Κυπριακό συλλαβάριο

κυπριακή συλλαβογραφική γραφή

Για τη γραφή σε χρήση κατά τον 16ο με 11ο αιώνα π.Χ., δείτε: Κυπρομινωικό συλλαβάριο.

Το κυπριακό συλλαβάριο είναι συλλαβογραφική γραφή, η οποία χρησιμοποιήθηκε στην Κύπρο για την καταγραφή της ελληνικής γλώσσας και συγκεκριμένα της αρχαϊκής αρκαδοκυπριακής διαλέκτου,[1] καθώς και της μη ελληνικής ετεοκυπριακής γλώσσας.[2] Το αρχαιότερο δείγμα της είναι ένας ενεπίγραφος χάλκινος οβελός, ο οποίος βρέθηκε στην Παλαίπαφο (ΝΔ. του νησιού) και χρονολογείται στον 11ο αιώνα π.Χ.[3] Αποκρυπτογραφήθηκε το 1870-1 από τον Άγγλο ασσυριολόγο Τζορτζ Σμιθ (George Smith, 1840-1876)[4]. Θεωρείται ότι χρησιμοποιείτο από τον 11ο ώς τον 4ο αιώνα π.Χ., παραχωρώντας σταδιακά τη θέση του στο ελληνικό αλφάβητο.[5]

Πινακίδα από το Ιδάλιο στην αρκαδοκυπριακή διάλεκτο, 5ος αιώνας π.Χ.
Πινακίδα από την Αμαθούντα της Κύπρου, γραμμένη με το κυπριακό συλλαβάριο αλλά σε μη-ελληνικήετεοκυπριακή γλώσσα

Προέλευση Επεξεργασία

Θεωρείται ότι η συλλαβογραφική αυτή γραφή έχει την αφετηρία της στη Γραμμική Α και, πιθανότατα, στην κυπρομινωική γραφή.[6] Η άποψη αυτή ενισχύεται από ομοιότητες αρκετών συλλαβογραμμάτων με τα μινωικά και, ακόμη περισσότερο, από το γεγονός ότι έχουν την ίδια φωνητική αξία με το αντίστοιχο συλλαβόγραμμα της Γραμμικής Β΄· είναι δε συνήθως εφικτό να εξηγηθεί η εξέλιξη του σχήματός τους με την υπόθεση της κοινής αφετηρίας.[7] Η βασική, θεμελιώδης μεταβολή που παρατηρείται είναι η εξαφάνιση των ιδεογραμμάτων, τα οποία αποτελούσαν σημαντικό μέρος αυτών των δύο μη αποκρυπτογραφημένων γραφών. Η εξέλιξη αυτή ήταν παράλληλη με την ανάπτυξη της σφηνοειδούς γραφής, δηλαδή με πορεία προς απλά γραμμικά σχήματα πάνω στον πηλό. Τα αρχαιολογικά στοιχεία δείχνουν ότι η γραφή εισήχθη στην Κύπρο από μινωίτες εμπόρους πριν από την ανάπτυξη του μυκηναϊκού πολιτισμού, πράγμα που θα δικαιολογούσε και την προέλευση των κυπριακών γραφών από τη μινωική Γραμμική Α.[8] Η αρχαιότερη μαρτυρία της χρήσης του είναι στην επιγραφή του Οφέλτα, η οποία τοποθετείται στο τέλος του 11ου αι. π.Χ., μετά την οποία παρατηρείται κενό τριών αιώνων ως τον 7ο αι., οπότε έχουμε σημαντική αύξηση των ευρημάτων.[9] Το γεγονός ότι το συλλαβάριο ήταν τόσο εδραιωμένο στον αρχαίο κυπριακό πολιτισμό, ώστε παρέμεινε εν χρήσει μέχρι την ελληνιστική εποχή, φαίνεται να ενισχύει αυτή την άποψη.[10] Ανεξαρτήτως του ποια υπήρξε η απώτερη πηγή του, είναι αξιοσημείωτο το ότι το κυπριακό συλλαβάριο αποτελεί τη μόνη συλλαβική γραφή που αποδίδει διάλεκτο της κλασικής Ελληνικής.[11]

Δομή του συλλαβαρίου Επεξεργασία

 
Επιγραφή σε οπτόπλινθο από την Ακανθού της Κύπρου, στην οποία χρησιμοποιείται το κυπριακό συλλαβάριο. Τοποθετείται μεταξύ 600-500 π.Χ.

