Κίνημα Πλαστήρα 6ης Μαρτίου 1933
Τα ξημερώματα της 6 Μαρτίου 1933, την επομένη των Βουλευτικών Εκλογών της 5ης Μαρτίου, εκδηλώθηκε στην Αθήνα Στρατιωτικό Κίνημα με πρωταγωνιστή τον απόστρατο αντιστράτηγο και εκτός ενεργού πολιτικής ζωής από το 1924 Νικόλαο Πλαστήρα, που ανέλαβε αυτοβούλως προασπίζοντας τον "Εθνικό Συνασπισμό" να εμποδίσει το Λαϊκόν Κόμμα να σχηματίσει κυβέρνηση. Η Ηνωμένη Αντιπολίτευση, ένας αντιβενιζελικός συνασπισμός με ηγέτη τον Παναγή Τσαλδάρη του Λαϊκού Κόμματος, ήταν η νικήτρια παράταξη των εκλογών της 5ης Μαρτίου. Όπως αποδεικνύεται από όλες τις ενδείξεις, ο φυσικός αυτουργός του πραξικοπήματος, Νικόλαος Πλαστήρας, είχε, το λιγότερο, τη συναίνεση του Ελευθέριου Βενιζέλου ώστε να προχωρήσει σε αυτό, αν όχι και την παρότρυνσή του, καθώς ο επικεφαλής των "Φιλελευθέρων" έφερε βαρέως την εκλογική του ήττα[1].
Το κίνημα
ΕπεξεργασίαΣυγκεκριμένα από το βράδυ των εκλογών, όταν άρχισαν να φθάνουν στην Αθήνα τα πρώτα αποκαρδιωτικά μηνύματα της λαϊκής δυσαρέσκειας που εξελίσσονταν σε πλήρη σάρωση του Βενιζελισμού[2], άρχισαν να παρατηρούνται κάποιες ανήσυχες στρατιωτικές μετακινήσεις. Στην τότε οικία του Ε. Βενιζέλου (σημερινή έπαυλη του Άγγλου Πρέσβη, επί της λεωφόρου Β. Σοφίας, έναντι Βυζαντινού Μουσείου) άρχισε να αναπτύσσεται τριπλή ζώνη ασφαλείας από ένοπλους στρατιώτες και χωροφύλακες με τανκς και πολυβόλα. Τα παράθυρα ήταν φωταγωγημένα και μέσα ακολουθούσε πολύωρη σύσκεψη με τους Βενιζέλο, Πλαστήρα και άλλα πρόσωπα της κυβέρνησής του. Ειδικότερα, στις ιδιαίτερες πατρίδες τους οι υπουργοί του Βενιζέλου, Α. Παπαναστασίου, Α. Μιχαλακόπουλος, Κ. Γκότσης, Μάρκου, Κρεμεζής και Θ. Σοφούλης σημείωναν τις μεγαλύτερες απώλειες των ψηφοφόρων τους.
Περί τις 2:30 το πρωί, ενόσω είχε στηθεί μια αυθόρμητη πορεία - διαδήλωση που περιδιάβαινε τους δρόμους της Αθήνας, στάλθηκε στα τυπογραφεία του "Ελευθέρου Βήματος" ένα επαναστατικό διάγγελμα προκειμένου να τυπωθεί σε χιλιάδες αντίτυπα.
Γύρω στις 04:30 ώρα, της 6ης Μαρτίου, με διαταγή του Πλαστήρα, φερόμενου ως αρχηγού του κινήματος, καμιόνια με ένοπλους στρατιώτες κατέλαβαν τα γραφεία και τις εγκαταστάσεις αντιβενιζελικών εφημερίδων και κατάσχεσαν όλα τα φύλλα τους. Κάποια άλλα ένοπλα τμήματα κατέλαβαν διάφορα υπουργεία και δημόσια γραφεία .
Τις πρωινές πλέον ώρες, ομάδες της Ασφάλειας (Χωροφυλακής) συνέλαβαν τον Ι. Ράλλη και το Γ. Στράτο, ενώ κάποιες άλλες έφθασαν στην οικία του Τσαλδάρη (διέμενε επί της οδού Χ. Τρικούπη). Ο ίδιος για λόγους υγείας αρνήθηκε να τις ακολουθήσει μένοντας έτσι υπό φρούρηση. Στο μεταξύ, οι διοργανωτές των πολιτικών συγκεντρώσεων του Τσαλδάρη άρχισαν να διαδίδουν διάφορες φήμες περί του αρχηγού του Λαϊκού Κόμματος, με συνέπεια να ξεχυθεί κόσμος προς τη Βουλή και το σπίτι του για να τον δει. Ο Τσαλδάρης ανταποκρινόμενος σε ρυθμικά κελεύσματα του πλήθους βγήκε στον εξώστη και ζήτησε να επιδείξουν όλοι ψυχραιμία.
