Θεωρίες συνωμοσίας για το θάνατο της Μέριλιν Μονρόε

Υποτιθέμενο σχέδιο δολοφονίας

Ο ξαφνικός θάνατος της Αμερικανίδας ηθοποιού Μέριλιν Μονρόε σε ηλικία 36 ετών από υπερβολική δόση βαρβιτουρικών αργά το βράδυ του Σαββάτου στις 4 Αυγούστου 1962, στο σπίτι της στο Λος Άντζελες της Καλιφόρνια έχει δημιουργήσει διάφορες θεωρίες συνωμοσίας. Οι πιο πολλές από αυτές κάνουν λόγο για δολοφονία της ηθοποιού με πιθανή εμπλοκή του Ρόμπερτ Φ. Κένεντι, του τότε Γενικού Εισαγγελέα των ΗΠΑ, λόγω της φημολογούμενης σχέσης του αδερφού του Αμερικανού Προέδρου, Τζον Φιτζέραλντ Κένεντι, με την ηθοποιό.

Η Μέριλιν Μονρόε με τον Γενικό Εισαγγελέα των ΗΠΑ Ρόμπερτ Φ. Κένεντι και τον Πρόεδρο Τζον Φ. Κένεντι, κατά την διάρκεια ενός ιδιωτικού πάρτι μετά τον επίσημο εορτασμό των γενεθλίων του Προέδρου Κένεντι, στο Μάντισον Σκουέαρ Γκάρντεν(D/R) της Νέας Υόρκης. Η Μονρόε είχε τραγουδήσει νωρίτερα το ίδιο βράδυ το περίφημο Happy Birthday. Πέθανε 77 μέρες αργότερα.

Θεωρίες Συνομωσίας Επεξεργασία

Δεκαετία 1960 Επεξεργασία

Κατά τη δεκαετία του 1960, δεν υπήρχαν ευρέως διαδεδομένες θεωρίες συνωμοσίας σχετικά με τον θάνατο της Μονρόε.[1] Οι πρώτοι ισχυρισμοί ότι είχε δολοφονηθεί προήλθαν από το αυτοδημοσιευμένο βιβλίο του αντικομμουνιστή Φρανκ Α. Κάπελ με τίτλο «Ο Παράξενος Θάνατος της Μέριλιν Μονρόε» (The Strange Death of Marilyn Monroe) του 1964, στο οποίο ισχυρίστηκε ότι ο θάνατός της ήταν μέρος μιας κομμουνιστικής συνωμοσίας. Ο Κάπελ υποστήριξε ότι η Μονρόε και ο Γενικός Εισαγγελέας των ΗΠΑ, Ρόμπερτ Φ. Κένεντι διατηρούσαν ερωτική σχέση, την οποία εκείνη πήρε πολύ σοβαρά και απειλούσε να προκαλέσει σκάνδαλο. Ο Κένεντι διέταξε λοιπόν να τη δολοφονήσουν για να προστατεύσει την καριέρα του.[2] Εκτός από το ότι κατηγόρησε τον Κένεντι ότι ήταν υποστηρικτής του κομμουνισμού, ο Κάπελ ισχυρίστηκε επίσης ότι και πολλά άλλα άτομα κοντά στη Μονρόε, όπως οι γιατροί και ο πρώην σύζυγός της Άρθουρ Μίλερ, ήταν κομμουνιστές.[2]

