Καισάριος Β΄ της Νάπολης

Βυζαντινός αξιωματούχος

Ο Καισάριος ήταν Βυζαντινός αξιωματούχος, δουξ της Νεάπολης την περίοδο 706-711.

Καισάριος Β΄ της Νεάπολης
Γενικές πληροφορίες
Θάνατος711
Νάπολη
Αιτία θανάτουπολιτική δολοφονία
Χώρα πολιτογράφησηςΒυζαντινή Αυτοκρατορία
Πληροφορίες ασχολίας
ΙδιότηταΔουξ
Μάγιστρος των οφφικίων
Δούκας της Νάπολης

Για τον Καίσαριο αλλά και τα γεγονότα που έλαβαν χώρα κατά τη διάρκεια της θητείας του στη Βυζαντινή Ιταλία αντλούνται πληροφορίες από πολλές πρώιμες μεσαιωνικές ιστορικές πηγές, όπως το Χρονικό των Δούκων του Μπενεβέντο, του Σαλέρνο, της Κάπουας και της Νάπολης, την Βίβλο των Ποντίφικων το Εκκλησία της Ραβέννας από τον Άγγελο της Ραβέννας και τις "Χρονογραφίες" του Θεοφάνη του Ομολογητή. Σε αυτές τις πηγές, ο Καισάριος αναφέρεται ως «δούκας και μάγιστρος» της Νάπολης[1].

Σύμφωνα με το Χρονικό των Δούκων του Μπενεβέντο, του Σαλέρνο, της Κάπουα και της Νάπολης, ο Καισάριος ανέλαβε το Δουκάτο της Νάπολης το 706 μετά το θάνατο του προκατόχου του Θεοδόσιου. Εκείνη την εποχή, το δουκάτο ήταν μέρος του Βυζαντίου, και ο κυβερνήτης του ήταν εξαρτώμενος από τον Έξαρχο της Ραβέννας, τον αυτοκρατορικό κυβερνήτη στην Ιταλία[1][2].

Η Θητεία του Καισάριου έπεσε σε μια εποχή αναταραχών στο Βυζάντιο μετά την ανατροπή του Ιουστινιανού Β '. Το 695-705, ο Λεόντιος και ο Τιβέριος Γ΄ ήταν διαδοχικοί αυτοκράτορες, καταλαμβάνοντας την εξουσία με ένοπλα μέσα ωσότου ο Ιουστινιανός Β΄ ξανακερδίσει το θρόνο. Ωστόσο, η βασιλεία του προκάλεσε έντονη δυσαρέσκεια σε ορισμένες περιοχές του Βυζαντίου που απέχουν από την Κωνσταντινούπολη. Μεταξύ αυτών των περιοχών ήταν το Εξαρχάτοο της Ραβέννας, όπου ξεκίνησε μια εξέγερση το 710[1][3].

Πιθανώς, αυτό διευκολύνθηκε από την απουσία ενός εξάρχου στη Ραβέννα εκείνη την εποχή: ο Ιωάννης Γ΄ Ριζοκόπος, ο οποίος διορίστηκε από τον Ιουστινιανό Β΄ σε αυτήν τη θέση, ήταν μόλις στο δρόμο του από την Κωνσταντινούπολη προς την Ιταλία. Τον Οκτώβριο του 710, ο έξαρχος έπλευσε στη Νάπολη με πλοίο, όπου τον υποδέχτηκε με τιμές ο Δούκας Καισάριος. Ταυτόχρονα, ο Πάπας Κωνσταντίνος έφτασε στην πόλη, κατευθυνόμενος προς την πρωτεύουσα του Βυζαντίου για να συναντηθεί με τον αυτοκράτορα. Ενώ βρισκόταν στη Νάπολη, ο Πάπας ενημέρωσε τον έξαρχο για την εξέγερση στη Ραβέννα και του ζήτησε να λάβει τα κατάλληλα μέτρα για την καταστολή της. Ωστόσο, δεν είναι γνωστό για τυχόν ενέργειες του Ιωάννη Ριζοκόπου εναντίον των ανταρτών. Επιπλέον μετά από λίγο καιρό ο έξαρχος σκοτώθηκε πιθανότατα από στασιαστές. Η εξέγερση στη Ραβέννα έληξε μόνο το 711, μετά τη δολοφονία του Ιουστινιανού Β΄ και την άνοδο στο βυζαντινό θρόνο του Φιλιππικού Βαρδάνη[1][3][4].

Οι κάτοικοι της Νάπολης, καθώς και οι κάτοικοι της Ρώμης, δεν υποστήριξαν την εξέγερση στη Ραβέννα. Ωστόσο, η απόλυτη αδυναμία της Κωνσταντινούπολης να θέσει τέρμα στην εξέγερση, συνέβαλε στην ενίσχυση της προσωπικής δύναμης του κυβερνήτη του Δουκάτου της Νάπολης. Ήδη οι πλησιέστεροι διάδοχοι του Καισάριου άρχισαν να κυβερνούν ως εντελώς ανεξάρτητοι ηγέτες, αναγνωρίζοντας μόνο επίσημα τη δύναμη των αυτοκρατόρων του Βυζαντίου και των κυβερνητών τους στην Ιταλία[1].

Στο Χρονικό των Δούκων του Μπενεβέντο, του Σαλέρνο, της Κάπουα και της Νάπολης, αναφέρεται ότι ο Καισάριος κυβέρνησε το Δουκάτο της Νάπολης για πέντε χρόνια και πέθανε το 711[1][2]. Διάδοχός του επιλέχθηκε ο Ιωάννης,του οποίου η πρώτη αναφορά ως δούκας χρονολογείται τον Σεπτέμβριο του ίδιου έτους. Σε αυτή τη βάση, θεωρείται ότι η ανάληψη εξουσίας των Ναπολιτών δουκών γινόταν τότε την πρώτη ημέρα του νέου έτους[5].

Παραπομπές Επεξεργασία

  1. 1,0 1,1 1,2 1,3 1,4 1,5 Schipa M., Il Mezzogiorno d’Italia anteriormente alla monarchia, Bari, Gius. Laterza & Figli, 1923, pages 27—28
  2. 2,0 2,1 Cappelli A., Cronologia, cronografia e calendario perpetuo, Milano, HOEPLI EDITORE, 1998, page 469, isbn 978-8-8203-2502-2
  3. 3,0 3,1 Равеннский экзархат. Византийцы в Италии , Бородин О. Р., СПб., Алетейя, 2001, pages 161—167, isbn 5-89329-440-8
  4. Кулаковский, Юлиан Андреевич, История Византии. Т. 3: 602—717, СПб., Алетейя, 1996, Pages 277—279, isbn 5-89329-005-4
  5. Vasco La Salvia Giovanni, Roma, Институт Итальянской энциклопедии, Istituto dell’Enciclopedia Italiana, Dizionario Biografico degli Italiani, 2001, volume 55

Πηγές Επεξεργασία