπάγκειον» (1890-1894), τετραώροφο (αρχικά τριώροφο) κτίριο στην ανατολική γωνία της διασταύρωσης της οδού Αθηνάς με την πλατεία Ομονοίας,[71] ακτίκρυ στο «Μέγας Αλέξανδρος», του οποίο συνιστά «δίδυμο» οικοδόμημα, κατασκευασμένα και τα δυο με δαπάνες του Ιωάννη Πάγκα (ή Μπάγκα).
  • Ξενοδοχείο «Excelsior»[72] (1910-1914), τετραώροφο μέγαρο στη γωνία της οδού Πανεπιστημίου με την πλατεία Ομονοίας[73].
  • Κτίριο οικογένειας Φρυσίρα (1904), νεοκλασικό κτίριο με στοιχεία ιωνικού ρυθμού, στην οδό Μονής Αστερίου 7 της Πλάκας[74].
  • Οικία Α. Κατσανδρή (1878), απλό διώροφο κτίριο στη συμβολή των οδών Ευριπίδου και Αθηνάς[75].
  • Νέο Αρσάκειο (1900-1925), σχεδιάστηκε από τον Κωνσταντίνο Μαρούδη και το 1907 ο Τσίλλερ ανέλαβε την πλήρη αναμόρφωση της πρόσοψης[76], προσθέτοντας τρούλους και μεταλλική μαρκίζα[77].
  • Έπαυλη «Ατλαντίς» (1897), Κηφισιά, Αττική[78]

Πειραιάς

Επεξεργασία
  • Οικία Πατσιάδου στην Πλατεία Αλεξάνδρας (1894-1895)[79].
  • Συνοικία Τσίλλερ ή "Συνοικισμός Επαύλεων" στην Πλατεία Αλεξάνδρας στην Καστέλλα (1874-1876)[80].
  • Οικία Χριστοφή (1907-1908) στο Νέο Φάληρο.[81]
  • Δημοτικό Θέατρο Πατρών «Απόλλων» (1871-1872)[82].
  • Ιερός Ναός Αγίου Διονυσίου Πατρών[83]
  • "Ερμής", πρώην οικία Παπαγιάννη, έδρα του Εμπορικού Συλλόγου Πατρών, που βρίσκεται στην Πλατεία Γεωργίου Α΄.[84]
  • Περίπτερο Πλατείας Υψηλών Αλωνίων. Κτίστηκε σε συνεργασία με την Αρχαιολογική Υπηρεσία το 1898 για να προστατεύσει ένα εντυπωσιακό ρωμαϊκό ψηφιδωτό. Κόστισε 9.926 δραχμές. Γκρεμίστηκε την δεκαετία του 1930, οπότε το ψηφιδωτό μεταφέρθηκε στο Μουσείο της Πάτρας.[85]
  • Οικία Θωμόπουλου, νυν κτίριο Εθνικής Τράπεζας στην Πλατεία Γεωργίου Α΄.[85]
  • Οροφή του Ιερού Μητροπολιτικού Ναού Ευαγγελίστριας.[85]

Υπόλοιπη Ελλάδα

Επεξεργασία

Δείτε επίσης

Επεξεργασία

Παραπομπές

Επεξεργασία
  1. 1,0 1,1 «Ziller, Ernst» 12  Ιανουαρίου 2018.
  2. 2,0 2,1 Εθνική Βιβλιοθήκη της Γερμανίας: (Γερμανικά) Gemeinsame Normdatei. Ανακτήθηκε στις 25  Ιουνίου 2015.
  3. 3,0 3,1 Παπαστάμου 1973, σελ. 12.
  4. 4,0 4,1 4,2 Καρδαμίτση-Αδάμη 2006, σελ. 30.
  5. 5,0 5,1 Κασιμάτη 2010, σελ. 11-12.
  6. Agstner, Rudolf. Handbuch des Österreichischen Auswärtigen Dienstes. Band 1: 1918 – 1938, LIT Verlag Münster, 2015, ISBN 3-643-50685-6, σελ. 82
  7. 7,0 7,1 «Ο αρχιτέκτονας Έρνστ Τσίλερ». imma.edu.gr. Ίδρυμα Μουσείου Μακεδονικού Αγώνα. 16 Νοεμβρίου 2018. 
  8. 8,0 8,1 Κασιμάτη 2010, σελ. 19.