Παράλληλα, τις μεσημβρινές ώρες, ο Βενιζέλος επισκέπτεται τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας, Ζαΐμη, στην οικία του στο Φάληρο όπου και του γνωρίζει την απόφασή του να παραιτηθεί. Στη συνέχεια, επιστρέφει στην οικία του, όπου συγκαλεί το υπουργικό συμβούλιό του και υποβάλλουν όλοι τις παραιτήσεις τους συντάσσοντας σχετικά διατάγματα τα οποία και στέλνονται στον Πρόεδρο της Δημοκρατίας.
Ο Τσαλδάρης στο μεταξύ, κάλεσε τον άλλοτε διευθυντή της Αστυνομίας και του ζήτησε ν΄ αναλάβει τη διοίκησή της. Ταυτόχρονα όμως, και ο Πλαστήρας κάλεσε στο Υπουργείο Στρατιωτικών το διευθυντή της Χωροφυλακής Παπαδημητρίου να διαλύσει δια της βίας[3] τις λαϊκές συγκεντρώσεις στην οικία του Τσαλδάρη κάνοντας χρήση όπλων[3] παρέχοντάς του και στρατιωτική ενίσχυση
Σύγκρουση στρατηγών
ΕπεξεργασίαΜε τον Πλαστήρα είχαν ταχθεί εξ αρχής ο διοικητής του 1ου πεζικού συντάγματος, Διάμεσης, που ήταν και το πρωτοπαλικαρό του, καθώς και οι αντιστράτηγοι Κ. Μανέττας, Α. Μαζαράκης, Θ. Μανέττας, Σπαής και Τσιμικάλης που συνεχώς συνεδρίαζαν. Όταν κλήθηκε από τον Πλαστήρα ο Διευθυντής του Μηχανικού, συνταγματάρχης Δέδες, να συμμετάσχει στο κίνημα, εκείνος αντίθετα άρχισε να οργανώνει αντικίνημα. Κατέβηκε αμέσως στου Ρουφ και από εκεί σε συνεννόηση με το διοικητή του συντάγματος, Καπετανάκη, άρχισε να ζητά βοήθεια από άλλες μονάδες. Ο διοικητής της Σχολής Εφαρμογής Ιππικού, Λούμπας, του διέθεσε δύο ημιλαρχίες έτοιμες να εισέλθουν στην Αθήνα. Ανεξάρτητα όμως, αυτών των κινήσεων, και μέσα στο Υπουργείο των Στρατιωτικών οι συνταγματάρχες Ματάλας και Γυαλίστρας συνεννοούνται μεταξύ τους προκειμένου να μην ακολουθήσουν τον Πλαστήρα, ομοίως και ο διοικητής του 34ου συντάγματος πεζικού, Σπηλιωτόπουλος, και ο διοικητής του συντάγματος μηχανικού, Γιαννακόπουλος.
Στο μεταξύ, αρχίζουν να φθάνουν τα πρώτα τηλεγραφήματα από τις επαρχιακές φρουρές, όπου οι Σωματάρχες διαμαρτύρονταν για την ανάμιξη του Πλαστήρα. Ο Διοικητής του Β΄ Σώματος Στρατού προχώρησε σε επιστράτευση 6 ηλικιών της Θεσσαλίας προκειμένου να εκστρατεύσει κατά της Αθήνας. Ομοίως, ετοιμάζεται και στην Πελοπόννησο η Διοίκηση της Πάτρας. Στην Κοζάνη σημειώθηκε η πρώτη στάση όταν αξιωματικοί της 9ης Μεραρχίας συνέλαβαν το μέραρχο Εδιπίδη που είχε ταχθεί υπέρ του Πλαστήρα. Η κατάσταση αρχίζει να γίνεται επικίνδυνη.
Επέμβαση του Ζαΐμη
ΕπεξεργασίαΣτο μεταξύ, τις απογευματινές ώρες, και ενώ αεροπλάνα έριχναν προκηρύξεις με το διάγγελμα του Πλαστήρα, ο Πρόεδρος Ζαΐμης, όταν παρέλαβε το διάταγμα της παραίτησης του Βενιζέλου και ενημερώθηκε σχετικά από τον ίδιο ότι ο Πλαστήρας προχώρησε στην επιβολή δικτατορίας «για να μην επαναληφθούν τα έκτροπα που είχαν σημειωθεί το 1920», αν και το διάγγελμά του άλλα υποστήριζε, έστειλε το στρατηγό Ταρσούλη τόσο στον Τσαλδάρη, με την εντολή να επιβάλλει την τάξη με το κύρος του και όλες τις νόμιμες δυνάμεις, όσο και στο Υπουργείο Στρατιωτικών προκειμένου να βρεθεί μια λύση προς εκτόνωση της κατάστασης.
