Καρκίνος των ωοθηκών

νόσος κατά την οποία κακοήθη κύτταρα αναπτύσσονται στους ιστούς των οωθηκών και δημιουργούν όγκους

Ο καρκίνος των ωοθηκών είναι καρκίνος που σχηματίζεται μέσα ή πάνω σε μια ωοθήκη.[1] Καταλήγει σε ανώμαλα κύτταρα που έχουν την ικανότητα να εισβάλλουν ή να εξαπλώνονται σε άλλα μέρη του σώματος.[2] Όταν ξεκινήσει αυτή η διαδικασία, ενδέχεται να μην υπάρχουν καθόλου ή να υπάρχουν μόνον ασαφή συμπτώματα.

Συμπτώματα Επεξεργασία

Τα συμπτώματα γίνονται περισσότερο αναγνωρίσιμα όσο ο καρκίνος προχωρά.[3][4] Αυτά τα συμπτώματα μπορεί να περιλαμβάνουν φούσκωμα, πυελικό πόνο, κοιλιακό πρήξιμο και απώλεια όρεξης μεταξύ άλλων. Πολλές φορές ο ογκός δεν γίνεται εύκολα αντιληπτός και αποκτά μεγάλο μέγεθος, μέχρι να εμφανισθούν τα πρώτα συμπτώματα.[5] Οι κοινές περιοχές στις οποίες μπορεί να εξαπλωθεί ο καρκίνος περιλαμβάνουν τους λεμφαδένες, τους πνεύμονες και το ήπαρ.[6]

Παράγοντες κινδύνου Επεξεργασία

Ο κίνδυνος εμφάνισης καρκίνου των ωοθηκών αυξάνεται σε γυναίκες που έχουν ωορρηξία περισσότερο κατά τη διάρκεια της ζωής τους. Αυτό περιλαμβάνει εκείνους που δεν είχαν ποτέ παιδιά, εκείνους που αρχίζουν την ωορρηξία σε νεαρότερη ηλικία και εκείνους που φθάνουν στην εμμηνόπαυση σε μεγαλύτερη ηλικία. Άλλοι παράγοντες κινδύνου περιλαμβάνουν την ορμονοθεραπεία μετά την εμμηνόπαυση, τη φαρμακευτική αγωγή γονιμότητας και την παχυσαρκία.[7][8] Παράγοντες που μειώνουν τον κίνδυνο περιλαμβάνουν τον έλεγχο των ορμονών, την απολίνωση των σαλπίγγων και το θηλασμό.[8] Περίπου το 10% των περιπτώσεων σχετίζεται με τον κληρονομικό γενετικό κίνδυνο. Οι γυναίκες με μεταλλάξεις στα γονίδια BRCA1 ή BRCA2 έχουν περίπου 50% πιθανότητα εμφάνισης της νόσου. Ο πιο κοινός τύπος καρκίνου των ωοθηκών, που περιλαμβάνει περισσότερο από το 95% των περιπτώσεων, είναι το καρκίνωμα των ωοθηκών. Υπάρχουν πέντε κύριοι υποτύποι καρκίνου των ωοθηκών.[9] Οι λιγότερο συνηθισμένοι τύποι καρκίνου των ωοθηκών περιλαμβάνουν τους όγκους των γεννητικών κυττάρων.

Διάγνωση Επεξεργασία

Η διάγνωση του καρκίνου των ωοθηκών επιβεβαιώνεται μέσω βιοψίας ιστού, ο οποίος αφαιρείται κατά τη διάρκεια της χειρουργικής επέμβασης.

Η ακτινογράφηση δεν προτείνεται στις γυναίκες σε μέσο ρίσκο, καθώς τα στοιχεία δεν υποστηρίζουν μια μείωση στους θανάτους και το υψηλό ποσοστών ψευδώς θετικών διαγνώσεων μπορεί να οδηγήσει σε μη αναγκαία χειρουργεία, που συνοδεύονται από δικό τους ρίσκο.[10] Τα άτομα με πολύ υψηλό κίνδυνο μπορεί να αφαιρέσουν τις ωοθήκες τους ως προληπτικό μέτρο.

Θεραπεία Επεξεργασία

Αν διαγνωστεί και αντιμετωπιστεί σε πρώιμο στάδιο, ο καρκίνος των ωοθηκών είναι συχνά θεραπεύσιμος.[11] Η θεραπεία περιλαμβάνει συνήθως ένα συνδυασμό χειρουργείου, ακτινοθεραπείας και χημειοθεραπείας.[11] Τα αποτελέσματα εξαρτώνται από την έκταση της ασθένειας, τον υπότυπο του παρόντος καρκίνου και άλλες ιατρικές καταστάσεις.[12] Το συνολικό ποσοστό πενταετούς επιβίωσης στις Ηνωμένες Πολιτείες είναι 45%.[13] Τα αποτελέσματα είναι χειρότερα στον αναπτυσσόμενο κόσμο.

