Συντεταγμένες: 37°27′50″N 22°25′46″E / 37.4640156677°N 22.4294373859°E / 37.4640156677; 22.4294373859 Το ΝίκλιΝύκλι) κατελάμβανε το βορειοανατολικό τμήμα της αρχαίας Τεγέας, γύρω από την εκκλησία της «Παλαιάς Επισκοπής»[1] και   επεκτεινόταν   προς   δυσμάς  του. Η Τεγέα κατά την κλασσική περίοδο (5ος και 4ος αιώνα π.Χ.) υπήρξε μια από τις πιο σημαντικές πόλεις της Αρκαδίας[2].

Το Νίκλι και οι άλλες σημαντικότερες θέσεις του Μοριά τον Μεσαίωνα

Κατά την πρώιμη Βυζαντινή περίοδο, η Αρκαδία υπέστη την καταστροφική επιδρομή των Βησιγότθων του Αλάριχου το 396 μ.Χ. αλλά η Τεγέα τότε κατόρθωσε να αντισταθεί στους Γότθους με επιτυχία. Πιστεύεται ότι με την κάθοδο των Σλάβων τον 6ο και 7ο αιώνα, η πόλη παρήκμασε, ίσως ακόμα και να ερήμωσε, καθώς το παλιό της όνομα έπαψε να χρησιμοποιείται[3].

Η πόλη επανεμφανίζεται τον 10ο αιώνα, με νέο πλέον όνομα, Ενίκλιον, σε αγιολογικό κείμενο. Σε άλλο επίσης αγιολογικό κείμενο διαβάζουμε: «ο μοναχός Πέτρος πορευθείς εις κάστρον Νύκλι, ασθενεία βαρυτάτη περιπεσών...». Άρα την εποχή εκείνη η πόλη είχε ήδη επανιδρυθεί, είχε ήδη μετονομαστεί σε Νίκλι και είχε ήδη κάστρο. Το  τοπωνύμιο,  για  τήν  προέλευση  του  οποίου  έχουν   διατυπωθεί   διάφορες  θεωρίες,   παραδίδεται  με  πολλές   μορφές   όπως  Αμύκλιον,   Αμύκλιν, Μύκλιν,   Νύκλιν   καί   Νύκλι.  Στη συνέχεια, το Νίκλι εξελίχθηκε σε μια από τις πιο σημαντικές πόλεις της Πελοποννήσου. Το  1082/1083   ιδρύθηκε η  επισκοπή   Αμυκλών   με   έδρα   το   Νίκλι,  που  υπαγόταν  στη   μητρόπολη   Λακεδαιμονίας[2]. Την εποχή αυτή χτίστηκε ο Ιερός Ναός Επισκοπής Τεγέας.

Φραγκική κατάκτηση Επεξεργασία

Με  τη  φραγκική  κατάκτηση,  καταλαμβάνεται  από  τον   Γοδεφρεϊδο   Βιλλεαρδουίνο το 1209. Σύμφωνα με το Χρονικό του Μορέως, οι Νικλιώτες παραδόθηκαν όταν είδαν την προετοιμασία πολιορκητικών μηχανών από τους Φράγκους και όταν προειδοποιήθηκαν ότι θα επακολουθήσει γενική σφαγή αν δεν παραδοθούν. Μετά την κατάκτηση η περιοχή   (βαρονία  του  Νικλίου   με  6  φέουδα)  παραχωρείται  στον   φεουδάρχη  Γουλιέλμο  ντε Μορλαί (Guillaume de Morlay) και  λατίνος  επίσκοπος,  ο Ιμβέρτος,  ανέρχεται  στον  επισκοπικό  θρόνο[2]. Παράλληλα δημιουργήθηκε και η Επισκοπική Λατινική Βαρωνία Νικλίου ως θρησκευτικό φέουδο.

Το Νίκλι ήταν στο επίκεντρο των γεγονότων στον φραγκοκρατούμενο Μοριά του 13ου αιώνα. Στατιστικά, είναι η πόλη-κάστρο που αναφέρεται περισσότερο από κάθε άλλη στο Χρονικόν του Μορέως. Το Νίκλι , λόγω της κεντρικής γεωγραφικής του θέσης και της ευκολίας πρόσβασης, ήταν σημείο διαφόρων συναθροίσεων των Φράγκων, καθώς και σημείο συγκέντρωσης των στρατευμάτων στις πολεμικές επιχειρήσεις εναντίον των Βυζαντινών[3].

Ο Γουλιέλμος ντε Μορλαί ήταν άρχοντας στο Νίκλι για πάνω από δύο δεκαετίες. Τον διαδέχτηκε ο γιος του Ούγκο ντε Μορλαί, και αυτόν, μετά το 1280, τον διαδέχθηκε η κόρη του Σασέτ ντε Μορλαί σύζυγος του Androuin de Villiers ή de Villa[3].

