Προστάτης και πολιούχος άγιος

Ο προστάτης άγιος είναι ένας άγιος που στην Ρωμαιοκαθολική και την Ανατολική Ορθόδοξη Εκκλησία θεωρείται σαν ουράνιος μεσολαβητής για ένα έθνος, μέρος, τέχνη, δραστηριότητα, επάγγελμα, τάξη, ομάδα ατόμων, οικογένεια, άτομα, ιδρύματα, οργανώσεις κ.τ.λ.[1][2] Στην αγγλική γλώσσα η λέξη patron, προστάτης, καλύπτει όλα τα παραπάνω, ενώ στην ελληνική ο προστάτης μιας πόλης ή χωριού, και κατ’ επέκταση ενός τόπου ή χώρας ονομάζεται πολιούχος άγιος. Οι Καθολικοί πιστεύουν ότι οι προστάτες άγιοι, έχοντας ήδη μεταβεί στο μεταφυσικό, μπορούν να παρεμβαίνουν με επιτυχία για τις ανάγκες αυτών που προστατεύουν[3].

Ο Απόστολος Ματθαίος, που αναπαριστάται με έναν άγγελο, είναι ο προστάτης άγιος του Σαλέρνο, Ιταλία, των τραπεζιτών και των φοροεισπρακτόρων.

Αρχές της παράδοσης Επεξεργασία

Οι άγιοι γίνονται συχνά προστάτες των τόπων όπου γεννήθηκαν και δραστηριοποιήθηκαν. Όμως υπήρξαν περιπτώσεις στη Μεσαιωνική Ευρώπη, όπου μια πόλη που έγινε σημαντική μετέφερε στον καθεδρικό της λείψανα αγίου που έζησε και θάφτηκε αλλού, και τον έκανε προστάτη της πόλεως – με αυτήν την πρακτική να προσδίδει μεγάλο κύρος στην πόλη. Στην Λατινική Αμερική και τις Φιλιππίνες, οι Ισπανοί και Πορτογάλοι εξερευνητές συχνά έδιναν σε ένα μέρος το όνομα του αγίου ή αγίας που γιόρταζε την πρώτη φορά που το επισκεπτόταν, και έτσι αυτός ο άγιος ή αγία γινόταν προστάτης εκείνου του τόπου.

Τα επαγγέλματα συχνά έχουν για προστάτη άγιο ο οποίος είχε με τον ένα ή άλλο τρόπο σχέση με αυτό. Όταν τέτοιος άγιος δεν υπάρχει, ένα επάγγελμα μπορεί να έχει προστάτη έναν άγιο του οποίου η πράξεις ή θαύματα με κάποιο τρόπο μπορεί να σχετιστούν με το επάγγελμα. Για παράδειγμα, όταν εμφανίστηκε το πριν άγνωστο επάγγελμα του φωτογράφου το 19ο αιώνα, προστάτης έγινε η Αγία Βερόνικα, καθώς στο πέπλο της αποτυπώθηκε με θαυματουργό τρόπο το πρόσωπο του Ιησού, αφού το είχε σκουπίσει από το αίμα και τον ιδρώτα του.

Δόγματα Επεξεργασία

Η τίμηση και αναγνώριση των προστατών αγίων και γενικά των αγίων συναντάται στην Ρωμαιοκαθολική Εκκλησία, την Ορθόδοξη Εκκλησία, τις Ανατολικές Καθολικές Εκκλησίες, καθώς και στις Προχαλκηδόνιες Εκκλησίες και τον Αγγλικανισμό.

Όμως, σε γενικές γραμμές αποθαρρύνεται σε κλάδους του Προτεσταντισμού όπως ο Καλβινισμός, όπου αυτή η πρακτική θεωρείται μια μορφή ειδωλολατρίας[4].

Δείτε επίσης Επεξεργασία

Παραπομπές Επεξεργασία

  1. Slocum, Robert Boak· Armentrout, Donald S. (1999). An Episcopal Dictionary of the Church: A User-Friendly Reference for Episcopalians. Church Publishing, Inc. ISBN 0898692113. Ανακτήθηκε στις 3 Νοεμβρίου 2012. 
  2. The American Heritage Dictionary of the English Language, Fourth Edition Copyright, Houghton Mifflin Company.
  3. Gibson, Henry (Reverand (sic)) (1882), Catechism Made Easy: Being a Familiar Explanation of the Catechism of Christian Doctrine, No. 2, 2nd edition, Vol. 1, Chapter 5, in the subpart "The First Commandment (Concluded)", "Twenty-Fifth Instruction", p. 310, Burns and Oates (publisher), London, 1882.
  4. Duke, AC "Calvinism in Europe, 1540-1610, A collection of Documents" P. 53.

Εξωτερικοί σύνδεσμοι Επεξεργασία