Ωστόσο η αξιοπιστία του Κάπελ αμφισβητήθηκε σοβαρά επειδή η μόνη πηγή του ήταν ο αρθρογράφος Γουόλτερ Βίντσελ, ο οποίος με τη σειρά του είχε λάβει πολλές από τις πληροφορίες του από αυτόν. Ο Κάπελ, λοιπόν, επικαλέστηκε τον εαυτό του.[2] Ο φίλος του και αστυνομικός του Λος Άντζελες Τζακ Κλέμονς, τον βοήθησε στην ανάπτυξη του βιβλίου του. Ο Κλέμονς έγινε κεντρική πηγή για τους θεωρητικούς συνωμοσίας[3] καθώς ήταν ο πρώτος αστυνομικός που έφτασε στο σπίτι της Μονρόε όταν βρέθηκε νεκρή και αργότερα ισχυρίστηκε ότι δεν είχε αναφέρει κάποια στοιχεία στην επίσημη έρευνα του 1962, όπως ότι όταν έφτασε στο σπίτι της Μονρόε, η οικονόμος της, Γιούνις Μάρεϊ έπλενε τα σεντόνια της στο πλυντήριο, και είχε μια διαίσθηση ότι κάτι δεν πήγαινε καλά.[3]

Οι ισχυρισμοί των Κάπελ και Κλέμονς έχουν συνδεθεί με τους πολιτικούς τους στόχους. Ο Κάπελ αφιέρωσε τη ζωή του στην αποκάλυψη μιας «Διεθνούς Κομμουνιστικής Συνωμοσίας» και ο Κλέμονς ήταν μέλος της οργάνωσης "The Police and Fire Research Organization" (FiPo), που προσπαθούσε να αποκαλύψει «ανατρεπτικές δραστηριότητες που απειλούσαν τον αμερικανικό τρόπο ζωής».[2] Το FiPo και παρόμοιες οργανώσεις ήταν γνωστές για τη στάση τους εναντίον των Κένεντι και για την αποστολή επιστολών στο Ομοσπονδιακό Γραφείο Ερευνών που τους ενοχοποιούσαν. Ένας φάκελος του FBI το 1964 που είκαζε μια σχέση μεταξύ της Μονρόε και του Ρόμπερτ Φ. Κένεντι είναι πιθανό να προήλθε από αυτούς. [2]Επιπλέον, ο Κάπελ, ο Κλέμονς και ένα τρίτο πρόσωπο κατηγορήθηκαν το 1965 από ένα δικαστήριο της Καλιφόρνια για "συκοφαντική δυσφήμιση με την απόκτηση και τη διανομή μιας ψευδούς ένορκης κατάθεσης" υποστηρίζοντας ότι ο γερουσιαστής Τόμας Κούτσελ κάποτε είχε συλληφθεί για πράξη ομοφυλοφιλίας.[4] Η κατηγορία εναντίον του Κούτσελ έγινε καθώς αυτός είχε υποστηρίξει την «Πράξη Πολιτικών Δικαιωμάτων» του 1964.[4] Ο Κάπελ ομολόγησε την ενοχή του, και οι κατηγορίες εναντίον του Κλέμονς αποσύρθηκαν καθώς αυτός παραιτήθηκε από το αστυνομικό σώμα.[4]

Στη δεκαετία του 1960, ο θάνατος της Μονρόε έγινε αντικείμενο έρευνας επίσης σε δύο βιβλία, στο "Ποιος Σκότωσε τη Μέριλιν Μονρόε" (Who Killed Marilyn Monroe) του Τσαρλς Χάμπλετ που εκδόθηκε το 1966 και στο "Ο Μυστηριώδης Θάνατος της Μέριλιν Μονρόε" (The Mysterious Death of Marilyn Monroe) του Τζέιμς Χάντσον του 1968.[5] Ωστόσο ούτε οι αφηγήσεις του Κάπελ, του Χάμπλετ ή του Χάντσον διαδόθηκαν ευρέως.[1]

