Μάκβεθ της Σκωτίας
Ο Μάκβεθ της Σκωτίας ή Ερυθρός βασιλιάς (αγγλικά: Mac Bethad mac Findlaich, περί το 1005 - 15 Αυγούστου 1057) βασιλιάς της Σκωτίας (1040 - 1057) ήταν γιος του Φίντλαχ του Μόρεϊ και πιθανότατα εγγονός του Μάλκολμ Β΄ της Σκωτίας.[1] Έγινε μορμάρος του Μόρεϊ (1032) μιας ημιαυτόνομης κομητείας και θεωρήθηκε υπεύθυνος για τον θάνατο του προηγούμενου μορμάρου Γκίλε Κοεμγκαίν, στην συνέχεια παντρεύτηκε τη χήρα του αλλά δεν απέκτησαν παιδιά.
Μάκβεθ | |
---|---|
Περίοδος | 1040 – 1057 |
Προκάτοχος | Ντάνκαν Α΄ της Σκωτίας |
Διάδοχος | Λούλαχ της Σκωτίας |
Θάνατος | 15 Αυγούστου 1057 Σκωτία |
Τόπος ταφής | Άιονα |
Σχετικά πολυμέσα | |
δεδομένα ( ) |
Ο Ντάνκαν Α΄ της Σκωτίας επιτέθηκε στο Μόρεϊ και σκοτώθηκε από τα στρατεύματα του Μάκβεθ που τον διαδέχθηκε στον θρόνο της Άλμπα με ελάχιστες αντιδράσεις. Η 17χρονη βασιλεία του ήταν ειρηνική, δέχτηκε μια επίθεση από τον Σιούαρντ, κόμη της Νορθουμβρίας με εντολή του Εδουάρδου του Ομολογητή (1054). Ο Μάκβεθ έπεσε στην μάχη του Λουμφανάν (1057) από τις δυνάμεις του Μάλκολμ Γ΄ της Σκωτίας, τάφηκε στην Αϊόνα τον παραδοσιακό τόπο ταφής των Σκωτσέζων βασιλέων. Ο θετός γιος του Λούλαχ της Σκωτίας διαδέχθηκε τον Μάκβεθ στον θρόνο αλλά βασίλευσε μόνο λίγους μήνες, ανατράπηκε και σκοτώθηκε από τον Μάλκολμ Γ΄ της Σκωτίας του οποίου οι απόγονοι βασίλευσαν μέχρι τον 13ο αιώνα. Ο Μάκβεθ έγινε γνωστός στο ομώνυμο έργο του Ουίλλιαμ Σαίξπηρ Μάκβεθ, το έργο βασίστηκε στα Χρονικά του Χολινσεντ που δημοσιοποιήθηκαν το 1577 και είναι ιστορικά ανακριβή.[2]
Πιθανή καταγωγή
ΕπεξεργασίαΤο πλήρες όνομα του Μάκβεθ στα μεσαιωνικά χρονικά ήταν Μακ Μπεθάντ μακ Φιντλάιχ και στα Αγγλικά προφέρεται σαν Μάκβεθ ΜακΦίντλεϊ, το όνομα Μακ Μπεθάντ είναι αγγλική μορφή του Μακ Μπεθ και μεταφράζεται "γιος της ζωής". Το πατρώνυμό του αν και φαίνεται να έχει κέλτικη καταγωγή δεν υπήρχε τέτοια σχέση, είναι μια ερμηνεία του δίκαιου άντρα ή θρησκευόμενου άντρα.[3] Μια εναλλακτική ερμηνεία θα μπορούσε να ήταν ένας από τους εκλεκτούς.[2] Μερικές πηγές καταγράφουν τον Μάκβεθ σαν εγγονό του Μάλκολμ Β΄ και ξάδελφο του Ντάνκαν Α΄ που διαδέχθηκε, πιθανότατα ήταν ξάδελφος του Θόρφιν του Ισχυρού, κόμη των Ορκάδων και του Καίθνες. Ο συγγραφέας Νάιτζελ Τράντερ (1909 - 2000) στο μυθιστόρημά του Μάκβεθ ο βασιλιάς προσπαθεί να παρουσιάσει τον Μάκβεθ σαν ετεροθαλή αδελφό του Θόρφιν.[4] Οι διαφωνίες δημιουργήθηκαν από την έλλειψη ιστορικών πηγών σχετικά με τις κόρες του Μάκβεθ.[5]
