Η μάχη της Αμφίπολης συνέβη κατά τον Πελοποννησιακό πόλεμο το 422 π.Χ., στη Μακεδονία, στην περιοχή της Αμφίπολης. Αντίπαλοι ήταν οι Αθηναίοι υπό το στρατηγό Κλέωνα και οι Σπαρτιάτες υπό το στρατηγό Βρασίδα.

Μάχη της Αμφίπολης
Πελοποννησιακός πόλεμος
Σχέδιο του 1825 που απεικονίζει τις διατάξεις της μάχης σύμφωνα με τον Θουκυδίδη
Χρονολογία422 π.Χ.
ΤόποςΑμφίπολη
ΈκβασηΝίκη των Σπαρτιατών
Αντιμαχόμενοι
Ηγετικά πρόσωπα
Δυνάμεις
2.500 οπλίτες
2.000 οπλίτες
Απώλειες
8 νεκροί
600 νεκροί


Η εκστρατεία του Βρασίδα στη Μακεδονία Επεξεργασία

Ο Λακεδαιμόνιος στρατηγός Βρασίδας εκστράτευσε στη Μακεδονία για να δημιουργήσει κατά πρώτον συμμαχίες και κατα δεύτερον να πολιορκήσει και να καταλάβει τις προσκείμενες στην Αθήνα πόλεις. Τότε έμαθε ότι ο φιλοπόλεμος Αθηναίος στρατηγός Κλέων ερχόταν εναντίον του για να τον σταματήσει. Οι δύο αντίπαλοι στρατοπέδευσαν κοντά στα τείχη της Αμφίπολης, ενώ μέρος του στρατού του Βρασίδα παρέμεινε μέσα στα τείχη της φιλικά προσκείμενης πόλης.

Η μάχη Επεξεργασία

Το επόμενο πρωί ο Βρασίδας με όλο το στρατό του κρύφτηκε πίσω από τα τείχη της Αμφίπολης. Ο Κλέων πληροφορημένος για τις κινήσεις του αντιπάλου του, έδωσε εντολή υποχώρησης σε φάλλαγγα πορείας. Τότε άνοιξαν ξαφνικά οι πύλες της Αμφίπολης και από μέσα ξεχύθηκε ο στρατός των Σπαρτιατών ο οποίος προσέβαλλε τους Αθηναίους στο μέσον της φάλαγγάς τους και στην οπισθοφυλακή της. Οι Αθηναίοι τράπηκαν σε γενική σχεδόν φυγή και είχαν πολύ μεγάλες απώλειες (600 νεκρούς) ενώ από τους Σπαρτιάτες σκοτώθηκαν μόλις 7, συμπεριλαμβανομένου του Βρασίδα. Στη μάχη έπεσε νεκρός και ο Κλέωνας.

Συνέπειες της μάχης Επεξεργασία

Η μεγάλη ήττα των Αθηναίων και ο θάνατος των Κλεωνα και Βρασίδα είχε ως αποτέλεσμα την επικράτηση των φιλειρηνικών παρατάξεων μεταξύ των εμπολέμων. Έτσι, το φθινόπωρο του 422 π.Χ. άρχισαν οι ειρηνευτικές διαπραγματεύσεις οι οποίες κατέληξαν στην ειρήνη του Νικία το 421 π.Χ..

Πηγές Επεξεργασία

  • Ιστορία του Ελληνικού Έθνους, Εκδοτική Αθηνών, 1972, τ. Γ1, σ. 223-226.
  • Χάρης Θεοδωράτος, Οι μεγαλύτερες μάχες του αρχαίου ελληνικού κόσμου, σ. 180-185.