  9. Κασσάνδρα, Βάσου (1939). «Ελληνική τεχνική κίνησις. Ερνέστος Τσίλλερ». Τεχνικά Χρονικά 15 (172): 125. http://library.tee.gr/digital/techr/1939/techr_1939_15_172_125.pdf. 
  10. 10,0 10,1 Κασιμάτη 2010, σελ. 15-16.
  11. Καρδαμίτση-Αδάμη 2006, σελ. 18.
  12. Κασιμάτη 2010, σελ. 23-24.
  13. Καρδαμίτση-Αδάμη 2006, σελ. 20.
  14. 14,0 14,1 14,2 Παπαστάμου 1973, σελ. 35-36.
  15. 15,0 15,1 15,2 15,3 Κασιμάτη 2010, σελ. 11.
  16. Παπαστάμου 1973, σελ. 35.
  17. Κασιμάτη 2010, σελ. 41.
  18. 18,0 18,1 Κασιμάτη 2010, σελ. 33-34.
  19. 19,0 19,1 Φεσσά-Εμμανουήλ 2001, σελ. 73.
  20. 20,0 20,1 «Ερνέστος Τσίλλερ Αρχιτέκτων, 1837-1923». in.gr. In.gr. 22 Μαρτίου 2010. Ανακτήθηκε στις 23 Φεβρουαρίου 2019. 
  21. 21,0 21,1 Παπαστάμου 1973, σελ. 51.
  22. 22,0 22,1 22,2 Σπίνου, Πάρης (14 Φεβρουαρίου 2010). «Ο απαράμιλλος κύριος Τσίλερ». enet.gr. Ελευθεροτυπία. Ανακτήθηκε στις 7 Φεβρουαρίου 2019. 
  23. 23,0 23,1 Καρδαμίτση-Αδάμη 2006, σελ. 26.
  24. Σύκκα, Γιώτα (6 Ιουλίου 2018). «Μέγαρο Τσίλλερ - Λοβέρδου: Μια άλλη Ελλάδα στην οδό Μαυρομιχάλη». kathimerini.gr. Η Καθημερινή. Ανακτήθηκε στις 22 Φεβρουαρίου 2019. 
  25. Κασιμάτη 2020, σελ. 23-24.
  26. «Ιστορία». panathenaicstadium.gr. Παναθηναϊκό Στάδιο. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 29 Ιουνίου 2013. Ανακτήθηκε στις 23 Φεβρουαρίου 2019. 
  27. Κασιμάτη 2020, σελ. 25.
  28. 28,0 28,1 28,2 Κασιμάτη 2010, σελ. 37.
  29. Βιογραφικά Τσίλλερ, στην ιστοσελίδα της Ελληνικής Προεδρίας της Δημοκρατίας
  30. Μπίρης, Κώστας Η. (1 Φεβρουαρίου 1939). «Εκατό χρόνια αθηναϊκής αρχιτεκτονικής». Νέα Εστία (209): 211. http://www.ekebi.gr/magazines/showimage.asp?file=65236&code=5366&zoom=800. [νεκρός σύνδεσμος]
  31. 31,0 31,1 Koutamanis, Alexander (2003). «Ziller, Ernst» (στα αγγλικά). Grove Art Online (Oxford University Press). doi:10.1093/gao/9781884446054.article.t093528. http://www.oxfordartonline.com/groveart/documentid/oao-9781884446054-e-7000093528. 
  32. Κασιμάτη 2010, σελ. 63.
  33. 33,0 33,1 Κασιμάτη 2010, σελ. 153.
  34. Καρδαμίτση-Αδάμη 2006, σελ. 24-25.
  35. Πανέτσος (2010). σελ. 42.
  36. Λαμπράκη-Πλάκα 2010, σελ. 11.
  37. Τοποθεσία, στην ιστοσελίδα της Ελληνικής Προεδρίας της Δημοκρατίας
  38. Παπαστάμου 1973, σελ. 49.
  39. Φουντούλη, Μαίρη. «Νομισματικό Μουσείο». odysseus.culture.gr. Υπουργείο Πολιτισμού και Αθλητισμού. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 3 Μαρτίου 2014. Ανακτήθηκε στις 7 Φεβρουαρίου 2019. 
  40. «Εθνικό Θέατρο Αθηνών». odysseus.culture.gr. Υπουργείο Πολιτισμού και Αθλητισμού. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 11 Αυγούστου 2011. Ανακτήθηκε στις 17 Φεβρουαρίου 2019. 