Μορμάρος και δούκας
ΕπεξεργασίαΌταν ο Κνούτος ήρθε βόρεια δέχτηκε την υποταγή του Μάλκολμ Β΄, ο Μάκβεθ υποτάχθηκε επίσης:
"Ο Μάκβεθ, βασιλιάς των Σκωτσέζων υποτάχθηκε σε αυτόν, μαζί του άλλοι δυο βασιλείς ο Μάκβεθ και ο Ίεμαρκ".[6]
Μερικοί ιστορικοί έχουν δει την υποταγή των δυο βασιλέων σαν απόδειξη της δύναμης του Μάλκολμ, η ταυτότητα του Ίεμαρκ δεν είναι γνωστή ίσως να ήταν ο Έκμαρκας μακ Ραγκνάιλ κάτι που δείχνει ότι ο Μάλκολμ Β΄ ήταν κυρίαρχος στο Μόρεϊ και τις Εβρίδες.[7] Ο Μάκβεθ υποτάχθηκε στον βασιλιά της Άλμπα Μάλκολμ Β΄ που πέθανε στις 25 Νοεμβρίου 1034 στο Γκλάμις. Η προφητεία του Μπέρχαν που επιβεβαιώνεται από σύγχρονες πηγές γράφει ότι ο Μάλκολμ βρήκε βίαιο θάνατο χωρίς να ξεκαθαρίζει το όνομα των δολοφόνων.[8] Τα Χρονικά του Τίγκερναχ λένε απλά:
Ο Μέιλ Κολουίμ, γιος του Κέννεθ, βασιλιάς της Άλμπα και τιμητής της δυτικής Ευρώπης πέθανε.[9]
Ο εγγονός του Μάλκολμ Β΄ Ντάνκαν ανακηρύχθηκε βασιλιάς της Άλμπα στις 30 Νοεμβρίου 1034 σαν Ντάνκαν Α΄ της Σκωτίας χωρίς σοβαρή αντίσταση. Ο Ντάνκαν αναφέρεται βίαιος βασιλιάς αλλά εγκαινίασε νέες τακτικές σε αντίθεση με τους προκατόχους του που μετά τον θάνατο τους ακολουθούσαν αιματηρές συγκρούσεις για την διαδοχή.[10] Ο πραγματικός Ντάνκαν δεν έχει καμιά σχέση με τον αντίστοιχο χαρακτήρα στο έργο Μάκβεθ του Ουίλλιαμ Σαίξπηρ που παρουσιάζεται σαν ηλικιωμένος, ο Ντάνκαν ήταν νέος άντρας ακόμα και την εποχή που πέθανε (1040).[11]
Τα πρώτα χρόνια ο Ντάνκαν ήταν ασύδοτος, στα τελευταία χρόνια αναφέρεται σύμφωνα με την προφητεία του Μπερχάν σαν ο άνθρωπος με τις πολλές λύπες και χαρακτηρίζονται αρκετά αποτυχημένα. Το Στραθκλάιντ δέχτηκε επίθεση από την Νορθουμβρία, ο Ντάνκαν απάντησε με εκστρατεία εναντίον του Ντάραμ που κατέληξε τελικά σε καταστροφή. Ο Ντάνκαν Α΄ επέζησε αλλά αποφάσισε να εκδικηθεί με νέα εκστρατεία εναντίον του Μόρεϊ αλλά ηττήθηκε ξανά και αυτή την φορά σκοτώθηκε στις 14 Αυγούστου 1040 κοντά στο Έλγιν από τον Μάκβεθ.[12][13]
Βασιλιάς της Άλμπα
