Λεύκιος Βέρος

Ρωμαίος αυτοκράτορας

Ο Λεύκιος Αυρήλιος Βέρος (15 Δεκεμβρίου 130 - 23 Ιανουαρίου 169) ήταν Ρωμαίος αυτοκράτορας από το 161 μ.Χ. μέχρι τον θάνατο του μαζί με τον θετό αδελφό του Μάρκο Αυρήλιο. Ανήκε στην Δυναστεία των Αντωνίνων και η ηγεμονία του θεωρείται η πρώτη φορά που η Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία κυβερνήθηκε από δύο άντρες, το φαινόμενο αυτό θα είναι πιο συχνό στα τέλη της αυτοκρατορίας. Ο Λεύκιος Αυρήλιος Βέρος ήταν μεγαλύτερος γιος του Λεύκιου Αίλιου Καίσαρα τον οποίο υιοθέτησε ο αυτοκράτορας Αδριανός ως μεγαλύτερο γιο και διάδοχο, μεγάλωσε στην Ρώμη και μέχρι τον θάνατο του κατείχε υψηλά αξιώματα. Με τον θάνατο του βιολογικού του πατέρα τον υιοθέτησε ο αυτοκράτορας Αντωνίνος ο Ευσεβής τον οποίο υιοθέτησε επίσης ο αυτοκράτορας Αδριανός ως διάδοχο. Ο Αντωνίνος Πίος κυβέρνησε την αυτοκρατορία μέχρι τον θάνατο του (161), τον διαδέχθηκε ο Μάρκος Αυρήλιος που όρισε ως Συαυτοκράτορα τον θετό αδελφό του Λεύκιο Αυρήλιο Βέρο. Το μεγαλύτερο τμήμα της βασιλείας του πολέμησε με τους Πάρθους, οι μάχες κατέληξαν σε Ρωμαϊκή νίκη με μεγάλα κέρδη. Με την έναρξη των Μαρκομαννικών πολέμων αρρώστησε και πέθανε πρόωρο, η Ρωμαϊκή σύγκλητος τον θεοποίησε ως "Θείος Βήρος".

Λεύκιος Βέρος
Γενικές πληροφορίες
Όνομα στη
μητρική γλώσσα
Lucius Verus (Λατινικά)
Γέννηση15  Δεκεμβρίου 130
Ρώμη
Θάνατος169[1][2][3]
Altinum
Αιτία θανάτουAntonine Plague
Συνθήκες θανάτουφυσικά αίτια
Τόπος ταφήςΚάστρο Σαν Άντζελο
Χώρα πολιτογράφησηςΑρχαία Ρώμη[4]
ΘρησκείαΘρησκεία στην αρχαία Ρώμη
Εκπαίδευση και γλώσσες
Ομιλούμενες γλώσσεςΛατινικά
Πληροφορίες ασχολίας
Ιδιότηταπολιτικός[4]
Οικογένεια
ΣύζυγοςΛουκίλλα[4]
ΣύντροφοςPanthea
ΤέκναAurelia Lucilla
Lucius Aurelius Verus
Lucilla Plautia
ΓονείςΛεύκιος Αίλιος Καίσαρ και Αβιδία
ΑδέλφιαΚειονία Πλαυτία
Κειονία Φαβία
Αξιώματα και βραβεύσεις
ΑξίωμαΡωμαίος αυτοκράτορας (161–169)[4]
Ρωμαίος συγκλητικός
Ύπατος στην αρχαία Ρώμη
Commons page Σχετικά πολυμέσα

