Ο Μάρκος Φούριος Κάμιλλος, λατιν.: Marcus Furius Camillus, (π. 446 – 365 π.Χ.) ήταν Ρωμαίος στρατιωτικός και πολιτικός της τάξης των πατρικίων. Σύμφωνα με τον Λίβιο και τον Πλούταρχο, ο Καμίλλος θριάμβευσε τέσσερις φορές, έγινε πέντε φορές δικτάτορας και τιμήθηκε με τον τίτλο τού δεύτερου ιδρυτή της Ρώμης.

Μάρκος Φούριος Κάμιλλος
Ο Μ. Φ. Κάμιλλος από το Promptuarii Iconum Insigniorum του Guillaume Rouillé
Γενικές πληροφορίες
Όνομα στη
μητρική γλώσσα
Marcus Furius Camillus (Λατινικά)
Γέννηση446 π.Χ.[1]
Αρχαία Ρώμη
Θάνατος365 π.Χ.[1][2]
Αιτία θανάτουμολυσματική ασθένεια
Συνθήκες θανάτουφυσικά αίτια
Χώρα πολιτογράφησηςΑρχαία Ρώμη
Εκπαίδευση και γλώσσες
Ομιλούμενες γλώσσεςλατινική γλώσσα
Πληροφορίες ασχολίας
ΙδιότηταΡωμαίος πολιτικός
Ρωμαίος στρατιωτικός
Οικογένεια
ΤέκναLucius Furius Camillus[3]
ΓονείςLucius Furius Medullinus
ΑδέλφιαLucius Furius Medullinus
ΟικογένειαFurii Camilli
Αξιώματα και βραβεύσεις
ΑξίωμαΡωμαίος συγκλητικός
Κήνσορας
ρωμαίος δικτάτωρ
Ύπατος στην αρχαία Ρώμη
Commons page Σχετικά πολυμέσα
Ο Κάμιλλος φθάνει στη Ρώμη.

Πρώιμη ζωή Επεξεργασία

Ο Κάμιλλος ανήκε στο γένος των Φουρίων Καμίλλων, η καταγωγή των οποίων ήταν στη λατινική πόλη Tούσκουλον. Αν και αυτή η πόλη ήταν σκληρός εχθρός των Ρωμαίων τη δεκαετία του 490 π.Χ., αφότου και οι Βόλσκοι και οι Αίκουοι άρχισαν αργότερα να διεξάγουν πόλεμο εναντίον της Ρώμης, το Τούσκουλουν προσχώρησε στη Ρώμη, σε αντίθεση με τις περισσότερες λατινικές πόλεις. Σύντομα, οι Φούριοι ενσωματώθηκαν στη ρωμαϊκή κοινωνία, συσσωρεύοντας μία μακρά σειρά αξιωμάτων. Έτσι οι Φούριοι είχαν γίνει μία σημαντική ρωμαϊκή οικογένεια από τη δεκαετία του 450. [4]

Ο πατέρας τού Κάμιλλου ήταν ο Λεύκιος Φούριος Μεδουλίνος, ένας "πατρίκιος τριβούνος με υπατικές εξουσίες". Ο Κάμιλλος είχε περισσότερα από τρία αδέλφια: ο μεγαλύτερος ήταν ο Λεύκιος ο νεότερος, ο οποίος ήταν ύπατος και τριβούνος με υπατικές εξουσίες. Το λατινικό ουσιαστικό camillus υποδήλωνε ένα παιδί βοηθό (ακόλουθο) σε θρησκευτικές τελετουργίες. Κατά τη βρεφική ηλικία του Κάμιλου, ο συγγενής του Κόιντος Φούριος Πάκουλος ήταν ο Ρωμαίος μέγιστος αρχιερέας. [4]