Το κυπριακό συλλαβάριο αποτελεί συλλαβογραφική γραφή, όπως είναι η Γραμμική Β, και, ως εκ τούτου, ακολουθεί τη γενική αρχή της αντιστοιχίας κάθε συλλαβογράμματος με μία συλλαβή. Η γραφή αυτή περιλαμβάνει 53-56 συλλαβογράμματα και καθένα τους αντιστοιχεί σε ανοικτή συλλαβή (π.χ. ka, ke, ki, ko, ku κτλ.),[12] πράγμα που το εντάσσει στα ανοικτά συλλαβάρια, στα οποία η συλλαβή έχει τη δομή ΣΦ (σύμφωνο-φωνήεν) και όχι ΣΦΣ (σύμφωνο-φωνήεν-σύμφωνο).[13] Η φωνητική αξία των συλλαβογραμμάτων του παρουσιάζεται στον ακόλουθο πίνακα:

-a -e -i -o -u
𐠀 𐠁 𐠂 𐠃 𐠄
w- 𐠲 𐠳 𐠴 𐠵
z- 𐠼
j- 𐠅 𐠈
k-, g-, kh- 𐠊 𐠋 𐠌 𐠍 𐠎
l- 𐠏 𐠐 𐠑 𐠒 𐠓
m- 𐠔 𐠕 𐠖 𐠗 𐠘
n- 𐠙 𐠚 𐠛 𐠜 𐠝
ks- 𐠷 𐠸 𐠿
p-, b-, ph- 𐠞 𐠟 𐠠 𐠡 𐠢
r- 𐠣 𐠤 𐠥 𐠦 𐠧
s- 𐠨 𐠩 𐠪 𐠫 𐠬
t-, d-, th- 𐠭 𐠮 𐠯 𐠰 𐠱

Κανόνες επαναγραφής και παρατηρήσεις Επεξεργασία

Το κυπριακό συλλαβάριο περιέχει συλλαβογράμματα, τα οποία ακολουθούν τους εξής κανόνες επαναγραφής:[14]

