Μάχη στο Υέλιον και Λειμόχειρ
H Μάχη στο Υέλιον και Λειμόχειρ είχε ως αποτέλεσμα τη σχεδόν πλήρη καταστροφή ενός μεγάλου στρατού των Σελτζούκων από τους Βυζαντινούς. Ο Σελτζουκικός στρατός επέδραμε σε εδάφη της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας στην κοιλάδα του Μαιάνδρου, στη Μ. Ασία, και είχε λεηλατήσει έναν αριθμό πόλεων. Το Βυζαντινό στράτευμα με τρεις στρατηγούς έστησε ενέδρα στους Σελτζούκους σε μία διάβαση του ποταμού και τους αποδεκάτησε.
Η προηγούμενη κατάσταση
ΕπεξεργασίαΈπειτα από την ήττα του Μανουήλ Α΄ Κομνηνού στη μάχη του Μυριοκέφαλου το 1176 οι Βυζαντινοί δεν εφήρμοσαν όλες προϋποθέσεις, ιδίως την καταστροφή των συνοριακών φρουρίων, που είχε απαιτήσει ο Κιλίτζ Αρσλάν Β΄ σουλτάνος των Σελτζούκων, ως προϋπόθεση για την παύση των εχθροπραξιών. Ένας σημαντικός στρατός Σελτζουκικού ιππικού, που περιελάμβανε βοηθητικούς νομάδες Τουρκομάνους, στάλθηκε στο Βυζαντινό έδαφος, στην κοιλάδα του Μαιάνδρου στη δυτική Μ. Ασία, σε μία επιδρομή αντιποίνων. Το βυζαντινό στράτευμα υπό τον στρατηγό Ιωάννη Κομνηνό Βατάτζη, ανιψιό του Αυτοκράτορα, ξεκίνησε από την Κωνσταντινούπολη με οδηγίες να αναχαιτίσει τους Σελτζούκους επιδρομείς. Στον Βατάτζη είχαν δοθεί δύο άλλοι στρατηγοί ως υφιστάμενοί του, ο Κωνσταντίνος Δούκας και ο Μιχαήλ Ασπιέτης και ενίσχυε τον στρατό του, καθώς πορευόταν μέσα στο βυζαντινό έδαφος.
Η μάχη
ΕπεξεργασίαΗ ημερομηνία της μάχης δεν είναι γνωστή και γενικά προσγράφεται στο έτος 1177, όπως προκύπτει από τη θέση της μέσα στη Χρονική Διήγηση του Νικήτα Χωνιάτη.
Οι Σελτζούκοι, που είχαν διαταγές να καταστρέψουν την κοιλάδα του Μαιάνδρου ως την ακτή, λεηλάτησαν τις Βυζαντινές πόλεις Τράλλεις, Αντιόχεια (του Μαίανδρου), Λούμα και Παντάχειρ. Ως αποτέλεσμα αυτών των επιτυχιών τους, ήταν γεμάτοι λάφυρα, περιλαμβανομένων (μάλλον συμβολικά) νερού από τη θάλασσα, ενός κουπιού και άμμου από την ακτή. Αυτά τα βάρη θα έκαναν σημαντικά πιο αργή την προώθησή τους και θα μείωναν την ευκινησία στην τακτική τους. Ο Σελτζουκικός στρατός επέστρεφε προς την επικράτειά του, όταν πλησίασε σε ένα "ασφυκτικό σημείο" της πορείας του, όπου η μεγάλη ανατολική οδός τέμνει τον Μαίανδρο ποταμό μέσω μίας γέφυρας (πιθανόν κατεστραμένης ή ημι-εγκαταλελειμμένης) κοντά στα χωριά ή φρούρια Υέλιον και Λειμόχειρ. Οι Βυζαντινοί είχαν κρυφτεί και είχαν χωριστεί σε δύο σώματα, χωρισμένα από το ποτάμι· έπιασαν τον Σελτζουκικό στρατό σε μία ενέδρα, όταν είχε εν μέρει διασχίσει το ποτάμι, καταστρέφοντας τον ως πολεμική δύναμη.