Οι «στρατιωτικοί τριβούνοι με υπατική εξουσία» (tribuni militum consulari potestate) ή υπατικοί τριβούνοι, ήταν τριβούνοι που εκλέγοντο με υπατική εξουσία κατά τη λεγόμενη Αντιπαράθεση των Τάξεων στη Ρωμαϊκή Δημοκρατία. Υπατικοί τριβούνοι υπηρέτησαν το 444 π.Χ. και στη συνέχεια συνεχώς από το 408 π.Χ. έως το 394 π.Χ. και ξανά από το 391 π.Χ. έως το 367 π.Χ. Το αξίωμα δημιουργήθηκε, μαζί με το αξίωμα τού τιμητή (censor), για να δώσει στους πληβείους πρόσβαση σε ανώτερα επίπεδα διακυβέρνησης, χωρίς να χρειάζεται να μεταρρυθμίσει το γραφείο τού υπάτου. Εκείνη την εποχή της ιστορίας της Ρώμης, οι πληβείοι δεν μπορούσαν να εκλεγούν στο ανώτατο αξίωμα τού υπάτου, ενώ μπορούσαν να εκλεγούν στο αξίωμα τού υπατικού τριβούνου.

Πρώιμη σταδιοδρομία Επεξεργασία

Στρατιωτικές εκστρατείες Επεξεργασία

Ο Κάμιλος ήταν ένας αξιόλογος στρατιωτικός στους πολέμους με τους Aίκουους και τους Βόλσκους. Στη συνέχεια, ο Κάμιλλος ήταν στρατιωτικός τριβούνος. Το 403 π.Χ. διορίστηκε τιμητής με τον Mάρκο Ποστούμιο Αλβίνο Ρεγιλένσι και, μέσω εκτεταμένης φορολογίας, ανέλαβε δράση για την επίλυση οικονομικών προβλημάτων, που είχαν προκύψει από τις αδιάκοπες στρατιωτικές εκστρατείες. [4]

Εναντίον των Βηίων Επεξεργασία

 
"Η Ευσέβεια και γενναιοδωρία των Ρωμαίων γυναικών" του Nicolas-Guy Brenet French 1785, που απεικονίζει τον Κάμιλλο να δέχεται τον πλούτο των Ρωμαίων γυναικών, για να εκπληρώσει τον όρκο του στους θεούς τού ενός δέκατου τού θησαυρού, που είχε ληφθεί στην ήττα της ετρουσκικής πόλης Βηίων.

Το 406 π.Χ. η Ρώμη κήρυξε τον πόλεμο εναντίον της αντίπαλης Ετρουσκικής πόλης των Βηίων. Η πόλη Βήιοι ήταν ισχυρή και βρισκόταν σε μία καλά οχυρωμένη και υπερυψωμένη τοποθεσία. Αυτό απαιτούσε από τους Ρωμαίους να ξεκινήσουν μία πολιορκία πολλών ετών. Το 401 π.Χ., καθώς ο πόλεμος άρχισε να γίνεται όλο και πιο αντιδημοφιλής στη Ρώμη, ο Κάμιλλος διορίστηκε υπατικός τριβούνος. Ανέλαβε τη διοίκηση τού ρωμαϊκού στρατού και μέσα σε σύντομο χρονικό διάστημα εισέβαλε σε δύο συμμάχους των Βηίων, τους Φαλέριοιυς και Καπένους, οι οποίοι αντιστάθηκαν πίσω από τα τείχη τους. Το 398 π.Χ. ο Κάμιλλος έλαβε υπατικές εξουσίες και στη συνέχεια λεηλάτησε την Καπένα.

 
Φραντσέσκο Σαλβιάτι, Θρίαμβος του Φούριου Κάμιλλου, τοιχογραφία στον ανατολικό τοίχο της αίθουσας των Ακροάσεων, Παλάτσο Βέκιο, Φλωρεντία.