  • Τα συλλαβογράμματα των αήχων κλειστών συμφώνων [k, p, t] θεωρείται συμβατικά ότι αντιπροσωπεύουν και τις άλλες δύο σειρές, δηλαδή τα ηχηρά κλειστά [b, d, g] (δηλ. β, δ, γ) και τα άηχα δασέα [kʰ, tʰ, pʰ] (δηλ. χ, θ, φ). Παραδείγματα:
βασιλεύς: 𐠞𐠪𐠐𐠄𐠩 (pa-si-le-u-se)
ἄνωγον: 𐠀𐠜𐠍𐠚 (a-no-ko-ne)
μάχαι: 𐠔𐠊𐠂 (ma-ka-i)
παῖδες: 𐠞𐠂𐠮𐠩 (pa-i-te-se)
ἀνέθηκε: 𐠀𐠚𐠮𐠋 (a-ne-te-ke)
  • Όταν η λέξη λήγει σε σύμφωνο, το τελικό συλλαβόγραμμα είναι ανοικτό (σε φωνήεν [e], το οποίο ωστόσο δεν προφέρεται), πράγμα αναμενόμενο για συλλαβάριο ανοικτού τύπου, όπως το κυπριακό.[15] Παράδειγμα:
τέμενος: 𐠮𐠕𐠜𐠩 (te-me-no-se)
  • Οι δίφθογγοι, όπως [ai], [eu], [ei] κ.ά., αποδίδονται με χωριστά συλλαβογράμματα. Παραδείγματα:
ἄρουραι: 𐠀𐠦𐠄𐠣𐠂 (a-ro-u-ra-i)
ἄνευ: 𐠀𐠚𐠄 (a-ne-u)
  • Σε έρρινα συμφωνικά συμπλέγματα, το έρρινο προτακτικό στοιχείο δεν δηλώνεται. Παραδείγματα:
πάντα: 𐠞𐠭 (pa-ta)
ἄνθρωπος: 𐠀𐠰𐠦𐠡𐠩 (a-to-ro-po-se)
  • Δεν δηλώνεται η διαφορά μεταξύ μακρών και βραχέων φωνηέντων ή απλών και διπλών συμφώνων (αποδίδονται με το ίδιο συλλαβόγραμμα). Παραδείγματα:
ἠμί: 𐠁𐠖 (e-mi)
Ἀπόλλωνι: 𐠀𐠡𐠒𐠛 (a-po-lo-ni)
  • Τα ημίφωνα [j] και [w] <F> δηλώνονται κανονικά και αποτελούν σημαντικό αρχαϊσμό της διαλέκτου που αποδίδεται από το συλλαβάριο. Και στις δύο περιπτώσεις διακρίνεται καθαρά η συμφωνική από τη φωνηεντική πλευρά των ημιφώνων (δηλ. [j] - [i] και [w] - [u]). Παραδείγματα:
ἰᾶσθαι: 𐠂𐠅𐠨𐠭𐠂 (i-ja-sa-ta-i)
δυϝάνοι: 𐠱𐠲𐠜𐠂 (tu-wa-no-i)
  • Τα συμφωνικά συμπλέγματα δηλώνονται από δύο συλλαβογράμματα, τα οποία έχουν ως πυρήνα το φωνήεν του συμπλέγματος. Παραδείγματα:
πατρί: 𐠞𐠯𐠥 (pa-ti-ri)
κασιγνήτα: 𐠊𐠪𐠋𐠚𐠭 (ka-si-ke-ne-ta)
Λιμνίσιος: 𐠑𐠖𐠛𐠪𐠃𐠩 (li-mi-ni-si-o-se)
πτόλιν: 𐠡𐠰𐠑𐠚 (po-to-li-ne)
Στασίκυπρος: 𐠨𐠭𐠪𐠎𐠡𐠦𐠩 (sa-ta-si-ku-po-ro-se)
μισθῶν: 𐠖𐠪𐠰𐠚 (mi-si-to-ne)
στασε: 𐠁𐠩𐠭𐠩 (e-se-ta-se)
κμαμένος: 𐠂𐠌𐠔𐠕𐠜𐠩 (i-ki-ma-me-no-se)
ργυρον: 𐠀𐠣𐠎𐠦𐠚 (a-ra-ku-ro-ne)
Παρατήρηση: Παρά την ατελή απόδοση των συμφωνικών συμπλεγμάτων, η οποία εξάλλου χαρακτηρίζει και τη μυκηναϊκή Γραμμική Β, υπό ορισμένες ειδικές συνθήκες το κυπριακό συλλαβάριο αποτυπώνει ορισμένες ενδιαφέρουσες λεπτομέρειες της αρχαίας κυπριακής διαλέκτου. Παραδείγματος χάριν, φαίνεται ότι σε συμπλέγματα του τύπου ουρανικοϋπερωικό + έρρινο (π.χ. γμ, γν) το πρώτο σύμφωνο δεν φαίνεται να ερρινοποιείται (π.χ. σε [ŋ] ή [ɲ]), όπως προκύπτει από τη γραφή ka-si-ke-ne-to-se: κασιγνήτους, όπου το /k/ πιθανώς δεν επηρεάζεται από το επόμενο /n/, ενώ υπάρχουν ενδείξεις για χωριστό σύμβολο με αντίστοιχη ηχηρή προφορά /g/.[16]