Πρώτα χρόνια

Επεξεργασία

Ο Βέρος γεννήθηκε ως Λεύκιος Κειώνιος Κόμμοδος (15 Δεκεμβρίου 130), ήταν ο μεγαλύτερος γιος του Λεύκιου Αίλιου Καίσαρα και της Αβιδίας, ο πατέρας του ήταν ο μεγαλύτερος υιοθετημένος υιός του αυτοκράτορα Αδριανού.[5][6] Η ανατροφή του έγινε στην Ρώμη με τις δύο του αδελφές, την Κειονία Φαβία και την Κειονία Πλαυτία.[7] Οι παππούδες του από την πλευρά της μητέρας του ήταν ο γερουσιαστής Γάιος Αβίδιος Νιγρίνος και η ευγενής Πλαυτία. Με τον πρόωρο θάνατο του πατέρα του (1 Ιανουαρίου 138) ο Αδριανός επέλεξε διάδοχο του τον Αντωνίνο τον Ευσεβή και πήρε τον τίτλο του Καίσαρα. Ο Αντωνίνος Πίος πήρε εντολή να υιοθετήσει τον Λεύκιο και τον Μάρκο Αυρήλιο ο οποίος ήταν ανεψιός του Αδριανού από γάμο. Με το σχέδιο αυτό ο Λεύκιος ο οποίος ήταν επίσης θετός εγγονός του Αδριανού μέσω του φυσικού του πατέρα έγινε εγγονός μέσω του θετού του πατέρα. Ο Αντωνίνος Πίος αρραβώνιασε επίσης τον Λεύκιο με την κόρη του Μάρκου Αυρήλιου Αννία Γαλερία Αυρηλία Φαυστίνα αν και ο γάμος ακυρώθηκε λίγο αργότερα.[8] Αμέσως μετά τον θάνατο του Αδριανού ο Αντωνίνος Πίος πλησίασε τον Μάρκο Αυρήλιο, του ζήτησε να ακυρώσει τον αρραβώνα του με την αδελφή του Λεύκιου Κειονία Φαβία και να παντρευτεί την δική του κόρη Φαυστίνα. Ο αρραβώνας της Φαυστίνας με τον αδελφό της Κειονίας Λεύκιο επίσης θα ακυρωνόταν, ο Μάρκος Αυρήλιος συμφώνησε με ενθουσιασμό.[9] Ο Λεύκιος Αυρήλιος Βέρος μεγάλωσε σαν πρίγκιπας και μελλοντικός αυτοκράτορας υπό την καθοδήγηση του Μάρκο Κορνήλιου Φρόντων, περιγράφεται σαν άριστος φοιτητής, ποιητής και ρήτορας. Την πολιτική του σταδιοδρομία ξεκίνησε ένας χρόνο πριν την ενηλικίωση του ως Ταμίας (153), κατόπιν Ύπατος (154) και ξανά Ύπατος από τον Μάρκο Αυρήλιο (161).[10]

Άνοδος ως συναυτοκράτορας

Επεξεργασία

Ο Αντωνίνος ο Ευσεβής πέθανε (7 Μαρτίου 161) και τον διαδέχθηκε ο Μάρκος Αυρήλιος ο οποίος έτρεφε βαθύ σεβασμό για τον προκάτοχο του όπως φαίνεται στο έργο του "Βιβλίο των Στοχασμών".[11] Η Γερουσία είχε στόχο να επικυρώσει την αυτοκρατορική εξουσία μόνο στον Μάρκο Αυρήλιο αλλά ο ίδιος το αρνήθηκε κατηγορηματικά αν δεν στέψουν Συναυτοκράτορα τον Λεύκιο.[12] Η Γερουσία το δέχτηκε, ο Λεύκιος διορίστηκε Τριβούνος των πληβείων τίτλος που συμβόλιζε την ανώτατη δικαστική εξουσία και πήρε τον τίτλο του Αυγούστου.[13] Ο Μάρκος πήρε το όνομα Αυτοκράτωρ Καίσαρας Μάρκος Αυρήλιος Αντωνίνος Αύγουστος, ο Λεύκιος εγκατέλειψε το δικό του όνομα Κόμμοδος και πήρε το οικογενειακό όνομα του Μάρκου Αυτοκράτωρ Καίσαρας Λεύκιος Αυρήλιος Βέρος Αύγουστος.[14] Η περίοδος αυτή ήταν η πρώτη φορά που είχε επίσημα η Ρώμη δύο αυτοκράτορες.[15] Ο Μάρκος είχε ωστόσο περισσότερες εξουσίες αφού είχε διατελέσει μια φορά επιπλέον Ύπαρχος, είχε συγκυβερνήσει με τον Αντωνίνο και ήταν επίσημα pontifex maximus.[16] Το Ρωμαϊκό κοινό αναγνώρισε με σαφήνεια ποιος ήταν ανώτερος και σύμφωνα με τον βιογράφο του "o Βέρος έδειχνε υπακοή στον Μάρκο όπως ένας Υπολοχαγός σε έναν Ανθύπατο".[17]

Μετά την επικύρωση από την Γερουσία οι δύο αυτοκράτορες προχώρησαν στους Στρατώνες των Πραιτωριανών τους οποίους είχε στρατόπεδο η Πραιτωριανή Φρουρά. Τα στρατεύματα τους ανακήρυξαν αυτοκράτορες, στην συνέχεια ο Λεύκιος τους υποσχέθηκε όπως κάθε αυτοκράτορας μετά τον Κλαύδιο μια ειδική δωρεά.[18] Η δωρεά αυτή ήταν διπλάσια από τις προηγούμενες, 20.000 Σηστέρτιος κατά κεφαλή, σε αντάλλαγμα τα στρατεύματα ορκίστηκαν να τους προστατεύσουν.[19] Η τελετή δεν ήταν απαραίτητη αφού η άνοδος ήταν ειρηνική, αποτελούσε ωστόσο ασφάλεια απέναντι σε μελλοντικά προβλήματα.[20] Οι τελετές της κηδείας του Αντωνίνου Πίου ήταν περίτεχνες, το σώμα του αποτεφρώθηκε στο Πεδίο του Άρεως ενώ το πνεύμα του ανέβαινε στους ουρανούς.[21] Ο Μάρκος Αυρήλιος και ο Λεύκιος Βέρος πρότειναν να θεοποιηθεί ο θετός τους πατέρας, η Γερουσία σε αντίθεση με την περίπτωση του Αδριανού δεν αντιτάχθηκε.[22] Τα λείψανα του Αντωνίνου Πίου ενταφιάστηκαν στο Μαυσωλείο του Αδριανού, ο ναός που ήταν αφιερωμένος στην σύζυγο του Φαυστίνα έγινε ο Ναός του Αντωνίνου και της Φαυστίνας σώζεται και σήμερα ως ο ναός του Σαν Λορέντζο στην Μιράντα.[23]

