Νικηφόρος Φωκάς Βαρυτράχηλος

Ο Νικηφόρος Φωκάς, με το παρωνύμιο Βαρυτράχηλος (αρμενικά: Cṙ[a]viz, γεωργιανά: წარვეზი Ts'arvezi, «στραβόλεμος»),[1] ήταν Βυζαντινός αριστοκράτης και μεγιστάνας, το τελευταίο σημαντικό μέλος της οικογένειας των Φωκάδων που προσπάθησε και διεκδίκησε τον αυτοκρατορικό θρόνο. Ήταν γιος του στρατηγού Βάρδα Φωκά του νεότερου και μεγαλανηψιός του Νικηφόρου Β΄ Φωκά, και έπαιξε ενεργό ρόλο στην αποτυχημένη επανάσταση του πατέρα του κατά του Βασιλείου Β΄ το 987-989. Μετά το θάνατο του πατέρα του, επιδίωξε και έλαβε τη συγχώρεση από τον Βασίλειο. Τίποτα περισσότερο δεν είναι γνωστό για αυτόν μέχρι το 1022, οπότε με τον στρατηγό Νικηφόρο Ξιφία, ξεκίνησε νέα επανάσταση. Η εξέγερση έλαβε ευρεία υποστήριξη, αλλά η απουσία εμπιστοσύνης μεταξύ των δύο ηγετών οδήγησε στη δολοφονία του Φωκά από τον Ξιφία στις 15 Αυγούστου 1022.

Νικηφόρος Φωκάς Βαρυτράχηλος
Γενικές πληροφορίες
ΓέννησηΔεκαετία του 960
Θάνατος15  Αυγούστου 1022
Συνθήκες θανάτουανθρωποκτονία
Χώρα πολιτογράφησηςΒυζαντινή Αυτοκρατορία
Πληροφορίες ασχολίας
Ιδιότηταστρατιωτικός
Οικογένεια
ΤέκναBardas Phokas
ΓονείςΒάρδας Φωκάς ο νεότερος

Βιογραφία Επεξεργασία

Ο Νικηφόρος Φωκάς Βαρυτράχηλος ήταν γιος του στρατηγού Βάρδα Φωκά του νεότερου και είχε ένα μεγαλύτερο αδελφό, τον Λέοντα.[1] Την άνοιξη του 970, μετά την δολοφονία του θείου του Βαρυτράχηλου, Αυτοκράτορα Νικηφόρου Β΄Φωκά από τον Ιωάννη Α΄ Τσιμισκή, ο πατέρας του προσπάθησε να ξεκινήσει μια επανάσταση ενάντια στο νέο καθεστώς στη βάση της οικογένειας στην Καππαδοκία. Ο Τσιμισκής απέστειλε τον υπαρχηγό το Βάρδα Σκληρό ενάντια στον Βάρδα Φωκά. Ο Σκληρός κατάφερε να εκδιώξει πολλούς από τους υποστηρικτές του Φωκά, μέχρι που υποχρεώθηκε να παραδοθεί.[2][3] Παρότι δεν αναφέρεται ρητά στις πηγές, ο Νικηφόρος πιθανότατα μοιράστηκε την τύχη του πατέρα του, εξορισμένος στη Χίο με την υπόλοιπη οικογένεια.[1]

Ρόλος στις εξεγέρσεις του Βάρδα Φωκά και Βάρδα Σκληρού Επεξεργασία

Το 978, μετά τον θάνατο του Τσιμισκή και την άνοδο του Βασιλείου Β΄ στο θρόνο, ο Βάρδας Φωκάς ανακλήθηκε για να οδηγήσει τις αυτοκρατορικές δυνάμεις εναντίον του παλιού αντιπάλου του Βάρδα Σκληρού, που είχε επαναστατήσει και καταλάβει μεγάλο μέρος της Μικράς Ασίας. Μετά από πρώιμες νίκες, οι αυτοκρατορικές δυνάμεις υπό τον Φωκά αποδείχθηκαν νικητήριες την άνοιξη του 979, εξαναγκάζοντας τον Σκληρό να καταφύγει στους Μουσουλμάνους γείτονες του Βυζαντίου, βρίσκοντας καταφύγει στην αυλή των Μπουγιδών στη Βαγδάτη.[4][5]

 
Σύγκρουση μεταξύ των στρατών του Σκληρού και του Φωκά, μινιατούρα από τη Σύνοψη Ιστοριών του Σκυλίτζη.

