Οικονομία χαμηλού άνθρακα

Η οικονομία χαμηλού άνθρακα (low-carbon economy), η οικονομία χαμηλών εκπομπών άνθρακα,[1] ή η οικονομία χωρίς άνθρακα (decarbonised economy) είναι μια οικονομία που βασίζεται σε πηγές ενέργειας χαμηλών εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα και επομένως έχει ελάχιστη εκροή εκπομπών αερίων θερμοκηπίου στην ατμόσφαιρα, ειδικά διοξειδίου του άνθρακα. Οι ανρωπογενείς εκπομπές αερίων θερμοκηπίου είναι η βασική αιτία της κλιματικής αλλαγής από τα μέσα του 20ού αιώνα.[2] Η συνεχής εκπομπή αερίων θερμοκηπίου μπορεί να προκαλέσει μακροχρόνιες αλλαγές σε όλο τον κόσμο, αυξάνοντας την πιθανότητα σοβαρών και μη αναστρέψιμων επιπτώσεων για τους ανθρώπους και τα οικοσυστήματα.

Η μετάβαση σε μια οικονομία χαμηλών εκπομπών άνθρακα παγκοσμίως θα μπορούσε να αποφέρει σημαντικά οφέλη τόσο για τις ανεπτυγμένες όσο και για τις αναπτυσσόμενες χώρες.[3] Πολλές χώρες σε όλο τον κόσμο σχεδιάζουν και εφαρμόζουν στρατηγικές ανάπτυξης χαμηλών εκπομπών, όπως η τιμολόγηση του άνθρακα, ρυθμιστικές παρεμβάσεις και η στήριξη της καινοτομίας σε αειφόρες τεχνολογίες χαμηλών εκπομπών άνθρακα. Αυτές οι στρατηγικές επιδιώκουν την επίτευξη κοινωνικών, οικονομικών και περιβαλλοντικών στόχων, μειώνοντας παράλληλα τις μακροπρόθεσμες εκπομπές αερίων θερμοκηπίου και αυξάνοντας την ανθεκτικότητα στις επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής.[4]

Οι οικονομίες χαμηλών εκπομπών διοξειδίου άνθρακα αποτελούν τον πρόδρομο της πιο προηγμένης οικονομίας μηδενικού άνθρακα (zero-carbon economy).

Ο δείκτης γεωπολιτικών κερδών και απωλειών (GeGaLo) αξιολογεί πώς μπορεί να αλλάξει η γεωπολιτική θέση 156 χωρών εάν ο κόσμος μεταβεί πλήρως σε ανανεώσιμες πηγές ενέργειας. Οι πρώην εξαγωγείς ορυκτών καυσίμων αναμένεται να χάσουν ισχύ, ενώ πρώην εισαγωγείς ορυκτών καυσίμων και χώρες πλούσιες σε ανανεώσιμες πηγές ενέργειας (με κορυφαία την Ισλανδία) αναμένεται να ενισχυθούν.[5]

Σκεπτικό και στόχοι Επεξεργασία

Τα έθνη μπορούν να επιδιώξουν να γίνουν οικονομίες χαμηλού άνθρακα ή οικονομίες χωρίς άνθρακα ως μέρος της εθνικής στρατηγικής τους για τον μετριασμό της κλιματικής αλλαγής. Μια ολοκληρωμένη στρατηγική για τον μετριασμό της κλιματικής αλλαγής είναι μέσω της ουδετερότητας άνθρακα.

Ο στόχος μιας οικονομίας χαμηλού άνθρακα είναι να προσαρμόσει όλες τις πτυχές της (κατασκευές, γεωργία, μεταφορές, παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας, κλπ) γύρω από τεχνολογίες που παράγουν ενέργεια και υλικά με λίγες εκπομπές αερίων θερμοκηπίου και, επομένως, γύρω από πληθυσμούς, κτίρια, μηχανήματα και συσκευές που χρησιμοποιούν την ενέργεια και τα υλικά αποτελεσματικά, και, απορρίπτουν ή ανακυκλώνουν τα απόβλητά τους έτσι ώστε να έχουν ελάχιστες εκροές εκπομπων. Επιπλέον, έχει προταθεί ότι για να γίνει η μετάβαση σε μια βιώσιμη οικονομία χαμηλού άνθρακα, θα πρέπει να αποδώσουμε ένα κόστος (ανά μονάδα εκροής) στις εκπομπές με τη χρήση μέσων όπως η εμπόρια εκπομπών ή / και ένας φόρος άνθρακα.