ΕπεξεργασίαΜετά τον θάνατο του Ντάνκαν Α΄ ο Μάκβεθ έγινε βασιλιάς, δεν συνάντησε σοβαρή αντίσταση και ήταν καθολικά αποδεκτός. Ο πατέρας του Ντάνκαν Κρίναν του Ντάνκελντ κληρονομικός ηγούμενος της Αϊόνα σκοτώθηκε σε εμφύλια σύγκρουση (1045).[14] Ο Ιωάννης του Φορντάν γράφει ότι η σύζυγος του Ντάνκαν δραπέτευσε από την Σκωτία μαζί με τα παιδιά της τους μελλοντικούς Μάλκολμ Γ΄ της Σκωτίας και Ντόναλντ Γ΄ της Σκωτίας. Πολλές περιοχές έχουν προταθεί σαν υποψήφιοι τόποι εξορίας με περισσότερες πιθανότητες τις Ορκάδες και την Νορθουμβρία, ο Ουίλιαμ Ρόμπερτσον (1721 - 1793) προτείνει σαν ασφαλέστερο τόπο εξορίας στο Άθολ στους οπαδούς της μητέρας του.[15] Μετά την ήττα του Κρίναν ο Μάκβεθ παρέμεινε αναμφισβήτητος βασιλιάς, πήγε για προσκύνημα στην Ρώμη (1060) και έδωσε χρήματα στους φτωχούς για την σίτιση τους.
Τα Σάγκας των Ορκάδων λένε ότι ξέσπασε διαφωνία ανάμεσα στον Θόρφιν Σίγκουρντσον, κόμη των Ορκάδων και τον Καρλ Χούντασον όταν έγινε βασιλιάς των Σκωτσέζων και διεκδίκησε το Καίθνες, η ταυτοποίηση του Καρλ Χούντασον έγινε θέμα συζήτησης των Σκωτσέζικων και Ιρλανδικών πηγών. Η πιο κοινή εξήγηση είναι ότι το Καρλ Χούντασον ήταν προσβλητικό παρατσούκλι που δόθηκε στον Μάκβεθ από τους εχθρούς του.[16] Ο Ουίλιαμ Φορμπς Σκίνε αναφέρει ότι το συγκεκριμένο προσωνύμιο ήταν ποιητική παραπομπή.[17] Σύμφωνα με τα Σάγκας των Ορκάδων στον πόλεμο που ακολούθησε ο Θόρφιν νίκησε τον Καρλ σε ναυμαχία ανατολικά των Ορκάδων, ο ανιψιός του Καρλ Μουντάν που διορίστηκε κυβερνήτης του σκοτώθηκε στο Θάρσο από τον Θόρκελ τον Φόρεστερ. Ακολούθησε μάχη στο Τάρμπατ Νες που κατέληξε στην ήττα του Καρλ ο οποίος δραπέτευσε ή πέθανε, ο Θόρφιν έκανε επιδρομή στην Σκωτία μέχρι το Φάιφ λεηλάτησε και έκαψε ότι βρήκε μπροστά του ενώ μια μεταγενέστερη σημείωση των Σάγκας γράφει ότι ο Θόρφιν κέρδισε εννιά κομητείες.[18]
Ο Καρλ Χούντασον εμφανίζεται στα Σάγκας σε μια τοπική σύγκρουση με έναν Σκωτσέζο κυβερνήτη του Μόρεϊ :
Η αφήγηση συμφωνεί με την ιδέα ότι η σύγκρουση ανάμεσα στον Θόρφιν και τον Καρλ ήταν μια συνέχεια του πολέμου που είχε ξεσπάσει τον 9ο αιώνα ανάμεσα στους κόμητες των Ορκάδων ιδιαίτερα ανάμεσα στον γιο του Σίγκουρντ Ρόγκνβαλντ Λζότ και τον Σίγκουρντ τον ισχυρό με τους μορμάρους του Μόρεϊ, του Σάδερλαντ, του Ρος και του Άρτζιλ, τελικά ο Μάλκολμ και ο Καρλ έγιναν μορμάροι των τεσσάρων επαρχιών.[19]
Πτώση
