Πορτογαλική γλώσσα
Η Πορτογαλική γλώσσα (πορτογαλικά: português, προφορά: ▶ ) είναι λατινογενής ρομανική γλώσσα της ινδοευρωπαϊκής γλωσσικής οικογένειας. Εμφανίστηκε στη Γαλικία (σημερινή Ισπανία) και στη σημερινή βόρεια Πορτογαλία. Είναι επίσημη γλώσσα στην Πορτογαλία και σε οχτώ ακόμα χώρες που είναι πρώην πορτογαλικές αποικίες.
Πορτογαλικά | |
---|---|
português και português | |
Ταξινόμηση | Ινδοευρωπαϊκές γλώσσες |
Σύστημα γραφής | Portuguese alphabet και λατινική γραφή |
Κατάσταση | |
Επίσημη γλώσσα | Πορτογαλία Ανατολικό Τιμόρ Ανγκόλα Βραζιλία Γουινέα-Μπισσάου Ισημερινή Γουινέα Μακάου Μοζαμβίκη Πράσινο Ακρωτήριο Σάο Τομέ και Πρίνσιπε |
Ρυθμιστής | Διεθνές Ινστιτούτο Πορτογαλικής Γλώσσας |
ISO 639-1 | pt |
ISO 639-2 | por |
ISO 639-3 | por |
SIL | POR |
Xώρες και περιοχές όπου τα Πορτογαλικά ομιλούνται ή είναι αναγνωρισμένα ως επίσημη γλώσσα |
Είναι η δεύτερη από τις ρομανικές γλώσσες από άποψη αριθμού ομιλητών, μετά την Ισπανική.
Περίπου 210 με 215 εκατομμύρια ομιλητές έχουν την πορτογαλική ως μητρική γλώσσα ενώ συνολικά οι ομιλητές υπολογίζονται σε 240 εκατομμύρια, με αποτέλεσμα η Πορτογαλική να εμφανίζεται ως η έβδομη πλέον ομιλούμενη γλώσσα στον κόσμο (ή έκτη, επειδή ο αριθμός των ομιλητών της ως μητρικής είναι κοντά σε αυτόν των ομιλητών της Μπενγκάλι), η τρίτη πλέον ομιλούμενη Ευρωπαϊκή γλώσσα στον κόσμο, η πιο ομιλούμενη γλώσσα στη Νότια Αμερική (ο αριθμός των ισπανόφωνων και των πορτογαλόφωνων ομιλητών είναι πολύ κοντά αλλά το 51% του πληθυσμού της ηπείρου μένει στη Βραζιλία) και στο νότιο ημισφαίριο, η δεύτερη πλέον ομιλούμενη ρομανική γλώσσα στην Αφρική (μετά τη Γαλλική) και η πλέον ομιλούμενη ρομανική γλώσσα στην Ωκεανία, την Ιαπωνία και την ηπειρωτική Ασία.
Η πορτογαλική αποτελεί επίσης βάση κρεολών γλωσσών. Η Βραζιλία είναι η πολυπληθέστερη πορτογαλόφωνη χώρα.
Τον Μάρτιο του 2006, το Μουσείο της Πορτογαλικής Γλώσσας, ένα διαδραστικό μουσείο σχετικά με την πορτογαλική γλώσσα, ιδρύθηκε στο Σάο Πάολο της Βραζιλίας, την πόλη με τον μεγαλύτερο αριθμό ομιλητών της γλώσσας στον κόσμο.[1]
Γεωγραφική κατανομή
ΕπεξεργασίαΗ πορτογαλική γλώσσα είναι η επίσημη γλώσσα της Ανγκόλας, της Βραζιλίας, της Γουινέα-Μπισσάου, της Μοζαμβίκης, της Πορτογαλίας, του Πράσινου Ακρωτηρίου, του Αγίου Θωμά και Πρίγκιπα, μαζί με την κινεζική του Μακάο (Κίνα) και μαζί με την τέτουμ του Ανατολικού Τιμόρ.