Μερικές χώρες είναι ήδη χαμηλού άνθρακα, κυρίως όπου οι κοινωνίες δεν είναι βαριά βιομηχανικές ή πυκνοκατοικημένες. Προκειμένου να αποφευχθεί η κλιματική αλλαγή σε παγκόσμιο επίπεδο, οι χώρες με κοινωνίες εντάσεως άνθρακα πρέπει να γίνουν κοινωνίες και οικονομίες μηδενικού άνθρακα. Αρκετές από αυτές τις χώρες έχουν δεσμευτεί να μειώσουν τις εκπομπές τους κατά 100% μέσω αντιστάθμισης των εκπομπών αντί να τις σταματήσουν ολοσχερώς (ουδετερότητα άνθρακα). Με άλλα λόγια, η εκπομπή δεν θα σταματήσει αλλά θα συνεχιστεί και θα αντισταθμιστεί σε διαφορετική γεωγραφική περιοχή. Το σύστημα εμπορίας εκπομπών της Ευρωπαϊκής Ένωσης επιτρέπει στις εταιρείες να αγοράζουν διεθνή δικαιώματα άνθρακα, και με αυτό τον τρόπο μπορούν να διοχετευτούν επενδύσεις και καθαρές τεχνολογίες προς τις αναπτυσσόμενες χώρες για να προωθηθεί η ανάπτυξη χαμηλού άνθρακα.[6]

Οφέλη Επεξεργασία

Οι οικονομίες χαμηλού άνθρακα παρουσιάζουν πολλαπλά οφέλη για την ανθεκτικότητα των οικοσυστημάτων, το εμπόριο, την απασχόληση, την υγεία, την ενεργειακή ασφάλεια και τη βιομηχανική ανταγωνιστικότητα. [7]

Ανθεκτικότητα οικοσυστήματος Επεξεργασία

Οι στρατηγικές ανάπτυξης χαμηλών εκπομπών για τον τομέα της χρήσης γης μπορούν να δώσουν προτεραιότητα στην προστασία των πλούσιων σε άνθρακα οικοσυστημάτων, όχι μόνο για τη μείωση των εκπομπών, αλλά και για την προστασία της βιοποικιλότητας και τη διαφύλαξη των τοπικών βιοτικών πόρων για τη μείωση της αγροτικής φτώχειας. Όλα αυτά μπορούν να οδηγήσουν σε κλιματικά ανθεκτικότερα οικοσυστήματα. Οι πρωτοβουλίες REDD+ και μπλε άνθρακα συγκαταλέγονται μεταξύ των διαθέσιμων μέτρων για τη διατήρηση, τη βιώσιμη διαχείριση και την αποκατάσταση αυτών των πλούσιων σε άνθρακα οικοσυστημάτων, τα οποία είναι ζωτικής σημασίας για την αποθήκευση και την απομόνωση φυσικού άνθρακα και για την οικοδόμηση κλιματικά ανθεκτικών κοινοτήτων.[8]

Οικονομικά οφέλη Επεξεργασία

Δημιουργία θέσεων εργασίας Επεξεργασία

Η μετάβαση σε οικονομίες χαμηλού άνθρακα, που να είναι περιβαλλοντικά και κοινωνικά βιώσιμες, μπορεί να αποτελέσει ισχυρό μοχλό δημιουργίας και αναβάθμισης θέσεων εργασίας, κοινωνικής δικαιοσύνης και εξάλειψης της φτώχειας, εάν γίνει σωστή διαχείριση με την πλήρη συμμετοχή κυβερνήσεων, εργαζομένων και εργοδοτικών οργανώσεων.[9]

Οι εκτιμήσεις από το μοντέλο Global Economic Linkages της Διεθνούς Οργάνωσης Εργασίας δείχνουν ότι αν δεν μετριαστεί η κλιματική αλλαγή, και ο σχετικός αρνητικός αντίκτυπος στις επιχειρήσεις και τους εργαζομένους, θα εμφανιστούν αρνητικές επιπτώσεις στην παραγωγή πολλών βιομηχανιών, με πτώση της παραγωγής κατά 2,4% έως το 2030 και κατά 7,2% έως το 2050.[10]

