Ο όρος Καθαρτήριο, στα λατινικά Purgatorium και στα σημερινά ιταλικά Purgatorio, αναφέρεται σε δόγμα της Ρωμαιοκαθολικής Εκκλησίας, σύμφωνα με το οποίο όσοι πεθαίνουν σε κατάσταση θείας χάρης (δηλαδή οι ψυχές οι οποίες κέρδισαν τον ουράνιο Παράδεισο, αλλά βαρύνονται με λιγότερο σοβαρές αμαρτίες, τις λεγόμενες «συγγνωστές αμαρτίες»), πρέπει να περάσουν από μία προσωρινή κατάσταση κάθαρσης για να φθάσουν στην αγιότητα ή «τελική θέωση», την οποία απαιτεί η είσοδος στον Παράδεισο.

Η Παναγία του Όρους Κάρμηλος, με αγγέλους και ψυχές στο Καθαρτήριο. Γλυπτό τεχνοτροπίας μπαρόκ από την Μπενιαχάν (Beniaján) της Ισπανίας.

Ενώ ο Δάντης περιγράφει στη Θεία Κωμωδία το καθαρτήριο ως «προάστιο» ή «προθάλαμο» της Κολάσεως, ορθότερα θα μπορούσε να περιγραφεί ως «προθάλαμος του Παραδείσου», καθώς το δόγμα αυτό υποστηρίζει ότι όσες ψυχές περνάνε από το Καθαρτήριο τελικώς καταλήγουν όλες στον Παράδεισο, και ότι δεν είναι δυνατόν κάποιος από το Καθαρτήριο να πάει στην Κόλαση ή να παραμείνει εσαεί σε αυτό. Στην πραγματικότητα, σύμφωνα με αυτό το δόγμα, η κατάσταση ανυπομονησίας της ψυχής για την είσοδο στον Παράδεισο, πιθανόν να είναι η μόνη τιμωρία που υφίσταται η ψυχή. Οι ψυχές του Καθαρτηρίου μπορούν να ωφεληθούν από τις προσευχές των πιστών και την τέλεση της Θείας Λειτουργίας. Έτσι, βασικό ρόλο στο Ρωμαιοκαθολικό δόγμα του Καθαρτηρίου παίζει η προσευχή υπέρ των νεκρών.

Παραπομπές

Επεξεργασία