Κείμενο πηγή
Το κείμενο πηγή[1][2] είναι κείμενο (ενίοτε προφορικό), από το οποίο προέρχονται πληροφορίες ή ιδέες. Στη μετάφραση, το κείμενο πηγή είναι το πρωτότυπο κείμενο που πρέπει να μεταφραστεί σε άλλη γλώσσα.
Περιγραφή
ΕπεξεργασίαΣτην ιστοριογραφία, γίνεται συνήθως μεταξύ τριών ειδών κειμένων πηγών:
Πρωτογενείς πηγές
ΕπεξεργασίαΟι πρωτογενείς πηγές είναι από πρώτο χέρι γραπτές ιστορικές μαρτυρίες και γίνονται από κάποιον που ήταν παρών κατά τη στιγμή του συμβάντος. Έχουν περιγραφεί ως εκείνες οι πηγές που βρίσκεται πλησιέστερα προς την προέλευση των πληροφοριών ή την υπό μελέτη ιδέα[1][3] Οι συγκεκριμένοι τύποι πηγών θεωρείται ότι παρέχουν στους ερευνητές «άμεση, αδιαμεσολάβητη πληροφορία σχετικά με το αντικείμενο της μελέτης τους»[4]. Οι πρωτογενείς πηγές συνήθως καταγράφονται από κάποιον που συμμετείχε, υπήρξε αυτόπτης μάρτυρας ή έζησε κάποιο γεγονός. Θεωρούνται συνήθως, εκτός αποδεδειγμένων περιπτώσεων προκατάληψης, έγκυρα και θεμελιώδη έγγραφα που αφορούν στο υπό εξέταση θέμα. Στις πρωτογενείς πηγές περιλαμβάνονται δημοσιευμένες αφηγήσεις, δημοσιευμένα πρωτότυπα έργα ή δημοσιευμένες πρωτότυπες έρευνες. Μπορούν να επίσης να περιέχουν πρωτότυπη έρευνα ή νέες πληροφορίες που δεν έχουν προηγουμένως δημοσιευθεί αλλού[5]. Διακρίνονται από τις δευτερογενείς πηγές, οι οποίες συνιστούν συχνά σχολιασμό πρωτογενών πηγών[6]. [Χρησιμεύουν ως αρχική πηγή πληροφόρησης ή νέων ιδεών για συγκεκριμένο θέμα. Το πρωτογενείς και δευτερογενείς, ωστόσο, είναι σχετικοί όροι, καθώς οποιαδήποτε δεδομένη πηγή μπορεί να χαρακτηριστεί πρωτογενής ή δευτερογενής, ανάλογα με το πώς χρησιμοποιείται[7]. Τα φυσικά αντικείμενα είναι δυνατόν να επέχουν θέση πρωτογενούς πηγής.
Δευτερογενείς και τριτογενείς πηγές
ΕπεξεργασίαΟι δευτερογενείς πηγές είναι γραπτές ιστορικές μαρτυρίες βασισμένες σε στοιχεία πρωτογενών πηγών. Αυτές είναι πηγές, οι οποίες συνήθως είναι αφηγήσεις, τα έργα, ή έρευνα που αναλύει, αφομοιώνει, αξιολογεί, ερμηνεύει ή/και συνθέτει πρωτογενείς πηγές. Είναι συμπληρωματικές για την εξέταση κάποιου θέματος. Τα έγγραφα ή συγγραφείς συνοψίζουν άλλο, συνήθως πρωτογενές υλικό. Χρησιμοποιούνται από ακαδημαϊκούς ερευνητές, δημοσιογράφους και άλλους ερευνητές, καθώς και στα έγγραφα και τα βιβλία που παράγουν. Περιλαμβάνουν δημοσιευμένες αφηγήσεις, δημοσιευμένες εργασίες ή δημοσιευμένη έρευνα. Για παράδειγμα, ένα ιστορικό βιβλίο που αντλεί στοιχεία από κάποιο ημερολόγιο και αρχεία εφημερίδων.