Τα βυζαντινά ελαφρά στρατεύματα έπαιξαν εξέχοντα ρόλο στη μάχη· τοποθετημένοι σε υψηλό έδαφος, περιγράφονται ως βροχή βλημάτων προς τα κάτω, που επέπεσαν στους σχεδόν αβοήθητους Σελτζούκους. Πολλοί από τους Σελτζούκους στρατιώτες έπεσαν στο ποτάμι και πνίγηκαν. Ο διοικητής τους, που οι ελληνικές πηγές τον καλούν Αταπακό, καθώς θα έφερε τον τίτλο του αταμπέγκ, προσπάθησε να βοηθήσει τις δυνάμεις του να διασχίσουν το ποτάμι: αφού συγκέντρωσε το πιο βαριά οπλισμένο ιππικό του, επιτέθηκε στους Βυζαντινούς. Έχοντας αποτύχει στην επίθεση αυτή, προσπάθησε να σώσει τον εαυτό του κολυμπώντας και να διασχίσει το ποτάμι με το άλογό του. Όταν έφθασε στην απέναντι όχθη όμως, σκοτώθηκε από έναν Αλανό στρατιώτη της εκεί βυζαντινής δύναμης. Έπειτα από το τέλος του αρχηγού τους ο Σελτζουκικός στρατός διέφυγε σκορπισμένος με έναν μεγάλο αριθμό από αυτούς να πνίγονται στο ποτάμι. Ο Χωνιάτης αναφέρει ότι μόνο λίγοι από πολλές χιλιάδες μπόρεσαν να σώσουν τους εαυτούς τους. Από τη βυζαντινή πλευρά, ένας εχθρός πλήγωσε το άλογο του Μιχαήλ Ασπιέτη, το οποίο έριξε τον στρατηγό στον Μαίανδρο, όπου αυτός πνίγηκε.
Η μετέπειτα κατάσταση
ΕπεξεργασίαΗ μάχη ήταν μία σημαντική βυζαντινή νίκη και υπογράμμισε πόσο περιορισμένες επιπτώσεις είχε η βυζαντινή ήττα στο Μυριοκέφαλο για τις κτήσεις της Αυτοκρατορίας στις Ανατολικές περιοχές της. Η νίκη των Βυζαντινών ακολουθήθηκε από μία σειρά τιμωρητικές αποστολές εναντίον των Τουρκομάνων νομάδων, που είχαν εγκατασταθεί στην άνω κοιλάδα του Μαιάνδρου.
Η βυζαντινή στρατηγική στη μάχη αυτή, δηλ. η ενέδρα ενός στρατού στο ταξίδι επιστροφής του, όταν θα επιβραδύνεται από τα λάφυρα και τους αιχμαλώτους και η αιφνίδια επίθεση σε αυτόν, είναι ακριβώς αυτό που περιγράφουν παλαιότερα Βυζαντινά στρατιωτικά εγχειρίδια, όπως τα Τακτικά του Λέοντα ΣΤ΄ του Σοφού (886-912). Αυτή υποδηλώνει τη διατήρηση από τους Βυζαντινούς διοικητές μίας γνώσης των επιτυχών στρατηγικών του παρελθόντος.
Ο Αυτοκράτορας Μανουήλ Α΄ απεβίωσε το 1180· ο γιος του Αλέξιος Β΄ ήταν 11 ετών και η Αυτοκρατορία κυβερνήθηκε από μία αντιβασιλεία. Χωρίς την ισχυρή παρουσία του Μανουήλ Α΄, το στρατιωτικό πλεονέκτημα στη Μ. Ασία επανήλθε στους Σελτζούκους: όταν το πραξικόπημα του Ανδρόνικου Α΄ Κομνηνού, εξαδέλφου του Μανουήλ Α΄, επέφερε σύγχυση, ο Κιλίτζ Αρσλάν Β΄ εισέβαλε το 1182 στην Αυτοκρατορία και έπειτα από την πολιορκία του Κοτύαιου, κατέλαβε τις πόλεις Σωζόπολη (βόρεια της Ισπάρτα) και Κοτύαιον (Κιουτάχεια).
Πηγές
Επεξεργασία- Magoulias, Harry J., επιμ. (1984). O City of Byzantium: Annals of Niketas Choniatēs. Detroit: Wayne State University Press. ISBN 978-0-8143-1764-8.