Ιεροκήρυκας σύμφωνα με τη θρησκεία ονομάζεται αυτός που κηρύσσει από τον άμβωνα το θείο λόγο και τα ηθικά καθήκοντα του ανθρώπου.

Ένας Κουάκερος ιεροκήρυκας και η κοινότητα.

Κατά την αρχαιότητα ήταν ένας από τους λειτουργούς των ελευσίνιων μυστηρίων. Καταγόταν, σύμφωνα με τη μυθολογία, από τον Ερμή (που ήταν κήρυκας των θεών) και από μία κόρη του Κέκροπα, ή από τον Κήρυκα, το γιο του Ευμόλπου.

Στην ορθόδοξη Εκκλησία, ο ιεροκήρυκας σε μια μητρόπολη είναι αυτός που κηρύσσει τον θείο λόγο, κάνει κηρύγματα και ομιλίες. Ο ιεροκήρυκας συνήθως είναι άγαμος κληρικός, όπως αρχιμανδρίτης ή βοηθός επισκόπου ή και τιτουλάριος μητροπολίτης.

Βιβλιογραφία

Επεξεργασία
  • Γενική Ελληνική και Παγκόσμια ΥΔΡΟΓΕΙΟΣ, τόμος 7, Εκδόσεις Δομική, σελ. 225