Διαφορές μεταξύ κυπριακού συλλαβαρίου και Γραμμικής Β Επεξεργασία

Μολονότι και οι δύο γραφές είναι συλλαβογραφικές και μάλιστα η δομή του κυπριακού συλλαβαρίου συνέβαλε στην κατανόηση της λειτουργίας της Γραμμικής Β, υπάρχουν αξιοσημείωτες διαφορές μεταξύ τους. Οι κυριότερες είναι οι κάτωθι:[17]

  • Τα κείμενα του κυπριακού συλλαβαρίου χαρακτηρίζονται από πλουσιότερη μορφολογία (δηλ. κλίση) και λεξιλόγιο, διότι δεν περιορίζονται σε καταλογογράφηση, αρχειοθέτηση ή καταγραφή ονομάτων (όπως στη Γραμμική Β), αλλά παρέχουν πληρέστερο περιεχόμενο.
  • Σε αντίθεση με τη Γραμμική Β, το κυπριακό συλλαβάριο διακρίνει μεταξύ των ημιφώνων /l/ και /r/, π.χ. a-to-ro-po-se: ἄνθρωπος, pa-si-le-u-se: βασιλεύς.
  • Τα τελικά σύμφωνα /n/, /s/, /r/ συνοδεύονται πάντοτε, όπως εξηγήθηκε παραπάνω, από άφωνο συμφυές /e/ και, επομένως, ως τελικά χρησιμοποιούνται στην πραγματικότητα τα συλλαβογράμματα ne, se, re.
  • Μερικές φορές ορισμένες λέξεις παρουσιάζονται γραμμένες έτσι ώστε να αποτελούν φανερά μία ενότητα· κατά κανόνα αυτό συμβαίνει όταν προηγείται άρθρο, αλλά συχνά πρόκειται απλώς για φράση, π.χ. o-i-e-re-u-se: ὁ ἱερεύς, to-no-ro-ko-ne: τὸν ὅρκον, a-po-to-li-se: ἡ πτόλις.
  • Ενώ η Γραμμική Β έχει κατεύθυνση από τα αριστερά προς τα δεξιά, πολλά κείμενα του κυπριακού συλλαβαρίου έχουν κατεύθυνση εκ δεξιών προς τα αριστερά (αν και υπάρχουν σημαντικές εξαιρέσεις), πράγμα που αποδίδεται σε πιθανή σημιτική επίδραση.
  • Το κυπριακό συλλαβάριο είναι «οικονομικότερο» από τη μυκηναϊκή Γραμμική Β και έχει προχωρήσει σε απλουστεύσεις που μαρτυρούν ότι πρόκειται για πιο εξελιγμένο σύστημα γραφής. Ως αποτέλεσμα, ο αριθμός των συλλαβογραμμάτων είναι μικρότερος, δεν υπάρχουν ομόφωνα (και επομένως περιττά) συλλαβογράμματα, ενώ απουσιάζουν εντελώς τα ιδεογράμματα, πράγμα που αποδεικνύει ότι έχει σημειωθεί πρόοδος ως προς την απλούστευση και τη συστηματοποίηση.[18] Εντούτοις, και σε αυτή τη συλλαβική γραφή παρατηρείται πλεοναστική χρήση συμβόλων χωρίς φωνητικό αντίκρισμα.[19]