Η εισβολή των Πάρθων και κατάληψη της Αρμενίας

Επεξεργασία
 
Κολοσσιαία κεφαλή του Λεύκιου Βέρρου που βρέθηκε κοντά στην Ρώμη (180-183)

Ο Αντωνίνος Πίος δεν μίλησε στο νεκροκρέβατο του σχετικά με τους εξωτερικούς εχθρούς του.[24] Ο σημαντικότερος από αυτούς ήταν ο Βολογέσης Δ΄ της Παρθίας ο οποίος εισήλθε (161) στο υποτελές απέναντι στους Ρωμαίους Βασίλειο της Αρμενίας ανέτρεψε τον βασιλιά και τοποθέτησε τον συγγενή του Αυρήλιο Πάκορο που ανήκε στην Δυναστεία των Αρσακιδών της Παρθίας.[25] Την εποχή της εισβολής κυβερνήτης της Καππαδοκίας ήταν ο ο Λούκιος Αττίδιος Κορνηλιανός, διατηρήθηκε στην θέση του παρά το ότι έληγε η θητεία του (161) από φόβο μήπως με τον νέο κυβερνήτη εισβάλουν οι Πάρθοι. Την ίδια εποχή εμφανίστηκε ο Αλέξανδρος Αβωνοτειχίτης ο οποίος είχε αυτοανακηρυχτεί προφήτης και είχε μαζί του το μαγικό φίδι Γλύνων, στην πραγματικότητα ήταν ένας έμπιστος άνθρωπος της ανατολικής Ρωμαϊκής ελίτ.[26][27] Ο Αλέξανδρος Αβωνοτειχίτης έπεισε τον νέο κυβερνήτη της Καππαδοκίας Σεβηριανό να νικήσει εύκολα τους Πάρθους και να κερδίσει την δόξα (162).[28] Ο Σεβηριανός οδήγησε μια Λεγεώνα στην Αρμενία αλλά τον παγίδευσε στην πόλη Ελεγεία ο Πάρθος στρατηγός Χοσρόης, μετά από μερικές αποτυχημένες προσπάθειες αυτοκτόνησε για να μην πέσει στα χέρια του. Η Λεγεώνα του σφαγιάστηκε, η αποτυχημένη εκστρατεία κράτησε μόλις τρεις μήνες.[29] Μια νέα απειλή εμφανίστηκε στα βόρεια όπου η Γερμανική φυλή Χάττες διέσχισε και επιτέθηκε στην Βρετανία, την Παιατία και την Άνω Γερμανία.[30] Ο Μάρκος Αυρήλιος βρέθηκε σε αδιέξοδο επειδή δεν είχε στρατιωτική εμπειρία από τον προηγούμενο αυτοκράτορα, βρισκόταν πάντα δίπλα από τον Αντωνίνο Πίο και δεν βρέθηκε στο πεδίο της μάχης.[31] Ο κυβερνήτης της Βρετανίας Μάρκος Στάτιος Πρίσκος απεστάλη να αντικαταστήσει τον Σεβηριανό ως κυβερνήτης της Καππαδοκίας, τον αντικατέστησε στην Βρετανία ο Σέξτος Καλπούρνιος Αγρικόλα.[32][33]

