Ο Ορόντης Α΄ (Αρχαία περσική γλώσσα : "Arvanta", πέθανε το 344 π.Χ.) ήταν ένας ευγενής από την Βακτρία που υπηρέτησε ως αξιωματούχος το πρώτο μισό του 4ου αιώνα π.Χ. την Αχαιμενιδική Αυτοκρατορία. Εμφανίζεται για πρώτη φορά ως Σατράπης της Αρμενίας (401 π.Χ.), συμμετείχε στην Μάχη στα Κούναξα όπου παρενόχλησε τους Μύριους στην οπισθοχώρηση τους. Ο Αρταξέρξης Β΄ της Περσίας του έδωσε την ίδια χρονιά ως ανταμοιβή για σύζυγο την κόρη του Ροδογούνη. Την δεκαετία του 380 π.Χ. ο Ορόντης και ο Πέρσης Σατράπης Τιρίβαζος ανέλαβαν εκστρατεία εναντίον του βασιλιά της Σαλαμίνας της Κύπρου Ευαγόρα Α΄. Η εκστρατεία αρχικά ήταν επιτυχής με αποτέλεσμα ο βασιλιάς Ευαγόρας Α΄ να εκλιπαρήσει ειρήνη από τους Πέρσες. Οι διαπραγματεύσεις που ακολούθησαν ωστόσο ανάμεσα στον Τιριβάζο και τον Ευαγόρα κράτησαν πολύ και απέτυχαν. Ο Ορόντης κατηγόρησε τον Τιριβάζη για συνομωσία με στόχο να ανακυρηχθεί ο ίδιος ανεξάρτητος ηγεμόνας, καθαιρέθηκε και φυλακίστηκε από τον Πέρση βασιλιά. Τα γεγονότα που ακολούθησαν εξασθένησαν περισσότερο τους Πέρσες με αποτέλεσμα ο Ορόντης να δεχτεί τις ειρηνικές προτάσεις του Ευαγόρα Α΄. Ο βασιλιάς της Κύπρου θα πλήρωνε φόρο υποτέλειας στον Πέρση βασιλιά αλλά σαν υποτελής όχι σαν δούλος του. Η εκστρατεία στην Κύπρο ήταν ωστόσο εξαιρετικά δαπανηρή, κόστισε 40.000 τάλαντα στην Περσική αυλή χωρίς τα αναμενόμενα αποτελέσματα, ο Ορόντης έπεσε σε δυσμένεια. Ο Ορόντης εμφανίζεται ξανά ως Σατράπης της Μυσίας (362/361 π.Χ.) όπου συμμετείχε στην εξέγερση των Σατραπών στην Μικρά Ασία απέναντι στον Πέρση βασιλιά. Η επανάσταση ωστόσο δεν έδειχνε να έχει επιτυχία, ο Ορόντης πρόδωσε τους υπόλοιπους Σατράπηδες και δήλωσε ξανά την πίστη του στον Αρταξέρξη Β΄. Ο Διόδωρος Σικελιώτης έγραψε ότι ο στόχος του ήταν η ανταμοιβή από τον Αρταξέρξη Β΄ αντί για την τιμωρία. Ο Ορόντης κατείχε πολλά πλούτη και στρατιωτική δύναμη, βλέποντας οι υπόλοιποι Σατράπηδες την υποχώρηση του ένοιωσαν αδυναμία και οπισθοχώρησαν και οι ίδιοι, η επανάσταση έληξε (360/359 π.Χ.). Ο Ορόντης εξεγέρθηκε για δεύτερη φορά (354/353 π.Χ.) επειδή δεν έμεινε ευχαριστημένος από τις ανταμοιβές του βασιλιά, κατέλαβε την πόλη της Περγάμου. Ο Αρταξέρξης Β΄ πέθανε ωστόσο, ο γιος και διάδοχος του Αρταξέρξης Γ΄ της Περσίας έκλεισε ειρήνη με τον Ορόντη που επέστρεψε στον βασιλιά την Πέργαμο, η ειρήνη συνεχίστηκε μέχρι τον θάνατο του Ορόντη (344 π.Χ.). Ο Ορόντης Α΄ θεωρείται ο γενάρχης στην Δυναστεία των Οροντιδών που κυβέρνησε την Αρμενία, το Βασίλειο της Σωφηνής και την Κομμαγηνή τόσο επί Αχαιμενιδών όσο και στην Ελληνιστική εποχή. Ο Σατράπης Ορόντης Β΄ της Αρμενίας που οδήγησε ένα Αρμενικό στρατιωτικό Σύνταγμα στην Μάχη των Γαυγαμήλων (331 π.Χ.) ήταν γιος του. Το όνομα "Ορόντης" αποτελεί την Ελληνική μετάφραση του αρχαίου Περσικού ονόματος "Αρβάντα" που μεταφράζεται ως "ζωηρός" ή "γενναίος", ίσως να προέρχεται και από το "Αουρουουάτ" δηλαδή "ιδιοκτήτης γρήγορων αλόγων".[3]

