Πινακοθήκη Ντόρια Παμφίλι

Η Πινακοθήκη Ντόρια-Παμφίλι είναι μεγάλη συλλογή τέχνης, που στεγάζεται στο παλάτσο Ντόρια-Παμφίλι στη Ρώμη. Το κτήριο έχει ανατολικά την οδό ντελ Κόρσο -από όπου είναι η κύρια είσοδος- και δυτικά την οδό ντελλα Γκάττα. Στα βόρεια είναι η πλατεία ντελ Κολλέτζιο Ρομάνο -όπου ήταν η παλαιότερη είσοδος- και ο ναός της Σάντα Μαρία ιν βια Λάτα. Η Συλλογή είναι ιδιωτική και όπως και το ανάκτορο, ανήκει στον Οίκο των Ντόρια-Παμφίλι.

Πινακοθήκη Ντόρια Παμφίλι
Χάρτης
Είδοςμουσείο τέχνης[1][2][3], ακίνητη περιουσία, μουσείο[2] και d:Q124830284[3]
ΔιεύθυνσηVia del Corso 305, 00186 Roma[2]
Γεωγραφικές συντεταγμένες41°53′52″N 12°28′52″E
Διοικητική υπαγωγήΡώμη[2]
ΧώραΙταλία[3]
Προστασίαιταλικό πολιτισμικό αγαθό[4]
Ιστότοπος
Επίσημος ιστότοπος
Commons page Πολυμέσα
Η ανατολική όψη τού παλάτσο Ντόρια-Παμφίλι η επί της οδού ντελ Κόρσο.

Η Συλλογή Επεξεργασία

Η μεγάλη συλλογή πινάκων, επίπλων και αγαλμάτων συγκεντρώθηκε από τον 16ο αι. από τους Οίκους των Ντόρια, Παμφίλι, Λάνντι και Αλντομπρανντίνι, που ενώθηκαν με τις μεταξύ τους επιγαμίες· η συλλογή κληροδοτήθηκε στους απογόνους τους και φέρει για απλότητα το όνομα των δύο πρώτων Οίκων. Περιλαμβάνει πίνακες και έπιπλα από το παλάτσο Παμφίλι του πάπα Ιννοκεντίου Ι΄ στην πλατεία Ναβόνα, που την κληροδότησε στον ανιψιό του Καμίλλο Παμφίλι.

Το παλάτσο μεγάλωνε με τους αιώνες· μάλλον είναι το μεγαλύτερο ιδιωτικό κτήριο στη Ρώμη. Η κύρια συλλογή εκτίθεται στις αίθουσες σαλονιών του και στο παρεκκλήσιο, όπου υπάρχει το λείψανο τού αγίου τού Οίκου. Πάντως το μεγαλύτερο μέρος της εκτίθεται σε μία σειρά τεσσάρων επίχρυσων, ζωγραφιστών γαλαριών γύρω από μία αυλή. Ένα εκτεταμένο σύνολο επιπλέον δωματίων έχουν τώρα μετατραπεί σε μόνιμες, καλά φωτισμένες πινακοθήκες, που περιέχουν το μεσαιωνικά και Βυζαντινά κομμάτια της συλλογής.

Το ανάκτορο ανακαινίστηκε κατά τον γάμο τού Ανδρέα Δ΄ Ντόρια-Παμφίλι-Λάνντι με τη Λεοπολδίνα-Μαρία τού Οίκου της Σαβοΐας, κόρη τού Λουδοβίκου-Βίκτωρα πρίγκιπα τού Καρινιάνο και της Χριστίνας της Έσσης-Ρότενμπουρκ το 1767. Η εργασία εκτελέστηκε με την επίβλεψη τού Φραντσέσκο Νικολέττι, αρχιτέκτονα από το Τραπάνι.

 
Ο Ιννοκέντιος Ι΄ από τον Βελάθκεθ.

Το αριστούργημα της συλλογής θεωρείται το πορτρέτο τού καρδιναλίου Τζοβάννι-Μπαττίστα Παμφίλι το 1644, μετέπειτα πάπα Ιννοκεντίου Ι΄, από τον Βελάθκεθ το 1644. Ο ζωγράφος κολάκευσε τη μορφή, χωρίς όμως να την εξιδανίικεύσει. Τα χαρακτηριστικά της αποπνέουν δεσποτισμό και εκδικητικότητα, σύμφωνα με τους συγχρόνους τού έργου. Ο πίνακας παραγγέλθηκε από την ηδονίστρια Ολυμπία Μαϊνταλτσίνι, σύζυγο τού Παμφίλιο Παμφίλι, αδελφού τού πάπα. Ήταν στενή σύμβουλος και έμπιστη τού Ιννοκεντίου Ι΄, ίσως και ερωμένη του. Από το 1927 η προσωπογραφία τοποθετήθηκε σε ιδιαίτερο δωμάτιο, μαζί με την προτομή τού πάπα από τον Μπερνίνι.