Εκστρατεία κατά των Πάρθων υπό την διοίκηση του Λεύκιου

Επεξεργασία
 
Απεικόνιση των Συναυτοκρατόρων Μάρκου Αυρήλιου και Λεύκιου Βέρου

Την εποχή που έφτασαν τα νέα ότι ο στρατός του Λούκιου Αττίδιου Κορνηλιανού συνετρίβη από τους Πάρθους ο Μάρκος Αυρήλιος έστειλε νέες ενισχύσεις.[34] Ο Αφρικάνος Γερουσιαστής της Βιέννης Πόπλιος Ιούλιος Τζεμίνιος Μαρκιανός αναχώρησε για την Καππαδοκία με τις Λεγεώνες του Δούναβη, άλλες τρεις Λεγεώνες απεστάλησαν ανατολικά. Τα βόρεια σύνορα είχαν αποδυναμωθεί σημαντικά και οι κυβερνήτες έλαβαν εντολή να αποφεύγουν τις συγκρούσεις.[35] Ο Μάρκος Άννιος Λίβων πρώτος ξάδελφος του Μάρκου Αυρήλιου αντικατέστησε τον Αττίδιο, ήταν στις αρχές της δεκαετίας των 30, είχε διατελέσει Ύπατος (161) αλλά χωρίς στρατιωτική εμπειρία. Ο Μάρκος Αυρήλιος επέλεξε ένα δικό του έμπιστο συγγενικό πρόσωπο χωρίς τα κατάλληλα προσόντα.[36] Τον χειμώνα του 161/162 καθώς έφταναν πιο δραματικά νέα για εξέγερση στην Συρία αποφάσισαν να ηγηθεί ο ίδιος ο Λεύκιος τον Παρθικό πόλεμο, ήταν πιο υγιής και νέος από τον Μάρκο Αυρήλιο συνεπώς πιο κατάλληλος για στρατιωτική δραστηριότητα.[37] Ο βιογράφος του Λεύκιου αναφέρει ο πραγματικός στόχος ήταν να σταματήσει τις ακολασίες, να νοιώσει και ο ίδιος τις δυσκολίες του πολέμου ώστε να αναγνωρίσει και τις ευθύνες του ως αυτοκράτορας.[38] Η Γερουσία συμφώνησε και ο Λεύκιος αναχώρησε, ο Μάρκος Αυρήλιος παρέμεινε στην Ρώμη επειδή χρειαζόταν την παρουσία ενός αυτοκράτορα.[39]

Στο πλευρό του Λεύκιου απέστειλαν και έμπειρους στρατιωτικούς όπως ο Φούριος Βικτωρίνος που είχε διατελέσει έπαρχος της Γαλατίας.[40][41] Ο Φούριος Βικτωρίνος ήταν περισσότερο καταρτισμένος από τον Πραιτωριανό του σύντροφο Ρεπερτίνο ο οποίος είχε μικρότερη πρόσβαση στους Συγκλητικούς κύκλους.[42][43] Ο Λεύκιος αναχώρησε με πλοίο από το Μπρίντιζι το καλοκαίρι του 162, ο Μάρκος τον ακολούθησε μέχρι την Κάπουα, στην Κανόσα έπαθε ελαφρύ εγκεφαλικό επεισόδιο και έπεσε για ύπνο.[44] Ο Μάρκος προσευχήθηκε στους θεούς μπροστά στην Γερουσία για την ασφάλεια του και έσπευσε να τον δει.[45] Ο δάσκαλος του Φρόντος αναστατώθηκε στην αρχή αλλά ηρέμησε όταν δέχτηκε επιστολή από τον ίδιο τον Λεύκιο στην οποία του έγραφε ότι έγινε καλά και αναρρώνει. Ο Φρόντος τον συμβούλευσε να μετριάσει τα πάθη του και να μείνει στο κρεβάτι, ο Λεύκιος μετά από τρεις μέρες νηστείας και μια αιμορραγία έγινε καλά.[46] Ο Λεύκιος συνέχισε το ταξίδι του ανατολικά, έκανε στάση στην Αθήνα, συνάντησε τον Ηρώδη τον Αττικό και συμμετείχε στα Ελευσίνια Μυστήρια.[47][48] Την ώρα της θυσίας έπεσε από τον ουρανό ένα αστέρι με πορεία από τα δυτικά προς τα ανατολικά.[49] Έφτασε στην Μικρά Ασία και έκανε στάση στην Έφεσο στην οποία συνάντησε τον τοπικό αριστοκράτη Πόμπλιο Βέδιο Αντωνίνο.[50] Το ταξίδι του συνεχίστηκε νότια παραλιακά με τις ακτές της Μικράς Ασίας στην Παμφυλία και την Κιλικία, τελικά έφτασε στην Αντιόχεια.[51] Δεν είναι γνωστό πόσο είχε διαρκέσει το ταξίδι του στην Αντιόχεια, πιθανότατα έφτασε μετά το 162.[52]

Κατηγορίες εναντίον του για ασωτείες

Επεξεργασία
 
Κεφαλή του Λεύκιου Βέρου που βρέθηκε στην Αθήνα του 2ου αιώνα μ.Χ. και βρίσκεται σήμερα στο Αρχαιολογικό Μουσείο Αθηνών.

