Η εσθονική γλώσσα (εσθονικά: eesti keel) ομιλείται από περίπου 1,1 εκατομμύριο ανθρώπους, η πλειονότητα των οποίων ζει στη βορειοευρωπαϊκή χώρα της Εσθονίας.

Εσθονική γλώσσα
eesti keel
ΤαξινόμησηΟυραλικές γλώσσες
Σύστημα γραφήςλατινική γραφή και Estonian Braille
Κατάσταση
Επίσημη γλώσσα Ευρωπαϊκή Ένωση
Εσθονία
ISO 639-1et
ISO 639-2est
ISO 639-3est
SILEST

Τα εσθονικά ανήκουν στον φιννικό κλάδο των φιννοουγγρικών γλωσσών της ουραλικής γλωσσικής οικογένειας. Τα εσθονικά δεν είναι συγγενή των γειτονικών (στον νότο) λετονικών, τα οποία είναι βαλτική γλώσσα, συγγενής των λιθουανικών. Τα εσθονικά είναι συγγενή των φινλανδικών, που ομιλούνται από την άλλη πλευρά του Κόλπου της Φινλανδίας, και συνδέονται με μακρινή συγγένεια και με τα ουγγρικά. Ένα από τα διακριτικά χαρακτηριστικά των εσθονικών είναι πως διαθέτουν τρεις βαθμούς φωνηματικής έκτασης: τα βραχέα, τα μακρά και τα υπέρμακρα.

Η διακήρυξη Επεξεργασία

Kas siis selle maa keel
Laulutuules ei või
Taevani tõustes üles
Igavikku omale otsida?

Μετάφραση:
Μπορεί η γλώσσα αυτής της γης
Στον άνεμο της επωδής
Ανεβαίνοντας στους ουρανούς
Να μην αναζητήσει αιωνιότητα;
Κρίστιαν Γιαάκ Πέτερσον

Οι γραμμές αυτές έχουν ερμηνευτεί ως μια αξίωση για την επανίδρυση του δικαιώματος γέννησης της εσθονικής γλώσσας. Ο Κρίστιαν Γιάακ Πέτερσον (1801–22), ο πρώτος φοιτητής στο τμήμα γερμανικής γλώσσας του Πανεπιστημίου του Τάρτου που ομολόγησε την εσθονική του καταγωγή, θεωρείται συνήθως ως κήρυκας της Εθνικής λογοτεχνίας της Εσθονίας και ιδρυτής της σύγχρονης εσθονικής ποίησης. Η γέννησή του στις 14 Μαρτίου γιορτάζεται στην Εσθονία ως Ημέρα της Μητρικής Γλώσσας.[1]


Η κυριαρχία επί της Εσθονίας μετά τις Σταυροφορίες του Βορρά από τον 13ο αιώνα μέχρι το 1918 από τη Δανία, τη Γερμανία, τη Σουηδία και τη Ρωσία είχε ως αποτέλεσμα να υπάρχει στη διάρκεια αυτών των ετών μια πολύ μικρή λογοτεχνική παραγωγή στην εσθονική γλώσσα. Τα γραπτά στην εσθονική γλώσσα έγιναν σημαντικά μόνο μετά τον 19ο αιώνα με τη διάδοση των ιδεών του διαφωτισμού, στη διάρκεια της περιόδου της Εστοφιλίας (Εσθονικός Διαφωτισμός) (1750–1840). Παρόλο που οι Γερμανοί της Βαλτικής έβλεπαν σε μεγάλο βαθμό το μέλλον των Εσθονών ως μία συγχώνευση με αυτούς, η τάξη των μορφωμένων Εστόφιλων θαύμαζε την αρχαία κουλτούρα των Εσθονών και την εποχή της ελευθερίας τους πριν από τις κατακτήσεις από τους Δανούς και τους Γερμανούς τον 13ο αιώνα.[2]