Όταν η Ρώμη υπέστη σοβαρές ήττες το 396 π.Χ., το 10ο έτος αυτού του πολέμου, οι Ρωμαίοι κατέφυγαν ξανά στον Κάμιλλο, ο οποίος ονομάστηκε δικτάτορας για πρώτη φορά. Αφού νίκησε τόσο τους Φαλέριους όσο και τους Καπένους στο Nεπέτε, ο Κάμιλλος διέταξε το τελευταίο χτύπημα ενάντια στους Βηίους. Έσκαψε το μαλακό έδαφος κάτω από τα τείχη και οι Ρωμαίοι διείσδυσαν στο αποχετευτικό σύστημα της πόλης αποτελεσματικά, νικώντας τον εχθρό. Δεν ενδιαφέρονται για όρους συνθηκολόγησης, αλλά για την πλήρη καταστροφή των Βηίων: οι Ρωμαίοι έσφαξαν ολόκληρο τον ενήλικο ανδρικό πληθυσμό και έκαναν σκλάβους όλες τις γυναίκες και τα παιδιά. Η λεηλασία ήταν μεγάλη. Για τη μάχη, ο Κάμιλλος είχε επικαλεστεί την προστασία της Ηούς (Mater Matuta) εκτενώς και είχε πάρει τα αφιερώματα από το άγαλμα της Ήρας (Juno) για τη Ρώμη. Πίσω στη Ρώμη, ο Κάμιλλος παρέλασε πάνω σε ένα τέθριππο (quadriga) και οι λαϊκοί εορτασμοί κράτησαν τέσσερις ημέρες. Ο Πλούταρχος έγραψε γι' αυτό: [4]

Ο Κάμιλλος ... έκανε περισσότερα για τον εαυτό του, αν και ήταν μόνο πολίτης και νόμιμος αξιωματούχος. Μεταξύ άλλων, στην υπερηφάνεια και την υπερβολή τού θριάμβου του, οδηγήθηκε μέσα στη Ρώμη επιβαίνοντας σε ένα άρμα που το έσερναν τέσσερα λευκά άλογα, κάτι που κανένας στρατηγός, ούτε πριν, ούτε από τότε δεν έκανε. Διότι οι Ρωμαίοι θεωρούν ότι ένας τέτοιος τρόπος μεταφοράς είναι ιερός, και ιδιαίτερα αρμόζει για τον βασιλιά και τον πατέρα των θεών. Αυτό ξένισε τις καρδιές των συμπολιτών του, που δεν ήταν συνηθισμένοι σε τέτοια μεγαλοπρέπεια και επίδειξη...

Ο Κάμιλλος αντιτάχθηκε στο σχέδιο των πληβείων να εποικίσουν τους Βηίους με τους μισούς Ρωμαίους. Θα είχε λύσει τα ζητήματα της φτώχειας, αλλά οι πατρίκιοι αντιτάχθηκαν. Εσκεμμένα, ο Κάμιλλος παρέτεινε το έργο μέχρι την εγκατάλειψή του. Ο Κάμιλλος έγινε αμφιλεγόμενο θέμα, επειδή δεν εκπλήρωσε την υπόσχεσή του να αφιερώσει το ένα δέκατο της λείας στους Δελφούς για τον θεό Απόλλωνα. Οι Ρωμαίοι μάντεις ανακοίνωσαν ότι οι θεοί ήταν δυσαρεστημένοι από αυτό, έτσι η Σύγκλητος ζήτησε από τους πολίτες χρυσό και τα ποσά χρυσού που ήθελαν, ανακτήθηκαν. [4]

Συνέπειες Επεξεργασία

 
Ο διδάσκαλος Τιμωρήθηκε με εντολή του Καμίλλου.