Αποκρυπτογράφηση Επεξεργασία

 
Ο Άγγλος ασσυριολόγος Τζορτζ Σμιθ

Το κυπριακό συλλαβάριο αποκρυπτογραφήθηκε τον 19ο αιώνα από τον Άγγλο ασσυριολόγο Τζορτζ Σμιθ (George Smith, 1840-1876), ο οποίος το 1871 παρουσίασε τη μελέτη του On the Reading of the Cypriote Inscriptions («Ανάγνωση των κυπριακών επιγραφών»),[20] στην οποία κατέδειξε πειστικά ότι το συλλαβάριο αποτύπωνε αρχαϊκή διάλεκτο της Ελληνικής. Στην αποκρυπτογράφηση συνέβαλαν και άλλοι, όπως ο αιγυπτιολόγος Σάμιουελ Μπιρτς (Samuel Birch, 1813-1885) και μετέπειτα ο Γερμανός νομισματολόγος Γιοχάνες Μπράντις (Johannes Brandis, 1830-1873). Ολοκληρωμένη μελέτη παρουσίασε κατόπιν ο Γερμανός φιλόλογος Μόριτς Σμιτ (Moritz Schmidt, 1823-1888), ενώ ο Γερμανός διαλεκτολόγος Χάινριχ Άρενς (Heinrich L. Ahrens, 1809-1881) προσέφερε την πρώτη εκτενή ερμηνεία των κειμένων.[21]

Περίπου 1000 επιγραφές είχαν βρεθεί σε διάφορες περιοχές, οι οποίες ποίκιλλαν ως προς την έκταση και την αξιοπιστία. Χρονολογούνται στον 6ο αιώνα, ενώ δεν έχουν εντοπιστεί γνωστές επιγραφές πριν από τον 8ο αιώνα. Οι περισσότερες βρέθηκαν σε μνημεία και περιείχαν απλώς ονόματα νεκρών. Έχουν ανακαλυφθεί αρκετές αναθηματικές επιγραφές, αλλά ελάχιστα συνεισέφεραν στην αποκρυπτογράφηση. Οι σπουδαιότερες πινακίδες, οι οποίες έπαιξαν αποφασιστικό ρόλο στην ερμηνεία της γραφής, ήταν κυρίως αυτές που βρέθηκαν στην Έγκωμη και στην Πάφο.

Ιδάλιο Επεξεργασία

Το σημαντικότερο κείμενο της κυπροαρχαϊκής εποχής είναι η χάλκινη πινακίδα του Ιδαλίου, μιας πόλης που οφείλει την ύπαρξή της στο εμπόριο χαλκού. Το τοπωνύμιο «Ιδάλιο» ανάγεται στον τύπο Ed-di-al της Ακκαδικής, ο οποίος απαντά στη στήλη του βασιλιά των Ασσυρίων Σαργών Β' περί το 707 π.Χ. Η πινακίδα χρονολογείται μεταξύ 480-470 π.Χ., όπως έχει καταλήξει πλέον η έρευνα, παρ' ότι είχαν υπάρξει ποικίλες εκτιμήσεις ως προς τη χρονική της τοποθέτηση.[22] Η συμβολή της στην αποκρυπτογράφηση του συλλαβαρίου ήταν σημαντική εξαιτίας της έκτασής της (είναι γραμμένη και από τις δύο πλευρές, χρησιμοποιεί δε 53 συλλαβογράμματα) και περιέχει τη γραπτή συμφωνία που συνήψε ο βασιλιάς του Ιδαλίου Στασίκυπρος με τον γιατρό Ονίσηλο και τους αδελφούς του, ότι θα τους παραχωρήσει γη ως αντάλλαγμα για την περίθαλψη των τραυματισμένων στρατιωτών του.[23]

Εντούτοις, δεν πρέπει να παραβλεφθεί ο σημαντικός ρόλος που διαδραμάτισε μια άλλη μικρότερη πινακίδα του Ιδαλίου, η οποία χρονολογείται τον 4ο αιώνα π.Χ. και συνέβαλε σημαντικά στην αποκρυπτογράφηση, επειδή είναι δίγλωσση· περιέχει φοινικικό κείμενο τριών στίχων και κατόπιν ελληνικό κείμενο τεσσάρων στίχων. Η επιγραφή αυτή βοήθησε τον Σμιθ να οδηγηθεί στο συμπέρασμα ότι το κυπριακό συλλαβάριο αποτυπώνει ελληνική γλώσσα (ξεκινώντας πρώτα από την αναγνώριση κυρίων ονομάτων), με αποτέλεσμα να στρέψει την αποκρυπτογράφηση προς το ορθό συμπέρασμα.[24]