Ορόντης Α΄ της Αρμενίας
Νόμισμα τού Ορόντη Α΄ (357 π.Χ.-352 π.Χ.) κομμένο στο Αδραμύττιον
Γενικές πληροφορίες
Όνομα στη
μητρική γλώσσα
Երվանդ Ա. (Αρμενικά)
Γέννηση5ος αιώνας π.Χ.
Θάνατος363 π.Χ.[1]
Γαυγάμηλα
Πληροφορίες ασχολίας
Ιδιότηταμονάρχης
Οικογένεια
ΣύζυγοςΡοδογούνη[2]
ΤέκναΟρόντης Β΄ της Αρμενίας[2]
ΓονείςΑρτάσυρος[2]
ΣυγγενείςΟρόντης Β΄ της Αρμενίας (παππούς) και Αντίοχος Α' Θεός της Κομμαγηνής (απόγονος)
ΟικογένειαΔυναστεία των Οροντιδών[2]
Αξιώματα και βραβεύσεις
Αξίωμασατράπης
Γκαγκίκ Β΄ της Αρμενίας
Commons page Σχετικά πολυμέσα

Πρώτα χρόνια Επεξεργασία

 
Χρυσός δαρεικός από την Καρία: ο Πέρσης βασιλιάς ως τοξότης. Επιγραφή: ΟΡΟΝΤΑ.

Ο Ορόντης ήταν γιος ενός Βακτρίου ευγενούς του Αρτάσυρου, κατέλαβε υψηλές θέσεις στην Αυτοκρατορία των Αχαιμενιδών και έμεινε γνωστός ως "ο οφθαλμός του βασιλέως", ήταν το ίδιο πιθανότατα πρόσωπο που συμμετείχε στην Μάχη στα Κούναξα (401 π.Χ.).[4][5] Ο Ορόντης Α΄ ήταν και ο ίδιος γνωστός με το προσωνύμιο "Ορόντης ο Βακτριανός".[6] Ο ίδιος και ο πατέρας του ήταν οι μόνοι Βακτριανοί ευγενείς που απέκτησαν υψηλές θέσεις στην αυτοκρατορία των Αχαιμενιδών.[7] Οι Βακτριανοί εγκαταστάθηκαν σε πολλά μέρη της αυτοκρατορίας σαν άποικοι ή σαν φρουροί.[8] Ο Ορόντης Α΄ διεκδίκησε την καταγωγή του από τον Υδάρνη, έναν από τους έξι Πέρσες συνομώτες που προσπάθησαν να σφετεριστούν τον θρόνο της Περσίας από τον Δαρείο τον Μέγα. Την καταγωγή αυτή την ισχυρίστηκε με στόχο να νομιμοποιήσει τον γάμο του με την κόρη του Αρταξέρξη Β΄ Ροδογούνη, είχε Περσική καταγωγή ωστόσο μόνο από την μητέρα του, όχι από τον πατέρα του που ήταν από την Βακτρία.[9] Η Αρμενική Σατραπεία των Αχαιμενιδών φαίνεται ότι ήταν κληρονομικό δώρο στους απογόνους του Υδάρνη και την κυβέρνησαν μέχρι την Ελληνιστική εποχή.[10] Η οικογένεια της μητέρας του Ορόντη πρέπει να σχετίζεται με δύο Πέρσες ευγενείς, επίσης με το όνομα "Ορόντης" που έζησαν στα τέλη του 5ου αιώνα π.Χ. Ο πρώτος από αυτούς είχε εγκαταλείψει τον Κύρο τον νεότερο στις προσπάθειες του να σφετεριστεί τον θρόνο από τον μεγαλύτερο αδελφό του Αρταξέρξη Β΄ και κατόπιν εκτελέστηκε. Ο δεύτερος Ορόντης φαίνεται ότι είχε άσχημες σχέσεις με την μητέρα του Αρταξέρξη Β΄ Παρυσάτιδα της Περσίας και εκτελέστηκε με διαταγή της.[11] Ο Πλούταρχος τον συσχέτησε με τον ήρωα ο οποίος είναι γνωστός στην Αρχαία ελληνική μυθολογία ως Αλκμαίων.[12]