Για να τελειώσει με τους Φελέριους, που ήταν ο τελευταίος επιζών εχθρός αυτού τού πολέμου, ο Κάμιλλος έγινε ξανά υπατικός τριβούνος το 394 π.Χ. Άδραξε την ευκαιρία για να εκτρέψει την πικρή σύγκρουση μεταξύ των ρωμαϊκών κοινωνικών τάξεων σε μία ενωτική εξωτερική σύγκρουση. Πολιόρκησε τους Φαλέριους και, αφού απέρριψε ως ανήθικη την πρόταση ενός τοπικού διδασκάλου, που είχε παραδώσει τα περισσότερα από τα παιδιά της περιοχής στους Ρωμαίους, οι κάτοικοι των Φαλερίων συγκινήθηκαν από ευγνωμοσύνη και έκαναν ειρήνη με τη Ρώμη. [4]

Ολόκληρη η ιταλική χερσόνησος εντυπωσιάστηκε από τις ρωμαϊκές νίκες του Κάμιλλου. Οι Αίκιοι, Βόλσκοι και Καπηνοί πρότειναν συνθήκες ειρήνης. Η Ρώμη αύξησε την επικράτειά της κατά 70% και μέρος της γης διανεμήθηκε σε άπορους πολίτες. Η Ρώμη είχε γίνει το πιο ισχυρό έθνος της κεντρικής χερσονήσου. [4]

Εξορία Επεξεργασία

Οι Ρωμαίοι ήταν ανήσυχοι, επειδή δεν είχαν καρπωθεί κάποια λεία από τους Φαλέριους. Επιπλέον, ο Κάμιλλος απέρριψε τόσο την αναδιανομή της γης, όσο και τον ανεξέλεγκτη ρωμαϊκή εποίκηση των Βηίων. Κατά συνέπεια, παραπέμφθηκε από τους πολιτικούς του αντιπάλους, με την κατηγορία της υπεξαίρεσης της λεηλασίας των Ετρούσκων. [4]

Στον Κάμιλλο οι φίλοι του εξήγησαν ότι, αν και η καταδίκη φαινόταν αναπόφευκτη, θα βοηθούσαν στην πληρωμή του προστίμου. Ο Κάμιλλος το απέρριψε αυτό, επιλέγοντας την εξορία. Εγκατέλειψε τη Ρώμη με τη γυναίκα του και τον Λεύκιο, τον επιζώντα γιο του, και πήγε στην Αρδέα.

Επιστροφή από την εξορίας και περαιτέρω στρατιωτικές εκστρατείες Επεξεργασία

Οι Γαλάτες, που είχαν ήδη εισβάλει στο μεγαλύτερο μέρος της Ετρουρίας, έφτασαν στο Κλούσιον και οι κάτοικοί του στράφηκαν στη Ρώμη για βοήθεια. Ωστόσο, η ρωμαϊκή πρεσβεία προκάλεσε αψιμαχία και, στη συνέχεια, οι Γαλάτες βάδισαν κατευθείαν προς τη Ρώμη (Ιούλιος 390 π.Χ.). Μετά την ήττα ολόκληρου του ρωμαϊκού στρατού στο ρυάκι της Aλλία (Μάχη της Aλλία), η ανυπεράσπιστη Ρώμη καταλήφθηκε από τους εισβολείς. Ολόκληρος ο ρωμαϊκός στρατός υποχώρησε στους έρημους Βηίους, ενώ οι περισσότεροι άμαχοι κατέληξαν στο Eτρουσκικό Καίρε. Ωστόσο, μία ρωμαϊκή φρουρά συνέχισε να αντιστέκεται στον λόφο τού Καπιτωλίουπερικυκλωμένη . Οι Γαλάτες κατοικούσαν μέσα στην πόλη, και έπαιρναν τις προμήθειές τους καταστρέφοντας όλες τις κοντινές πόλεις για τη λεία. [4]