Η μετάβαση σε οικονομία χαμηλού άνθρακα θα προκαλέσει μεταβολές στον όγκο, τη σύνθεση και την ποιότητα της απασχόλησης σε διάφορους τομείς και θα επηρεάσει το επίπεδο και την κατανομή του εισοδήματος. Η έρευνα δείχνει ότι τομείς που απασχολούν περί τους 1,5 δισεκατομμύριο εργαζόμενους, περίπου το 50% του παγκόσμιου εργατικού δυναμικού, θα υποστούν σημαντικές αλλαγές λόγω της μετάβασης. Τέτοιοι τομείς είναι η γεωργία, η δασοκομία, η αλιεία, η ενέργεια, η βιομηχανία εντάσεως πόρων, η ανακύκλωση, οι κατασκευές και οι μεταφορές. [9]

Ανταγωνιστικότητα Επεξεργασία

Η βιομηχανική ανάπτυξη χαμηλών εκπομπών και η αποδοτικότητα πόρων μπορούν να προσφέρουν πολλές ευκαιρίες για την αύξηση της ανταγωνιστικότητας των οικονομιών και των εταιρειών. Σύμφωνα με την παγκόσμια σύμπραξη για τις στρατηγικές ανάπτυξης χαμηλών εκπομπών (LEDS GP), υπάρχει συχνά μια ξεκάθαρη επιχειρηματική πρόταση για τη μετάβαση σε τεχνολογίες χαμηλότερων εκπομπών, με περιόδους επανάκτησης της αρχικής επένδυσης που κυμαίνονται από 0,5–5 χρόνια, ωθώντας χρηματοοικονομικές επενδύσεις.[11]

Βελτιωμένη εμπορική πολιτική Επεξεργασία

Το εμπόριο και οι εμπορικές πολιτικές μπορούν να συμβάλουν στις οικονομίες χαμηλού άνθρακα, επιτρέποντας την αποτελεσματικότερη χρήση των πόρων και τη διεθνή ανταλλαγή φιλικών προς το κλίμα αγαθών και υπηρεσιών. Ένα τέτοιο μέτρο είναι η άρση των δασμών στο εμπόριο καθαρής ενέργειας και τεχνολογιών ενεργειακής απόδοσης. Σε έναν τομέα όπου τα τελικά προϊόντα αποτελούνται από πολλά εξαρτήματα που διασχίζουν σύνορα πολλές φορές - μια τυπική ανεμογεννήτρια, για παράδειγμα, περιέχει έως και 8.000 εξαρτήματα - ακόμη και μικρές μειώσεις τιμών θα μειώσουν το κόστος. Αυτό θα καταστήσει τις τεχνολογίες πιο προσιτές και ανταγωνιστικές στην παγκόσμια αγορά, ιδίως εάν συνδυάζεται με τη σταδιακή κατάργηση των επιδοτήσεων ορυκτών καυσίμων .[12]

Ενεργειακή πολιτική Επεξεργασία

Ανανεώσιμη ενέργεια και ενεργειακή απόδοση Επεξεργασία

 
Παγκόσμια εγκατεστημένη χωρητικότητα αιολικής ενέργειας 1997-2020 [MW], ιστορία και προβλέψεις. Πηγή δεδομένων: WWEA
 
Ηλιακή συστοιχία στο φωτοβολταϊκό σταθμό Νέλις στη Νεβάδα.

Οι τεχνολογικές και πολιτικές εξελίξεις επέτρεψαν στις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας και την ενεργειακή απόδοση να διαδραματίσουν σημαντικό ρόλο στη μετατόπιση από τα ορυκτά καύσιμα, ικανοποιώντας την παγκόσμια ζήτηση ενέργειας και μειώνοντας παράλληλα τις εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα. Οι τεχνολογίες ανανεώσιμων πηγών ενέργειας διατίθενται εμπορικά με γοργούς ρυθμούς και, σε συνδυασμό με τα κέρδη απόδοσης, μπορούν να επιτύχουν πολύ μεγαλύτερες μειώσεις εκπομπών από ό, τι θα μπορούσαν να επιτύχουν ανεξάρτητα. [13]