Το 2012, προέκυψαν νέες περιπτώσεις σε 239.000 γυναίκες.[14] Το 2015 ήταν παρόν σε 1,2 εκατομμύρια γυναίκες και οδήγησε σε 161.100 θανάτους παγκοσμίως. Μεταξύ των γυναικών είναι ο έβδομος πιο συχνός καρκίνος και η όγδοη πιο συχνή αιτία θανάτου από καρκίνο.[14] Η τυπική ηλικία διάγνωσης είναι τα 63.[15] Ο θάνατος από το καρκίνο των ωοθηκών είναι συχνότερος στην Βόρεια Αμερική και την Ευρώπη απ' ότι στην Αφρική και την Ασία.[14]

Παραπομπές Επεξεργασία

  1. Seiden, Michael (2015). «Gynecologic Malignancies, Chapter 117». MGraw-Hill Medical. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 10 Σεπτεμβρίου 2017. Ανακτήθηκε στις 24 Ιουνίου 2017. 
  2. «Defining Cancer». National Cancer Institute. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 25 Ιουνίου 2014. Ανακτήθηκε στις 10 Ιουνίου 2014. 
  3. «Ovarian Epithelial Cancer Treatment (PDQ®)». NCI. 12 Μαΐου 2014. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 5 Ιουλίου 2014. Ανακτήθηκε στις 1 Ιουλίου 2014. 
  4. Ebell, MH; Culp, MB; Radke, TJ (March 2016). «A Systematic Review of Symptoms for the Diagnosis of Ovarian Cancer.». American journal of preventive medicine 50 (3): 384–94. doi:10.1016/j.amepre.2015.09.023. PMID 26541098. 
  5. Mulita, Francesk (2020). «A giant ovarian mass in a 68-year-old female with persistent abdominal pain and elevated serum CA-125 level». 
  6. Ruddon, Raymond W. (2007). Cancer biology (4th έκδοση). Oxford: Oxford University Press. σελ. 223. ISBN 9780195175431. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 15 Σεπτεμβρίου 2015. 
  7. «Ovarian Cancer Prevention (PDQ®)». NCI. 6 Δεκεμβρίου 2013. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 6 Ιουλίου 2014. Ανακτήθηκε στις 1 Ιουλίου 2014. 
  8. 8,0 8,1 «Ovarian Cancer Prevention (PDQ®)». NCI. 20 Ιουνίου 2014. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 6 Ιουλίου 2014. Ανακτήθηκε στις 1 Ιουλίου 2014. 
  9. «Ovarian carcinogenesis: an alternative hypothesis». Adv. Exp. Med. Biol.. Advances in Experimental Medicine and Biology 622: 79–87. 2008. doi:10.1007/978-0-387-68969-2_7. ISBN 978-0-387-68966-1. PMID 18546620. https://archive.org/details/ovariancancersta00geor/page/79.  
  10. Grossman, David C.; Curry, Susan J.; Owens, Douglas K.; Barry, Michael J.; Davidson, Karina W.; Doubeni, Chyke A.; Epling, John W.; Kemper, Alex R. και άλλοι. (13 February 2018). «Screening for Ovarian Cancer». JAMA 319 (6): 588. doi:10.1001/jama.2017.21926. 
  11. 11,0 11,1 «Ovarian Epithelial Cancer Treatment (PDQ®)». NCI. 12 Μαΐου 2014. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 5 Ιουλίου 2014. Ανακτήθηκε στις 1 Ιουλίου 2014. 
  12. Gibson, Steven J.; Fleming, Gini F.; Temkin, Sarah M.; Chase, Dana M. (2016). «The Application and Outcome of Standard of Care Treatment in Elderly Women with Ovarian Cancer: A Literature Review over the Last 10 Years». Frontiers in Oncology 6. doi:10.3389/fonc.2016.00063. PMID 27047797. 
  13. «SEER Stat Fact Sheets: Ovary Cancer». NCI. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 6 Ιουλίου 2014. Ανακτήθηκε στις 18 Ιουνίου 2014. 
  14. 14,0 14,1 14,2 World Cancer Report 2014. World Health Organization. 2014. Chapter 5.12. ISBN 9283204298. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 19 Σεπτεμβρίου 2016. 
  15. «What are the risk factors for ovarian cancer?». www.cancer.org. 4 Φεβρουαρίου 2016. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 17 Μαΐου 2016. Ανακτήθηκε στις 18 Μαΐου 2016. 

Περαιτέρω ανάγνωση Επεξεργασία

Εξωτερικοί σύνδεσμοι Επεξεργασία