Δεκαετία 1970 Επεξεργασία

Οι ισχυρισμοί ότι η Μέριλιν Μονρόε δολοφονήθηκε έγινε για πρώτη φορά μέρος μιας δημόσιας συζήτησης με τη δημοσίευση του βιβλίου "Marilyn: A Biography" του Νόρμαν Μέιλερ το 1973.[6] Παρόλο που το βιβλίο δεν έχει κανένα αποδεικτικό στοιχείο, ο Μέιλερ επανειλημμένος ισχυρίστηκε ότι η Μονρόε και ο Ρόμπερτ Κένεντι διατηρούσαν ερωτική σχέση και ότι ενδεχομένως δολοφονήθηκε είτε από το FBI είτε από τη CIA, που ήθελαν να χρησιμοποιήσουν τη δολοφονία ως «τρόπο πίεσης ... εναντίον των Κένεντι».[7] Το βιβλίο δέχθηκε έντονη κριτική, και αργότερα τον ίδιο χρόνο ο Μέιλερ τελικά να αποκηρύξει τους ισχυρισμούς του σε μια συνέντευξη με τον Μάικ Γουάλας στην τηλεοπτική εκπομπή 60 λεπτά, δηλώνοντας ότι τα είχε γράψει για να εξασφαλίσει την εμπορική επιτυχία του βιβλίου του και ότι πιστεύει ότι ο θάνατος της Μονρόε ήταν «δέκα προς ένα» μια «τυχαία αυτοκτονία».[7]

Δύο χρόνια αργότερα το 1975, ο Ρόμπερτ Σλάτζερ δημοσίευσε το βιβλίο του "Η Ζωή και ο Περίεργος Θάνατος της Μέριλιν Μονρόε" (The Life and Curious Death of Marilyn Monroe), το οποίο είναι βασισμένο στο φυλλάδιο του Κάπελ.[8] Εκτός από τον βασικό ισχυρισμό του ότι η Μονρόε δολοφονήθηκε από τον Ρόμπερτ Κένεντι, ο Σλάτζερ αναφέρθηκε επίσης σε έναν αμφιλεγόμενο ισχυρισμό του, ότι ήταν παντρεμένος με την Μονρόε στο Μεξικό για τρεις ημέρες τον Οκτώβριο του 1952, και ότι είχαν παραμείνει στενοί φίλοι μέχρι το θάνατό της.[8] Αν και η εκδοχή του δεν κυκλοφόρησε ευρέως εκείνη την εποχή, παρέμεινε κεντρική στις θεωρίες συνωμοσίας.[9]

Τον Οκτώβριο του 1975, ο δημοσιογράφος Άντονι Σκαντούτο δημοσίευσε ένα άρθρο σχετικά με τον θάνατο της Μονρόε στο περιοδικό μαλακού πορνό "Oui" και τον επόμενο χρόνο επέκτεινε τους ισχυρισμούς του στο βιβλίο του "Ποιος Σκότωσε την Μέριλιν Μονρόε;" (Who Killed Marilyn Monroe?) που εκδόθηκε το 1976 με το ψευδώνυμο Τόνι Σκιάκα. Οι μόνες πηγές του ήταν ο Σλάτζερ και ο ιδιωτικός του ερευνητής, Μίλο Σπερίγκλιο.[10] Εκτός από την επανάληψη των ισχυρισμών του Σλάτζερ, ο Σκαντούτο ισχυρίστηκε ότι η Μονρόε είχε κρατήσει ένα κόκκινο ημερολόγιο στο οποίο είχε γράψει εμπιστευτικές πολιτικές πληροφορίες που είχε ακούσει από τους Κένεντι και ότι είχε πέσει θύμα τηλεφωνικών υποκλοπών από τον ειδικό παρακολούθησης Μπέρναρντ Σπίντελ με εντολή του ηγέτη του Συνδικάτου των Οδηγών Φορτηγών Τζίμι Χόφα, ο οποίος ήλπιζε να αποκτήσει ενοχοποιητικά στοιχεία που θα μπορούσε να χρησιμοποιήσει εναντίον των Κένεντι.[10]