Όταν οι Γαλάτες κατευθύνθηκαν προς την Αρδέα, ο εξόριστος Κάμιλλος, που ζούσε πλέον ως ιδιώτης, οργάνωσε τις τοπικές δυνάμεις για την άμυνα της πόλης. Είπε στους κατοίκους της πόλης ότι οι Γαλάτες εξολόθρευαν πάντα τους ηττημένους εχθρούς τους. Ο Κάμιλλος διαπίστωσε ότι οι Γαλάτες ήταν απορροφημένοι στο να εορτάσουν τα τελευταία τους λάφυρα, κάτι που τους οδήγησε σε πολύ μέθη στο στρατόπεδό τους. Τους επιτέθηκε λοιπόν κατά τη διάρκεια της νύχτας και νίκησε εύκολα τον εχθρό με μεγάλη αιματοχυσία. Ο Κάμιλλος χαιρετίστηκε τότε από όλους τους άλλους Ρωμαίους εξόριστους σε όλη την περιοχή. Αφού αρνήθηκε μία αυτοσχέδια στρατηγία, ένας Ρωμαίος αγγελιοφόρος μπήκε κρυφά στο Καπιτώλιο και, εκεί, οι συγκλητικοί διόρισαν τον Κάμιλλο δικτάτορα για έναν χρόνο, με το καθήκον να αντιμετωπίσει τους Γαλάτες. Στη ρωμαϊκή βάση των Βηίων, ο Κάμιλλος συγκέντρωσε έναν στρατό 12.000 ανδρών και πρόσθεσε περισσότερους άνδρες από τη γύρω περιοχή. [5]

Οι Γαλάτες μπορεί να ήταν κακώς προετοιμασμένοι για την πολιορκία, καθώς ξέσπασε επιδημία ανάμεσά τους ως αποτέλεσμα της μη ταφής των νεκρών. Ο Bρένος και οι Ρωμαίοι διαπραγματεύτηκαν τον τερματισμό της πολιορκίας, όταν οι Ρωμαίοι συμφώνησαν να πληρώσουν χίλιες λίβρες χρυσού. Σύμφωνα με την παράδοση, ανακαλύφθηκε ότι ο Bρένος χρησιμοποιούσε βαρύτερα βάρη από τα τυπικά για τη ζύγιση του χρυσού. Όταν οι Ρωμαίοι παραπονέθηκαν, ο Bρένος λέγεται ότι πέταξε το σπαθί και τη ζώνη του στη ζυγαριά και φώναξε στα λατινικά, " Vae victis!" (αλίμονο στους κατακτημένους).

Σύμφωνα με ορισμένους Ρωμαίους ιστορικούς, ήταν ακριβώς αυτή τη στιγμή που ο Κάμιλλος έφτασε με έναν ρωμαϊκό στρατό και, αφού έβαλε το σπαθί του στη ζυγαριά, απάντησε: "Non auro, sed ferro, recuperanda est patria" ("όχι με χρυσό, αλλά με σίδερο, θα ανακτηθεί η πατρίδα»), και επιτέθηκε στους Γαλάτες. Ακολούθησε μάχη στους δρόμους της Ρώμης, αλλά κανένας από τους στρατούς δεν μπορούσε να πολεμήσει αποτελεσματικά στους δρόμους και τις αγυιές. Ο Γαλατικός και ο Ρωμαϊκός στρατός εγκατέλειψαν την πόλη και πολέμησαν την επόμενη ημέρα. Ο στρατός τού Καμίλλου δικαίωσε τις ελπίδες του και ο Γαλατικός στρατός καταστράφηκε ολοσχερώς και ανελέητα από τους Ρωμαίους. Οι Ρωμαίοι ονόμασαν τον Κάμιλλο «δεύτερο Ρωμύλο», έναν δεύτερο ιδρυτή της Ρώμης. [6]

