Οι καμπάνες της Βασιλείας

μυθιστόρημα του Λουί Αραγκόν

Οι καμπάνες της Βασιλείας (γαλλικός τίτλος: Les Cloches de Bâle) είναι μυθιστόρημα του Λουί Αραγκόν που εκδόθηκε το 1934 και τροποποιήθηκε το 1964, γιατί όπως λέει ο συγγραφέας: «…το μυθιστόρημα παρέμεινε ίδιο, αλλά τα μάτια άλλαξαν. Ο νέος αναγνώστης αγνοεί πολλά πράγματα που ήταν ακόμη ζωντανά, στο περιθώριο του κειμένου, πριν από τριάντα χρόνια». Το μυθιστόρημα είναι το πρώτο του μυθιστορηματικού κύκλου του Αραγκόν Ο πραγματικός κόσμος και εντάσσεται στη λογοτεχνία του σοσιαλιστικού ρεαλισμού.

Οι καμπάνες της Βασιλείας
Εξώφυλλο έκδοσης του 1972
ΣυγγραφέαςΛουί Αραγκόν
ΤίτλοςLes Cloches de Bâle
ΓλώσσαΓαλλικά
Ημερομηνία δημοσίευσης1934
Μορφήμυθιστόρημα
Θέμαλογοτεχνία
Γαλλική λογοτεχνία

Το έργο οφείλει τον τίτλο του στο Σοσιαλιστικό Συνέδριο της Βασιλείας για την ειρήνη, που πραγματοποιήθηκε το 1912, σχεδόν τις παραμονές του Α' Παγκοσμίου Πολέμου.[1]

Παρουσίαση Επεξεργασία

«Κανείς δεν γέλασε όταν ο Γκι φώναξε τον κ. Ρομανέ μπαμπά». Καθώς συχνά η πρώτη πρόταση των μυθιστορημάτων του Αραγκόν είναι εξαιρετικής σημασίας, αυτή αναμφίβολα αναφέρεται στη ζωή του ίδιου του συγγραφέα, νόθου γιου ενός υψηλού αξιωματούχου της Τρίτης Γαλλικής Δημοκρατίας, του Λουί Αντριέ.[2]

Αναμειγνύοντας πραγματικότητα και μυθοπλασία, καθώς και ορισμένα αυτοβιογραφικά στοιχεία, το μυθιστόρημα περιστρέφεται κυρίως γύρω από την ιστορία τριών γυναικών: της κοσμικής Ντιάν, της φεμινίστριας Κατρίν, νεαρής Γεωργιανής μετανάστριας που τελικά εγκαταλείπει τις αναρχικές ιδέες της για να πλησιάσει τον σοσιαλισμό και της Κλάρα Τσέτκιν, πραγματικό πρόσωπο, Γερμανίδα σοσιαλίστρια και υπέρμαχη των δικαιωμάτων των γυναικών.[3]

Η οικογένεια της Ντιάν, αριστοκρατική, σνομπ αλλά κατεστραμμένη οικονομικά, δέχεται χωρίς ιδιαίτερους ενδοιασμούς τους πολυάριθμους «μνηστήρες», όλο και πιο πλούσιους, της νεαρής γυναίκας. Όσο για την Κατρίν, τα εμβάσματα, λίγο πολύ τακτικά, του πατέρα της, πετρελαιοπαραγωγού στο Μπακού, της επιτρέπουν να ζει χωρίς να εργάζεται. Με την περιέργεια και την ανεξαρτησία της, σε συνδυασμό με την ομορφιά της, συχνάζει σε κύκλους της ανώτερης μεσαίας τάξης, αλλά επίσης συναναστρέφεται αναρχικούς, απεργούς, ή άλλους που συμμετέχουν σε εργατικές ταραχές, ενώ προσπαθεί να κατανοήσει τους ξένους γι' αυτήν εργάτες, ιδιαίτερα τον Βικτόρ, οδηγό ταξί που συμμετέχει σε απεργία. Οι ιστορίες της Ντιάν, της Κατρίν και του Βικτόρ εξελίσσονται αρχικά ανεξάρτητα και στη συνέχεια συναντιούνται και διασταυρώνονται στη Βασιλεία, όπου πραγματοποιήθηκε το Συνέδριο των Σοσιαλιστικών Κομμάτων για την ειρήνη το 1912. Εκεί, ο Μπρυνέλ, σύζυγος της Ντιάν μετατρέπεται σε μυστικό πράκτορα και συνδέεται με τον Ζαν Ζωρές.