Δεκαετία 1980 Επεξεργασία

Το 1982, ο ιδιωτικός ντετέκτιβ του Σλάτζερ, Μίλο Σπερίγκλιο, δημοσίευσε το βιβλίο "Μέριλιν Μονρόε: Η συγκάλυψη μιας δολοφονίας" (Marilyn Monroe: Murder Cover-Up), στο οποίο ισχυρίστηκε ότι η ηθοποιός είχε δολοφονηθεί από τον Τζίμι Χόφα και το αφεντικό της μαφίας του Σικάγου Σαμ Τζιανκάνα.[11] Βασίζοντας την έρευνα του στα βιβλία του Σλάτζερ και του Σκαντούτο, ο Σπερίγκλιο πρόσθεσε δηλώσεις του Λάϊονελ Γκράντισον, ο οποίος εργαζόταν στο γραφείο του ιατροδικαστή της κομητείας του Λος Άντζελες την εποχή του θανάτου της Μονρόε.[11] Ο Γκράντισον, ισχυρίστηκε ότι το σώμα της Μονρόε είχε εκτεταμένα μώλωπες, αλλά αυτό είχε παραληφθεί από την έκθεση νεκροψίας και ότι είχε δει το κόκκινο ημερολόγιο, αλλά αυτό είχε εξαφανιστεί μυστηριωδώς.[11]

Ο Σπερίγκλιο και ο Σλάτζερ ζήτησαν να ξανανοίξει η έρευνα για τον θάνατο της Μονρόε από τις αρχές και ο εισαγγελέας του Λος Άντζελες συμφώνησε να επανεξετάσει την υπόθεση.[11] Η νέα έρευνα δεν μπόρεσε να βρει κανένα στοιχείο για να υποστηρίξει τους ισχυρισμούς της δολοφονίας.[11] Ο Γκράντισον αποδείχτηκε ότι δεν ήταν αξιόπιστος μάρτυρας καθώς είχε απολυθεί από το γραφείο του ιατροδικαστή για κλοπές σε νεκρούς.[11] Οι ισχυρισμοί ότι στο σπίτι της Μονρόε υπήρξαν τηλεφωνικές υποκλοπές βρέθηκαν επίσης ψευδείς. Παράλληλα ο Εισαγγελέας του Μανχάταν πραγματοποίησε έφοδο στο διαμέρισμα του Σπίντελ το 1966, κατά τη διάρκεια της οποίας κατασχέθηκαν οι κασέτες του.[11] Αργότερα ο Σπίντελ ισχυρίστηκε ότι αυτός είχε υποκλέψει το σπίτι της Μονρόε, αλλά δεν υποστηρίχθηκε από το περιεχόμενο των κασετών, τις οποίες είχαν ακούσει οι ερευνητές.[11]

 
Ο δημοσιογράφος Άντονι Σάμερς, ένας από τους πιο εξέχοντες βιογράφους που ισχυρίστηκε ότι ο θάνατος της Μονρόε περιλάμβανε συγκάλυψη.

Ο πιο σημαντικός θεωρητικός συνωμοσίας για τον θάνατο της Μονρόε στη δεκαετία του 1980 ήταν ο Βρετανός δημοσιογράφος Άντονι Σάμερς, ο οποίος ισχυρίστηκε ότι ο θάνατος της ήταν μια τυχαία υπερβολική δόση που προκλήθηκε και συγκαλύφθηκε από τον Ρόμπερτ Κένεντι. Το βιβλίο του, "Goddess: The Secret Lives of Marilyn Monroe" (1985), έγινε μια από τις πιο επιτυχημένες βιογραφίες εμπορικά της Μονρόε.[12] Προτού γράψει για τη Μονρόε, ο Σάμερς είχε συγγράψει ένα βιβλίο για μια θεωρία συνωμοσίας για τη δολοφονία του Τζον Φ. Κένεντι. Η έρευνά του για τη Μονρόε ξεκίνησε μετά από την ανάθεση της βρετανικής εφημερίδας Sunday Express να καλύψει την έρευνα του εισαγγελέα του Λος Άντζελες το 1982.[12]