  41. Ρουμπιέν, Διονύσιος (2000). Ιδρυτικοί παράγοντες και σχεδιασμός των δημόσιων κτιρίων της Αθήνας - πρωτεύουσας (1834-1912). Αθήνα: ΕΜΠ - Διδακτορική Διατριβή. σελ. 120. 
  42. «Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο». eie.gr. Εθνικό Ίδρυμα Ερευνών. Ανακτήθηκε στις 12 Φεβρουαρίου 2019. 
  43. «Τα Κτίρια». cycladic.gr. Μουσείο Κυκλαδικής Τέχνης. Ανακτήθηκε στις 12 Φεβρουαρίου 2019. 
  44. «Μέγαρο Σταθάτου». Ιστοσελίδα Κτηματικής Εταιρείας Δημοσίου. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 9 Μαρτίου 2007. Ανακτήθηκε στις 12 Φεβρουαρίου 2019. 
  45. Φεσσά-Εμμανουήλ 2001, σελ. 233,295.
  46. «Ιστοσελίδα Υπουργείου Εξωτερικών». Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 18 Ιουλίου 2006. Ανακτήθηκε στις 18 Ιουλίου 2006. 
  47. Κασιμάτη 2010, σελ. 221.
  48. «Έργο του Αναστάση Μεταξά ο Άγιος Νικόλαος στο Κτήμα Θων - Μεγάλη έκπληξη στον μικρό ναό». ΕΘΝΟΣ. 2016-01-09. http://www.ethnos.gr/article.asp?catid=22768&subid=2&pubid=64313674. Ανακτήθηκε στις 2016-01-11. 
  49. «Αρχαιολογία της πόλης των Αθηνών - Αρχείο νεότερων μνημείων». Ανακτήθηκε στις 30 Μαρτίου 2013. 
  50. Κτήμα Τατοΐου, τον κόμβο του Υπουργείου Πολιτισμού, ανακτήθηκε 12-10-2006(pdf)
  51. «Μέγαρο Μελά». eie.gr. Εθνικό Ίδρυμα Ερευνών. Ανακτήθηκε στις 12 Φεβρουαρίου 2019. 
  52. «13 λόγοι που αγαπάμε το Κολωνάκι τώρα!». www.lifo.gr. 16 Μαρτίου 2019. Ανακτήθηκε στις 30 Σεπτεμβρίου 2022. 
  53. Κλάδης, Άγγελος (11 Απριλίου 2022). «20 λεπτά στο κτίριο της Ιταλικής Πρεσβείας που άνοιξε για πρώτη φορά». Oneman.gr. Ανακτήθηκε στις 30 Σεπτεμβρίου 2022. 
  54. «Petit Palais: ένα «παραμύθι» στη Βασ.Σοφίας». deBóp. Ανακτήθηκε στις 30 Σεπτεμβρίου 2022. 
  55. «Το μικρό παλάτι». Η Εφημερίδα των Συντακτών. Ανακτήθηκε στις 30 Σεπτεμβρίου 2022. 
  56. Κασιμάτη 2010, σελ. 62, 64.
  57. 57,0 57,1 57,2 Βογιατζής, Σωτήρης· Μακρυνόρη, Γεωργία (2015). «Ο ναός των Εισοδίων της Θεοτόκου Αιγίου του Ερνέστου Τσίλλερ». Στο: Ιωάννα Στουφή-Πουλημένου· Σταύρος Μαμαλούκος· Δημήτρης Παυλόπουλος· Αχιλλέας Χαλδαιάκης. Γ΄ Επιστημονικό Συμπόσιο Νεοελληνικής Εκκλησιαστικής Τέχνης. Βυζαντινό και Χριστιανικό Μουσείο, 22-24 Νοεμβρίου 2013. Πρακτικά. Αθήνα: Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών. Θεολογική Σχολή - Τμήμα Θεολογίας. σελ. 578. 
  58. 58,0 58,1 58,2 58,3 58,4 Νίκος Παπαγιαννάκος. Το «πέρασμα» του Ερνέστου Τσίλλερ από το Μαρκόπουλο(pdf)
  59. Πουλημένος, Γρηγόρης Α. (2010). «Η ναοδομία του Tσίλλερ και η παρένθεση του νεορωμανισμού». Στο: Κασιμάτη, Μαριλένα Ζ. Ερνέστος Τσίλλερ. Αρχιτέκτων (1837-1923). Αθήνα: Εθνική Πινακοθήκη και Μουσείο Αλεξάνδρου Σούτζου. σελ. 57. 