Εκστρατεία στην Κύπρο Επεξεργασία

 
Νόμισμα του Ευαγόρα Α΄ της Σαλαμίνας

Ο Ορόντης εμφανίζεται για πρώτη φορά στις ιστορικές καταγραφές (401 π.Χ.) ως Σατράπης της Αρμενίας, παρενοχλούσε τους Μυρίους μετά την οπισθοχώρηση τους από την μάχη στα Κούναξα.[13] Η Αρμενία διαιρέθηκε σε δύο μεγάλες Σατραπείες, το δυτικό της τμήμα διοικούσε ένας Ύπαρχος υποτελής στον Σατράπη της Αρμενίας ο οποίος ήταν ο ίδιος ο Ορόντης.[14][15] Ο Ορόντης Α΄ συμμετείχε σε στρατιωτική εκστρατεία εναντίον του βασιλέως της Κύπρου Ευαγόρα Α΄ (386/385 π.Χ.). Ο ίδιος διοικούσε τις στρατιωτικές δυνάμεις των Περσών ενώ ο Σατράπης της Ιωνίας Τιρίβαζος το ναυτικό.[16] Ο Τιρίβαζος συμμετείχε στην μάχη στα Κούναξα και γνώριζε προσωπικά τον Ορόντη, διετέλεσε Ύπαρχος στο δυτικό του τμήμα μέχρι το 395 π.Χ.[17][18] Ο Ευαγόρας Α΄ ήταν υποτελής του βασιλιά της Περσίας αλλά σταδιακά ανεξαρτητοποιήθηκε.[19] Στην αρχή κυβέρνησε μόνο την Σαλαμίνα, στην συνέχεια άρχισε να διεκδικεί και άλλες πόλεις παρά την υπόσχεση που έδωσε στον Πέρση βασιλιά ότι δεν θα τις ενοχλήσει.[20] Οι Πέρσες βασιλείς είχαν ελάχιστο ενδιαφέρον για την Κύπρο αλλά οι παρεμβάσεις του Ευαγόρα Α΄ προκάλεσαν σημαντική αναστάτωση σε ολόκληρο το νησί. Ο Αρταξέρξης Α΄ αναγκάστηκε να ματαιώσει την εκστρατεία που είχε προγραμματίσει στην Αίγυπτο με στόχο να αποκαταστήσει την τάξη πρώτα στην Κύπρο.[21] Οι προετοιμασίες για την εκστρατεία είχαν ολοκληρωθεί (382 π.Χ.), η μάχη έγινε την επόμενη χρονιά στο Κίτιο, ο Ευαγόρας Α΄ ηττήθηκε, αναγκάστηκε να οπισθοχωρήσει και καταδιώχθηκε από τους Πέρσες.[22][23]