Ο Κάμιλλος θυσίασε για την επιτυχή επιστροφή και διέταξε την κατασκευή τού ναού του Αius Locutius. Όταν οι πληβείοι ρήτορες πρότειναν και πάλι να μετακομίσουν στους Βηίους, ο Κάμιλλος διέταξε μία συζήτηση στη Σύγκλητο και υποστήριξε την παραμονή. Η Σύγκλητος ενέκρινε ομόφωνα την άποψη του Καμίλου και διέταξε την ανοικοδόμηση της Ρώμης. Καθώς η Σύγκλητος φοβόταν την εξέγερση από τους πληβείους, απέρριψε το αίτημα τού Καμίλου να παραιτηθεί από τη θέση του ως δικτάτορας πριν τελειώσει η θητεία του. [4] Αυτό έκανε τον Κάμιλλο τον μακροβιότερο από όλους τους Ρωμαίους δικτάτορες μέχρι τον Σύλλα και τον Ιούλιο Καίσαρα .

Δεύτερος περιφερειακός πόλεμος Επεξεργασία

Η ανοικοδόμηση της Ρώμης κράτησε έναν ολόκληρο χρόνο. [4] Κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου, μερικά λατινικά έθνη επαναστάτησαν και οι Ετρούσκοι πολιόρκησαν το Σατρικόν, το οποίο ήταν σύμμαχος των Ρωμαίων. Για να αντιμετωπίσει μία τέτοια κρίση, το 389 π.Χ. ο Κάμιλλος, που ήταν στρατιωτικός τριβούνος εκείνη την εποχή, διορίστηκε ξανά Ρωμαίος δικτάτορας. [4]

Όταν ο εχθρός πολιόρκησε τη Ρώμη, ο Κάμιλλος σκότωσε τους περισσότερους εισβολείς στο όρος Μάρκιο, βάζοντας φωτιά στον από πασσάλους φράκτη τους τις θυελλώδεις ώρες της αυγής. Στη συνέχεια, ο στρατός τού Κάμιλλου κινήθηκε νοτιοανατολικά για να νικήσει τους Βόλσκους στη μάχη του Mαίκιου, όχι μακριά από το Λανούβιον (389 π.Χ.). Ο Κάμιλλος προχώρησε στη συνέχεια στην κατάληψη της Bola (πρωτεύουσας των Αίκουων) υποτάσοντας έτσι τους Aίκουους. Ωστόσο, οι Ρωμαίοι έχασαν το Σατρικόν και ο Κάμιλλος δεν κατάφερε να καταλάβει το Άντιον, την πρωτεύουσα των Βόλσκων. [4]

Τελικά, ο Κάμιλλος έφτασε στο Σατρικόν, όπου ο πληθυσμός είχε μόλις εκδιωχθεί από τους Ετρούσκους. Ο Κάμιλλος εκτίμησε ότι οι Ετρούσκοι θα έκαναν σε θορυβώδεις εορτασμούς στο Σατρικόν, οπότε έσπευσε στην επίθεση: οι Ετρούσκοι ήταν τόσο μεθυσμένοι, που ο Κάμιλλος ανακατέλαβε το Σατρικόν με ευκολία. [4]

Μετά από αυτή την εκστρατεία, ο Ρωμαίος δικτάτορας Κάμιλλος εόρτασε έναν θρίαμβο στη Ρώμη. Μέσω τού Καμίλλου, οι Ρωμαίοι είχαν αποδείξει τη στρατιωτική επαγγελματική τους δύναμη και την επιθετική τους ετοιμότητα.

Περαιτέρω ζωή και εργασία Επεξεργασία

Υπατικός τριβούνος (384 π.Χ. και 381 π.Χ.) Επεξεργασία

Το 384 π.Χ. ο Κάμιλλος ήταν και πάλι υπατικός τριβούνος. Το αξίωμά του ενοχλήθηκε κυρίως από τον χαρισματικό Μάρκο Μάνλιο Καπιτωλίνο, ο οποίος έγινε ο μεγαλύτερος επικριτής του και γύρω από τον οποίο είχαν συγκεντρωθεί όλοι οι πληβείοι. Ενώ ο Μ. Μ. Καπιτωλίνος λέγεται ότι ονειρευόταν να γίνει βασιλιάς, επιτέθηκε στον Κάμιλλο με την κατηγορία ότι εκείνος ήθελε να γίνει βασιλιάς. Παρόλα αυτά, ο Καπιτωλίνος δικάστηκε και εκτελέστηκε επίσημα. [4]