ΕπεξεργασίαΤο 1052 ο Μάκβεθ μπλέχτηκε άμεσα στην σύγκρουση ανάμεσα στον Γκόντουιν του Ουέσσεξ και τον Εδουάρδο τον Ομολογητή όταν δέχτηκε έναν μεγάλο αριθμό Νορμανδών εξόριστων, έγινε ο πρώτος βασιλιάς που εισήγαγε την φεουδαρχία στην Σκωτία. Ο Σιούαρντ, κόμης της Νορθουμβρίας υπό τις διαταγές του Εδουάρδου οδήγησε έναν μεγάλο στρατό εναντίον της Σκωτίας (1054). Η εκστρατεία κατέληξε σε μια αιματηρή μάχη στην οποία σύμφωνα με τα Χρονικά του Ούλστερ έπεσαν 3.000 Σκωτσέζοι και 1.500 Άγγλοι μεγάλος αριθμός και από τις δυο πλευρές, στην ίδια μάχη σκοτώθηκε ένας από τους γιους και ο γαμπρός του Σιούαρντ. Μετά την μάχη ο Μάλκολμ γιος του βασιλιά της Κάμπριας που δεν ταυτίζεται με τον μελλοντικό Μάλκολμ Γ΄ της Σκωτίας τοποθετήθηκε βασιλιάς της Στραθκλάιντ.[20] Τα γεγονότα του 1054 οδήγησαν τον Ουίλλιαμ Σαίξπηρ στην ιδέα για την συγγραφή του ομώνυμου θεατρικού έργου με αποτέλεσμα την άνοδο του Μάλκολμ Γ΄ της Σκωτίας από τους Άγγλους. Ο Μάκβεθ δεν έζησε πολύ ακόμα, ηττήθηκε και σκοτώθηκε ή τραυματίστηκε θανάσιμα από τον μελλοντικό βασιλιά Μάλκολμ Γ΄ (1057) στην βόρεια πλευρά του Μάουνθ μετά την οπισθοχώρηση του στα στενά του Καίρν-ο-Μάουνθ ενώ ετοιμαζόταν να κάνει την τελευταία του επίθεση στην μάχη του Λουμφάναν.[21][22]
Η Προφητεία του Μπέρχαν γράφει ότι τραυματίστηκε βαριά και πέθανε στην Σκον μερικές μέρες αργότερα, ο θετός του γιος Λούλαχ της Σκωτίας τον διαδέχθηκε στον θρόνο.[23] Σε αντίθεση με τους μετέπειτα ιστορικούς που τον παρουσιάζουν ως τύραννο οι πηγές της εποχής του εκφράζονται με τα καλύτερα λόγια για τον Μάκβεθ. Η Ντουάν Αλμπανάχ που χρονολογείται την εποχή του Μάλκολμ Γ΄ τον αποκαλεί Μακ Μπεθάν ο περίφημος, η Προφητεία του Μπερχάν τον αναφέρει γενναιόδωρο βασιλιά του Φορτριού και λέει :
Ο ερυθρός, ψηλός, χρυσομάλλης ήταν πολύ ευχάριστος όταν βρισκόταν ανάμεσα μας, γέμιζε ολόκληρη την Σκωτία με την παρουσία του από την ανατολή μέχρι την δύση ο ερυθρός άντρας.[24]
Μυθιστορηματογραφία
ΕπεξεργασίαΗ ζωή του Μάκβεθ όπως και η ζωή του Ντάνκαν Α΄ διαδόθηκε από τους σύγχρονους ιστορικούς με βάση μαρτυρίες μεγάλων συγγραφέων του 14ου αιώνα όπως του Ιωάννη του Φορντάν, του Άντριου του Ουίντουν, του Χέκτορ Μπόες (1465 - 1536), του Ουόλτερ Μπάουερ (1385 - 1449) και του Τζωρτζ Μπιουκάναν. Ο Σαίξπηρ στο ομώνυμο έργο του βασίστηκε στην αφήγηση του