Ο Λεύκιος πέρασε το μεγαλύτερο μέρος της εκστρατείας του στην Αντιόχεια όπου απέκτησε μια ερωμένη, την Πάνθεα από την Σμύρνη.[53] Ο βιογράφος του την αποκαλεί "ερωμένη ευτελούς καταγωγής" και ο ίδιος ο Λεύκιος "γυναίκα τέλειας ομορφιάς".[54] Ένας από τους βιογράφος του υποθέτει ότι πιθανότατα ήταν πιο όμορφη από όλα τα αγάλματα του Φειδία και του Πραξιτέλη, μιλούσε Ιωνικά Ελληνικά με λίγη Αττική διάλεκτο.[55][56] Ο Λεύκιος συναρπάστηκε τόσο πολύ μαζί της που έφτασε στο σημείο να ξυρίσει την γενειάδα του, οι Σύριοι τον χλεύασαν για την πράξη του αυτή όπως και για πολλά άλλα.[57] Οι επικριτές του ήταν σκληροί απέναντι του, τον κατηγόρησαν ότι "έπαιζε ζάρια όλη την νύχτα", "έβλεπε ηθοποιούς" και "έστελνε επιστολές στην Ρώμη να ενημερωθεί για την πορεία των αρμάτων του".[58][59][60] Ο Φρόντος προσπάθησε να υπερασπιστεί τον μαθητή δηλώνοντας ότι τα θεάματα του Λεύκιου είναι απαραίτητα για την ψυχαγωγία του λαού.[61] Τις κατηγορίες παρουσίασε ο βιογράφος του αλλά ελέγχονται έντονα για την αξιοπιστία τους, ίσως να είχαν κάποιες δόσεις αλήθειας.[62] Ο Φρόντος έγραψε ότι η εκπαίδευση των στρατιωτών έγινε ωστόσο αρκετά πιο αυστηρή επειδή είχαν χαλαρώσει από την μακρά περίοδο ειρήνης, η επένδυση από τις σέλες αφαιρέθηκε ενώ το ποτό και τα τυχερά παιχνίδια ήταν υπό εξονυχιστικό έλεγχο.[63] Ο ίδιος ο Λεύκιος τόσο πεζός όσο και έφιππος επιθεωρούσε ασταμάτητα τους άνδρες τόσο στον στρατό όσο και στο πεδίο της μάχης.[64] Ο Λεύκιος έστειλε την εποχή που ξεκίνησε ο πόλεμος μερικά μηνύματα στον ξάδελφο του Φρόντο και του ζήτησε να τον συγχωρέσει για την αδιαφορία που έδειξε μέχρι τότε.[65] Ο Λεύκιος δεν ανέφερε στον δάσκαλο του τα σχέδια που είχε αλλά δεν μπορούσε να τον βλεπει συνεχώς άυπνο από το άγχος του.[66] Ο λόγος πιθανότατα ήταν ότι οι διαπραγματεύσεις του με τους Πάρθους είχαν αποτύχει, ήθελαν πόλεμο και ο ίδιος φοβόταν να τους παρουσιάσει τους όρους του επειδή θα τον θεωρούσαν δειλό.[67][68]

Η συντριβή των Πάρθων

Επεξεργασία
 
Ολόσωμος ανδριάντας του Λεύκιου Βέρου του αρχαίου Αρμένιου γλύπτη Μύρων.

Ο Λεύκιος ταξίδευσε στην Έφεσο (163/164) για να παντρευτεί την κόρη του Μάρκου Αυρήλιου Λουκίλλα η οοία είχε κλείσει μόλις τα 13 χρόνια.[69][70] Την Λουκίλλα συνόδευσαν η μητέρα της Φαυστίνα η Νεότερη και ο ετεροθαλής αδελφός του πατέρα του Λεύκιου.[71] Ο Μάρκος Αυρήλιος τους συνόδευσε μέχρι το Μπρίντιζι, κατόπιν επέστρεψε στην Ρώμη όπου έδωσε οδηγίες στους Ανθυπάτους του να μην του κάνουν επίσημη υποδοχή.[72][73] Η Λουκίλλα θα γεννήσει τα τρία παιδιά του Λεύκιου.[74] Ο στρατός της Ρώμης είχε τα επόμενα χρόνια επιτυχίες και κατέλαβε την πρωτεύουσα της Αρμενίας Αρτάξατα (163), ο Λεύκιος πήρε τον τίτλο "Αρμενιακός" παρά το γεγονός ότι δεν συμμετείχε σε καμιά μάχη.[75][76] Η κατεχόμενη Αρμενία ανασυστάθηκε με Ρωμαϊκους όρους, ιδρύθηκε ως νέα πρωτεύουσα αντί για τα Αρτάξατα η "Νέα Πόλη", 30 μίλια κοντά στα Ρωμαϊκά σύνορα.[77][78] Οι Λεγεώνες της Καππαδοκίας καταγράφονται στο Ετσμιατζίν, στις νότιες πλαγιές του Αραράτ και 400 χιλιόμετρα ανατολικά από τα Σάταλα. Ο Ρωμαίος Γερουσιαστής Γάϊος Ἰούλιος Σόαιμος με καταγωγή από τους Αρσακίδες ορκίστηκε νέος βασιλιάς της Αρμενίας, η στέψη του δεν έγινε στην Αρμενία αλλά στην Αντιόχεια ή στην Έφεσο.[79]

