Λάμπρος Κουτσονίκας
Ο Λάμπρος Κουτσονίκας (Σούλι, 1799 - Αγρίνιο, 2 Ιουνίου 1879) ήταν σπουδαίος Σουλιώτης αγωνιστής, παρά το νεαρό της ηλικίας του, στην Επανάσταση του 1821, αξιωματικός του στρατού καθώς και ιστοριογράφος του Σουλίου, της Αλβανίας και της Ελληνικής Επανάστασης.[3]
Λάμπρος Κουτσονίκας | |
---|---|
Γενικές πληροφορίες | |
Γέννηση | 1799 Σούλι Θεσπρωτίας |
Θάνατος | 2 Ιουνίου 1879 Αγρίνιο |
Εθνικότητα | Έλληνες[1] |
Χώρα πολιτογράφησης | Οθωμανική Αυτοκρατορία |
Πληροφορίες ασχολίας | |
Ιδιότητα | στρατιωτικός ιστορικός |
Οικογένεια | |
Γονείς | Γιάννος Κουτσονίκας |
Αδέλφια | Αθανάσιος Κουτσονίκας |
Οικογένεια | Φάρα Κουτσονίκα |
Στρατιωτική σταδιοδρομία | |
Πόλεμοι/μάχες | Ελληνική Επανάσταση του 1821 |
Σχετικά πολυμέσα | |
Ήταν γιος του Γιάννου Κουτσονίκα, Σουλιώτη αγωνιστή της φάρας Κουτσονίκα, και της Ελένης, μικρότερος αδελφός του Αθανασίου Κουτσονίκα. Ο πατέρας του και ο θείος του σκοτώθηκαν το 1804 στη Μάχη του Σέλτσου εναντίον των Αλβανών του Αλή Πασά. Ο Λάμπρος, παιδί ακόμη εκείνη την εποχή, πιάστηκε αιχμάλωτος από το στρατό του Αλή Πασά μαζί με τη μητέρα και τον αδερφό του.
Αργότερα, ο Λάμπρος αγωνίστηκε ως επικεφαλής μιας ένοπλης μονάδας κατά την Επανάσταση του 1821. Κατά τη διάρκεια της Επανάστασης υπηρέτησε στον ελληνικό στρατό και προήχθη στο βαθμό του πεντακοσίαρχου (επικεφαλής 500 ανδρών).
Με την έλευση του βασιλέα Όθωνα κατατάχτηκε στη Βασιλική Φάλαγγα και μετέπειτα στο στρατό, από τον οποίο αποστρατεύθηκε επί βασιλέως Γεωργίου Α΄.
Συνέγραψε τη «Γενική Ιστορία της Ελληνικής Επαναστάσεως», που δημοσιεύθηκε το 1863-64 στην Αθήνα. Ο πρώτος τόμος του έργου του περιέχει ένα μεγάλο κεφάλαιο για την ιστορία του Σουλίου και των Σουλιωτών και είναι μια από τις λίγες βασικές πηγές του θέματος γραμμένη από Σουλιώτη. [4] Ο Κουτσονίκας, βασισμένος στην προφορική παράδοση, αναφέρει ότι οι Σουλιώτες αντιστάθηκαν στην οθωμανική εισβολή από τον 15ο αιώνα και παρέμειναν ελεύθεροι και ανεξάρτητοι μέχρι τις αρχές του 19ου αιώνα, και ήταν οι πρώτοι που εξεγέρθηκαν το 1820. [5]
Πέθανε σε βαθύ γήρας[3] στο Αγρίνιο στις 2 Ιουνίου 1879[6].
Το όνομα της φάρας του αναφέρεται σε μερικά από τα σουλιώτικα τραγούδια, που δημοσιεύθηκαν αρχικά από τον Κλοντ Φοριέλ το 1823 και αναδημοσιεύθηκαν αργότερα από άλλους. [7] Από αυτήν τη φάρα (οικογένεια), προέρχονταν και οι αγωνιστές Καραΐσκος Κουτσονίκας, Ιωάννης Κουτσονίκας, Γεώργιος Κουτσονίκας και Χρήστος Κουτσονίκας, που όλοι συμμετείχαν ως αξιωματικοί της Βασιλικής Φάλαγγας.[3]
Έργα του
Επεξεργασία- Λάμπρος Κουτσονίκας (1863). Γενική ιστορία της ελληνικής επαναστάσεως, Τόμος Α΄. Εν Αθήναις: Εκ του «Ευαγγέλιμου» Δ. Καρακατζάνη. Ανακτήθηκε στις 12 Ιανουαρίου 2011.
Πηγές
Επεξεργασία- "Μεγάλη Ελληνική Εγκυκλοπαίδεια" τομ.ΙΕ΄, σελ.96.
Αναφορές
Επεξεργασία- ↑ www
.mixanitouxronou .gr /ok-san-simera-ke-o-chiroteros-ellin-ekame-me-andrian-to-chreos-tou-i-machi-pou-500-ellines-stamatisan-6000-tourkous-tou-ismail-pasa-ke-edosan-chrono-stin-epanastasi-na-edreothi /. - ↑ Anemi, The Digital Library of Modern Greek Studies
- ↑ 3,0 3,1 3,2 Μεγάλη Ελληνική Εγκυκλοπαίδεια" τομ.ΙΕ΄, σελ.96.
- ↑ Γενική Ιστορία της Ελληνικής Επαναστάσεως) τομ. 1. Παρουσίαση σύγχρονης έκδοσης του βιβλίου. Εκδόσεις Βεργίνα, 2002
- ↑ Γενική Ιστορία της Ελληνικής Επαναστάσεως τομ. 1, Ιστορία του Σουλίου, σελ. 7
- ↑ «Γενική ιστορία της Ελληνικής επαναστάσεως ΙΙ Λάμπρου Κουτσονίκα αγωνιστή 1821 - Λάμπρος Κουτσονίκας - 9789607171986 | Protoporia.gr». www.protoporia.gr. Ανακτήθηκε στις 13 Φεβρουαρίου 2021.
- ↑ Comte de Marcellus, Marie-Louis (1795-1865), “Chants populaires de la Grèce moderne”, Paris, 1860. IV. Le Siége de Souli 1803, etc