Μετά τον Πόλεμο της Ανεξαρτησίας της Εσθονίας, η εσθονική γλώσσα έγινε επίσημη γλώσσα του νεοπαγούς ανεξάρτητου κράτους. Όταν όμως δέχτηκε την εισβολή και την κατοχή από τη Σοβιετική Ένωση στον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, το καθεστώς της εσθονικής γλώσσας άλλαξε σε αυτό της πρώτης από τις δύο επίσημες γλώσσες (με τη ρωσική να είναι η δεύτερη).[3] Στο δεύτερο μισό της δεκαετίας του 1970, η πίεση για διγλωσσία εντάθηκε, με αποτέλεσμα τη διάδοση της γνώσης της ρωσικής γλώσσας σε όλη τη χώρα. Η ρωσική γλώσσα είχε χαρακτηριστεί ως ‘η γλώσσα της φιλίας των εθνών’ και διδασκόταν στα παιδιά της Εσθονίας ακόμα από τον παιδικό σταθμό. Αν και η διδασκαλία της εσθονικής σε μη Εσθονούς στο σχολείο ήταν υποχρεωτική, στην πράξη η εκμάθηση της γλώσσας θεωρούνταν περιττή.[4] Στη διάρκεια της εποχής της Περεστρόικα, ο νόμος για το καθεστώς της εσθονικής γλώσσας υιοθετήθηκε τον Ιανουάριο του 1989. Η κατάρρευση της ΕΣΣΔ οδήγησε στην αποκατάσταση της ανεξαρτησίας της Δημοκρατίας της Εσθονίας. Η εσθονική επανήλθε ως η μόνη επίσημη γλώσσα στην Εσθονία.

Ορθογραφία Επεξεργασία

Όπως τα φινλανδικά, έτσι και τα εσθονικά χρησιμοποιούν το λατινικό αλφάβητο. Το αλφάβητο δεν διαθέτει τα γράμματα c, q, w, x και y («ξένα γράμματα», εκτός από ξένα ονόματα και παραθέματα), αλλά διαθέτει τα γράμματα š, ž, ä, ö, ü, και õ.

Γραμματική Επεξεργασία

Τυπολογικά, τα εσθονικά εκπροσωπούν μια μεταβατική μορφή από μια συγκολλητική γλώσσα σε μια κλιτική γλώσσα και έχουν χάσει τη φωνηεντική αρμονία στα φωνήεντα των λέξεων. Κατά τη διάρκεια της ιστορίας των εσθονικών, τα γερμανικά τούς έχουν εξασκήσει ισχυρή επίδραση και στο λεξιλόγιο και στη σύνταξη.

Στα εσθονικά, τα ουσιαστικά και οι αντωνυμίες δεν έχουν γραμματικό γένος, αλλά τα ουσιαστικά και τα επίθετα κλίνονται σε δεκατέσσερις πτώσεις.

Το ρηματικό σύστημα δεν διαθέτει έναν διακριτό μελλοντικό χρόνο (χρησιμοποιείται ο ενεστώτας), ενώ διαθέτει ειδικές μορφές για να εκφράσει μια πράξη που εκτελείται από μη καθορισμένο υποκείμενο (το «απρόσωπο»).

Αριθμοί Επεξεργασία

1 - üks
2 - kaks
3 - kolm
4 - neli
5 - viis
6 - kuus
7 - seitse
8 - kaheksa
9 - üheksa
10 - kümme
11 - üksteist
12 - kaksteist
13 - kolmteist
20 - kakskümmend
21 - kakskümmend üks
22 - kakskümmend kaks
29 - kakskümmend üheksa
30 - kolmkümmend
90 - üheksakümmend
100 - (üks)sada
101 - sada üks
110 - sada kümme
112 - sada kaksteist
120 - sada kakskümmend
190 - sada üheksakümmend
200 - kakssada
900 - üheksasada
1000 - tuhat
1000000 - miljon

Παραπομπές Επεξεργασία

Βιβλιογραφία Επεξεργασία

Mati Hint. Häälikutest sõnadeni. Valgus 1978, Tallinn.

Εξωτερικοί σύνδεσμοι Επεξεργασία

 
Wikipedia