Παραπομπές Επεξεργασία

  1. Βλ. ενδεικτικά Ventris & Chadwick, 1956: 67 κ.εξ.· Palmer, 1961: 143 κ.εξ.
  2. Βλ. Robinson, 2007: 108-110. Επί μακρόν εθεωρείτο ότι οι δέκα μη αναγνωσμένες επιγραφές σε ελληνικό αλφάβητο αλλά σε άγνωστη γλώσσα, που βρέθηκαν κυρίως στον Αμαθούντα, ανήκαν σε αυτόχθονα πληθυσμό τής εποχής τού χαλκού, ο οποίος διατήρησε τη γλώσσα του. Η γλώσσα αυτή αποκλήθηκε ετεοκυπριακή (κατ' αντιστοιχία προς την ετεοκρητική). Εντούτοις, νεότερες έρευνες αμφισβητούν πλέον αυτό το συμπέρασμα με βάση τα εξής στοιχεία: α) Ο αριθμός των επιγραφών είναι πολύ μικρός, για να καταδείξει την ύπαρξη χωριστής εθνολογικής ομάδας και γλώσσας· β) Οι επιγραφές αυτές χρονολογούνται από τον 4ο-3ο αιώνα π.Χ. και, ως εκ τούτου, απέχουν τουλάχιστον επτά αιώνες από την εποχή τού ύστερου χαλκού, την οποία υποτίθεται ότι αντανακλούν· γ) Οι μεταγενέστερες και μεσαιωνικές πηγές μπορούν να τύχουν διαφορετικής ερμηνείας· δ) Είναι πιθανότερο να ανήκουν οι εν λόγω επιγραφές σε μεταγενέστερη ομάδα εποίκων, το δε λεξιλόγιο των καταδέσμων να είναι πεποιημένο (όπως συμβαίνει συχνά σε αρατικά κείμενα). Βλ. Given 1998: 20-25· Vendryes 1914: 280· Συμεωνίδης 2006: 109-112.
  3. Chadwick, 1992 (1987): 67-68
  4. http://www.greek-language.gr/Resources/ancient_greek/history/ag_history/browse.html?start=46
  5. Βλ. Μπαμπινιώτη 2018: 57-58.
  6. Chadwick 1992 [1987]: 63
  7. Chadwick 1990: 185.
  8. Hooker 1994 [1980]: 47-48
  9. Α. Κοντογιάννης, 1999: 368-9
  10. Το επιχείρημα αυτό παρουσιάζεται αναλυτικά από τον Αντώνιο Σιγάλα: «Ἡ ἐπιμονὴ τῶν Κυπρίων εἰς τὴν παλαιὰν αὐτῶν γραφὴν δύναται νὰ ἐξηγηθῇ μόνον, ἐὰν συνδυάσωμεν τὴν γραφὴν μετὰ τοῦ ἰδιαιτέρου πολιτισμοῦ τῶν Κυπρίων, ὁ ὁποῖος ἀκριβῶς ἐχώριζεν αὐτοὺς τῶν λοιπῶν Ἑλλήνων μέχρι τῆς ἑλληνιστικῆς ἐποχῆς. Μόνον τοιοῦτος συνδυασμὸς δύναται νὰ ἐξηγήσῃ τὸ γεγονός, ὅτι