Στην πρόσκληση αυτή του Προέδρου οι βενιζελικοί στρατηγοί θορυβημένοι και από την αιματηρή εξέλιξη έδωσαν τη λύση: ν΄ αναλάβει την εξουσία προσωρινά το ανώτατο συμβούλιο των αντιστρατηγων, να καταστείλουν το κίνημα και να παραδώσουν, στη συνέχεια, την εξουσία στην κυβέρνηση. Τη λύση αυτή είχε δεχθεί και ο Οθωναίος με τον όρο να συνεννοηθούν με τον Τσαλδάρη. Τελικά, η λύση αυτή προκρίθηκε απ΄ όλες τις πλευρές.
Έτσι, με την αποδεχομένη λύση να σχηματίσει προσωρινή κυβέρνηση ο Οθωναίος, το κίνημα «φυλλορρόησε» και, περί τις πρώτες βραδινές ώρες, ο Ν. Πλαστήρας χωρίς καμία παρενόχληση μετέβη στην οικία του. Ωστόσο, το κίνημα είχε επικρατήσει, δημιουργώντας μάλιστα "δίκαιον". Εντούτοις όμως, ο Πλαστήρας αναγκάστηκε να παραδώσει την εξουσία που είχε κατακτήσει de facto στη διάδοχο κατάσταση, μία κυβέρνηση αντιστρατήγων υπό την ηγεσία του Αλέξανδρου Οθωναίου, η οποία διορίσθηκε με τη σύμφωνη γνώμη των Τσαλδάρη, Βενιζέλου και την έγκριση του ΠτΔ, Αλέξανδρου Ζαΐμη, προκειμένου να αποφευχθεί η αιματοχυσία. Η δε άρση του στρατιωτικού νόμου, το οποίο είχε κηρύξει ο Πλαστήρας, πραγματοποιήθηκε με διάταγμα της νέας, προσωρινής κυβέρνησης, γεγονός που αποδεικνύει ότι ο Πλαστήρας αναγνωριζόταν ως κατέχων την εξουσία[4].
Το πρωί της Τρίτης 7 Μαρτίου (1933), ορκίζεται στο Προεδρικό Μέγαρο η προσωρινή κυβέρνηση του Οθωναίου. Κατ΄ αυτήν ορίσθηκαν:
πρωθυπουργός και υπουργός Στρατιωτικών ο Α. Οθωναίος,
υπουργός Εσωτερικών ο αντιστράτηγος Ε. Τσιμικάλης,
υπουργός Γεωργίας ο αντιστράτηγος Θ. Μανέτας,
υπουργός Παιδείας ο αντιστράτηγος Αλ. Μαζαράκης - Αινιάν,
υπουργός Δικαιοσύνης ο αντιεισαγγελέας του Αρείου Πάγου Λ. Γιδόπουλος,
υπουργός Υγιεινής και Αντιλήψεως ο αντιναύαρχος Γ. Πανάς,
υπουργός Εξωτερικών ο διευθυντής του αυτού υπουργείου Ν. Μαυρουδής,
υπουργός Οικονομικών ο τότε υποδιοικητής της Εθνικής Τράπεζας Αλ. Κορυζής,
υπουργός Εθνικής Οικονομίας ο τότε γενικός διευθυντής των ΣΕΚ Σ. Κορώνης
υπουργός Συγκοινωνίας ο αντιστράτηγος Κ. Μανέτας και
υπουργός των Ναυτικών και αεροπορίας ο αντιναύαρχος Ι. Δεμέστιχας.
- Κάποιοι από τους παραπάνω ορκίσθηκαν την επόμενη ημέρα, ένω κάποιοι άλλοι άλλαξαν υπουργείο για μία ημέρα.
Παραπομπές
ΕπεξεργασίαΠηγές
Επεξεργασία- Εγκυκλοπαίδεια Πάπυρος Larousse Britannica" τομ.49ος, σελ.281
- Σπ. Μαρκεζίνης "Πολιτική Ιστορία της Συγχρόνου Ελλάδος" τομ.4ος.
- Δήμος Βρατσάνος "Ιστορία των Ελληνικών Επαναστάσεων 1824-1935" - Αθήναι 1936, σελ.260-265.
- Β. Ραφαηλίδης "Ιστορία (κωμικοτραγική) του Νεοελληνικού Κράτους 1830-1974" Αθήνα 1993, σελ.132.