Οι νότιες λατινικές φυλές περιφρονούσαν τους Ρωμαίους μετά την τελευταία τους εκστρατεία. Το Άντιον και πολλές από τις πόλεις των Βόλσκων ενώθηκαν, συμπεριλαμβανομένων των λατινικών πόλεων Πραινέστης και Βελιτρών. Ελευθέρωσαν το Σατρικόν, σκοτώνοντας όλους τους Ρωμαίους κατοίκους. Δεδομένης αυτής της κρίσης, ο Κάμιλλος διορίστηκε προξενικός τριβούνος για έκτη φορά. [4]

Η υγεία του ήταν κακή, αλλά η επιθυμία του για συνταξιοδότηση απορρίφθηκε. Ο Κάμιλλος αποφάσισε τότε ότι θα διοικούσε μέσω του γιου του Λεύκιου. Έτσι, ο Κάμιλλος έκανε εκστρατεία. Στο πεδίο της μάχης, αν και ο Κάμιλλος προσπάθησε να βοηθήσει στις στρατιωτικές ενέργειες, ενώ βρισκόταν με ασφάλεια σε ένα μακρινό στρατόπεδο, ο Λεύκιος δεν μπόρεσε να αντεπεξέλθει στα καθήκοντά του, έτσι ο Κάμιλλος πήγε στο πεδίο της μάχης και οι Ρωμαίοι κατάφεραν να νικήσουν τον εχθρό τους. Ο Κάμιλλος κατευθύνθηκε τότε στο Σατρικόν με τους νεότερους άνδρες του και η πόλη ανακουφίστηκε. [4]

Επειδή πολλοί από τους αιχμαλώτους πολέμου ήταν από το Tούσκουλον, ο Κάμιλλος οδήγησε τους Ρωμαίους εκεί και η πόλη προσαρτήθηκε αναίμακτα και οι πολίτες της έλαβαν πλήρη ρωμαϊκά δικαιώματα. Αυτή η ευνοϊκή μεταχείριση οφειλόταν στους Φουρίους, που κατάγονταν από το Tούσκουλον. [4]

Μετά από αυτά τα γεγονότα, ο Κάμιλλος αποφάσισε, ότι σίγουρα θα αποσυρόταν. [4]

Ρωμαίος δικτάτορας Επεξεργασία

Ωστόσο το 368 π.Χ., ο Κάμιλλος διορίστηκε Ρωμαίος δικτάτορας για άλλη μία φορά, υποτίθεταικά για να διευθύνει τον πόλεμο των Βελλετρών. Ωστόσο στη Ρώμη, οι πατρίκιοι της Συγκλήτου σχεδίαζαν να χρησιμοποιήσουν τον Κάμιλλο ως μοχλό κατά των ταραγμένων πληβείων, επειδή η Αντιπαράθεση των Τάξεων είχε επιδεινωθεί λόγω μίας σοβαρής οικονομικής ύφεσης. [4]

Στα ρωμαϊκά αξιώματα, οι λαϊκιστές απαιτούσαν στη δυάδα των Ρωμαίων υπάτων, ο ένας να είναι πάντα πληβείος. Μέσω μίας ψευδούς στρατιωτικής στρατολογίας, ο Κάμιλλος προσπάθησε να ξεγελάσει το συμβούλιο των πληβείων, ώστε να μη συνεδριάσει για να εγκρίνει τέτοια σχέδια. Οι εξαγριωμένοι της συνέλευσηςς ήταν έτοιμοι να τιμωρήσουν τον Κάμιλλο, όταν εκείνος παραιτήθηκε από το αξίωμα του δικτάτορα. [4]