Το 987, ωστόσο, ο Βάρδας Σκληρός έφυγε από τη Βαγδάτη και προσπάθησε να ξεκινήσει μια νέα εξέγερση. Επικοινώνησε με τον Βάρδα Φωκά για μια κοινή δράση κατά του Βασιλείου Β΄, αλλά ο Φωκάς εξαπάτησε και φυλάκισε τον Σκληρό, πριν τελικά να ξεκινήσει την δική του εξέγερση ανακηρύσσοντας τον εαυτό του αυτοκράτορα τον Αύγουστο/Σεπτέμβριο 987.[6][7] Εδώ είναι που ο Νικηφόρος αναφέρεται για πρώτη φορά ονομαστικά στις πηγές: ο πατέρας του τον έστειλε στον Δαβίδ Γ΄ Κουροπαλάτη για να ζητήσει στρατιωτική βοήθεια, και να αντιμετωπίσει τον αυτοκρατορικό στρατηγό Γρηγόριο Ταρωνίτη, που είχε αποβιβαστεί στα μετόπισθεν των Φωκάδων στην Τραπεζούντα και στρατολόγησε ένα στρατό από Αρμένιους στις ανατολικές επαρχίες. Ο Νικηφόρος παρέλαβε 1000 Γεωργιανούς στρατιώτες από τον Δαβίδ και νίκησε τον Ταρωνίτη, αλλά σύντομα έφτασαν τα νέα για τον θάνατο του πατέρα του στη Μάχη της Αβύδου στις 13 Απριλίου 989. Η απώλεια του Βάρδα Φωκά οδήγησε στην άμεση κατάρρευση της επανάστασης: οι Γεωργιανοί επέστρεψαν στη χώρα τους, και τα στρατεύματα του Νικηφόρου διαλύθηκαν στα σπίτια τους.[1][8]

Ο Νικηφόρος κατέφυγε στο φρούριο Τυροποιός, όπου διέμενε η μητέρα του και όπου κρατούνταν φυλακισμένος ο Βάρδας Σκληρός. Μαζί με τον αδελφό του Λέοντα, ο Νικηφόρος τώρα υποστήριξε την υποψηφιότητα του Σκληρού ως αυτοκράτορα, αλλά ο τελευταίος, ηλικιωμένος και αδύναμος, προτίμησε να παρατήσει την διαμάχη και να υποταχτεί στον αυτοκράτορα με αντάλλαγμα την επιείκεια. Όπως και ο Βάρδας Σκληρός, ο Νικηφόρος έλαβε συγχώρεση και του επιτράπηκε να διατηρήσει τα προνόμιά του. Ο Λέων από την άλλη, προσπάθησε να αντισταθεί στη βάση του στην Αντιόχεια, αλλά οι κάτοικοι της πόλης τον παρέδωσαν στην Βασίλειο.[1][9][10]

Επανάσταση με τον Νικηφόρο Ξιφία και θάνατος Επεξεργασία

Τίποτε δεν ακουγόταν για τον Νικηφόρο Φωκά Βαρυτράχηλο μέχρι το καλοκαίρι του 1022, όταν συνωμότησε με τον Νικηφόρο Ξιφία εναντίον του Βασίλειου Β΄, που από την άνοιξη βρισκόταν σε εκστρατεία εναντίον του Γεωργιανού βασιλιά Γεωργία Α΄[1][11][12] Οι δυο συνωμότες σχεδίαζαν να ανατρέψουν τον Βασίλειο και ένας από τους δύο να τον αντικαταστήσει, αλλά το ζήτημα για το ποιος θα είχε προτεραιότητα δεν είχε επιλυθεί, και θα οδηγούσε την ταχεία πτώση της επανάστασης. Παρότι ο Ξιφίας είχε την σπουδαία θέση του στρατηγού στο Θέμα Ανατολικών και ο Φωκάς δεν είχε άλλο αξίωμα εκτός από του πατρικίου, σύμφωνα με τον σύγχρονο χριστιανό άραβα ιστορικό Γιαχία της Αντιόχειας, μεγάλος αριθμός αριστοκρατών τον ακολουθούσαν λόγω της επιρροής της οικογενείας του, προκαλώντας τον φθόνο του Φωκά.[1][13]

 
Ο Βασίλειος Β´ νικά τους Γεωργιανούς, μικρογραφία από το έργο Σύνοψις Ἱστοριῶν του Ιωάννη Σκυλίτζη, Μαδρίτη