Σύμφωνα με τον Σάμερς, η Μονρόε είχε σοβαρά προβλήματα κατάχρησης ουσιών και ήταν ψυχωτική τους τελευταίους μήνες της ζωής της.[13] Ισχυρίζεται ότι η ηθοποιός είχε σχέσεις και με τον Τζον και με τον Ρόμπερτ Κένεντι, και ότι όταν ο Ρόμπερτ διέκοψε τη σχέση τους, η Μονρόε απείλησε να αποκαλύψει τη σχέση τους στον τύπο. Ο Κένεντι και ο Πίτερ Λόφορντ προσπάθησαν να το αποτρέψουν αυτό επιτρέποντας την να εθιστεί πιο πολύ στις ουσίες...[13] Σύμφωνα με τον Σάμερς, η Μονρόε έγινε υστερική και κατά λάθος πήρε υπερβολική δόση, όπου και πέθανε μέσα σε ένα ασθενοφόρο στο δρόμο για το νοσοκομείο...[13] Ο Κένεντι ήθελε να φύγει από το Λος Άντζελες προτού δημοσιοποιηθεί ο θάνατος της Μονρόε για να αποφύγει τη συσχέτιση με αυτόν, και ως εκ τούτου το σώμα της επεστράφη στο σπίτι της και η υπερβολική δόση παρουσιάστηκε ως αυτοκτονία από τον Λόφορντ, τους Κένεντι και τον επικεφαλής του FBI, Τζέι Έντγκαρ Χούβερ.[13]

Ο Σάμερς στήριξε την έρευνα του σε συνεντεύξεις που είχε κάνει με 650 άτομα που συνδέονταν με τη Μονρόε, αλλά η έρευνά του έχει επικριθεί από τους βιογράφους Ντόναλντ Σπότο και Σάρα Τσέρτσγουελ.[12] Σύμφωνα με τον Σπότο, ο Σάμερς αντιφάσκει με τον εαυτό του, παρουσιάζει ψευδείς πληροφορίες ως γεγονός και παρερμηνεύει αυτά που ορισμένοι από τους φίλους της Μονρόε είπαν γι' αυτήν. [14] Η Τσέρτσγουελ, από την πλευρά της, έχει δηλώσει ότι ενώ ο Σάμερς συσσώρευσε ένα μεγάλο αρχείο ανέκδοτου υλικού, οι περισσότεροι από τους ισχυρισμούς του είναι εικασίες. Πολλοί από τους ανθρώπους με τους οποίους πήρε συνέντευξη μπορούσαν να παρέχουν μόνο αναφορές από δεύτερο ή τρίτο χέρι και «σχετίζουν αυτό που πιστεύουν, όχι αυτό που αποδεδειγμένα γνωρίζουν».[15] Ο Σάμερς ήταν επίσης ο πρώτος σημαντικός βιογράφος που βρήκε τον Σλάτζερ αξιόπιστο μάρτυρα και βασίζεται σε μεγάλο βαθμό σε μαρτυρίες άλλων αμφιλεγόμενων μαρτύρων, όπως ο Τζακ Κλέμονς και η Τζαν Κάρμεν, μια ηθοποιός-μοντέλο της οποίας ο ισχυρισμός ότι ήταν στενή φίλη της Μονρόε αμφισβητήθηκε από τους Σπότο και Λόις Μπάνερ.[16]

Οι ισχυρισμοί του Σάμερς αποτέλεσαν τη βάση για το ντοκιμαντέρ του BBC με τίτλο "Marilyn: Say Goodbye to the President" του 1985 και για μια ενότητα διάρκειας 26 λεπτών που δημιουργήθηκε για την εκπομπή 20/20 του ABC[14] η οποία δεν μεταδόθηκε ποτέ, καθώς ο Πρόεδρος του ABC Ρούνι Άρλετζ αποφάσισε ότι οι ισχυρισμοί που έγιναν σε αυτό απαιτούσαν περισσότερα στοιχεία για να την στηρίξουν.[14] Ο Σάμερς ισχυρίστηκε ότι η απόφαση του Άρλετζ επηρεάστηκε από την πίεση των Κένεντι.[17]