Με τους Γαλάτες να βαδίζουν για άλλη μία φορά προς το Λάτιο, όλοι οι Ρωμαίοι ενώθηκαν ξανά, παρά τις σοβαρές διαφορές τους. Ο Κάμιλλος ονομάστηκε Ρωμαίος δικτάτορας για πέμπτη φορά το 367 π.Χ. Οργάνωσε ενεργά την άμυνα της Ρώμης. Μέσω των εντολών τού Κάμιλλου, οι Ρωμαίοι στρατιώτες εφοδιάστηκαν με προστατευτική πανοπλία ενάντια στον κύριο τρόπο επίθεσης των Γαλατών: το βαρύ χτύπημα των σπαθιών τους. Κατασκευάστηκαν τόσο λεία σιδερένια κράνη όσο και ασπίδες με ορειχάλκινα άκρα. Επίσης, μοιράστηκαν μακριές λόγχες, για να κρατούν σε απόσταση τα ξίφη του εχθρού. [4]

Οι Γαλάτες στρατοπέδευσαν στον ποταμό Άνιο, κουβαλώντας λεία από πρόσφατες λεηλασίες. Κοντά τους, στους Αλβανούς λόφους, ο Κάμιλλος ανακάλυψε την αποδιοργάνωσή τους, που οφειλόταν σε απείθαρχους πανηγυρισμούς. Ως εκ τούτου, πριν από την αυγή, το ρωμαϊκό ελαφρύ πεζικό διέσπασε τις γαλατικές άμυνες και, στη συνέχεια, το ρωμαϊκό βαρύ πεζικό και οι λογχοφόροι τελείωσαν τον εχθρό τους. Μετά τη μάχη, οι Βαλίτραι παραδόθηκαν οικειοθελώς στη Ρώμη. Πίσω στη Ρώμη, ο Κάμιλλος εόρτασε με έναν ακόμη θρίαμβο. [4]

Το ζήτημα των κοινωνικών τάξεων Επεξεργασία

Στη Ρώμη, οι πληβείοι επέμεναν για τη δυάδα των υπάτων. Οι πατρίκιοι αρνήθηκαν να συμβιβαστούν και αναζήτησαν ξανά προστασία πίσω από τη μορφή τού Καμίλλου. Οι λαϊκιστές προσπάθησαν να συλλάβουν τον Κάμιλλο, αλλά αυτός συγκάλεσε έγκαιρα μία συνεδρίαση της Συγκλήτου και έπεισε τη Σύγκλητο να υποκύψει στο λαϊκό αίτημα, που θεσπίστηκε από τους πληβείους ως Lex Licinia Sextia (367 π.Χ.). [4] Δημιουργήθηκε επίσης ένα νέο αξίωμα ανοιχτό σε πατρικίους και πληβείους, αυτό τού πραίτωρα.

Τη δημιουργία του νέου αξιώματος ακολούθησε γενικός εορτασμός. Ο Κάμιλλος διέταξε την κατασκευή του ναού της Ομονοίας, ο οποίος θα κτιζόταν δίπλα στη Ρωμαϊκή Αγορά. [4]

Το τέλος Επεξεργασία

Ένας θανατηφόρος λοιμός έπληξε τη Ρώμη και έχασε πολλούς Ρωμαίους αξιωματούχους, συμπεριλαμβανομένου τού Καμίλλου, ο οποίος απεβίωσε το 365 π.Χ. Το τέλος του θρηνήθηκε βαθιά, καθώς ήταν ο «δεύτερος ιδρυτής της Ρώμης». [4]

Δείτε επίσης Επεξεργασία

Βιβλιογραφικές αναφορές Επεξεργασία

Πρωταρχικές πηγές Επεξεργασία

Δευτερεύουσες πηγές Επεξεργασία