Ο Καμίλλο Παμφίλι, γιος της Ολυμπίας και διορισμένος καρδινάλιος από τον θείο του πάπα, αψήφησε τη μητέρα του και αποκήρυξε το αξίωμά του για να νυμφευτεί την Ολυμπία Αλντομπραντίνι, χήρα τού Παύλου Μποργκέζε. Με τον γάμο αυτό η Ολυμπία έφερε το παλάτσο Αλντομπρανντίνι στον Οίκο Παμφίλι. Έπειτα από μία περίοδο εξορίας, που πέρασε το ζεύγος για να μην αντιμετωπίσει τον πάπα και την Μαϊνταλτσίνι, ο Καμίλλο και η σύζυγός του εγκαταστάθηκαν στο παλάτσο Αλντομπρανντίνι. Από το 1645 ο Καμίλλο άρχισε να το επεκτείνει σε μεγάλη κλίμακα. Γειτονικά σπίτια και μία μονή αγοράστηκαν και κατεδαφίστηκαν, παρά την αντίθεση των γειτόνων Ιησουιτών και τού Κολλέτζιο Ρομάνο, για την αύξηση τού ανακτόρου. Ο αρχιτέκτονας αυτού τού μακρού σχεδίου ήταν ο Αντόνιο ντελ Γκράνντε· η πρόσοψη επί της βια ντελ Κόρσο είναι τού Γκαμπριέλε Βαλβασσόρι. Όταν το 1666 απεβίωσε ο Καμίλλο, οι εργασίες συνεχίστηκαν υπό την αιγίδα των γιων του Τζοβάννι-Μπαττίστα και Μπενεντέττο.

 
Η αίθουσα τού Πουσσέν.

Μία από τις κόρες τού Καμίλλο, η Άννα Παμφίλι παντρεύτηκε τον Τζοβάννι Ανντρέα Γ΄ Ντόρια-Λάνντι, αριστοκράτη από τη Γένουα, το 1671· όταν ο Οίκος των Παμφίλι εξέλιπε το 1760, οι απόγονοι τού Ντόρια και της Άννας κληρονόμησαν το παλάτσο. Το 1763 ο πρίγκιπας Ανδρέας Δ΄ πρόσθεσε το επώνυμο των Παμφίλι στο επώνυμό του: Ντόρια-Παμφίλι-Λάνντι. Το 1767 στις οροφές των σαλονιών έγιναν νωπογραφίες από τους Κρεσέντσιο Ονόφρι, Αουρελιάνο Μιλάνι και Στεφάνο Πότσι, στην αίθουσα των Κατόπτρων (σάλα ντελι Σπέτσι).

Η συλλογή άνοιξε στο δημόσιο κοινό από την πριγκίπισσα Οριέττα Ντόρια-Παμφίλι, σύζυγο του Φρανκ Πόγκσον, Άγγλου αντιπλοιάρχου. Ο πατέρας της πρίγκιπας Φίλιππος Ανδρέας ΣΤ΄ είχε έναν γονιό Άγγλο και σύζυγο Αγγλίδα. Η πριγκίπισσα Οριέττα και ο σύζυγός της έκαναν πολλά για την αποκατάσταση τού ανακτόρου και της συλλογής. Όταν απεβίωσε η Οριέττα το 2000, τη φροντίδα της συλλογής ανέλαβαν τα υιοθετημένα παιδιά της από την Αγγλία Τζόναθαν και Γκεζίνε Πόγκσον-Ντόρια-Παμφίλι, που ζουν στο παλάτσο. Η Πινακοθήκη είναι μία από τις μεγαλύτερες ιδιωτικές συλλογές της Ρώμης, μαζί με αυτές των Κολόννα και των Παλλαβιτσίνι-Ροσπιολιόζι.

Περιεχόμενα Επεξεργασία

Το παρεκκλήσιο σχεδιάστηκε από τον αρχιτέκτονα Κάρλο Φοντάνα στα τέλη τού 17ου αι., όμως άλλαξε από τότε. Τον σταυρό από ελεφαντοστό σκάλισε ο γλύπτης Έρκολε Φερράτα.

Το κίτρινο και το ερυθρό σαλόνι περιέχουν ταπισερί Γκομπλέν, όπως αυτές των Ζωδιακών σημείων του Κλωντ Ωντράν.

Το σαλόνι του Πουσσέν έχει τη Γέννηση του Αδώνιδος και την Αρπαγή τού Αδώνιδος του Νικολά Πουσσέν και του Τζάκομο Ερεμίτι· επίσης Τοπία του Κλωντ Λορραίν.

Πινακοθήκη Επεξεργασία

Πηγές Επεξεργασία

Αναφορές Επεξεργασία