Ράφαελ Χολινσεντ (1529 - 1580), αρχικά ήταν ένας γενναίος στρατηγός και πιστός στον ηλικιωμένο βασιλιά Ντάνκαν, στην συνέχεια παραπλανήθηκε από τις Τρεις Μάγισσες και την σύζυγο του και αποφάσισε να δολοφονήσει τον βασιλιά και να σφετεριστεί τον θρόνο. Στηρίχτηκε στις Τρεις Μάγισσες αλλά οι προφητείες τους στην συνέχεια του έκαναν ζημιά, τον αποξένωσαν από την αριστοκρατία της Σκωτίας μα τελικό αποτέλεσμα την ήττα και την δολοφονία του από τον πρίγκιπα Μάλκολμ. Ο βασιλικός στρατός ετοιμάστηκε να αντιμετωπίσει τον Μακντάφ έναν φυγάδα ευγενή που η σύζυγος και τα παιδιά του είχαν δολοφονηθεί από τα τάγματα του Μάκβεθ, ο Μάκβεθ γνωρίζοντας ότι θα πεθάνει αν συγκρουστεί μαζί του απέφυγε στην αρχή να το κάνει. Ο Μακντάφ δήλωσε στους οπαδούς του ότι θα βάλει τους Σκωτσέζους να γελοιοποιήσουν τον Μάκβεθ, όταν το άκουσε ο Μάκβεθ απάντησε : δεν θα σκύψω στο χώμα να φιλήσω τα πόδια του νεαρού Μάλκολμ, δεν θα χτυπήσουν εμένα οι κατάρες του πλήθους και αποφάσισε να πολεμήσει μέχρι θανάτου. Ο Μάλκολμ δολοφονήθηκε και αποκεφαλίστηκε, στο τέλος του έργου παρουσιάζεται η στέψη του πρίγκιπα Μάλκολμ στην Σκον.
Η πραγματική αιτία για αυτή την άθλια απεικόνιση του Μάκβεθ στο έργο του Σαίξπηρ οφείλεται στο ότι ο Ιάκωβος Α΄ και ΣΤ΄ της Αγγλίας και της Σκωτίας ήταν απόγονος του Μάλκολμ Γ΄ της Σκωτίας μέσω του Οίκου του Μπρους και του δικού του Οίκου των Στιούαρτ ενώ η γραμμή του Μάκβεθ εξαντλήθηκε με τον θάνατο του θετού του γιου Λούλαχ έξι μήνες αργότερα, ο Ιάκωβος ήταν απόγονος του Μάλκολμ μέσω του Γουόλτερ Στιούαρτ, 6ου Υψηλού Στιούαρτ της Σκωτίας.[25] Ο Μπορίς Παστερνάκ έκανε σύγκριση ανάμεσα στον Μάκβεθ και στον χαρακτήρα Ροντιόν Ρομάνοβιτς Ρασκόλνικωφ τον πρωταγωνιστή του έργου του Φιόντορ Ντοστογιέφσκι Έγκλημα και τιμωρία (1959), ο Πάστερνακ εξηγεί ότι κανένας χαρακτήρας δεν γεννήθηκε δολοφόνος αλλά οι συνθήκες τους ανάγκασαν τελικά να γίνουν. Η Λαίδη Μάκβεθ εμφανίζεται στο μυθιστόρημα του Νικολάι Λεσκόφ Η τραγωδία του Μάκβεθ (1865) προσπαθώντας να κάνει σύγκριση με την εμπορική τάξη στην αυτοκρατορική Ρωσία, ο Λεσκόφ αντιστρέφει τους ρόλους τοποθετώντας στην θέση του δολοφόνου μια γυναίκα και στην θέση του παραπλανητή έναν άντρα. Το έργο του Λεσκόφ ήταν η έμπνευση για την ομώνυμη όπερα του Ντμίτρι Σοστακόβιτς (1936).