μ' ὅλην τὴν ἀναμφισβήτητον στενὴν ἐπικοινωνίαν καὶ ἐπίδρασιν τοῦ φοινικικοῦ πολιτισμοῦ ἐπὶ τῶν Κυπρίων, δὲν παρέλαβον οὗτοι τὸ ἄλλωστε πολὺ πρακτικώτερον διὰ τὴν ἑλληνικὴν γλῶσσαν φοινικικὸν ἀλφάβητον ἀλλὰ διετήρησαν τὰ τόσον ἀκατάλληλα πρὸς ἀπόδοσιν τῆς ἑλληνικῆς γλώσσης συλλαβογράμματα αὐτῶν μέχρι τῶν χρόνων τοῦ Μεγάλου Ἀλεξάνδρου» (19742: 59).
  11. Horrocks 2006 [1997]: 78
  12. Ανοικτή ονομάζεται η συλλαβή που λήγει σε φωνήεν.
  13. Masson 1983: 10· Robinson 2004 [2002]: 44. Χρήσιμοι συγκριτικοί πίνακες και απεικονίσεις των κυριοτέρων δειγμάτων υπάρχουν εδώ. Όπως προκύπτει από τα δείγματα, το κυπριακό συλλαβάριο διέθετε επίσης αριθμητικά σύμβολα δεκαδικού τύπου, συγκεκριμένα κάθετες γραμμές για τις μονάδες και οριζόντιες γραμμές για τις δεκάδες, όπως συνέβαινε και στο αρχαϊκό φοινικικό αλφάβητο.
  14. Thumb & Scherer 19592: 273· Καραλή 2001: 191.
  15. «Όταν ένα "ανοικτό" συλλαβάριο χρησιμεύει για να αναπαραστήσει το τελικό σύμφωνο κάποιας λέξης, το συμφυές φωνήεν θα πρέπει να θεωρηθεί άφωνο, δηλαδή Σ(Φ)» (Robinson 2004 [2002]: 44).
  16. Lejeune 1972: 62 (n. 3), 146 (n. 7).
  17. Chadwick 1990: 186· Woodard 1997: 13,14· Παπαναστασίου 2008: 45,46
  18. Συμεωνίδης 2006: 80-81
  19. Παπαναστασίου 2008: 46
  20. Δημοσιεύθηκε στο περιοδικό πρακτικών Transactions of the Society of Biblical Archaeology (London), 1, σελ. 129-144 (το πρωτότυπο άρθρο είναι διαθέσιμο εδώ). Εκεί παρουσίασε δίγλωσση πινακίδα από το Ιδάλιο, γραμμένη στο κυπριακό συλλαβάριο και στη Φοινικική γλώσσα, η οποία συνέβαλε στην αποκρυπτογράφηση.
  21. Mitford & Masson 1982: 73-75. Βλ. επίσης σχετική ανασκόπηση στο περιεκτικό κείμενο που έχει συνταχθεί από το εργαστήριο επιγραφολογίας Mnamon τής Scuola Normale Superiore di Pisa εδώ.
  22. Gjerstad 1948: 479-480
  23. Masson 19832: 252
  24. Συμεωνίδης 2006: 77