Δεκαετία 1990 Επεξεργασία

Στη δεκαετία του 1990, δύο νέα βιβλία ισχυρίστηκαν ότι η Μονρόε δολοφονήθηκε, το "Marilyn: The Last Take" (1992) των Πίτερ Μπράουν και Πάτι Μπάρχαμ και το "The Last Days of Marilyn Monroe" (1998) του Ντόναλντ Η. Γουλφ. Κανένα από τα δύο βιβλία δεν παρουσίαζουν πολλά νέα στοιχεία, αλλά βασίζονται εκτενώς στους Κάπελ και Σάμερς καθώς και σε απαξιωμένους μάρτυρες όπως οι Γκράνισον, Σλάτζερ, Κλέμονς και Κάρμεν. Ο Γουλφ επίσης δεν παρείχε πηγές για πολλούς από τους ισχυρισμούς του και αγνόησε πολλά από τα ευρήματα της αυτοψίας χωρίς κάποια εξήγηση.[18]

Στη βιογραφία του για την Μονρόε το 1993, ο Ντόναλντ Σπότο αμφισβήτησε τις προηγούμενες θεωρίες συνωμοσίας, αλλά ισχυρίστηκε ότι ο θάνατος της ήταν μια τυχαία υπερβολική δόση που σκηνοθετήθηκε ως αυτοκτονία.[19] Σύμφωνα με τον ίδιο, οι γιατροί της Γκρίνσον (ψυχίατρος) και Ένγκελμπεργκ (προσωπικός γιατρός) προσπαθούσαν να σταματήσουν την κατάχρησή της για το Nembutal. Προκειμένου να παρακολουθήσουν τη χρήση φαρμάκων της, είχαν συμφωνήσει να μην της συνταγογραφούν ποτέ τίποτα χωρίς προηγουμένως να συνεννοηθούν μεταξύ τους.[20] Η Μονρόε μπόρεσε να πείσει τον Ένγκελμπεργκ να αθετήσει την υπόσχεσή του λέγοντάς του ψέματα ότι ο Γκρίνσον είχε συμφωνήσει με αυτό. Πήρε πολλά Nembutals στις 4 Αυγούστου, αλλά δεν το είπε στον Γκρίνσον, ο οποίος της συνταγογραφούσε ένα κλύσμα με ένυδρη χλωράλη, με τον συνδυασμός αυτών των δύο φαρμάκων να τη σκότωσε.[20] Φοβούμενοι τις συνέπειες, οι γιατροί και η Γιούνις Μάρεϊ σκηνοθέτησαν τον θάνατο ως αυτοκτονία.[20]

Ο Σπότο υποστήριξε ότι η Μονρόε δεν θα μπορούσε να είχε αυτοκτονήσει καθώς είχε έρθει σε νέα συμφωνία με την 20th Century Fox και επειδή φέρεται ότι επρόκειτο να ξαναπαντρευτεί τον Τζο Ντι Μάτζιο.[20] Ο Σπότο βάσισε τη θεωρία του για τον θάνατό της σε υποτιθέμενες αποκλίσεις στις αστυνομικές δηλώσεις που δόθηκαν από την οικονόμο και τους γιατρούς της Μονρόε, έναν ισχυρισμό που έκανε η σύζυγος του αρθρογράφου Άρθουρ Τζέικομπς, ότι είχε ειδοποιηθεί για τον θάνατο της ήδη στις 10:30 μ.μ., καθώς και για ισχυρισμούς του εισαγγελέα Τζον Μάινερ, ο οποίος συμμετείχε στην επίσημη έρευνα. Ο Μάινερ είχε ισχυριστεί ότι η αυτοψία της αποκάλυψε σημάδια που συνάδουν περισσότερο με ένα κλύσμα παρά με την από του στόματος κατάποση.[20]