Ο Φαραώ Άκορης της Αιγύπτου δεν του έστειλε την αναμενόμενη βοήθεια με αποτέλεσμα να βρεθεί σε αδιέξοδο, παραδόθηκε στον Τιριβάζο και του ζήτησε ειρήνη. Το αίτημα του ήταν να αποσυρθεί από όλες τις υπόλοιπες πόλεις της Κύπρου, να κρατήσει μόνο την Σαλαμίνα αλλά να διατηρήσει και τον τίτλο του βασιλιά. Οι διαπραγματεύσεις καθυστέρησαν επειδή ο Τιριβάζος δεν συμφωνούσε με την διατήρηση του βασιλικού τίτλου από τον Ευαγόρα, το αποτέλεσμα ήταν να καταλήξουν σε αποτυχία.[24][25] Ο Ορόντης Α΄ φοβήθηκε έντονα το ενδεχόμενο να ανακηρυχθεί ο ίδιος ο Τιρίβαζος βασιλιάς και να θέσει τον ίδιο στο περιθώριο, έστειλε επιστολή στον Αρταξέρξη Β΄ γράφοντας ότι ο Τιριβάζος ετοιμάζεται να ανακυρηχτεί ανεξάρτητος βασιλιάς της Κύπρου.[26] Ο Αρταξέρξης Β΄ βρισκόταν μακριά και δεν είχε επίγνωση της κατάστασης, φοβήθηκε ότι ο Ορόντης είχε δίκιο, για αυτό κάλεσε τον Τιριβάζο στα Σούσα και τον φυλάκισε.[27][28] Ο πεθερός του Τιριβάζου Γκλός ήταν διοικητής του ναυτικού, φοβήθηκε ότι θα κατηγορηθεί και ο ίδιος, για αυτό συγκέντρωσε τους Έλληνες ναύτες του και επέστρεψε στην Μικρά Ασία. Η αποχώρηση αυτή εξασθένισε σημαντικά τις Περσικές δυνάμεις που είχαν στην πλειοψηφία τους Έλληνες μισθοφόρους, όταν τα νέα έφτασαν στην Μικρά Ασία οι Ιωνικές πόλεις επαναστάτησαν.[29] Ο Ορόντης έκανε την τελική επίθεση στην Σαλαμίνα αλλά οι Περσικές δυνάμεις είχαν εξασθενήσει σημαντικά μετά την αποχώρηση του Τιρίβαζου.[30][31] Ο Ορόντης Α΄ αναγκάστηκε με αυτό τον τρόπο να δεχτεί την ειρήνη σύμφωνα με τους όρους του Ευαγόρα Α΄ (380 π.Χ.), θα πλήρωνε κάποιον φόρο υποτέλειας στον Μεγάλο Βασιλιά της Περσίας αλλά θα διατηρούσε και ο ίδιος τον τίτλο του βασιλιά. Η εξέλιξη αυτή δεν άρεσε στον Αρταξέρξη B΄ επειδή είχε πληρώσει για την εκστρατεία αυτή ένα τεράστιο ποσό που έφτανε τα 15.000 τάλαντα, το αποτέλεσμα ήταν να πέσει ο Ορόντης σε δυσμένεια.[32] Ο Ορόντης Α΄ έχασε τον τίτλο του Σατράπη της Αρμενίας και αποσύρθηκε στην Μυσία.[33][34] Ο Αρταξέρξης B΄ συγχώρεσε τον Τιριβάζο και τον αποκατέστησε στα αξιώματα του.[35]