Ο Μάρκους Στάτιος Πρίσκος αντικατέστησε τον Σόαιμο ως βασιλιάς της Αρμενίας (163). Την ίδια χρονιά οι Πάρθοι εισέβαλαν στην Οσροηνή, ανατολικά από την πρωτεύουσα της Συρίας Έδεσσα Μεσοποταμίας, εκθρόνισαν τον υποτελή στους Ρωμαίους βασιλιά της Μεσοποταμίας Μάννο και τον αντικατέστησαν με τον δικό τους, παρέμεινε ως το 165.[80] Οι Ρωμαίοι ξεκίνησαν την προέλαση στην Μεσοποταμία, την ανακατέλαβαν και αποκατέστησαν τον Μάννο.[81] Οι Πάρθοι δραπέτευσαν στην Νίσιβις αλλά και εκεί πολιορκήθηκαν και καταλήφθηκαν, ο στρατηγός τους Χοσρόης δραπέτευσε και κρύφτηκε σε μια σπηλιά.[82] Ο δεύτερος Ρωμαϊκός στρατός που διοικούσε ο Αβίδιος Κάσσιος πέτυχε άλλη μια μεγάλη νίκη σε μάχη στην Δούρα.[83] Ο στρατός του Κάσσιου έφτασε στην Μεσοποταμία, κατέκτησε την Σελεύκεια στην δεξιά όχθη του Τίγρη και την Κτησιφών στην ανατολική, τα ανάκτορα της πυρπολήθηκαν. Οι κάτοικοι της Σελεύκειας στην πλειοψηφία τους Έλληνες από την εποχή των Σελευκιδών άνοιξαν τις πόρτες στους εισβολείς, η πόλη παρόλα αυτά λεηλατήθηκε και αυτό ήταν μαύρο στίγμα για τον ίδιο τον Λεύκιο.[84] Ο στρατός του Κάσσιου αν και υπέφερε από την έλλειψη προμηθειών και από μια επιδημία επέστρεψε με ασφάλεια στην Ρώμη.[85] Ο νεαρός Ιούνιος Μάξιμος μετέφερε στην Ρώμη το μήνυμα της νίκης, πήρε μια γενναιόδωρη αμοιβή και προήχθη σε Κοσμήτορα.[86] Ο Λεύκιος πήρε τον τίτλο του "Μάξιμου Παρθικού" και χαιρετίστηκε ως Συναυτοκράτορας μαζί με τον Μάρκο Αυρήλιο.[87]

Τελευταία χρόνια

Επεξεργασία

Τα επόμενα χρόνια 166-168 ο Λεύκιος έζησε στην Ρώμη, συνέχισε τον λαμπρό τρόπο ζωής του με τον περιφερόμενο θίασο ηθοποιών, περιφερόταν από πόλη σε πόλη χωρίς να αποκαλύπτει την ιδιότητα του.[88] Οι αρματοδρομίες ήταν επίσης άλλο ένα μεγάλο του πάθος, ο Μάρκος Αυρήλιος αποδοκίμαζε την συμπεριφορά του αλλά δεν μπορούσε να αντιδράσει επειδή τηρούσε τα αυτοκρατορικά του καθήκοντα.[89] Οι Μαρκομάννοι επιτέθηκαν στην Ρωμαϊκή επικράτεια (168), ο πόλεμος θα κρατήσει μέχρι το 180 αλλά ο Βέρρος πέθανε την ίδια χρονιά. Την εποχή που επέστρεφε στην Ρώμη από εκστρατεία μαζί με τον Μάρκο Αυρήλιο αρρώστησε βαριά και πέθανε αμέσως μετά. Οι φήμες λένε ότι δηλητηριάστηκε αλλά αυτό θεωρείται απίθανο, πιθανότατα πέθανε από την μεγάλη επιδημία που ξέσπασε την ίδια χρονιά γνωστή ως Πανώλη των Αντωνίνων.[90] Ο Μάρκος Αυρήλιος παρά τις διαφορές που είχε μαζί του τον θρήνησε σοβαρά, τίμησε την μνήμη του με παιχνίδια και η Γερουσία τον ανακήρυξε Άγιο.[91]