Μιλιέται ευρέως χωρίς να είναι επίσημη στην Ανδόρα, στο Λουξεμβούργο, στη Ναμίμπια και στην Παραγουάη (στην τελευταία χώρα υπάρχουν 112.520 φυσικοί ομιλητές της γλώσσας σύμφωνα με την απογραφή του 2002). Κρεολές γλώσσες με βάση την πορτογαλική είναι οι μητρικές γλώσσες στο Πράσινο Ακρωτήριο και τη Γουινέα-Μπισσάου. Στο Πράσινο Ακρωτήριο οι περισσότεροι μιλούν και την πρότυπη πορτογαλική και το επίπεδο γνώσης της γλώσσας είναι σαν μητρική.
Λόγω της διάδοσης της γλώσσας κατά την εποχή της αποικιοκρατίας, υπάρχουν ομιλητές της πορτογαλικής στη Γκόα, το Νταμάν και το Ντιου στην Ινδία.[2]
Ιστορία
ΕπεξεργασίαΌταν οι Ρωμαίοι έφτασαν στην Ιβηρική Χερσόνησο το 216 π.Χ. έφεραν μαζί τους τη Λατινική γλώσσα, από την οποία προέκυψαν όλες οι λατινογενείς γλώσσες. Η γλώσσα διαδόθηκε από τους Ρωμαίους στρατιώτες, έποικους και έμπορους, οι οποίοι έχτισαν Ρωμαϊκές πόλεις, συνήθως κοντά σε ήδη υπάρχοντες τόπους κατοικίας από προηγούμενους πολιτισμούς.
Μεταξύ του 409 μ.Χ. και του 711 μ.Χ., καθώς η Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία μεταμορφωνόταν στη Δυτική Ευρώπη, Γερμανικοί λαοί κατέκτησαν την Ιβηρική χερσόνησο (Μεγάλες Μεταναστεύσεις). Οι κατακτητές, κυρίως οι Σουηβοί και οι Βησιγότθοι, υιοθέτησαν γρήγορα στοιχεία του ύστερου Ρωμαϊκού πολιτισμού και των διαλέκτων της Δημώδους Λατινικής που υπήρχαν στη χερσόνησο. Μετά την εισβολή των Μαυριτανών το 711, η Αραβική γλώσσα έγινε η επίσημη διοικητική γλώσσα των κατακτημένων περιοχών, αλλά το μεγαλύτερο μέρος του πληθυσμού συνέχισε να μιλάει μια μορφή της Ρομανικής (γνωστή ως μοζαραβική γλώσσα). Η επίδραση της Αραβικής στις διαλέκτους της Ρομανικής στα χριστιανικά βασίλεια περιορίστηκε στο λεξιλόγιό τους.
Μεσαιωνική Πορτογαλική ποίηση |
---|
Das que vejo |
nom desejo |
outra senhor se vós nom, |
e desejo |
tam sobejo, |
mataria um leon, |
senhor do meu coraçom: |
fim roseta, |
bela sobre toda fror, |
fim roseta, |
nom me meta |
em tal coita voss'amor! |
Ζοάο Λομπέιρα (έζησε περίπου το 1270–1330) |
Η πορτογαλική γλώσσα είναι εξέλιξη της μεσαιωνικής γλώσσας που σήμερα είναι γνωστή ως Γαλικιανο-Πορτογαλική ή Παλιά Πορτογαλική ή Παλιά Γαλικιανή, του βορειοδυτικού μεσαιωνικού Βασιλείου της Γαλικίας, το οποίο ήταν το πρώτο χριστιανικό βασίλειο κατά την περίοδο (Ανακατάκτηση) που οι χριστιανοί ανακατέλαβαν τις περιοχές της Ιβηρικής χερσονήσου που είχαν οι Μαυριτανοί.