Η ανανεώσιμη ενέργεια είναι ενέργεια που προέρχεται από φυσικούς πόρους όπως το φως του ήλιου, ο άνεμος, η βροχή, οι παλίρροιες και η γεωθερμία, οι οποίες είναι ανανεώσιμες (ανανεώνονται φυσικά). Το 2015, περίπου το 19% της παγκόσμιας κατανάλωσης ενέργειας προήλθε από ανανεώσιμες πηγές ενέργειας.[14] Κατά τη διάρκεια των πέντε ετών από το τέλος του 2004 έως το 2009, η παγκόσμια ικανότητα ανανεώσιμης ενέργειας αυξήθηκε με ρυθμούς 10-60% ετησίως. Για την αιολική ενέργεια και πολλές άλλες ανανεώσιμες τεχνολογίες, η ανάπτυξη επιταχύνθηκε το 2009 σε σχέση με τα προηγούμενα τέσσερα χρόνια. Κατά τη διάρκεια του 2009 προστέθηκε περισσότερη χωρητικότητα αιολικής ενέργειας από οποιαδήποτε άλλη ανανεώσιμη τεχνολογία. Ωστόσο, τα φωτοβολταϊκά που είναι συνδεδεμένα στο δίκτυο είχαν την ταχύτερη αύξηση από όλες τις τεχνολογίες ανανεώσιμων πηγών ενέργειας, με μέσο ετήσιο ρυθμό ανάπτυξης 60% για την περίοδο 2004-2009.

Η ενέργεια για ισχύ, θέρμανση, ψύξη και κινητικότητα αποτελεί βασικό συστατικό για την ανάπτυξη μιας οικονομίας, με την ενεργειακή ασφάλεια να είναι απαραίτητη προϋπόθεση, καθιστώντας την αναμφισβήτητα τη σημαντικότερη κινητήρια δύναμη μιας ενεργειακής πολιτικής. Η αναβάθμιση των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας ως μέρος μιας στρατηγικής ανάπτυξης χαμηλών εκπομπών μπορεί να διαφοροποιήσει το ενεργειακό μείγμα μιας χώρας και να μειώσει την εξάρτηση της από τις εισαγωγές. Κατά τη διαδικασία απεξάρτησης από τον άνθρακα της θέρμανσης και των μεταφορών μέσω ηλεκτροδότησης, πρέπει να προβλέπονται πιθανές αλλαγές στη ζήτηση αιχμής της ηλεκτρικής ενέργειας, ενώ θα πρέπει να εξετάζονται εναλλακτικές τεχνολογίες, όπως οι αντλίες θερμότητας για ηλεκτρικά οχήματα.[15]

Η εγκατάσταση τοπικών ανανεώσιμων δυνατοτήτων μπορεί επίσης να μειώσει τους γεωπολιτικούς κινδύνους και την έκθεση στην αστάθεια των τιμών καυσίμου και να βελτιώσει το εμπορικό ισοζύγιο για τις χώρες εισαγωγής (σημειώνοντας ότι λίγες μόνο χώρες εξάγουν πετρέλαιο και φυσικό αέριο). Η ανανεώσιμη ενέργεια προσφέρει χαμηλότερο χρηματοοικονομικό και οικονομικό κίνδυνο για τις επιχειρήσεις μέσω μιας πιο σταθερής και προβλέψιμης βάσης κόστους για τον ενεργειακό εφοδιασμό.[16]

Τα κέρδη της ενεργειακής απόδοσης τις τελευταίες δεκαετίες ήταν σημαντικά, αλλά υπάρχουν ακόμη πολλά περισσότερα που μπορούν να επιτευχθούν. Με μια συντονισμένη προσπάθεια και ισχυρές πολιτικές, οι μελλοντικές βελτιώσεις της ενεργειακής απόδοσης είναι πιθανό να είναι πολύ μεγάλες. Η θερμότητα είναι μία από τις πολλές μορφές "ενεργειακής σπατάλης" που θα μπορούσε να αντιμετωπιστεί για να αυξήσει σημαντικά την χρήσιμη ενέργεια χωρίς να καταναλώνει περισσότερα ορυκτά καύσιμα. [13]

Βιώσιμα βιοκαύσιμα Επεξεργασία

Τα βιοκαύσιμα, με τη μορφή υγρών καυσίμων που προέρχονται από φυτικά υλικά, εισέρχονται στην αγορά, λόγω παραγόντων όπως η αύξηση των τιμών του πετρελαίου και η ανάγκη για αυξημένη ενεργειακή ασφάλεια. Ωστόσο, πολλά από τα βιοκαύσιμα που παρέχονται σήμερα έχουν επικριθεί για τις αρνητικές επιπτώσεις τους στο φυσικό περιβάλλον, την επισιτιστική ασφάλεια και τη χρήση γης .[17]