Παραπομπές
Επεξεργασία- ↑ Mac Bethad mac Findlaich είναι στη μεσαιωνική σκωτική γαελική γλώσσα.
- ↑ 2,0 2,1 Aitchison, Nicholas Boyter (1999). Macbeth:man and myth. p. 38.
- ↑ Davis, J. Madison (1995). The Shakespeare Name and Place Dictionary. p. 294.
- ↑ Knapp, Tom. "Nigel Tranter: Macbeth the King"
- ↑ http://fmg.ac/Projects/MedLands/SCOTLAND.htm#_Toc389122939
- ↑ Anglo-Saxon Chronicle, Ms. E, 1031.
- ↑ Compare Duncan, Kingship of the Scots, pp. 29–30 with Hudson, Prophecy of Berchan, pp. 222–223.
- ↑ Hudson, Prophecy of Berchan, p. 223; Duncan, Kingship of the Scots, p. 33.
- ↑ Annals of Tigernach 1034.1
- ↑ Duncan I as tanaise rig, the chosen heir, see Duncan, The Kingship of the Scots, pp. 33–34; Hudson, Prophecy of Berchan,pp. 223–224, where it is accepted that Duncan was king of Strathclyde. For tanistry, etc., in Ireland, see Ο Croinin, Early Medieval Ireland, 63–71.
- ↑ Annals of Tigernach 1040.1.
- ↑ Broun, "Duncan I (d. 1040)"; the date is from Marianus Scotus and the killing is recorded by the Annals of Tigernach.
- ↑ Hudson, Prophecy of Berchan, pp.223–224; Duncan, The Kingship of the Scots, pp.33–34.
- ↑ Annals of Tigernach 1045.10; Annals of Ulster 1045.6.
- ↑ Robertson, Scotland under her Early Kings, p. 122. Hudson, Prophecy of Berchan, p. 224, refers to Earl Siward as Malcolm III's "patron"; Duncan, The Kingship of the Scots, pp. 40–42 favours Orkney; Woolf offers no opinion. Northumbria is evidently a misapprehension, further than that cannot be said with certainty.
- ↑ However Macbeth's father may be called "jarl Hundi" in Njal's saga; Crawford, p. 72.
- ↑ Anderson, ESSH, p. 576, note 7, refers to the account as "a fabulous story" and concludes that "[n]ο solution to the riddle seems to be justified".
- ↑ Orkneyinga Saga, cc. 20 & 32.
- ↑ Taylor, p. 338; Crawford, pp. 71–74.
- ↑ Florence of Worcester, 1052; Anglo-Saxon Chronicle, Ms. D, 1054; Annals of Ulster 1054.6; and discussed by Duncan, The Kingship of the Scots, pp. 38–41; see also Woolf, Pictland to Alba, pp. 260–263.
- ↑ Moncreiffe, Iain (Sir Iain Moncreiffe of that Ilk). The Robertsons (Clan Donnachaidh of Atholl). W. & A.K. Johnston & G.W. Bacon Ltd., Edinburgh. 1962 (reprint of 1954), p6
- ↑ Andrew Wyntoun, Original Chronicle, ed. F.J. Amours, vol. 4, pp 298–299 and 300–301 (c. 1420)
- ↑ The exact dates are uncertain, Woolf gives 15 August, Hudson 14 August and Duncan, following John of Fordun, gives 5 December; Annals of Tigernach 1058.5; Annals of Ulster 1058.6.
- ↑ Hudson, Prophecy of Berchán, p. 91, stanzas 193 and 194.
- ↑ «Αρχειοθετημένο αντίγραφο». Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 10 Μαΐου 2017. Ανακτήθηκε στις 8 Μαρτίου 2018.