Εκστρατεία στην Μικρά Ασία Επεξεργασία

 
Χρυσό νόμισμα που κόπηκε στην Λάμψακο και απεικονίζει πιθανότατα τον Ορόντη Α΄

Ο Ορόντης Α΄ εμφανίζεται ξανά στις ιστορικές πηγές ως Ύπαρχος της Μυσίας (362/361 π.Χ.), επικυρίαρχος του ήταν ο Σατράπης Αυτοφραδάτης στις Σάρδεις.[36][37] Την ίδια περίοδο προσπάθησε να επεκτείνει την κυριαρχία του σε Αδραμύττειον και Κισθήνη όπως δείχνουν τα νομίσματα που έκοψε, στην συνέχεια προσπάθησε να κατακτήσει την Κύμη Αιολίδας νικώντας τις ιππικές δυνάμεις που έστειλε ο Αυτοφραδάτης για να τον σταματήσει.[38] Στην εξέγερση των Σατραπών εναντίον του μεγάλου βασιλιά εξελέγη αρχηγός τους (362/361 π.Χ.), ο ίδιος είχε κακές σχέσεις μαζί του από την εποχή της Κύπρου και οι υπόλοιποι Σατράπηδες στην Μικρά Ασία είχαν ξεκινήσει τις εξεγέρσεις από πριν (366 π.Χ.).[39] Οι λεπτομέρειες για την εξέγερση των Σατραπών με αρχηγό τον Ορόντη είναι ασαφείς, την πρωτοβουλία είχε αναλάβει ο Σατράπης της Καππαδοκίας Δατάμνης, ίσως έφτασε μέχρι την Συρία αλλά αυτό δεν είναι βέβαιο.[40][41] Η εξέγερση ήταν ωστόσο σύντομη, ο Ορόντης Α΄ σύντομα πρόδωσε τους υπόλοιπους Σατράπηδες και δήλωσε την υποταγή του στον Αρταξέρξη Β΄. Ο ιστορικός Διόδωρος Σικελιώτης έγραψε ότι την στροφή αυτή την έκανε με στόχο να λάβει ανταμοιβή από τον Πέρση βασιλιά αφού ο ίδιος ήταν αρκετά διστακτικός με την επιτυχία της εξέγερσης.[42] Οι υπόλοιποι Σατράπηδες δήλωσαν αδυναμία να συνεχίσουν τις επιχειρήσεις τους χωρίς την υποστήριξη του πλούσιου Ορόντη και η εξέγερση έληξε (360/359 π.Χ.).[43] Ο Ορόντης Α΄ εξεγέρθηκε για δεύτερη φορά εναντίον του Αρταξέρξη Β΄ (354/353 π.Χ.) επειδή δεν έμεινε ικανοποιημένος από τις ανταμοιβές του, κατέλαβε την πόλη της Περγάμου. Ο Αρταξέρξης Β΄ πέθανε στο μεταξύ, ο γιος και διάδοχος του Αρταξέρξης Γ΄ συμφιλιώθηκε μαζί του, ο Ορόντης Α΄ παρέδωσε στον Αρταξέρξη Γ΄ την Πέργαμο, πέθανε σε μερικά χρόνια (344 π.Χ.).[44]

Θρύλοι Επεξεργασία

Οι μετέπειτα βασιλείς της Κομμαγηνής υπερηφανευόταν για την καταγωγή τους από τον Ορόντη Α΄ και τη σύζυγό του, 5η απόγονο του Δαρείου Α΄ της Περσίας. Μερικές ελληνικές πηγές τον αναφέρουν ως καταγόμενο από τη Βακτρία, διότι ο πατέρας του ήταν σατράπης της περιοχής αυτής κατά τη βασιλεία του Αρταξέρξη Β΄. Κατά την περίοδο των Αχαιμενιδών, η Βακτρία διοικείτο από τον εκάστοτε διάδοχο. Ο Ξενοφών στο έργο του Κάθοδος των Μυρίων αναφέρει, ότι η περιοχή κοντά στον ποταμό Κεντρίτη αμυνόταν, για λογαριασμό του Αρταξέρξη Β΄, από τον Ορόντη σατράπη της Αρμενίας, γιο του Αρτάσυρου, που είχε αρμενικά βοηθητικά σώματα στρατού. Ο ιστορικός αναφέρει, ότι γιος του Ορόντη ήταν ο Τιγράνης και πως τον διαδέχθηκε ο Δαρείος Γ΄ Κοδομανός και μετά ο Ορόντης Β΄, γιος του Ορόντη Α΄. Δεν γνωρίζουμε αν ο Ορόντης Β΄ και ο Τιγράνης ήταν αδέλφια ή ταυτίζονται.