Οι τριτογενείς πηγές είναι συνθέσεις, που βασίζονται σε πρωτογενείς και δευτερογενείς πηγές[1][8][3]. Πρόκειται για πηγές οι οποίες, κατά μέσο όρο, δεν εμπίπτουν στα ανωτέρω δύο επίπεδα. Είναι το αποτέλεσμα γενικής έρευνας για συγκεκριμένο υπό εξέταση θέμα. Οι τριτογενείς πηγές αναλύουν, αξιολογούν κριτικά, ερμηνεύουν και/ή συνθέτουν δευτερογενείς πηγές. Είναι μόνο συμπληρωματικά έγγραφα σχετικά με το υπό εξέταση θέμα. Συχνά ο στόχος τους είναι να παρουσιάσουν γνωστές πληροφορίες σε μια βολική μορφή χωρίς καμία αξίωση για πρωτοτυπία. Κοινά παραδείγματα είναι οι εγκυκλοπαίδειες και τα σχολικά εγχειρίδια.
Η διάκριση μεταξύ πρωτογενούς και δευτερογενούς είναι θεμελιώδης στην ιστοριογραφία, ενώ η διάκριση μεταξύ των δευτερογενών και των τριτογενών πηγών είναι λιγότερο θεμελιώδης και σχετίζεται με την επιστημονική ερευνητική εργασία περισσότερο παρά με το το δημοσιευμένο περιεχόμενο αφεαυτού.
Τύποι πηγών
ΕπεξεργασίαΠαρακάτω καταγράφονται τύποι πηγών που γενικά αλλά όχι απόλυτα, εμπίπτουν σε συγκεκριμένο επίπεδο. Τα γράμματα μετά το είδος της πηγής περιγράφουν εν γένει τον τύπο της. Το π αντιπροσωπεύει τις πρωτογενείς πηγές, το δ τις δευτερογενείς και το τ τις τριτογενείς. (Το ? για τις μη καθορισμένες)
|
|
|
Παραπομπές σημειώσεις
Επεξεργασία- ↑ 1,0 1,1 1,2 User Education Services. «Primary, Secondary and Tertiary Sources guide». University of Maryland Libraries. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 3 Ιουλίου 2013. Ανακτήθηκε στις 12 Ιουλίου 2013.
- ↑ «JCU - Primary, Secondary & Tertiary Sources». Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 12 Φεβρουαρίου 2005. Ανακτήθηκε στις 31 Μαΐου 2016.
- ↑ 3,0 3,1 «"Library Guides: Primary, secondary and tertiary sources"». Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 12 Φεβρουαρίου 2005. Ανακτήθηκε στις 31 Μαΐου 2016.
- ↑ Dalton, Margaret Steig; Charnigo, Laurie (2004), «Historians and Their Information Sources», College & Research Libraries September: 400–25, at 416 n.3, http://web-archive-sources.org/dalton.pdf[νεκρός σύνδεσμος], citing U.S. Dept. of Labor, Bureau of Labor Statistics (2003), Occupational Outlook Handbook; Lorenz, C. (2001), «History: Theories and Methods», International Encyclopedia of Social and Behavior Sciences, 10, Amsterdam: Elsevier, σελ. 6871.
- ↑ Duff, Alistair (1996), «The literature search: a library-based model for information skills instruction», Library Review 45 (4): 14–18, doi: ("A primary source is defined here as a source containing new information authored by the original researcher(s) and not previously published elsewhere.").
- ↑ Handlin (1954) 118-246
- ↑ Kragh, Helge (1989), An Introduction to the Historiography of Science, Cambridge University Press, σελ. 121, ISBN 0-521-38921-6, http://books.google.com/books?id=d2zy_QSq2b0C&pg=PA121 ("[T]he distinction is not a sharp one. Since a source is only a source in a specific historical context, the same source object can be both a primary or secondary source according to what it is used for."); Delgadillo, Roberto; Lynch, Beverly (1999), «Future Historians: Their Quest for Information», College & Research Libraries: 245–259, at 253, http://forms.international.ucla.edu/files/rrta2biw_ou3.pdf, ανακτήθηκε στις 2016-05-31 ("[T]he same document can be a primary or a secondary source depending on the particular analysis the historian is doing"); Monagahn, E.J.; Hartman, D.K. (2001), «Historical research in literacy», Reading Online 4 (11), http://www.readingonline.org/articles/art_index.asp?HREF=/articles/handbook/monaghan/index.html, ανακτήθηκε στις 2021-06-11 ("[A] source may be primary or secondary, depending on what the researcher is looking for.").
- ↑ See, e.g. Glossary, Using Information Resources Αρχειοθετήθηκε 2008-08-28 στο Wayback Machine.. ("Tertiary Source" is defined as "reference material that synthesizes work already reported in primary or secondary sources".)