Πηγές
Επεξεργασία- The Annals of Ulster, AD 431–1201, CELT: Corpus of Electronic Texts, 2003, retrieved 15 November 2008
- The Annals of Tigernach, CELT: Corpus of Electronic Texts, 1996, retrieved 15 November 2008
- Gaelic notes from the Book of Deer (with translation), CELT: Corpus of Electronic Texts, 2001, retrieved 15 November 2008
- Anderson, Alan Orr (1922), Early Sources of Scottish History A.D. 500 to 1286, I (1990 revised & corrected ed.), Stamford: Paul Watkins.
- Anderson, Alan Orr (1908), Scottish Annals from English Chroniclers A.D. 500 to 1286, London: D. Nutt
- Anderson, M. O. (1980), Kings and Kingship in Early Scotland (2nd ed.), Edinburgh: Scottish Academic Press.
- Bannerman, John (1974), Studies in the History of Dalriada, Edinburgh: Scottish Academic Press.
- Barrell, A. D. M. (2000), Medieval Scotland, Cambridge: Cambridge University Press.
- Barrow, G. W. S. (1989), Kingship and Unity: Scotland 1000–1306 (2nd ed.), Edinburgh: Edinburgh University Press.
- Broun, Dauvit (1999), The Irish Identity of the Kingdom of the Scots in the Twelfth and Thirteenth Centuries, Woodbridge: Boydell Press.
- Cowan, Edward J. (1993), "The Historical MacBeth", in Sellar, W. D. H., Moray: Province and People, Edinburgh: The Scottish Society for Northern Studies, pp. 117–142,
- Crawford, Barbara (1987), Scandinavian Scotland, Leicester: Leicester University Press.
- Driscoll, Stephen (2002), Alba: The Gaelic Kingdom of Scotland AD 800–1124, The Making of Scotland, Edinburgh: Birlinn.
- Duncan, A. A. M. (1978), Scotland: The Making of the Kingdom (2nd ed.), Edinburgh: Mercat Press.
- Duncan, A. A. M. (2002), The Kingship of the Scots 842–1292: Succession and Independence, Edinburgh: Edinburgh University Press.
- Foster, Sally M. (2004), Picts, Gaels and Scots: Early Historic Scotland (2nd ed.), London: Batsford.
- Smyth, Alfred P. (1984), Warlords and Holy Men: Scotland AD 80–1000, Edinburgh: Edinburgh University Press.
- Swanton, Michael (1996), The Anglo-Saxon Chronicle, New York: Routledge.
- Taylor, A. B. (1937), "Karl Hundason, "King of Scots"" (PDF), Proceedings of the Society of Antiquaries of Scotland.
- Woolf, Alex (2007), "The Cult of Moluag, the See of Mortlach and Church Organisation in Northern Scotland in the Eleventh and Twelfth Centuries", in Arbuthnot, Sharon J.; Hollo, Kaarina, Fil suil nglais – A Grey Eye Looks Back: A Festschrift for Colm O'Baoill (PDF), Brig o' Turk: Clann Tuirc, pp. 317–322.
- Woolf, Alex (2000), "The 'Moray Question' and the Kingship of Alba in the Tenth and Eleventh Centuries", The Scottish Historical Review, Edinburgh: Edinburgh University Press, LXXIX (2): 145–164.
- Woolf, Alex (2007), From Pictland to Alba, 789–1070, The New Edinburgh History of Scotland, Edinburgh: Edinburgh University Press.
- Tranter, Nigel MacBeth the King Hodder & Stoughton, 1978.
- Aitchison, Nick Macbeth Sutton Publishing, 2001.
- Dunnett, Dorothy King Hereafter Knopf, 1982.
- Ellis, Peter Berresford Macbeth: High King of Scotland 1040–57 Learning Links, 1991.
- Gregg, William H. Controversial issues in Scottish history Putnam, 1910.
- Marsden, John Alba of the Ravens: In Search of the Celtic Kingdom of the Scots Constable, 1997.
- Walker, Ian Lords of Alba Sutton Publishing, 2006.