Η επανάσταση των δύο ανδρών ήταν ιδιαίτερα απειλητική για τον αυτοκράτορα, καθώς πήρε τον έλεγχο στην Καππαδοκία και απειλούσε να κόψει τα νώτα του και να τον αφήσει απομονωμένο μεταξύ δύο εχθρών. Πράγματι, λέγεται ότι οι συνωμότες ήταν σε επαφή με τον Γεώργιο Α΄ για αυτό το σκοπό.[1][13] Ο Βασίλειος αρχικά αποσύρθηκε στην ασφάλεια του φρουρίου Μαζντάτ, και σύμφωνα με τον Ιωάννη Σκυλίτζη έστειλε έναν απεσταλμένο στους αντάρτες ηγέτες με στόχο να σπείρει τη δυσπιστία ανάμεσά τους, ενώ σύμφωνα με τον Γιαχία, διόρισε ως νέο κυβερνήτη του Θέματος Ανατολικών τον Θεοφύλακτο Δαλασσηνό, και τον έστειλε να καταστείλει την εξέγερση. Το αν ο απεσταλμένος επιτέλεσε το έργο του είναι άγνωστο, αλλά στις 15 Αυγούστου 1022, ο Ξιφίας κανόνισε μια συνάντηση με τον Φωκά, όπου ο τελευταίος δολοφονήθηκε από έναν από τους υπηρέτες του Ξιφία.[1][11] Αρμενικές πηγές ωστόσο αναφέρουν, μάλλον επιφυλακτικά, ότι ο Φωκάς σκοτώθηκε από τον βασιλιά της Βασπουρακάν, Σεναχηρείμ-Χοβχανές, ή τον γιο του Δαβίδ, ή έναν από τους ακολούθους τους. Το κομμένο κεφάλι εστάλη στον Βασίλειο, που το τοποθέτησε σε ένα πάσσαλο και το έβαλε σε δημόσια θέα στο Μαζντάτ.[1]

Μετά το θάνατο του Φωκά, η εξέγερση κατέρρευσε, και ο Ξιφίας συνελήφθη και αναγκάστηκε να γίνει μοναχός.[14] Ανακουφισμένος από την απειλή στα νώτα του, ο Βασίλειο Β΄ γρήγορα και αποφασιστικά νίκησε τον Γεώργιο Α΄και επέβαλε τους όρους του σε αυτόν.[12] Οι άλλοι υποστηρικτές της εξέγερσης φυλακίστηκαν και απελευθερώθηκαν το 1025, μετά το θάνατο του Βασιλείου Β΄ και την ανάρρηση του νεότερου αδελφού του, Κωνσταντίνου Η΄.[1][15] Στο 1026, ωστόσο, ο Κωνσταντίνος Η΄ κατηγόρησε το τελευταία επιζών μέλος της άλλοτε μεγάλης οικογένειας,  τον Βάρδα Φωκά (πιθανά γιο ή ανιψιό του Νικηφόρου Βαρυτράχηλου), ότι συνωμοτούσε εναντίον του θρόνου, και τον τύφλωσε.[16][17]

Παραπομπές Επεξεργασία

  1. 1,00 1,01 1,02 1,03 1,04 1,05 1,06 1,07 1,08 1,09 1,10 PmbZ, Nikephoros Phokas Barytrachelos (#25675).
  2. Treadgold 1997, σελίδες 507–508.
  3. Whittow 1996, σελίδες 354–355.
  4. Treadgold 1997, σελίδες 514–516.
  5. Whittow 1996, σελίδες 363–365.
  6. Treadgold 1997, σελ. 517.
  7. Whittow 1996, σελίδες 370–371.
  8. Treadgold 1997, σελ. 518.
  9. Treadgold 1997, σελίδες 518–519.
  10. Whittow 1996, σελ. 373.
  11. 11,0 11,1 Cheynet 1990, σελίδες 36–37.
  12. 12,0 12,1 Treadgold 1997, σελ. 530.
  13. 13,0 13,1 Cheynet 1990, σελίδες 36–37, 333.
  14. Cheynet 1990, σελίδες 37, 333.
  15. Cheynet 1990, σελ. 37.
  16. Cheynet 1990, σελίδες 39, 333.
  17. ODB, "Phokas" (A. Kazhdan), pp. 1665–1666.

Βιβλιογραφία Επεξεργασία