  60. «Ναός Αγίου Γεωργίου Ορφανοτροφείου Χατζηκώνστα (Μεταξουργείου)». eie.gr. Εθνικό Ίδρυμα Ερευνών. Ανακτήθηκε στις 16 Φεβρουαρίου 2019. 
  61. «Ιστορικό». setha.army.gr. ΣΕΘΑ - Σχολή Εθνικής Αμύνης. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 18 Ιουλίου 2019. Ανακτήθηκε στις 24 Φεβρουαρίου 2019. 
  62. Συμεωνίδης, Χρυσολέων· Στρακαντούνα, Βασιλική. «Κτήριο Παλαιού Χημείου Πανεπιστημίου Αθηνών». law.lib.uoa.gr. Βιβλιοθήκη της Νομικής Σχολής ΕΚΠΑ. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 23 Φεβρουαρίου 2019. Ανακτήθηκε στις 14 Φεβρουαρίου 2019. 
  63. «Γερμανικό Αρχαιολογικό Ινστιτούτο». eie.gr. Εθνικό Ίδρυμα Ερευνών. Ανακτήθηκε στις 12 Φεβρουαρίου 2019. 
  64. «Αυστριακό Αρχαιολογικό Ινστιτούτο». eie.gr. Εθνικό Ίδρυμα Ερευνών. Ανακτήθηκε στις 12 Φεβρουαρίου 2019. 
  65. «Μέγαρο Δεληγεώργη». eie.gr. Εθνικό Ίδρυμα Ερευνών. Ανακτήθηκε στις 12 Φεβρουαρίου 2019. 
  66. «Μέγαρο Κούπα». eie.gr. Εθνικό Ίδρυμα Ερευνών. Ανακτήθηκε στις 12 Φεβρουαρίου 2019. 
  67. «Αιγυπτιακή Πρεσβεία». eie.gr. Εθνικό Ίδρυμα Ερευνών. Ανακτήθηκε στις 13 Φεβρουαρίου 2019. 
  68. «Ξενοδοχείο "Μέγας Αλέξανδρος"». eie.gr. Εθνικό Ίδρυμα Ερευνών. Ανακτήθηκε στις 15 Φεβρουαρίου 2019. 
  69. «Πολυκατοικία Πεσμαζόγλου». eie.gr. Εθνικό Ίδρυμα Ερευνών. Ανακτήθηκε στις 18 Φεβρουαρίου 2019. 
  70. «Κινηματοθέατρο «Αττικόν»». eie.gr. Εθνικό Ίδρυμα Ερευνών. Ανακτήθηκε στις 16 Φεβρουαρίου 2019. 
  71. «Ξενοδοχείο "Μπάγκειον"». eie.gr. Εθνικό Ίδρυμα Ερευνών. Ανακτήθηκε στις 12 Φεβρουαρίου 2019. 
  72. Φέσσα-Εμμανουήλ (2001). σελ. 235, 295.
  73. «Ξενοδοχείο "Excelsior"». eie.gr. Εθνικό Ίδρυμα Ερευνών. Ανακτήθηκε στις 13 Φεβρουαρίου 2019. 
  74. «Μουσείο». frissirasmuseum.com. Μουσείο Φρυσίρα. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 15 Απριλίου 2013. Ανακτήθηκε στις 17 Φεβρουαρίου 2019. 
  75. «Οικία Α. Κατσανδρή, οδός Ευριπίδου και Αθηνάς. Κύριες όψεις, τομή και κατόψεις». nationalgallery.gr. Εθνική Πινακοθήκη-Μουσείο Αλεξάνδρου Σούτσου. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 23 Σεπτεμβρίου 2020. Ανακτήθηκε στις 12 Φεβρουαρίου 2019. 
  76. «Νέο Αρσάκειο». eie.gr. Εθνικό Ίδρυμα Ερευνών. Ανακτήθηκε στις 12 Φεβρουαρίου 2019. 
  77. Ατσαβέ, Παναγιώτα Αν. «Το Αρσάκειο κατά το τέλος τού 19ου αι. και το "Νέο Αρσάκειο"». arsakeio.gr. Φιλεκπαιδευτική Εταιρεία (Έτος ιδρύσεως 1836) Αρσάκεια - Τοσίτσεια Σχολεία. Ανακτήθηκε στις 22 Φεβρουαρίου 2019. 