Βιβλιογραφία Επεξεργασία

  • Chadwick J., 1987: Linear B and related scripts. London: The British Museum Publications (μτφρ. υπό Ν. Κονομή, 1992: Γραμμική Β΄ και συγγενικές γραφές. Αθήνα: Παπαδήμας)
  • Chadwick J., 1990: ″The Cypriot Connection″, στο J.T. Hooker (ed.), Reading the Past. Ancient Writing from Cuneiform to the Alphabet. London: British Museum Press
  • Gjerstad E., 1948: The Swedish Cyprus Expedition. The Cypro-Geometric, Cypro-Archaic and Cypro-Classical Periods. Stockholm: The Swedish Cyprus Expedition
  • Given M., 1998: ″Inventing the Eteocypriots: Imperialist Archaeology and the Manipulation of Ethnic Identity″. Journal of Mediterranean Archaeology 11.1, σελ. 3-29
  • Hooker J.T., 1980: Linear B: An Introduction. London: Bristol Classical Press (μτφρ. υπό Χ. Μαραβέλια, 1994: Εισαγωγή στη Γραμμική Β. Αθήνα: Μορφωτικό Ίδρυμα Εθνικής Τραπέζης)
  • Horrocks G., 1997: Greek: A History of the Language and its Speakers. London: Longman (μτφρ. υπό Μ. Σταύρου & Μ. Τζεβελέκου, 2006: Ελληνικά: Ιστορία της γλώσσας και των ομιλητών της. Αθήνα: Εστία)
  • Καραλή Μ., 2001: «Το κυπριακό συλλαβάριο», στο Α.-Φ. Χριστίδης (επιμ.), Ιστορία της ελληνικής γλώσσας. Από τις αρχές έως την ύστερη αρχαιότητα, Θεσσαλονίκη: Ινστιτούτο Νεοελληνικών Σπουδών, σελ. 189-191
  • Κοντογιάννης Α., 1999: «Το κυπριακό συλλαβάριο», στο Μ.Ζ. Κοπιδάκης (επιμ.), Ιστορία της ελληνικής γλώσσας. Αθήνα: Ελληνικό Λογοτεχνικό και Ιστορικό Αρχείο, σελ. 368-9
  • Lejeune M., 1972: Phonétique historique du mycenien et du grec ancien. Paris: Klincksieck
  • Masson O., 19832: Les Inscriptions Chypriotes Syllabiques. Paris: Éditions E. De Boccard
  • Μπαμπινιώτης Γ., 2018: Το ελληνικό αλφάβητο: Αλφάβητο - Γραφή - Ορθογραφία. Αθήνα: Κέντρο Λεξικολογίας
  • Mitford T.B. & Masson O., 1982: ″The Cypriot syllabary″, στο J. Boardmann & N.G. Hammond (ed.), The Cambridge Ancient History. Cambridge: Cambridge University Press, σελ. 71-82
  • Palmer L.R., 1961: Mycenaeans and Minoans. London: Faber & Faber.
  • Παπαναστασίου Γ., 2008: Νεοελληνική ορθογραφία: Ιστορία, θεωρία, εφαρμογή. Θεσσαλονίκη: Ινστιτούτο Νεοελληνικών Σπουδών
  • Robinson A., 2002: The man who deciphered Linear B. The story of Michael Ventris. London: Thames & Hudson (μτφρ. υπό Ι. Αρβανίτη, 2004: Ο άνθρωπος που αποκρυπτογράφησε τη Γραμμική Β. Η ιστορία του Μάικλ Βέντρις. Αθήνα: Πατάκης)
  • Robinson A., 20072: The Story of Writing: Alphabets, Hieroglyphs & Pictograms. London: Thomas & Hudson (μτφρ. υπό Ζ. Μπέλλα, 2007: Ιστορία της γραφής. Αθήνα: Polaris)
  • Σιγάλας Α., 19742: Ιστορία της ελληνικής γραφής. Θεσσαλονίκη: Κέντρον Βυζαντινών Ερευνών
  • Συμεωνίδης Χ., 2006: Ιστορία της κυπριακής διαλέκτου. Λευκωσία: Κέντρο Μελετών Ιεράς Μονής Κύκκου
  • Thumb A. & Scherer A., 19592: Handbuch der griechischen Dialekte, Teil 2. Heidelberg: Carl Winter
  • Vendryes J., 1914: ″Inscriptions chypriotes en langue inconnue″, στο Mémoires de la Société Linguistique 18, σελ. 271-280
  • Ventris M. & Chadwick J., 1956: Documents in Mycenaean Greek. London: Cambridge University Press.
  • Woodard R., 1997: Greek Writing from Knossos to Homer. A Linguistic Interpretation of the Origin of the Greek Alphabet and the Continuity of Ancient Greek Literacy. Oxford: Oxford University Press

Δείτε επίσης Επεξεργασία