Δεκαετία 2000 Επεξεργασία

Οι ισχυρισμοί του Τζον Μάινερ ότι ο θάνατος της Μονρόε δεν ήταν αυτοκτονία έλαβαν περισσότερη δημοσιότητα τη δεκαετία του 2000, όταν δημοσίευσε αντίγραφα που ισχυρίστηκε ότι είχε κάνει από ηχητικές κασέτες που η Μονρόε ηχογράφησε λίγο πριν τον θάνατό της.[21][22] Ο Μάινερ ισχυρίστηκε ότι η Μονρόε έδωσε τις κασέτες στον ψυχίατρό της Γκρίνσον, ο οποίος τον κάλεσε να τις ακούσει μετά το θάνατό της. Σε αυτές τις κασέτες, η Μονρόε μίλησε για τα σχέδιά της για το μέλλον, τα οποία ο Μάινερ υποστηρίζει ότι είναι απόδειξη ότι δεν θα μπορούσε να είχε αυτοκτονήσει.[21] Συζήτησε επίσης τη σεξουαλική της ζωή και τη χρήση κλύσματος. Ο Μάινερ ισχυρίστηκε ότι η Μονρόε δολοφονήθηκε από κλύσμα που της χορηγήθηκε από την Γιούνις Μάρεϊ.[23]

Οι ισχυρισμοί του Μάινερ έχουν δεχθεί έντονη κριτική. Κατά την επίσημη εξέταση της υπόθεσης από τον εισαγγελέα το 1982, ο Μάινερ ανέφερε για τις κασέτες, αλλά δεν είπε τίποτα ότι είχε αντίγραφα.[22] Ο Μάινερ ισχυρίστηκε ότι αυτό συνέβη επειδή ο Γκρίνσον τον είχε βάλει να ορκιστεί ότι θα σιωπήσει.[22] Οι ίδιες οι κασέτες δεν έχουν βρεθεί ποτέ και ο Μάινερ παραμένει το μόνο άτομο που ισχυρίζεται ότι υπήρχαν. Ο Γκρίνσον ήταν ήδη νεκρός πριν ο Μάινερ τις αναφέρει δημόσια.[21]

Η βιογράφος Λόις Μπάνερ γνώριζε προσωπικά τον Μάινερ επειδή και οι δύο εργάζονταν στο Πανεπιστήμιο της Νότιας Καλιφόρνια. Ωστόσο αμφισβήτησε περαιτέρω την αυθεντικότητα των αντιγράφων.[23] Ο Μάινερ είχε αρχικά προσπαθήσει να πουλήσει τα αντίγραφα στο περιοδικό Vanity Fair, αλλά όταν το περιοδικό του ζήτησε να τις δείξει στον Άντονι Σάμερς για να τις επικυρώσει, ήταν προφανές ότι δεν τις είχε.[23] Οι μεταγραφές, τις οποίες τελικά πούλησε ο Μάινερ στον Βρετανό συγγραφέα Μάθιου Σμιθ, γράφτηκαν αρκετές δεκαετίες αφότου ισχυρίστηκε ότι είχε ακούσει τις κασέτες.[23] Ο ισχυρισμός του Μάινερ ότι η οικονόμος της Μονρόε ήταν στην πραγματικότητα η νοσοκόμα της και ότι αυτήν της χορηγούσε τα κλύσματά σε τακτική βάση, επίσης, δεν υποστηρίζεται από στοιχεία.[23] Επιπλέον, η Μπάνερ έγραψε ότι ο Μάινερ είχε μια προσωπική εμμονή με τα κλύσματα και κατέληξε στο συμπέρασμα ότι η θεωρία του για τον θάνατο της Μονρόε «αντιπροσώπευε τα σεξουαλικά του ενδιαφέροντα» και δεν βασιζόταν σε στοιχεία.[23]