Η πρόκληση είναι να υποστηριχθεί η ανάπτυξη βιοκαυσίμων, συμπεριλαμβανομένης της ανάπτυξης νέων τεχνολογιών αιθανόλης, με υπεύθυνες πολιτικές και οικονομικά μέσα για να διασφαλιστεί ότι η εμπορευματοποίηση βιοκαυσίμων είναι βιώσιμη. Η υπεύθυνη εμπορευματοποίηση των βιοκαυσίμων αποτελεί ευκαιρία ενίσχυσης των βιώσιμων οικονομικών προοπτικών στην Αφρική, τη Λατινική Αμερική και την Ασία.[17][18]

Τα βιοκαύσιμα έχουν περιορισμένη ικανότητα αντικατάστασης των ορυκτών καυσίμων και δεν πρέπει να θεωρούνται πανάκεια για την αντιμετώπιση των εκπομπών στις μεταφορές. Ωστόσο, προσφέρουν την προοπτική αυξημένου ανταγωνισμού στην αγορά και συγκράτησης των τιμών του πετρελαίου. Η υγιής προσφορά εναλλακτικών πηγών ενέργειας θα βοηθήσει στην καταπολέμηση των αυξήσεων των τιμών της βενζίνης και στη μείωση της εξάρτησης από τα ορυκτά καύσιμα, ιδίως στον τομέα των μεταφορών.[17] Η αποτελεσματικότερη χρήση καυσίμων μεταφοράς αποτελεί επίσης αναπόσπαστο μέρος μιας βιώσιμης στρατηγικής μεταφορών.

Πυρηνική ενέργεια Επεξεργασία

Η πυρηνική ενέργεια αναφέρεται ως το κύριο μέσο για την επίτευξη μιας οικονομίας χαμηλού άνθρακα. Όσον αφορά τα μεγάλα βιομηχανικά έθνη, η Γαλλία, κυρίως επειδή το 75% της ηλεκτρικής ενέργειας που χρησιμοποιεί παράγεται από πυρηνική ενέργεια, έχει τη χαμηλότερη παραγωγή διοξειδίου του άνθρακα ανά μονάδα ΑΕΠ στον κόσμο και είναι ο μεγαλύτερος εξαγωγέας ηλεκτρικής ενέργειας στον κόσμο, κερδίζοντας περίπου 3 δισ. ευρώ ετησίως σε πωλήσεις.[19]

Η ανησυχία εκφράζεται συχνά με το θέμα της αποθήκευσης και της ασφάλειας αναλωμένων πυρηνικών καυσίμων. Αν και τα φυσικά ζητήματα δεν είναι μεγάλα, οι πολιτικές δυσκολίες είναι σημαντικές. Ο αντιδραστήρας θορίου έχει προταθεί ως λύση στις ανησυχίες που θέτουν οι συμβατικοί πυρηνικοί αντιδραστήρες.[20][21]

Η Γαλλία επανεπεξεργάζεται τα αναλωμένα πυρηνικά καύσιμα στην περιοχή της Χάγης από το 1976 και έχει επίσης επεξεργαστεί τα αναλωμένα πυρηνικά καύσιμα από την Ιαπωνία, τη Γερμανία, το Βέλγιο, την Ελβετία, την Ιταλία, την Ισπανία και την Ολλανδία.

Ορισμένοι ερευνητές υποστηρίζουν ότι η επίτευξη ουσιαστικής απαλλαγής από τον άνθρακα και η καταπολέμηση της κλιματικής αλλαγής θα ήταν πολύ δυσκολότερη χωρίς αύξηση της πυρηνικής ενέργειας.[22] Η πυρηνική ενέργεια είναι μια αξιόπιστη μορφή ενέργειας που είναι διαθέσιμη, σχετικά ασφαλής και μπορεί να επεκταθεί σε μεγάλη κλίμακα. Οι πυρηνικοί σταθμοί μπορούν να αντικαταστήσουν τους σταθμούς παραγωγής ενέργειας με βάση τα ορυκτά καύσιμα - μετατοπίζοντας την οικονομία προς χαμηλές εκπομπές άνθρακα.