Παραπομπές

Επεξεργασία
  1. Εθνική Βιβλιοθήκη της Γερμανίας: (Γερμανικά) Gemeinsame Normdatei. 118643150. Ανακτήθηκε στις 13  Αυγούστου 2015.
  2. «Nationalencyklopedin» (Σουηδικά) lucius-verus. Ανακτήθηκε στις 9  Οκτωβρίου 2017.
  3. «Diccionario biográfico español» (Ισπανικά) Royal Academy of History. 2011. 109362/lucio-vero. Ανακτήθηκε στις 9  Οκτωβρίου 2017.
  4. 4,0 4,1 4,2 4,3 Мякотин, Венедикт Александрович: «Вер, Луций-Элий-Цезоний Коммод» (Ρωσικά)
  5. https://penelope.uchicago.edu/Thayer/E/Roman/Texts/Historia_Augusta/Lucius_Verus*.html
  6. https://books.google.gr/books?id=ZDdjDwAAQBAJ&pg=PT41&redir_esc=y#v=onepage&q&f=false
  7. https://books.google.gr/books?id=ZDdjDwAAQBAJ&pg=PT41&redir_esc=y#v=onepage&q&f=false
  8. https://roman-emperors.sites.luc.edu/lverus.htm
  9. HA Marcus 6.2; Verus 2.3–4; Birley, Marcus Aurelius, 53–54
  10. https://roman-emperors.sites.luc.edu/lverus.htm
  11. Marcus Aurelius, "Meditations", Book 1, 1.16
  12. HA Verus 3.8; Birley, Marcus Aurelius, 116; "Hadrian to the Antonines", 156
  13. HA Verus 4.1; Marcus 7.5; Birley, Marcus Aurelius, 116
  14. Birley, Marcus Aurelius, σσ. 116–117
  15. Birley, Marcus Aurelius, σ. 117
  16. Christer Bruun, J. C. Edmondson (2015). The Oxford Handbook of Roman Epigraphy. Oxford University Press. σ. 191
  17. HA Verus iv.2, tr. Magie, cited in Birley, Marcus Aurelius, σσ. 117, 278
  18. HA Marcus 7.9; Verus 4.3; Birley, Marcus Aurelius, 117–118
  19. HA Marcus 7.9; Verus 4.3; Birley, Marcus Aurelius, 117–118
  20. Birley, Marcus Aurelius, 118
  21. HA Marcus 7.10, tr. David Magie, cited in Birley, Marcus Aurelius, 118, 278
  22. HA Marcus 7.10–11; Birley, Marcus Aurelius, 118
  23. Birley, Marcus Aurelius, 118
  24. HA Pius 12.7; Birley, Marcus Aurelius, 114, 121
  25. HA Marcus 8.6; Birley, Marcus Aurelius, 121
  26. Birley, Marcus Aurelius, 121. On Alexander, see: Robin Lane Fox, Pagans and Christians (Harmondsworth: Penguin, 1986), 241–250
  27. Lucian, Alexander 30; Birley, Marcus Aurelius, 121
  28. Lucian, Alexander 27; Birley, Marcus Aurelius, 121–122
  29. Dio 71.2.1; Lucian, Historia Quomodo Conscribenda 21, 24, 25; Birley, Marcus Aurelius, 121–122
  30. HA Marcus 8.7; Birley, Marcus Aurelius, 122
  31. HA Pius 7.11; Marcus 7.2; Birley, Marcus Aurelius, 103–104, 122
  32. Birley, Marcus Aurelius, 123, citing A.R. Birley, The Fasti of Roman Britain (1981)
  33. HA Marcus 8.8; Birley, Marcus Aurelius, 123, citing W. Eck, Die Satthalter der germ. Provinzen (1985)
  34. HA Marcus 8.6; Birley, Marcus Aurelius, 123
  35. HA Marcus 12.13; Birley, Marcus Aurelius, 123
  36. HA Verus 9.2; Birley, Marcus Aurelius, 125
  37. Dio 71.1.3; Birley, Marcus Aurelius, 123
  38. HA Verus 5.8; Birley, Marcus Aurelius, 123, 125
  39. HA Marcus 8.9, tr. Magie; Birley, Marcus Aurelius, 123
  40. Birley, Marcus Aurelius, 125
  41. Birley, Marcus Aurelius, 125, citing H.G. Pflaum, Les carrières procuratoriennes équestres sous le Haut-Empire romain I–III (Paris, 1960–61); Supplément (Paris, 1982)
  42. HA Pius 8.9; Birley, "Hadrian to the Antonines", 160–161
  43. Giuseppe Camodeca, "La carriera del prefetto del pretorio Sex.Cornelius Repentinus in una nuova iscrizione puteolana" (in Italian), Zeitschrift für Papyrologie und Epigraphik 43 (1981): 47
  44. HA Verus 6.7–9; HA Marcus 8.10–11; Birley, Marcus Aurelius, 125–126. Stroke: Birley, Marcus Aurelius, 126; Haines 2.85
  45. HA Marcus 8.11; Birley, Marcus Aurelius, 125–126
  46. Ad Verum Imperator 2.6 (= Haines 2.85–87); Birley, Marcus Aurelius, 125–126
  47. HA Verus 6.9; Birley, Marcus Aurelius, 126; "Hadrian to the Antonines", 161
  48. Birley, Marcus Aurelius, 126, citing SIG3 1.869, 872; HA Hadrian 13.1
  49. Birley, Marcus Aurelius, 126, citing Cassiodorus senator s.a. 162