  78. «Εκλεκτιστικές κατοικίες στην Κηφισιά την περίοδο τηε Μπελ Επόκ» (PDF). Ανακτήθηκε στις 21 Σεπτεμβρίου 2023. 
  79. Τραυλός, Ι. (1967). Νεοκλασσική αρχιτεκτονική στην Ελλάδα. Αθήναι: Έκδοσις Εμπορικής Τραπέζης της Ελλάδος. σελ. 33. 
  80. Καρδαμίτση-Αδάμη, Μάρω, Α. Παπανικολάου-Κρίστενσεν, Ernst Ziller, Αναμνήσεις, (Περικοπαί -Σημειώματα υπό κ. Ι. Τσίλλερ-Δήμα), Libro, Αθήνα 1997, σελ. 75,102.
  81. «Οδοιπορικό στην Έπαυλη Χριστοφή». τα ΕΠΙΚΑΙΡΑ. 24 Νοεμβρίου 2018. Ανακτήθηκε στις 7 Σεπτεμβρίου 2020. 
  82. «Δημοτικό θέατρο "Απόλλων"». Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 29 Ιουνίου 2017.  στον κόμβο του Υπουργείου Πολιτισμού
  83. «Ἕνας ἀκόμη Τσίλλερ στήν Πάτρα». 
  84. «Οικία Παπαγιάννη - Σύλλογος "Ερμής"». Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 16 Φεβρουαρίου 2023. Ανακτήθηκε στις 16 Φεβρουαρίου 2023. 
  85. 85,0 85,1 85,2 Κωνσταντίνος Λαμπρόπουλος (12 Νοεμβρίου 2022). «Ερνέστος Τσίλερ: Ο Σάξονας που έγινε Πατρινός και Αιγιώτης!». Πελοπόννησος. Ανακτήθηκε στις 21 Σεπτεμβρίου 2023. 
  86. Αίγιο, μνημεία & τέχνη, Γ. Παναγόπουλος & Σ. Κρητικός, Δημοτική Βιβλιοθήκη Αιγίου, Εκδόσεις Νηρέας Αθήνα 2002 σελ. 256-261 Παρατίθεται συν τοις άλλοις ενυπόγραφη επιστολή του Τσίλλερ προς τον Ευθύμιο Γάτο της εποχής της ανέγερσης του κτηρίου.
  87. 87,0 87,1 87,2 87,3 Βογιατζής, Μακρυνόρη (2015). σελ. 571.
  88. Σαράντη, Έφη. «Αρχαιολογικό Μουσείο Αιγίου». odysseus.culture.gr. Υπουργείο Πολιτισμού και Αθλητισμού. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 31 Δεκεμβρίου 2008. Ανακτήθηκε στις 28 Φεβρουαρίου 2019. 
  89. 89,0 89,1 Master Plan για την υλοποίηση του έργου «Κατασκευή Μαρίνας Τουριστικών και Ιστιοπλοϊκών Σκαφών του Δήμου Αιγίου», Ιστοσελίδα Δήμου Αιγίου(pdf)
  90. «Ιστοσελίδα Δήμου Αιγίου». Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 11 Αυγούστου 2011. Ανακτήθηκε στις 20 Νοεμβρίου 2009. 
  91. Βογιατζής, Μακρυνόρη (2015). σελ. 576.
  92. Παπαστάμου 1973, σελ. 41.
  93. Παλαιό Παρθεναγωγείο του Γυθείου Αρχειοθετήθηκε 2018-02-22 στο Wayback Machine., στον κόμβο του Υπουργείου Πολιτισμού
  94. Κασιμάτη 2010, σελ. 59.
  95. Μουσείο Μακεδονικού Αγώνα Αρχειοθετήθηκε 2010-06-25 στο Wayback Machine., στον κόμβο του Υπουργείου Πολιτισμού
  96. Γούναρης, Βασίλης Κ. «Ο Μακεδονικός Αγώνας. Συλλογική Μνήμη, Σύμβολα και Ιστορία». macedonian-heritage.gr. Macedonian Heritage: An online Review of the Affairs, History and Culture of Macedonia. Ανακτήθηκε στις 16 Φεβρουαρίου 2019. 