Στο Νίκλι διαδραματίζεται και ένα από τα χαρακτηριστικά επεισόδια της Φραγκοκρατίας, ο παρλαμάς των Κυράδων (δηλαδή η συνέλευση των κυριών), όταν συγκεντρώθηκαν εκεί το 1262 οι γυναίκες των αιχμαλωτισθέντων αρχόντων για να επικυρώσουν την παραχώρηση τριών κάστρων στους Βυζαντινούς: του Μυστρά, της Μονεμβασιάς και της Μαΐνης ως αντάλλαγμα για την απελευθέρωση του Πρίγκιπα της Αχαΐας Γουλιέλμου Βιλλεαρδουίνου που μαζί με άλλους ιππότες ήταν αιχμάλωτος στην Πόλη μετά την ήττα στη μάχη της Πελαγονίας το 1259[3][4].

Επανακατάκτηση από τους Βυζαντινούς Επεξεργασία

Το 1296 έγινε η άλωση του Νικλίου . Σύμφωνα με την Αραγωνική έκδοση του Χρονικού του Μορέως (Libro de los fechos) ο βυζαντινός στρατηγός Ανδρόνικος Ασάν-Παλαιολόγος (εγγονός του αυτοκράτορα Μιχαήλ Η’ Παλαιολόγου και αργότερα Πρωτοστράτωρ Μορέως) σε μια αιφνιδιαστική επίθεση κατέλαβε το Νικλί. Ο Ασάν βλέποντας ότι θα ήταν δύσκολο να κρατήσει την πόλη που βρισκόταν σε πεδινή θέση και χρειαζόταν πολύ στρατό, έδωσε εντολή να κατακρημνίσουν και να κατασκάψουν όλη την πόλη. Έτσι το Νίκλι κυριολεκτικά σβήστηκε από τον χάρτη[5][3].

Για να διατηρήσει τον έλεγχο στην περιοχή ο Ασάν δημιούργησε δύο καινούργια κάστρα σε δυσπρόσιτα σημεία: τα Κηπιανά (γουλάς Νεστάνης) και το Μουχλί, στα οποία αναγκάστηκε να μετοικήσει ο πληθυσμός του κατεστραμμένου Νυκλίου.

Το Κάστρο σήμερα Επεξεργασία

Το κάστρο αν και δεν ήταν σε ισχυρή και οχυρή θέση, υπήρξε ένα δυνατό και καλοφτιαγμένο κάστρο. Εντύπωση προκαλεί το «χορήγι» του Χρονικού του Μορέως, που σημαίνει ότι τα τείχη είχαν εξωτερικό επίχρισμα από ασβεστοκονίαμα[3].

Από το κάστρο σήμερα σώζονται σε κακή κατάσταση ελάχιστα τμήματα του περιβόλου και μια πυλίδα[6][7]. Μεγάλο μέρος από τα τείχη στην ανατολική πλευρά καταστράφηκαν το 1932-34 όταν ανεγέρθηκε η "Οικοκυρική Σχολή"[5][8].Προστατεύεται από τον Ν. 3028/2002[4].

Παραπομπές Επεξεργασία

  1. «Οι τοιχογραφίες του Aγήνορα Aστεριάδη και η αναστήλωση από τον Ε. Τσίλλερ του βυζαντινού ναού της Παλαιάς Επισκοπής στην Τεγέα». Αρχαιολογία Online. Ανακτήθηκε στις 25 Ιανουαρίου 2021. 
  2. 2,0 2,1 2,2 Κοντη, Βούλα (1985-09-29). «Συμβολὴ στὴν ἱστορικὴ γεωγραφία τῆς Ἀρκαδίας (395-1209)» (στα αγγλικά). Byzantina Symmeikta 6 (0): 91–124. doi:10.12681/byzsym.699. ISSN 1791-4884. https://ejournals.epublishing.ekt.gr/index.php/bz/article/view/3511. 
  3. 3,0 3,1 3,2 3,3 3,4 3,5 Παπαθανασίου, Μανώλης. «Κάστρο Νυκλίου». Καστρολόγος. Ανακτήθηκε στις 25 Ιανουαρίου 2021. 
  4. 4,0 4,1 «Νύκλι, κάστρο - mobileContent». ecastles.culture.gr. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 31 Ιανουαρίου 2021. Ανακτήθηκε στις 25 Ιανουαρίου 2021. 
  5. 5,0 5,1 «Το Τεγεατικό Νύκλι». Arcadia Portal. 30 Μαΐου 2013. Ανακτήθηκε στις 25 Ιανουαρίου 2021. 
  6. DigiServices/Twinnet 2013-2015. «EG | Αλσος Παλαιάς Επισκοπής - Μεσαιωνικά Τείχη (Αρχαιολογικός Χώρος) [ΑΡΚΑΔΙΑ, Τρίπολη]». www.exploring-greece.gr. Ανακτήθηκε στις 25 Ιανουαρίου 2021. 
  7. DigiServices/Twinnet 2013-2015. «EG | Αλσος Παλαιάς Επισκοπής - Τείχη Νυκλίου (Αρχαιολογικός Χώρος) [ΑΡΚΑΔΙΑ, Τρίπολη]». www.exploring-greece.gr. Ανακτήθηκε στις 25 Ιανουαρίου 2021. 
  8. «Οικοκυρική Σχολή». tegeatikos.gr. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 31 Ιανουαρίου 2021. Ανακτήθηκε στις 25 Ιανουαρίου 2021.