  50. Christian Habicht, "Pausanias and the Evidence of Inscriptions", Classical Antiquity 3:1 (1984), 42–43, citing IErythrai 225
  51. HA Verus 6.9; Birley, Marcus Aurelius, 126
  52. Birley, Marcus Aurelius, 126; "Hadrian to the Antonines", 161
  53. Smyrna: Lucian, Imagines 2; Birley, Marcus Aurelius, 129
  54. HA Verus 7.10, qtd. and tr. Birley, Marcus Aurelius, 129
  55. Lucian, Imagines 3, qtd. and tr. Birley, Marcus Aurelius, 129
  56. Lucian, Imagines 11, 14–15; Birley, Marcus Aurelius, 129
  57. HA Verus 7.10, cf. 7.4; Birley, Marcus Aurelius, 129
  58. HA Verus 4.6, tr. Magie; cf. 5.7; Birley, Marcus Aurelius, 129
  59. HA Verus 8.7, 8.10–11; Fronto, Principae Historia 17 (= Haines 2.217); Birley, Marcus Aurelius, 129
  60. HA Verus 6.1; Birley, Marcus Aurelius, 129
  61. Principae Historiae 17 (= Haines 2.216–17); Birley, Marcus Aurelius, 129
  62. Barnes, 69
  63. Ad Verum Imperator 2.1.19 (= Haines 2.149); Birley, Marcus Aurelius, 129
  64. Principae Historia 13 (= Haines 2.209–211); Birley, Marcus Aurelius, 129–130
  65. Ad Verum Imperator 2.2 (= Haines 2.117), tr. Haines; Birley, Marcus Aurelius, 130; "Hadrian to the Antonines", 162
  66. Ad Verum Imperator 2.2 (= Haines 2.117–119); Birley, Marcus Aurelius, 130; "Hadrian to the Antonines", 162
  67. Birley, Marcus Aurelius, 130; citing Panegyrici Latini 14(10).6
  68. Birley, Marcus Aurelius, 130; "Hadrian to the Antonines", 162
  69. HA Verus 7.7; Marcus 9.4; Barnes, 72; Birley, "Hadrian to the Antonines", 163; cf. also Barnes, "Legislation Against the Christians", Journal of Roman Studies 58:1–2 (1968), 39; "Some Persons in the Historia Augusta", Phoenix 26:2 (1972), 142, citing the Vita Abercii 44
  70. Birley, Marcus Aurelius, 131; "Hadrian to the Antonines", 163
  71. HA Verus 7.7; Marcus 9.4; Birley, Marcus Aurelius, 131
  72. HA Marcus 9.4; Birley, Marcus Aurelius, 131
  73. HA Marcus 9.5–6; Birley, Marcus Aurelius, 131
  74. Birley, "Hadrian to the Antonines", 163
  75. Birley, "Hadrian to the Antonines", 161–162, citing Prosopographia Imperii Romani2 C 874 (Claudius Fronto); Prosopographia Imperii Romani2 M 348
  76. HA Marcus 9.1; Birley, "Hadrian to the Antonines", 162
  77. Birley, Marcus Aurelius, 131
  78. Dio 71.3.1; Birley, Marcus Aurelius, 131; "Hadrian to the Antonines", 162; Millar, Near East, 113
  79. Birley, Marcus Aurelius, 280 n. 42; "Hadrian to the Antonines", 162
  80. Birley, Marcus Aurelius, 130, 279 n. 38; "Hadrian to the Antonines", 163, citing Prosopographia Imperii Romani2 M 169
  81. Birley, "Hadrian to the Antonines", 163, citing Prosopographia Imperii Romani2 M 169
  82. Lucian, Historia Quomodo Conscribenda 15, 19; Birley, "Hadrian to the Antonines", 163
  83. Lucian, Historia Quomodo Conscribenda 20, 28; Birley, "Hadrian to the Antonines", 163, citing Syme, Roman Papers, 5.689
  84. HA Verus 8.3–4; Birley, "Hadrian to the Antonines", 163. Birley cites R.H. McDowell, Coins from Seleucia on the Tigris (Ann Arbor: University of Michigan Press, 1935), 124
  85. Birley, "Hadrian to the Antonines", 164
  86. Birley, "Hadrian to the Antonines", 164
  87. Birley, "Hadrian to the Antonines", 164, citing H. Mattingly, Coins of the Roman Empire in the British Museum IV: Antoninus Pius to Commodus (London, 1940), Marcus Aurelius and Lucius Verus, nos. 384 ff., 1248 ff., 1271 ff
  88. https://pleiades.stoa.org/places/422964
  89. Peacock, Phoebe B. (2001). "Lucius Verus (161-169 A.D.)"
  90. https://books.google.gr/books?id=ZDdjDwAAQBAJ&pg=PT149&redir_esc=y#v=onepage&q&f=false
  91. Peacock, Phoebe B. (2001). "Lucius Verus (161-169 A.D.)"
  • Εγκυκλοπαίδεια Πάπυρος Λαρούς Μπριτάννικα, τόμος 39, σελίδα 233.
Προκάτοχος:
Αντωνίνος Πίος
Αυτοκράτορας της Ρώμης
Συναυτοκράτορας: 161-169
Διάδοχος:
Μάρκος Αυρήλιος