Ο Μάθιου Σμιθ δημοσίευσε τις μεταγραφές ως μέρος του βιβλίου του "Victim: The Secret Tapes of Marilyn Monroe" (2003). Ο Σμιθ υποστήριξε ότι η Μονρόε δολοφονήθηκε από τη CIA λόγω της σχέσης της με τον Ρόμπερτ Κένεντι, καθώς η υπηρεσία ήθελε να πάρει εκδίκηση για τον χειρισμό των Κένεντι στην Εισβολή στον Κόλπο των Χοίρων.[21] Ο Σμιθ είχε ήδη γράψει για το θέμα στο προηγούμενο βιβλίο του, "The Men Who Murdered Marilyn" (1996).[21] Σημειώνοντας ότι ο Σμιθ δεν συμπεριέλαβε υποσημειώσεις στο βιβλίο του 1996 και μόνο στο επόμενο του, η Τσέρτσγουελ αποκάλεσε την αφήγηση του ως "ένα πέπλο εικασιών και καθαρής μυθοπλασίας ως τεκμηριωμένο γεγονός" και αναμφισβήτητα το λιγότερο πραγματικό από όλη την ζωή της Μέριλιν Μονρόε.[21] Οι μεταγραφές του Μάινερ αναφέρθηκαν επίσης σε ένα άρθρο των Los Angeles Times του 2005.[22]

Βιβλιογραφία Επεξεργασία

Παραπομπές Επεξεργασία

  1. 1,0 1,1 Churchwell 2004, σελίδες 89–90
  2. 2,0 2,1 2,2 2,3 2,4 Spoto 2001, σελίδες 600–603· Churchwell 2004, σελίδες 89–90, 309–310.
  3. 3,0 3,1 Spoto 2001, σελίδες 600–602· Churchwell 2004, σελίδες 309.
  4. 4,0 4,1 4,2 Spoto 2001, σελίδες 600–602.
  5. Churchwell 2004, σελ. 90.
  6. Churchwell 2004, σελίδες 92–94
  7. 7,0 7,1 Churchwell 2004, σελίδες 301–302
  8. 8,0 8,1 Churchwell 2004, σελ. 94· Spoto 2001, σελίδες 227–229, 606–608.
  9. Churchwell 2004, σελ. 91–92.
  10. 10,0 10,1 Churchwell 2004, σελ. 95· Spoto 2001, σελίδες 603–604.
  11. 11,0 11,1 11,2 11,3 11,4 11,5 11,6 11,7 Spoto 2001, σελίδες 603–606
  12. 12,0 12,1 12,2 Churchwell 2004, σελίδες 97–98
  13. 13,0 13,1 13,2 13,3 Churchwell 2004, σελίδες 311–312
  14. 14,0 14,1 14,2 Spoto 2001, σελίδες 606–608
  15. Churchwell 2004, σελίδες 97–98, 311
  16. Spoto 2001, σελ. 472· Banner 2012, σελ. 9.
  17. Sharbutt, Jay (7 Οκτωβρίου 1985). «'20/20' Probe: ABC Reviews Kennedy-Monroe Story». Los Angeles Times. Ανακτήθηκε στις 13 Σεπτεμβρίου 2015. 
  18. Churchwell 2004, σελίδες 105–106, 304–317
  19. Churchwell 2004, σελίδες 102–103
  20. 20,0 20,1 20,2 20,3 20,4 Spoto 2001, σελίδες 583–592
  21. 21,0 21,1 21,2 21,3 21,4 21,5 Churchwell 2004, σελίδες 109–110, 332–334
  22. 22,0 22,1 22,2 22,3 «New Chapter in the Mystery of Marilyn: Her Own Words?». Los Angeles Times. 5 Αυγούστου 2005. Ανακτήθηκε στις 14 Σεπτεμβρίου 2015. 
  23. 23,0 23,1 23,2 23,3 23,4 23,5 Banner 2012, σελίδες 419–420