  97. «13o Γυμνάσιο». 13gym-thess.thess.sch.gr. Ανακτήθηκε στις 29 Σεπτεμβρίου 2022. 
  98. «Φωνές μέσα απ' τα κτήρια». buildings.kalamata2030.gr. Ανακτήθηκε στις 31 Αυγούστου 2020. [νεκρός σύνδεσμος]
  99. «ΔΙΑΡΚΗΣ ΚΑΤΑΛΟΓΟΣ ΚΗΡΥΓΜΕΝΩΝ ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΚΩΝ ΧΩΡΩΝ ΚΑΙ ΜΝΗΜΕΙΩΝ». listedmonuments.culture.gr. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 24 Ιουλίου 2021. Ανακτήθηκε στις 31 Αυγούστου 2020. 
  100. «Αρχαιολογικό Μουσείο Μήλου». culture.gr. Υπουργείο Πολιτισμού. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 16 Απριλίου 2007. Ανακτήθηκε στις 22 Φεβρουαρίου 2019. 
  101. Κασιμάτη 2010, σελ. 154-155.
  102. Κασιμάτη 2010, σελ. 268.
  103. Δημαρχείο Ερμούπολης Αρχειοθετήθηκε 2010-08-12 στο Wayback Machine., στον κόμβο του Υπουργείου Πολιτισμού
  104. «Το Δημαρχείο Ερμούπολης». syrosisland.gr. Σύρος Νέα - Ταξιδιωτικός Οδηγός. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 19 Ιουλίου 2017. Ανακτήθηκε στις 23 Φεβρουαρίου 2019. 
  105. «Αρχαιολογικό Μουσείο Τρίπολης». odysseus.culture.gr. Υπουργείο Πολιτισμού και Αθλητισμού. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 3 Μαΐου 2010. Ανακτήθηκε στις 22 Φεβρουαρίου 2019. 
  • Κασιμάτη, Μαριλένα, επιμ. (2010). «Εισαγωγή». Ερνέστος Τσίλλερ. Αρχιτέκτων (1837-1923) (PDF). Αθήνα: Εθνική Πινακοθήκη και Μουσείο Αλεξάνδρου Σούτζου. ISBN 978-960-7791-46-7. Ανακτήθηκε στις 15 Ιανουαρίου 2023. 
  • Καρδαμίτση-Αδάμη, Μάρω (2006). Ερνστ Τσίλλερ 1837-1923. Η τέχνη του κλασικού. Αθήνα: Μέλισσα. ISBN 9789602042748. 
  • Παναγόπουλος, Γ.; Κρητικός Σ. (2002). Αίγιο, μνημεία & τέχνη. Αθήνα: Δημοτική Βιβλιοθήκη Αιγίου.
  • Παπαστάμου, Δημήτριος Ε. (1973). Ερνέστος Τσίλλερ. Προσπάθεια μονογραφίας. Αθήνα: Υπουργείον Πολιτισμού και Επιστημών. 
  • Ρουμπιέν, Διονύσιος (2000). Ιδρυτικοί παράγοντες και σχεδιασμός των δημόσιων κτιρίων της Αθήνας - πρωτεύουσας (1834-1912). Αθήνα: ΕΜΠ - Διδακτορική Διατριβή.
  • Στουφή-Πουλημένου Ιωάννα, Μαμαλούκος Σταύρος, Παυλόπουλος Δημήτρης, Χαλδαιάκης Αχιλλέας, επιμ. (2015). Γ΄ Επιστημονικό Συμπόσιο Νεοελληνικής Εκκλησιαστικής Τέχνης. Βυζαντινό και Χριστιανικό Μουσείο, 22-24 Νοεμβρίου 2013. Πρακτικά. Αθήνα: Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών. Θεολογική Σχολή - Τμήμα Θεολογίας.
  • Τραυλός, Ι. (1967), Νεοκλασσική αρχιτεκτονική στην Ελλάδα, Αθήναι: Έκδοσις Εμπορικής Τραπέζης της Ελλάδος.
  • Φεσσά-Εμμανουήλ, Ελένη (2001). Δοκίμια για τη νέα ελληνική αρχιτεκτονική. Αθήνα. ISBN 9789609159708. 
  • Agstner, Rudolf (2015). Handbuch des Österreichischen Auswärtigen Dienstes. Band 1: 1918 – 1938, LIT Verlag Münster.

Εξωτερικοί σύνδεσμοι

Επεξεργασία