Η μανιδιπίνη (αγγλ. manidipine) είναι δραστική χημική ουσία, η οποία έχει εγκριθεί για ιατρική χρήση από το έτος 1990. Τα φαρμακευτικά σκευάσματα που περιέχουν μανιπιδίνη χρησιμοποιούνται ευρέως ως αντιϋπερτασικά.[1][2] Είναι γνωστό ότι έχει στοχευμένη δράση στο κυκλοφορικό σύστημα. Δεν προκαλεί αρνητική δράση ή παρενέργειες στην καρδιά, όταν χορηγείται στη σωστή δοσολογία. Από χημικής άποψης, η μανιδιπίνη ανήκει στην ομάδα των διϋδροπυριδινών, ενώ πέραν των υπολοίπων, έχει και φαρμακοδυναμικές ιδιότητες που είναι ευνοϊκές για τους νεφρούς.

Χημική δομή της μανιδιπίνης.

Η ουσία αυτή έχει αποδειχτεί ότι είναι αποκλειστής διαύλων ασβεστίου, δηλαδή δρα παρεμποδίζοντας την είσοδο των ιόντων του ασβεστίου (Ca) από τους διαύλους των κυτταρικών μεμβρανών.[3][4] H μανιδιπίνη ασκεί την ευεργετική δράση της πρωτίστως στους καρδιακούς μύες και τις μυϊκές ίνες των αγγείων. Έτσι, στα αγγεία του σώματος προκαλείται δραστική, τοπική μείωση του μυϊκού τόνου και αγγειοδιαστολή, τόσο στα περιφερικά όσο και στα στεφανιαία αγγεία.[5] Στη χώρα μας, το πρωτότυπο φάρμακο που περιέχει μανιδιπίνη, συγκεκριμένα υδροχλωρική μανιδιπίνη, ονομάζεται Manyper.[6]

Παραπομπές Επεξεργασία