Εξυπνο δίκτυο Επεξεργασία

Μία πρόταση από το Πανεπιστήμιο της Καρλσρούης[23][24], που ανάπτυξε ένα εικονικό σταθμός παραγωγής ενέργειας, είναι η χρήση ηλιακής και αιολικής ενέργειας για το βασικό φορτίο και η χρήση υδροηλεκτρικής ενέργειας και βιοαέριου για το φορτίο αιχμής. Το υδροηλεκτρικό και το βιοαέριο χρησιμοποιούνται για την αποθήκευση ενέργειας στο δίκτυο. Αυτό απαιτεί την ανάπτυξη ενός έξυπνου δικτύου που θα περιλαμβάνει τοπικά δίκτυα ηλεκτρικής ενέργειας από τη χρήση ενέργειας κοντά στον τόπο παραγωγής, μειώνοντας έτσι την υπάρχουσα απώλεια δικτύου κατά 5%.[25]

Τεχνολογίες απεξάρτησης από τον άνθρακα Επεξεργασία

Υπάρχουν πέντε τεχνολογίες που συνήθως χρησιμοποιούνται για την απεξάρτηση από τον άνθρακα:[26][27]

  1. Η εξηλεκτρισμός της θέρμανσης, όπου οι λέβητες τροφοδοτούνται με ηλεκτρισμό και όχι από την καύση υγρών καυσίμων.
  2. Η χρήση υδρογόνου σε λέβητες ατμού, ως χημικής πρώτης ύλης ή ως αντιδραστηρίου σε χημικές διεργασίες.
  3. Η χρήση της βιομάζας ως πηγή ενέργειας ή πρώτης ύλης. Με άλλα λόγια, αντικατάσταση άνθρακα με βιολογικό άνθρακα ή αέριο με βιοαέριο. Ένα παράδειγμα είναι ο βιοάνθρακας, ο οποίος κατασκευάζεται με τη μετατροπή του ξύλου σε άνθρακα και έχει μηδενικό ανθρακικό αποτύπωμα.
  4. Δέσμευση και αποθήκευση άνθρακα. Αυτό σημαίνει ότι τα αέρια θερμοκηπίου απομονώνονται από άλλα φυσικά αέρια, συμπιέζονται και εγχέονται στη γη για να αποφευχθεί η εκπομπή τους στην ατμόσφαιρα.
  5. Δέσμευση και χρήση άνθρακα. Ο στόχος αυτής της μεθόδου είναι να μετατρέψει τα βιομηχανικά αέρια σε κάτι πολύτιμο, όπως αιθανόλη ή πρώτες ύλες για τη χημική βιομηχανία.