Οικογένεια Επεξεργασία

Παντρεύτηκε τη Ροδογούνη των Αχαιμενιδών, κόρη του Αρταξέρξη Β΄ της Περσίας και είχε τέκνο:

  • Ορόντης Β΄, σατράπης της Αρμενίας (από το 336 και εξής).

Νομίσματα Επεξεργασία

Όλα τα νομίσματα που έκοψε, περιορίζονται στη Μυσία και βρέθηκαν σε πόλεις από τη Λάμψακο ως την Κολοφώνα· ιδιαίτερα στην Αιολίδα: το Αδραμμύτιο και την Κισθένη.

Παραπομπές Επεξεργασία

  1. Κριστιάν Σετιπανί: «Continuité des élites à Byzance durant les siècles obscurs» (Γαλλικά) Παρίσι. 2006. σελ. 100. ISBN-13 978-2-7018-0226-8. ISBN-10 2-7018-0226-1.
  2. 2,0 2,1 2,2 2,3 2,4 Κιρίλ Τουμάνοφ: «Les dynasties de la Caucasie chrétienne de l'Antiquité jusqu'au xixe siècle» (Γαλλικά) Ρώμη. 1990. σελ. 394.
  3. Schmitt 2002
  4. Gershevitch 1985, σ. 354; Chahin 2001, σ. 185; Troxell 1981, σ. 27; Facella 2021; Boyce & Grenet 1991, σ. 310; Osborne 1973, σ. 521; Briant 2002, σ. 751; Russell 1987, σ. 47; Brosius 2020, σ. 189; Marek 2016, σ. 145
  5. Boyce & Grenet 1991, σ. 310
  6. Gershevitch 1985, σ. 354; Chahin 2001, σ. 185
  7. Boyce & Grenet 1991, σ. 310
  8. Briant 2002, σ. 751
  9. Boyce & Grenet 1991, σσ. 310–311
  10. Schmitt 2004, σσ. 588–590, Schmitt 1986, σσ. 417–418
  11. Osborne 1973, σσ. 521–522
  12. Schmitt 2002
  13. Ruzicka 2012, σ. 87
  14. Ruzicka 2012, σ. 61
  15. Jacobs & Rollinger 2021, σσ. 673–674
  16. Ruzicka 2012, σ. 87
  17. Ruzicka 2012, σ. 61
  18. Osborne 1973, σ. 524
  19. Dandamaev 1989, σ. 293
  20. Ruzicka 2012, σσ. 68–69
  21. Ruzicka 2012, σ. 68
  22. Dandamaev 1989, σ. 297
  23. Clark & Turner 2018, σ. 61
  24. Dandamaev 1989, σ. 298
  25. Ruzicka 2012, σσ. 93–94
  26. Ruzicka 2012, σσ. 93–94
  27. Dandamaev 1989, σ. 298
  28. Ruzicka 2012, σ. 94
  29. Ruzicka 2012, σ. 94
  30. Clark & Turner 2018, σ. 61
  31. Ruzicka 2012, σ. 96
  32. Dandamaev 1989, σ. 298
  33. Troxell 1981, σ. 27
  34. Briant 2002, σ. 662
  35. Schmitt 2002
  36. Troxell 1981, σσ. 27–28
  37. Ruzicka 2012, σ. 132
  38. Briant 2002, σ. 662
  39. Osborne 1973, σ. 539
  40. Osborne 1973, σ. 540
  41. Briant 2002, σσ. 665–666
  42. Osborne 1973, σ. 537
  43. Osborne 1973, σ. 541
  44. Schmitt 2002