Σε όλο το μυθιστόρημα συνδυάζονται φανταστικοί χαρακτήρες, με πραγματικά πρόσωπα, πολιτικούς, βιομήχανους, αστυνομικούς, συνδικαλιστές της Τρίτης Δημοκρατίας. Παρουσιάζονται επίσης διάφορα γεγονότα της εποχής, μεταξύ των οποίων: η απεργία των ωρολογοποιών στο Κλυζ και η απεργία των οδηγών ταξί στο Παρίσι το 1911-1912, η ​​ταφή το 1911 στο Κοιμητήριο του Περ-Λασαί του πολιτικού ακτιβιστή Πωλ Λαφάργκ και της συζύγου του Λώρας, κόρης του Καρλ Μαρξ, η δράση της συμμορίας Μποννό.

Έτσι η Μπέλ επόκ, περίοδος κατά την οποία συγκρούονται η ευδαιμονία και τα κοινωνικά κινήματα, σηματοδοτεί το τέλος ενός κόσμου. Αλλά η συγγραφή ενός τέτοιου μυθιστορήματος το 1934 απηχεί επίσης το προαίσθημα ενός άλλου παγκόσμιου δράματος που ξεκίνησε σε λίγα χρόνια. Το «βαρύ τραγούδι» των καμπάνων της Βασιλείας ισχύει έτσι και για τις δύο περιόδους. «Οι καμπάνες της Βασιλείας δεν είναι χαρούμενες: είναι μια φωνή συναγερμού που αντηχούσε από τον Μεσαίωνα για να αναγγείλει κινδύνους και πολέμους… Μια φωνή απελπισίας και πανικού.»[4]

Θέματα Επεξεργασία

Μέσω κυρίως της Κατρίν, της αισθησιακής νεαρής ξένης που ενσαρκώνει την «ελπίδα της σύγχρονης χίμαιρας», ο συγγραφέας αναλύει με ακρίβεια τη γαλλική κοινωνία της περιόδου πριν το ξέσπασμα του Α' Παγκοσμίου Πολέμου. Το μυθιστόρημα απηχεί τον φιλελεύθερο φεμινισμό των αρχών του 20ού αιώνα και του μεσοπολέμου και στα θέματα περιλαμβάνονται: η καταγγελία της ανηθικότητας, ο γάμος, η γυναικεία χειραφέτηση, η ελευθερία στη διάθεση του σώματος, η λατρεία της ηδονής, ο μαλθουσιανισμός και η άρνηση της μητρότητας είναι όλα θέματα που διασταυρώνονται με την αναρχική σκέψη της Κατρίν. Ο αγώνας της υπέρ του δικαιώματος ψήφου των γυναικών, της καταπολέμηση της πορνείας κλ, δείχνουν, σύμφωνα με τον συγγραφέα, ότι ο φεμινισμός μπορεί να αποτελέσει μόνο ένα στάδιο στο δρόμο που οδηγεί στη σοσιαλιστική συνείδηση. Οι γυναίκες που θαύμαζε η Κατρίν, όπως οι Ρωσίδες επαναστάτριες της δεκαετίας του 1870, η Αλεξάνδρα Κολλοντάι,της οποίας οι θεωρίες για τις σχέσεις ζευγαριών θα μπορούσαν να αποτελούν το διακείμενο του μυθιστορήματος, και η Κλάρα Τσέτκιν είναι ορόσημα που οδηγούν σε μια πιο άμεση πολιτική αφύπνιση που ξεπερνά το ζήτημα της σεξιστικής καταπίεσης.[5]

Μετάφραση στα ελληνικά Επεξεργασία

  • Οι καμπάνες της Βασιλείας: σε μετάφραση Γιώργου Παπακυριάκη, εκδόσεις Οδυσσέας, 1978

Παραπομπές Επεξεργασία