Δείτε επίσης Επεξεργασία

Παραπομπές Επεξεργασία

  1. ΟΟΣΑ. «Aligning Policies for a Low-carbon Economy - Summary in Greek». OECD iLibrary. Ανακτήθηκε στις 21 Ιουνίου 2021. 
  2. «IPCC, 2014: Climate Change 2014: Synthesis Report. Contribution of Working Groups I, II and III to the Fifth Assessment Report of the Intergovernmental Panel on Climate Change. Core Writing Team, R.K. Pachauri and L.A. Meyer (eds.)» (PDF). Intergovernmental Panel on Climate Change. Ανακτήθηκε στις 22 Μαρτίου 2016. 
  3. Koh, Jae Myong (2018). Green Infrastructure Financing: Institutional Investors, PPPs and Bankable Projects. London: Palgrave Macmillan. (ISBN 978-3-319-71769-2).
  4. «LEDS GP factsheet» (PDF). Low Emission Development Strategies Global Partnership (LEDS GP). Ανακτήθηκε στις 22 Μαρτίου 2016. 
  5. Overland, Indra; Bazilian, Morgan; Ilimbek Uulu, Talgat; Vakulchuk, Roman; Westphal, Kirsten (2019). «The GeGaLo index: Geopolitical gains and losses after energy transition» (στα αγγλικά). Energy Strategy Reviews 26: 100406. doi:10.1016/j.esr.2019.100406. 
  6. «The EU Emission Trading System(EU ETS) Factsheet» (PDF). European Commission. European Union. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο (PDF) στις 15 Ιουλίου 2014. Ανακτήθηκε στις 27 Οκτωβρίου 2014. 
  7. «Presenting the benefits of low emission development strategies». Low Emission Development Strategies Global Partnership (LEDS GP). Ανακτήθηκε στις 8 Ιουλίου 2016. 
  8. «Boost ecosystem resilience to realize the benefits of low emission development». Low Emission Development Strategies Global Partnership (LEDS GP). Ανακτήθηκε στις 8 Ιουλίου 2016. 
  9. 9,0 9,1 «Create green jobs to realize the benefits of low emission development». Low Emission Development Strategies Global Partnership (LEDS GP). Ανακτήθηκε στις 8 Ιουλίου 2016. 
  10. «Global Economic Linkages Model». International Labour Organization. 30 Οκτωβρίου 2012. Ανακτήθηκε στις 8 Ιουλίου 2016. 
  11. «Gain the competitive edge to realize the benefits of low emission development». Low Emission Development Strategies Global Partnership (LEDS GP). Ανακτήθηκε στις 8 Ιουλίου 2016. 
  12. «Use trade policy to realize the benefits of low emission development». Low Emission Development Strategies Global Partnership (LEDS GP). Ανακτήθηκε στις 8 Ιουλίου 2016. 
  13. 13,0 13,1 Janet L. Sawin and William R. Moomaw. Renewable Revolution: Low-Carbon Energy by 2030 Αρχειοθετήθηκε 2017-08-12 στο Wayback Machine. Worldwatch Report, 2009.
  14. REN21 (2017). Renewables 2017 Global Status Report
  15. Eggimann S., Hall, J.W, Eyre, N. (2019). «A high-resolution spatiotemporal energy demand simulation to explore the potential of heating demand side management with large-scale heat pump diffusion». Applied Energy 236: 997–1010. doi:10.1016/j.apenergy.2018.12.052. 
  16. «LEDS in Practice: Ensure energy security to realize the benefits of low emission development». Low Emission Development Strategies Global Partnership (LEDS GP). Ανακτήθηκε στις 6 Ιουλίου 2016. 
  17. 17,0 17,1 17,2 Gordon Quaiattini. Biofuels are part of the solution Canada.com, April 25, 2008. Retrieved December 23, 2009.
  18. EPFL Energy Center (c2007). Roundtable on Sustainable Biofuels Retrieved December 23, 2009.
  19. «Privacy policy». Business & Finance. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 2 Μαρτίου 2013. Ανακτήθηκε στις 30 Μαΐου 2015. 
  20. Cooper, N.; Minakata, D.; Begovic, M.; Crittenden, J. (2011). «Should We Consider Using Liquid Fluoride Thorium Reactors for Power Generation?». Environmental Science & Technology 45 (15): 6237–8. doi:10.1021/es2021318. PMID 21732635. Bibcode2011EnST...45.6237C.  "LFTR can mean a 1000+ year solution or a quality low-carbon bridge to truly sustainable energy sources solving a huge portion of mankind’s negative environmental impact."
  21. «Το θόριο και το όνειρο της καθαρής πυρηνικής ενέργειας». in.gr. 23 Δεκεμβρίου 2013. Ανακτήθηκε στις 21 Ιουνίου 2021. 
  22. «Nuclear energy and climate change - World Nuclear Association». www.world-nuclear.org. Ανακτήθηκε στις 27 Ιανουαρίου 2021. 
  23. Fully renewable: biogas + wind + solar. 29 Δεκεμβρίου 2007. Ανακτήθηκε στις 30 Μαΐου 2015. 
  24. «Kombikraftwerk 1 - English». 24 Ιανουαρίου 2019. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 24 Ιανουαρίου 2019. Ανακτήθηκε στις 4 Οκτωβρίου 2019. 
  25. «How much electricity is lost in electricity transmission and distribution in the United States? - FAQ - U.S. Energy Information Administration (EIA)». www.eia.gov. Ανακτήθηκε στις 26 Μαρτίου 2019. 
  26. «Technologies and policies to decarbonize global industry: Review and assessment of mitigation drivers through 2070» (στα αγγλικά). Applied Energy 266: 114848. 2020-05-15. doi:10.1016/j.apenergy.2020.114848. ISSN 0306-2619. https://www.sciencedirect.com/science/article/pii/S0306261920303603. 
  27. Decarbonising European industry: hydrogen and other solutions (PDF). European Investment Bank. 2021.