Πηγές Επεξεργασία

  • Stylianou, P. J.; Stylianou, Research Associate P. J. (1998). A Historical Commentary on Diodorus Siculus. Clarendon Press.
  • Xen. Anab. 2.4-5 passim
  • Boyce, Mary; Grenet, Frantz (1991). Beck, Roger (ed.). A History of Zoroastrianism, Zoroastrianism under Macedonian and Roman Rule. Leiden: Brill.
  • Briant, Pierre (2002). From Cyrus to Alexander: A History of the Persian Empire. Eisenbrauns.
  • Brijder, Herman (2014). Nemrud Dağı: Recent Archaeological Research and Conservation Activities in the Tomb Sanctuary on Mount Nemrud. Walter de Gruyter.
  • Brosius, Maria (2020). A History of Ancient Persia: The Achaemenid Empire. Wiley-Blackwell.
  • Chahin, M. (2001). The Kingdom of Armenia: A History. Psychology Press.
  • Clark, Jessica H.; Turner, Brian (2018). Brill's Companion to Military Defeat in Ancient Mediterranean Society. Brill.
  • Dandamaev, Muhammad A. (1989). A Political History of the Achaemenid Empire. Brill.
  • Facella, Margherita (2021). "Orontids". In Yarshater, Ehsan (ed.). Encyclopædia Iranica, Online Edition. Encyclopædia Iranica Foundation.
  • Garsoian, Nina (2004). "Armeno-Iranian Relations in the pre-Islamic period". In Yarshater, Ehsan (ed.). Encyclopædia Iranica, Online Edition. Encyclopædia Iranica Foundation.
  • Gershevitch, Ilya, ed. (1985). The Cambridge History of Iran, Volume 2: The Median and Achaemenian periods. Cambridge University Press.
  • Jacobs, Bruno; Rollinger, Robert (2021). A Companion to the Achaemenid Persian Empire. John Wiley & Sons.
  • Marek, Christian (2016). In the Land of a Thousand Gods: A History of Asia Minor in the Ancient World. Princeton University Press.
  • Osborne, Michael J. (1973). "Orontes". Historia: Zeitschrift für Alte Geschichte. 22 (4): 515–551.
  • Osborne, Michael J. (1971). "Athens and Orontes". Annual of the British School at Athens. 66: 297–321.
  • Russell, James R. (1987). Zoroastrianism in Armenia. Harvard University, Department of Near Eastern Languages and Civilizations and National Association for Armenian Studies and Research.
  • Ruzicka, Stephen (2012). Trouble in the West: Egypt and the Persian Empire, 525–332 BC. Oxford University Press.
  • Schmitt, Rüdiger (1986). "Armenia and Iran i. Armina, Achaemenid province". In Yarshater, Ehsan (ed.). Encyclopædia Iranica, Volume II/4: Architecture IV–Armenia and Iran IV. London and New York: Routledge & Kegan Paul.
  • Schmitt, Rüdiger (2002). "Orontes". In Yarshater, Ehsan (ed.). Encyclopædia Iranica, Online Edition.
  • Schmitt, Rüdiger (2004). "Hydarnes". In Yarshater, Ehsan (ed.). Encyclopædia Iranica, Volume XII/6: Human migration II–Illuminationism. London and New York: Routledge & Kegan Paul. pp. 588–590.
  • Shayegan, M. Rahim (2016). "The Arsacids and Commagene". In Curtis, Vesta Sarkhosh; Pendleton, Elizabeth J.; Alram, Michael; Daryaee, Touraj (eds.). The Parthian and Early Sasanian Empires: Adaptation and Expansion. Oxbow Books.
  • Stylianou, P.J. (1998). "Commentary". A Historical Commentary on Diodorus Siculus, Book 15. Oxford University Press.
  • Troxell, Hyla A. (1981). "Orontes, Satrap of Mysia". Schweizerische Numismatische Rundschau. 60: 27–41.