*Αυτό το λήμμα αναφέρεται στο ορυκτό. Για πρόσωπα με το επώνυμο «Μοσχοβίτης», δείτε Μοσχοβίτης (επώνυμο).

Ο μοσχοβίτης είναι το κοινότερο μέλος της ομάδας των μαρμαρυγιών. Οφείλει το όνομά του στο γεγονός ότι κατά το παρελθόν χρησιμοποιήθηκε αντί του γυαλιού σε παράθυρα στη Ρωσία, αποκαλούμενος vitrum muscoviticum (γυαλί της Μόσχας).

Μοσχοβίτης
Μοσχοβίτης. Προέλευση: Minas Gerais, Βραζιλία
Γενικά
ΚατηγορίαΦυλλοπυριτικά. Ομάδα μαρμαρυγιών
Χημικός τύποςKAl2(AlSi3)O10(OH)2
Ορυκτολογικά χαρακτηριστικά
Πυκνότητα2,8 - 2,9 gr/cm3
ΧρώμαΣυνηθέστερα άχρωμος. Επίσης ασημόφαιος, ανοικτοκίτρινος, καστανός, ερυθρωπός, πρασινωπός.
Σύστημα κρυστάλλωσηςΜονοκλινές
ΚρύσταλλοιΠινακοειδείς, βραχυπρισματικοί, εύκαμπτοι και ελαστικοί
ΥφήΦυλλώδης, συμπαγής σε φυλλάρια
Διδυμία{001} και {310} με αποτέλεσμα κρυστάλλους σε σχήμα εξάγωνου αστέρα
Σκληρότητα2 - 2,5
ΣχισμόςΤέλειος {001}, αποχωρισμός {110} και {010}
ΘραύσηΛόγω σχισμού σπάνια παρατηρείται, ανώμαλη
ΛάμψηΥαλώδης έως μαργαριτώδης, ενίοτε μεταξώδης
Γραμμή κόνεωςΛευκή
ΠλεοχρωισμόςΑσθενής στις έγχρωμες παραλλαγές, δεν υπάρχει στις άχροες
ΔιαφάνειαΔιαφανής ως ημιδιαφανής

Ανευρίσκεται ως συστατικό πολλών πετρωμάτων, αποτελώντας ένα από τα πλέον συνήθη πετρογενετικά ορυκτά. Απαντά σε εκρηξιγενή, ιζηματογενή και μεταμορφωσιγενή πετρώματα. Ανευρίσκεται σε γρανίτες, συηνίτες, φυλλίτες, γνευσίους, ψαμμίτες και (μαρμαρυγιακούς) σχιστολίθους. Σε αυτούς εμφανίζεται σε συσσωματώματα πολύ μικρών φύλλων μεταξώδους υφής. Η ποικιλία αυτή του μοσχοβίτη ονομάζεται σερικίτης, από την αρχαία ελληνική λέξη σηρικός = μεταξωτός, λόγω της υφής του. Ο σερικίτης προέρχεται από εξαλλοιώσεις αλκαλιούχων αστρίων. Σχετίζεται με βιοτίτη, χαλαζία, πλαγιόκλαστα, καλιούχους αστρίους, τουρμαλίνες και τοπάζιο. Ανευρίσκεται σχεδόν παντού στον πλανήτη.

Δεν χρησιμοποιείται ως μετάλλευμα για την παρασκευή κάποιου στοιχείου, ωστόσο η διαφάνεια, η χαμηλή πυκνότητα, η ανθεκτικότητα σε διαλύτες και οξέα και οι μηχανικές και διηλεκτρικές του ιδιότητες τον κάνουν περιζήτητο σε διάφορες βιομηχανικές εφαρμογές: Χρησιμοποιείται ως μονωτικό σε ηλεκτρικές συσκευές (π.χ. στην κατασκευή ηλεκτρικών σιδήρων για σιδέρωμα διαχωρίζει την αντίσταση από την πλάκα σιδερώματος), στην κατασκευή πυκνωτών ως διηλεκτρικό (η ευκαμψία του επιτρέπει και τις αναδιπλώσεις σε πυκνωτές χάρτου), στην κατασκευή μετασχηματιστών, σε ηλεκτρικές συσκευές θέρμανσης κτλ. ενώ χρησιμοποιείται και σε μικρές οικοδομικές κατασκευές ως μονωτικό. Τα μεγάλα διαφανή φύλλα του χρησιμοποιούνται σε φούρνους υψηλών θερμοκρασιών αντί για γυαλί, καθώς παρουσιάζουν ικανή διαφάνεια, υψηλή θερμική μόνωση και αξιοσημείωτη ανθεκτικότητα σε μηχανικές και θερμικές καταπονήσεις.

Πηγές Επεξεργασία

Βιβλιογραφία Επεξεργασία

  • James Dwight Dana, Manual of Mineralogy and Lithology, Containing the Elements of the Science of Minerals and Rocks, READ BOOKS, 2008 ISBN 1-4437-4224-4
  • Frederick H. Pough, Roger Tory Peterson, Jeffrey (PHT) Scovil, A Field Guide to Rocks and Minerals, Houghton Mifflin Harcourt, 1988 ISBN 0-395-91096-X
  • Walter Schumann, R. Bradshaw, K. A. G. Mills, Handbook of Rocks, Minerals and Gemstones, Houghton Mifflin Harcourt, 1993 ISBN 0-395-51137-2