Οι παλαιότερες λέξεις και φράσεις της Γαλικιανο-Πορτογαλικής έχουν καταγραφεί σε λατινικά διοικητικά έγγραφα του 9ου αιώνα. Η φάση αυτή είναι γνωστή ως Πρωτο-Πορτογαλική και διήρκεσε από τον 9ο αιώνα ως την ανεξαρτησία, κατά τον 12ο αιώνα, της επαρχίας της Πορτογαλίας από το Βασίλειο της Γαλικίας, που ήταν τότε υποβασίλειο του Βασιλείου του Λεόν. Στο πρώτο μέρος της Γαλικιανο-Πορτογαλικής περιόδου (από τον 12ο ως τον 14ο αιώνα), η γλώσσα χρησιμοποιούνταν όλο και περισσότερο σε έγγραφα και άλλες γραπτές μορφές. Για κάποιο χρονικό διάστημα αποτέλεσε την προτιμώμενη γλώσσα της λυρικής ποίησης της χριστιανικής Ισπανίας, όπως η Οξιτανική γλώσσα ήταν η γλώσσα της ποίησης των τροβαδούρων στη Γαλλία. Η Πορτογαλία έγινε ανεξάρτητο βασίλειο το 1139, υπό τον βασιλιά Αλφόνσο Α΄ της Πορτογαλίας. Το 1290, ο βασιλιάς Διονύσιος Α΄ της Πορτογαλίας ίδρυσε το πρώτο πορτογαλικό πανεπιστήμιο στη Λισαβόνα (το Estudos Gerais, που αργότερα μεταφέρθηκε στην Κοΐμπρα) και αποφάσισε ότι η πορτογαλική γλώσσα, η οποία μέχρι τότε ονομαζόταν «κοινή γλώσσα», θα ονομαζόταν Πορτογαλική γλώσσα και θα χρησιμοποιούνταν επίσημα.
Στη δεύτερη περίοδο της Παλιάς Πορτογαλικής, κατά τον 15ο και τον 16ο αιώνα, με τις ανακαλύψεις των Πορτογάλων, η γλώσσα διαδόθηκε σε πολλές περιοχές της Αφρικής, της Ασίας και της Αμερικής. Από τα μέσα του 16ου αιώνα η Πορτογαλική είχε γίνει λίνγκουα φράνκα στην Ασία και την Αφρική, και χρησιμοποιούνταν στη διοίκηση και στο εμπόριο με τις αποικίες αλλά και στην επικοινωνία μεταξύ αυτοχθόνων υπαλλήλων και Ευρωπαίων διαφόρων εθνικοτήτων. Η διάδοσή της διευκολύνθηκε από τους μικτούς γάμους Πορτογάλων και αυτοχθόνων και από τη σύνδεση της γλώσσας με τις ιεραποστολικές προσπάθειες της Καθολικής Εκκλησίας, που οδήγησαν στο σχηματισμό Κρεολών γλωσσών όπως η Kristang σε πολλά μέρη της Ασίας (από τη λέξη cristão, «Χριστιανός»). Η γλώσσα συνέχισε να είναι δημοφιλής σε μέρη της Ασίας μέχρι τον 19ο αιώνα. Κάποιες πορτογαλόφωνες χριστιανικές κοινότητες στην Ινδία, τη Σρι Λάνκα, τη Μαλαισία και την Ινδονησία διατήρησαν τη γλώσσα τους ακόμα και μετά την απομόνωσή τους από την Πορτογαλία.
Το τέλος της περιόδου της Παλιάς Πορτογαλικής σηματοδοτείται από την έκδοση του Cancioneiro Geral του Γκαρσία ντε Ρεσέντε, το 1516.
Παραπομπές
Επεξεργασία- ↑ NOVAimagem.co.pt / Portugal em LInha (8 Μαρτίου 2006). «Museu da Língua Portuguesa aberto ao público no dia 20». Noticiaslusofonas.com. Ανακτήθηκε στις 23 Ιουλίου 2012.
- ↑ Michael Swan, Bernard Smith (2001). «Portuguese Speakers». Learner English: a Teacher's Guide to Interference and Other Problems. Cambridge University Press.
Εξωτερικοί σύνδεσμοι
Επεξεργασία- Dicionários-Online.com A directory of reference works in Portuguese.
- Ένα μεγάλο Πορτογαλικό λεξικό
- Αγγλο-Πορτογαλικά Λεξικά
- Πορτογαλικά Λεξικά
- Μια εισαγωγή στα πορτογαλικά Βραζιλίας Αρχειοθετήθηκε 2017-03-10 στο Wayback Machine.
- Βασικές πορτογαλικές εκφράσεις
- Πορτογαλικά μαθήματα λεξιλογίου Αρχειοθετήθηκε 2007-03-28 στο Wayback Machine.
Αυτό το λήμμα σχετικά με τη γλωσσολογία χρειάζεται επέκταση. Μπορείτε να βοηθήσετε την Βικιπαίδεια επεκτείνοντάς το. |